Αν και παλιότερα οι διεθνείς κουζίνες ήταν απαγορευτικές για τους περισσότερους, καθώς μόνο πολύ ακριβά εστιατόρια ειδικεύονται σε αυτές, πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Τώρα μπορούμε να εντάξουμε στην καθημερινότητά μας γευστικές προτάσεις από όλο τον πλανήτη, χωρίς να ξοδέψουμε μια περιουσία. Μια από τις επιλογές των Αθηναίων είναι το ιαπωνικό sushi: γευστικά, ελαφριά και διαιτητικά τα μικρά ρολάκια με ρύζι και θαλασσινά είναι πάντα μια καλή λύση για ένα διάλλειμα από τη δουλειά. Άλλωστε το sushi ξεκίνησε ως street food.Ο πρωτότυπος τύπος, γνωστός και ως Νare sushi, αναπτύχθηκε πρώτα στην Νοτιοανατολική Ασία, περίπου τον 7ο αιώνα μ.Χ. και διαδόθηκε μέχρι την Ιαπωνία. Sushi κυριολεκτικά σημαίνει «με ξινή γεύση», αντικατοπτρίζοντας τις απαρχές του που ξεκίνησε με τα ζυμωμένα θαλασσινά.
Το παραδοσιακό Narezushi παρασκευάζεται με μια αρκετά παρόμοια τεχνική, στην οποία το ψάρι τοποθετείται μέσα σε ξινισμένο ρύζι για να ζυμωθεί. Οι πρωτεΐνες των ψαριών διαλύονται εξαιτίας της ζύμωσης σε αμινοξέα. Η γεύση τους γίνεται ξινή και ουμάμι. Μια παραλλαγή αυτής της μεθόδου εμφανίστηκε τον 15ο και 16ο αιώνα που περιλάμβανε το πάστωμα του ψαριού χωρίς ρύζι. Αυτές οι δύο τεχνικές αποτελούν τη βάση του σημερινού sushi. Η σημερινή μορφή της συνταγής δημιουργήθηκε από τον Χανάγια Χοκέι (1799–1858) περίπου το 1820, στο τέλος της εποχής Έντο. Το sushi που εφηύρε ο Χανάγια αποτελούταν από ωμά θαλασσινά (σασίμι) και ξιδάτο ρύζι και ήταν μια πρώτη μορφή γρήγορου φαγητού, γιατί μπορούσε να παρασκευαστεί γρήγορα και να καταναλωθεί με τα χέρια. Πωλούνταν αρχικά σε πάγκους, οι οποίοι σταδιακά έγιναν τα γνωστά sushi bars. Αυτή η μορφή αρχικά ονομάστηκε Edomae zushi, γιατί το ψάρι είχε αλιευτεί στο κόλπο του Έντο στο Τόκυο.
Τip: Το sushi σερβίρεται σχεδόν πάντα με σάλτσα σόγιας, γουασάμπι και τζίντζερ, όποτε μην παραλείψετε να ζητήσετε τα απαραίτητα συνοδευτικά.