Ταινίες: Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα φαβορί για τα Οσκαρ  | 0 bovary.gr
Ταινίες: Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα φαβορί για τα Οσκαρ | 0 bovary.gr
16|02|2017 12:39
SHARE
ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Ταινίες: Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα φαβορί για τα Οσκαρ


«Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα» και ένα «Αντίδοτο στην ευεξία», τα κάνουν «Ολα να αρχίζουν αύριο».

Με κινηματογραφικό ενδιαφέρον και αυτή η εβδομάδα και οι ταινίες που βγαίνουν στις αίθουσες θα μας απασχολήσουν...

  • Μια Πόλη Δίπλα στη Θάλασσα
  • (Manchester by the Sea)
  • Σενάριο- Σκηνοθεσία: Κένεθ Λόνεργκαν
  • Παίζουν: Κέισι Αφλεκ, Μισέλ Γουίλιαμς, Λούκας Χέτζις, Κάιλ Τσάντλερ

Περίληψη:

Ο Λι επιστρέφει στη μικρή πόλη, όπου γεννήθηκε, με αφορμή τον θάνατο του αδελφού του και το γεγονός ότι αναλαμβάνει την κηδεμονία του ανήλικου ορφανού ανιψιού του. Εκεί, θα έρθει αντιμέτωπος με την αποξενωμένη γυναίκα του και όλες τις ανοιχτές υποθέσεις του παρελθόντος. Με έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ και μια Χρυσή Σφαίρα για τον Κέισι Άφλεκ, ο Κένεθ Λόνεργκαν υπογράφει μια συγκλονιστική ιστορία για την απώλεια και το πώς επιβιώνεις μετά, αποδεικνύοντας ότι είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες σκηνοθέτες του ανεξάρτητου αμερικανικού κινηματογράφου. O Λι, με εμφανείς δυσκολίες κοινωνικοποίησης εργάζεται στη Βοστόνη, κάνοντας διάφορες επισκευές. Αν και είναι καλός τεχνίτης, δεν τα πάει καλά με τους πελάτες, ενώ συχνά έχει βίαια ξεσπάσματα και απότομες εκρήξεις. Όταν ο αδερφός του πεθαίνει, επιστρέφει στην πόλη όπου μεγάλωσε. Ο δικηγόρος του αδερφού του, του ανακοινώνει πως τον έχει ορίσει υπεύθυνο για την κηδεμονία του δεκαεξάχρονου ανιψιού του.

Ο Λόνεργκαν μέσα από φλας μπακ θα μας αφηγηθεί την ιστορία του Λι και την προσωπική του τραγωδία, ξεδιπλώνοντας σε κάθε πλάνο του τη διαδρομή ενός ανθρώπου που ζει με το βάρος μια τεράστιας απώλειας. Είναι ενδιαφέρον ότι οι ήρωες αυτής της βαθιά συγκινητικής ταινίας φτάνουν σε μια κάθαρση σε αυτή την πόλη που είναι δίπλα στη θάλασσα, μια κάθαρση που δεν αναιρεί το παρελθόν, αλλά που τους φέρνει σε μια ισορροπία με το μέλλον. Ο Κέισι Άφλεκ δικαίως θεωρείται ένα από τα φαβορί για το φετινό Όσκαρ, αφού δημιουργεί έναν ήρωα που κουβαλάει ένα αβάσταχτο φορτίο, αλλά αποφεύγει τις εύκολες συγκινήσεις και τα δράματα, όπως κάθε πλάσμα που έχει δοκιμάσει τον μεγάλο πόνο και είναι πέρα από αυτόν. Η Μισέλ Ουίλιαμς στο ρόλο της πρώην γυναίκας του ενσαρκώνει μια τραγική φιγούρα, που προσπαθεί να γαντζωθεί στη ζωή - η σκηνή όπου συναντιούνται μετά από χρόνια είναι σπαρακτική, χωρίς μελοδραματικούς τόνους. Ο νεαρός Λούκας Χέτζις ( υποψήφιος για το Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου) προσδίδει τα χαρακτηριστικά μιας ταραγμένης εφηβείας σε ένα παιδί που καλείται να αντιμετωπίσει το θάνατο. Το σενάριο του Λόνεργκαν, ο όποιος ξεκίνησε την καριέρα του από το θέατρο, έχει έντονες επιρροές από η δραματουργία του Άρθουρ Μίλλερ και αποτυπώνει με αδρές γραμμές την αμερικανική κοινωνία μέσα από τα μάτια πολύπλευρων χαρακτήρων, που ζουν το δικό τους δράμα μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που παραπαίει.

  • Αντίδοτο στην ευεξία
  • A cure for wellness
  • Σκηνοθεσία: Γκορ Βερμπίνσκι
  • Παίζουν: Τζέισον Άιζακς, Ντέιν ΝτεΧάαν, Σίλια Ίμρι, Μία Γκοθ, Άντριαν Σίλερ

Περίληψη:

Ένας φιλόδοξος νεαρός εργαζόμενος φτάνει σε ένα ειδυλλιακό, αλλά μυστηριώδες σπα ευεξίας, σε μία γραφική απομακρυσμένη τοποθεσία στις ελβετικές Άλπεις, για να εντοπίσει τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας του. Δεν είναι όμως όλα όπως φαίνονται. Ο Γκορ Βερμπίνσκι επιστρέφει με ένα μακράς διάρκειας θρίλερ, που ακροβατεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον εφιάλτη, με εικαστικές εικόνες, αλλά χαλαρή υπόθεση. Με επιρροές από τον Τόμας Μαν και τον Καρλ Γιούνγκ ο σεναριογράφος Τζάστιν Χέιθ δημιουργεί ένα χαοτικό κι άναρχο σύμπαν, με κεντρικό άξονα την αρρώστια της σύγχρονης εποχής και την εμμονή μας σχετικά με την κάθαρση. Σε ένα θεραπευτικό κέντρο, πλούσιοι και ισχυροί άνθρωποι αναζητούν να γιατρευτούν με κάθε κόστος. Ο διευθυντής της κλινικής γιατρός Βόλμερ όμως κρύβει ένα σκοτεινό μυστικό. Όταν ο νεαρός Λόκχαρτ καταφτάνει στο παράξενο θεραπευτήριο, προκειμένου να φέρει πίσω τον διευθύνοντα σύμβουλο της πολυεθνικής όπου εργάζεται , θα έρθει αντιμέτωπος με περίεργα περιστατικά και ένα πανάρχαιο θρύλο που στοιχειώνει το μέρος.

Θα γνωρίσει την Χάνα, την μόνη νέα ασθενή του κέντρου, που του λέει πώς είναι μια ειδική περίπτωση, και μαζί θα ξετυλίξουν το νήμα μιας σκοτεινής υπόθεσης. Θα ανακαλύψει ότι σε αυτό το ειδυλλιακό μέρος κανείς δεν θεραπεύεται, αντίθετα αρρωσταίνει κάθε μέρα περισσότερο. Ο Λόκχαρτ αντισταθεί στη δύναμη του γιατρού Βόλμερ και θα αποκαλύψει μια τρομακτική αλήθεια. Ο Βερμπίνσκι, μάστορας στον κινηματογραφικό ρυθμό, ξέρει να δημιουργεί σασπένς και υποβλητικές εικόνες , που μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής, όμως η ιστορία του σταδιακά χάνει τον αρχικό της άξονα και μετατρέπεται σε ένα μεταφυσικό παραμύθι, που αποπροσανατολίζει. Τελικά ποια είναι η αρρώστια, ποιος ο άρρωστος και ποιο το αντιδότό της. Η μεγάλη διάρκεια της ταινίας δεν βοηθάει να ξεκαθαρίσει το τοπίο, αντίθετα περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Αρκετές σκηνές είναι φλύαρες, ειδικά όσες αφορούν στο παρελθόν του Λόκχαρτ, ενώ η προσπάθεια καταγραφής του υποσυνειδήτου του κεντρικού ήρωα, με φαντασιακές σκηνές όπου πρωταγωνιστούν οι βδέλλες , αν και έχουν ένα προφανή συμβολισμό, δεν λειτουργούν τελικά. Ο Ντέιν Ντε Χάαν, που θυμίζει αρκετά τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, υποστηρίζει τον υπερφιλόδοξο νεαρό που καλείται να δει την αλήθεια, ενώ ο βετεράνος Τζέισον Αίζακς προσδίδει κύρος στο γιατρό Βόλμερ. Η Μια Γκοθ έχει την αύρα άλλης εποχής και μια εύθραυστη ποιότητα, αποδίδοντας πειστικά την αθωότητα της Χάνα. Είναι δύσκολο για τον θεατή να αποφασίσει αν αυτό που βλέπει είναι μια μεταφυσική περιπέτεια, ή ένα παραλήρημα του μυαλού του Λόκχαρτ. Αυτό θα είχε ενδιαφέρον αν διατηρούνταν μέχρι το τέλος, όμως το φινάλε έρχεται να αποσαφηνίσει τα πράγματα με έναν μάλλον χοντροκομμένο τρόπο. Η σκηνογραφία και η δυναμική διεύθυνση φωτογραφίας είναι στα θετικά της ταινίας και δημιουργούν ένα παράδοξο περιβάλλον, εκεί που αποτυγχάνει το σενάριο.

  • John Wick: Κεφάλαιο 2
  • Σκηνοθεσία: Τσαντ Σταχέλσκι
  • Παίζουν: Κιάνου Ριβς, Common, Λόρενς Φίσμπερν, Ρικάρντο Σκαμάρτσιο, Ιαν ΜακΣέιν, Τζον Λεγκουιζιάμο

Περίληψη:

Ο θρυλικός Τζον Γουίκ έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση, αναγκάζεται όμως να επιστρέψει. Ένας παλιός του εχθρός δίνει ένα τεράστιο ποσό προκειμένου να πεθάνει. Το «συμβόλαιο θανάτου» είναι διεθνές και πληρωμένοι εκτελεστές από όλο τον κόσμο τον αναζητούν. Ο Τζον Γουίκ όμως δεν είναι ένας εύκολος στόχος. Μετά την πρώτη ταινία, που έγινε τεράστια εμπορική επιτυχία, ο στυγνός δολοφόνος Τζον Γουίκ επιστρέφει στη δράση. Αυτή τη φορά τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει μόνος του ο Τσαντ Σταχέλσκι, που συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο τις εξαιρετικά χορογραφημένες σκηνές δράσης , γυρισμένες σε εντυπωσιακά locations, καθιστώντας στο φινάλε εντελώς σαφές ότι θα υπάρξει και συνέχεια.

Ο Τζον Γουίκ έχει αποσυρθεί από τη δράση, όμως ο θρύλος του είναι ακόμα ζωντανός. Γι’ αυτό ο Σαντίνο Ντ’ Αντόνιο , που έχει στα χέρια το υποσχετικό του συμβόλαιο, του αναθέτει μια τελευταία αποστολή. Απρόθυμος στην αρχή, φορτωμένος ενοχές, αφήνει για λίγο τον πιστό του σκύλο, που δεν έχει όνομα, κι αναγκάζεται να υπακούσει, γιατί στη Μαφία υπάρχουν δυο νόμοι: Οι όρκοι τιμής τηρούνται και κανείς δεν σκοτώνει μέσα στο ξενοδοχείο Μετροπόλιταν. Έτσι ο Τζον Γουίκ, επιστρέφει δριμύτερος, και αρχίζει το πιστολίδι. Το αφεντικό του όμως θα τον προδώσει, θα τον επικηρύξει με ένα τεράστιο συμβόλαιο θανάτου και τότε το θηρίο που έκρυβε ο Τζον ξυπνάει μέσα του. «Θα τους σκοτώσω όλους» , λέει και όντως το κάνει.

Ο Κιάνου Ριβς, σε έναν ρόλο που φαίνεται να ξέρει καλά, παίρνει το όπλο του και αρχίζει το αιματοκύλισμα στη Ρώμη, αλλά και στην καρδιά της Νέας Υόρκης, ακόμα και μέσα στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, γιατί ο Γουίκ δεν είναι απλώς φονιάς, είναι ανίκητος. Γύρω του υπάρχουν πολλοί ενδιαφέροντες χαρακτήρες , που συνθέτουν έναν κόσμο σκοτεινό και γοητευτικό,- αλλά φυσικά οι σκηνές δράσης καλύπτουν το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας. Αίμα, αίμα, αίμα, που διανθίζεται από κάποιες στιγμές μαύρου χιούμορ. Οι λάτρεις του είδους σίγουρα θα την εκτιμήσουν.

  • Η Ζωή μιας Γυναίκας
  • (Une Vie)
  • Σκηνοθεσία: Στεφάν Μπριζέ
  • Παίζουν: Τζουντίθ Κεμλά, Ζαν-Πιερ Νταρουσάν, Γιολάντ Μορό

Περίληψη:

Νορμανδία, 1819. Η Ζαν είναι μια νέα γυναίκα γεμάτη παιδιάστικα όνειρα και αθωότητα, που επιστρέφει σπίτι μετά από τα σχολικά της χρόνια που τα πέρασε στο μοναστήρι. Παντρεύεται έναν ευγενή της περιοχής, αλλά σύντομα αυτός αποδεικνύεται τσιγκούνης κι άπιστος. Σιγά σιγά οι ψευδαισθήσεις της Ζαν διαλύονται. Ο Στέφαν Μπριζέ του συγκλονιστικού « Νόμου της αγοράς» επιστρέφει με μια κινηματογραφική διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Γκυ ντε Μωπασσά ν και μέσα από μια προσωποκεντρική προσέγγιση, αντιπαραβάλλει το άτομο απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Η ταινία κέρδισε το Βραβείο FIPRESCI της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Βενετίας και ήδη έχει σημειώσει μια πολύ καλή πορεία.

Η Ζαν, ξεκινάει τη ζωή της με αισιοδοξία και όνειρα. Ο γάμος της όμως με έναν ευγενή αποδεικνύεται καταστροφικός. Οι απιστίες του, η σκληρή του συμπεριφορά, αλλά και οι αλλεπάλληλοι θάνατοι τη βασανίζουν. Ο κοινωνικός της περίγυρος, σκληρός κι χωρίς συναίσθημα, φροντίζει να της αποδεικνύει διαρκώς ποια είναι η θέση της γυναίκας, εκείνη όμως συνεχίζει να πιστεύει στον άνθρωπο. Ο Μπριζέ ακολουθεί την κεντρική του ηρωίδα και αφηγείται την ιστορία μέσα από την δική της οπτική, ακολουθώντας μια συναισθηματική κι όχι χρονολογική σειρά των γεγονότων. Χρησιμοποιώντας κλειστά, τετράγωνα πλάνα (Αcademy ratio) ) δημιουργεί έναν κινηματογραφικό μινιμαλισμό κι αφηγείται μια ιστορία ηθικής. Με την κάμερα στο χέρι, αποτυπώνει τον ταραγμένο ψυχισμό της Ζαν, που διεκδικεί το δικαίωμα να υπάρξει, απέναντι σε ένα άτεγκτο κοινωνικό περιβάλλον. Ίσως όμως μερικές φορές επιμένει περισσότερο από όσο χρειάζεται και τραβάει τη διάρκεια των κάδρων, ανοίγοντας αρκετά το ρυθμό του. Το γεγονός πάντως ότι δεν περιορίζεται στα κλισέ μιας ταινίας εποχής, προσδίδει στο μυθιστόρημα του Μωπασσάν μια μοντέρνα διάσταση.

  • Όλα αρχίζουν αύριο
  • ( Demain tout commence)
  • Σκηνοθεσία: Ούγκο Γκελέν
  • Παίζουν: Ομάρ Σι, Κλεμάνς Ποεζί, Αντουάν Μπερτράντ, Γκλόρια Κόλστον , Άσλι Ουότερς

Περίληψη: Η ανάλαφρη, χωρίς καμία έγνοια, ζωή του Σάμιουελ, ανατρέπεται όταν μια μέρα ξαφνικά μια γυναίκα εμφανίζεται στην πόρτα του με ένα μωρό που ουρλιάζει. Η γυναίκα ενημερώνει τον Σάμιουελ ότι το παιδί είναι δικό του κι εξαφανίζεται. Στην προσπάθειά του να βρει τη μητέρα του μωρού, ο πρωταγωνιστής μετακομίζει στο Λονδίνο, όπου και καταλήγει να μεγαλώνει τη μικρή Γκλόρια μόνος του. Ο σκηνοθέτης Ούγκο Γκελέν δανείζεται μια φράση του Γάλλου φιλοσόφου Μπασελάρ, που χρησιμοποιούσε η καλλιτέχνης γιαγιά του, για μια γλυκόπικρη ταινία που πραγματεύεται τον ισχυρό δεσμό πατέρα και κόρης.

Ένας ανέμελος και μάλλον επιπόλαιος τύπος, ένα μεγάλο παιδί που πεισματικά αρνείται να ωριμάσει, ο Σάμιουελ βρίσκεται ξαφνικά με ένα μωρό στην αγκαλιά. Η μητέρα της μικρής Γκλόρια του ανακοινώνει πως το παιδί είναι δικό του και χωρίς πολλές συζητήσεις το εγκαταλείπει στα χέρια του. Εκείνος απελπισμένος τρέχει να τη βρει στο βροχερό Λονδίνο, αφήνοντας πίσω του την ηλιόλουστη παραλία όπου εργάζεται. Οι προσπάθειές του όμως αποβαίνουν άκαρπες κι έτσι βρίσκεται μόνος σε μια σκληρή μεγαλούπολη με ένα μωρό. Η τύχη θα φέρει στο δρόμο του έναν παραγωγό, που θα τον προσλάβει ως κασκαντέρ σε ταινίες δράσης και θα γίνει ο καλύτερός του φίλος. Οι δυο τους δημιουργούν μια ιδιόμορφη οικογένεια κι η μικρή Γκλόρια μεγαλώνει με αγάπη, αλλάζοντας για πάντα τη ζωή του. Εκείνη είναι υπεύθυνη, λειτουργεί ως ενήλικας και φροντίζει τον μπαμπά της, ενώ ο Σαμ της φτιάχνει ένα κόσμο που ξέρει πως ονειρεύονται όλα τα παιδιά. Ώσπου μια μέρα εμφανίζεται από το πουθενά η μητέρα και διεκδικεί μια θέση στην καρδιά της. Η ιστορία ξεκινάει ως ανάλαφρη κομεντί και καταλήγει σε ένα γλυκόπικρο φινάλε, χωρίς όμως να αποφεύγει τους μελοδραματισμούς. Οι χαρακτήρες μένουν κάπως μετέωροι και συχνά ακολουθούν στερεοτυπικά μοντέλα, όπως αυτά τω ν διαφημιστικών σποτ, όπου όλα μοιάζουν ιδανικά. Η διαμάχη ανάμεσα στον πατέρα που μεγαλώνει ένα παιδί και στην ανεύθυνη μητέρα που το εγκατέλειψε, αλλά παρόλα αυτά γυρνάει μετανιωμένη, δεν έχει ισχυρό υπόβαθρο κι αντιμετωπίζεται εύκολα.

Ο Ομάρ Σι φαίνεται πως διασκεδάζει με τον ρόλο του , αλλά και με την συνύπαρξη του στο σετ με την μικρή συμπρωταγωνίστριά του, που το χαμόγελό της είναι πραγματικά ακαταμάχητο και η αθωότητά της ένα από τα δυνατά στοιχεία της ταινίας. Χάρη σε αυτούς τους δυο μια μάλλον κοινότοπη ιστορία, από αυτές που βλέπεις ευχάριστα μια Κυριακή μεσημέρι, αποκτάει ενδιαφέρον, αλλά μέχρι εκεί.