Πέτρος Φιλιππίδης: Τα ανάρμοστα φιλιά επί σκηνής στην Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους
Οι περιγραφές στο έγγραφο καταγγελίας της Άννας Μαρίας Παπαχαραλάμπους κατά του Πέτρου Φιλιππίδη που ήρθε στη δημοσιότητα σοκάρουν.
Η ηθοποιός αναφέρεται μεταξύ άλλων και στα φιλιά που έπρεπε (καθ' υπόδειξιν του Πέτρου Φιλιππίδη) να ανταλλάξει επί σκηνής με τον Πέτρο Φιλιππίδη κατά τη διάρκεια της θεατρικής παράστασης «Οι Ηλίθιοι» το 2000. Φιλιά ανάρμοστα, που την έφερναν σε ιδιαιτέρως δύσκολη και αμήχανη θέση.
Το κείμενο της καταγγελίας της ηθοποιού:
«Το έτος 2000, σε ηλικία 24 ετών, συνεργάστηκα με τον καταγγελλόμενο στο πλαίσιο της παράστασης “Οι Ηλίθιοι” του συγγραφέως Neil Simon, που ανέβηκε στο Θέατρο Βρετάνια, σε παραγωγή του κ. Κάρολου Παυλάκη. Στην παράσταση συμμετείχαν, πλην εμού και του καταγγελλομένου, οι συνάδελφοι Νίκη Παλληκαράκη, Βίλμα Τσακίρη, Γιώργος Γαλίτης, Βασίλης Ρίσβας, Δημήτρης Καραμπέτσης, Αντώνης Κρόμπας, Ντίνος Καρύδης και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας μας, ο καταγγελλόμενος σταδιακά με απομόνωσε, με διάφορα τεχνάσματα και δικαιολογίες, από τα υπόλοιπα μέλη του θιάσου και φρόντισε, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες γυναίκες συναδέλφους που συμμετείχαν στην παράσταση, να έχω δικό μου προσωπικό καμαρίνι, με την πρόφαση (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) ότι θα ερμήνευα τον βασικό γυναικείο ρόλο του έργου. Το καμαρίνι αυτό βρισκόταν ακριβώς δίπλα στο δικό του.
Μέσα στον χώρο του καμαρινιού μου, του οποίου κλειδιά διατηρούσε ο ίδιος στην κατοχή του καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της συνεργασίας μας, μπαινοβγαίνοντας στο καμαρίνι μου χωρίς να χτυπά την πόρτα μου και ορισμένες φορές κλειδώνοντας την πόρτα πίσω όπως έμπαινε, ο καταγγελλόμενος προέβη επανειλημμένα σε σοβαρές πράξεις προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειάς μου και όχι μόνο, εκμεταλλευόμενος το νεαρό της ηλικίας μου, την ανάγκη μου να εργαστώ και τον φόβο που μου είχε εμφυσήσει. Πέραν των εν λόγω πράξεων, με τις οποίες προσέβαλε κατ’ εξακολούθηση τη γενετήσια αξιοπρέπειά μου και μέσα στο πλαίσιο της νοσηρής επιθυμίας του να με μειώνει και να με ταπεινώνει συστηματικά με διάφορους τρόπους, αρκετές φορές εισερχόταν στο καμαρίνι μου, ενώ βρισκόμουν μέσα σε αυτό με κλειστή την πόρτα, κατέβαζε το παντελόνι του και ουρούσε επιδεικτικά στον νιπτήρα του καμαρινιού μου, ο οποίος βρισκόταν ακριβώς πίσω από εκεί που καθόμουν (σημειώνω δε ότι ο ίδιος είχε τουαλέτα στο δικό του καμαρίνι).
Επίσης, ο καταγγελλόμενος με παρενοχλούσε εκτός θεάτρου με διάφορους τρόπους, όπως παρακολουθώντας με και προκαλώντας μου έτσι μια συνεχή ανησυχία, που έφτανε μερικές φορές στα όρια του τρόμου, αφού ειλικρινά δεν ήξερα ποια θα ήταν η επόμενή του κίνηση και φοβόμουν ότι είναι ικανός για τα πάντα, όπως μου είχε αποδείξει με τις πράξεις του. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της παράστασης μου δημιουργούσε έναν διαρκή φόβο ώστε να πρέπει πάντοτε να τρέχω για να βγω στη σκηνή, διότι εάν αργούσα έστω και ένα δευτερόλεπτο, εκμεταλλευόμενος τη σκηνοθετική του ιδιότητα, μου επετίθετο λεκτικά και με μείωνε. Ακόμα, κατά τη διάρκεια των στιγμών που υπήρχε μεταξύ του χαρακτήρα που υποδυόμουν και του δικού του κάποιο φιλί, εκείνος με φιλούσε με βία, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του, μπροστά σε ένα έκπληκτο κοινό, το οποίο συνήθως αντιδρούσε με ένα επιφώνημα απέχθειας.
«Ακόμα όμως και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μίλησα εγκαίρως, λέγοντας όλη την αλήθεια, στους δικούς μου ανθρώπους που θα μπορούσαν να με έχουν προστατεύσει. Αν μπορώ έστω και τώρα να δώσω μια εξήγηση, πάνω απ’ όλα στον εαυτό μου, είναι ότι η ντροπή, η ενοχή και ο φόβος που ένιωθα κυριολεκτικά με είχαν παραλύσει.
Το συγκεκριμένο έργο μάλιστα δεν δικαιολογεί ούτως ή άλλως μια τέτοια σκηνική συμπεριφορά, αφού πρόκειται για μια τρυφερή ιστορία. Οταν του ζητούσα με ευγενικό τρόπο μήπως μπορούν τα φιλιά αυτά να γίνονται με άλλον, πιο θεατρικό τρόπο, εκείνος μου απαντούσε: “Εγώ είμαι σκηνοθέτης, εγώ αποφασίζω!”. Ιδίως όταν έρχονταν συγγενείς και φίλοι μου να με δούνε στην παράσταση, πριν βγούμε στη σκηνή, του ζητούσα θερμή παράκληση να σταματήσει να το κάνει, όμως αυτός με αγνοούσε επιδεικτικά. Την ίδια μάλιστα συμπεριφορά αλλά και χειρότερη επεδείκνυε όταν ερχόταν ο τότε σύντροφός μου (τον οποίο και είχε γνωρίσει) να δει την παράσταση, πιάνοντάς με διαρκώς σε διάφορα σημεία του σώματός μου και δίνοντάς μου με ακόμη μεγαλύτερο πάθος αυτά τα πιεστικά και ανάρμοστα φιλιά ενώπιόν του. Προφανώς όλο αυτό του δημιουργούσε ένα νοσηρό αίσθημα υπεροχής. Το γεγονός αυτό με είχε αναγκάσει να ζητάω σε δικούς μου ανθρώπους να μην έρχονται στην παράσταση (μήπως και η συμπεριφορά του μετριαστεί), τους ζητούσα όμως κάθε φορά να με περιμένουν έξω από το θέατρο το βράδυ, ώστε να μπορώ να φύγω χωρίς να με παρενοχλήσει ο καταγγελλόμενος.
Υπό αυτό το καθεστώς τρόμου και βίας έζησα καθ’ όλη τη διάρκεια της θεατρικής σεζόν, δηλαδή για περίπου επτά μήνες, φοβούμενη να μιλήσω στους δικούς μου αλλά και στους φίλους μου, στους οποίους έλεγα μόνο κάποια πράγματα για τις δυσκολίες της συνεργασίας μας με τον καταγγελλόμενο, τα προβλήματα του χαρακτήρα του και την εμμονή του με το πρόσωπό μου, δίχως όμως να μπαίνω σε λεπτομέρειες. Μόνο σε ελάχιστους φίλους μου είχα εκμυστηρευτεί κάποια από τα πιο σοβαρά και τραυματικά περιστατικά. Ξεκίνησα να κάνω συστηματική χρήση αλκοόλ προκειμένου να αντεπεξέλθω σε όσα τραυματικά βίωνα. Ξεκινούσα να πίνω, καθημερινά, λίγες ώρες προτού πάω στο θέατρο, ώστε να μπορώ, όπως εσφαλμένα τότε νόμιζα, να διαχειριστώ με λιγότερο πόνο την κατάσταση που βίωνα.
Κάποια στιγμή βρήκα το θάρρος να απευθυνθώ στον παραγωγό της παράστασης, κ. Παυλάκη, στον οποίο ζήτησα, ευρισκόμενη σε ιδιαίτερα φορτισμένη ψυχική κατάσταση, να αποχωρήσω από την παράσταση, γιατί δεν άντεχα άλλο. Αυτός δεν φάνηκε να εκπλήσσεται, με άκουσε με προσοχή και μου είπε ότι θα ήταν πολύ δύσκολη μια αντικατάσταση σε εκείνο το χρονικό σημείο και θα δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στην παράσταση. Και τούτο διότι δεν μπορούσα φυσικά να βγω να πω δημοσίως τον λόγο που θα αποχωρούσα και φοβόμουν ότι θα μου χρεωνόταν, στα μάτια των τρίτων και του κόσμου, το κατέβασμα μιας πετυχημένης παράστασης. Αλλά πάνω απ’ όλα φοβόμουν και πιθανά άλλα αντίποινα που ίσως να είχα εκ μέρους του καταγγελλομένου, τον οποίο κυριολεκτικά έτρεμα. Γι’ αυτό τον λόγο και δεν είπα τίποτα, πράγμα που μετανιώνω, με βάση την εμπειρία ζωής που έχω σήμερα, σε μια άλλη ηλικία και με πολύ περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Ακόμα όμως και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μίλησα εγκαίρως, λέγοντας όλη την αλήθεια, στους δικούς μου ανθρώπους που θα μπορούσα να με έχουν προστατεύσει. Αν μπορώ έστω και τώρα να δώσω μια εξήγηση, πάνω απ’ όλα στον εαυτό μου, είναι ότι η ντροπή, η ενοχή και ο φόβος που ένιωθα κυριολεκτικά με είχαν παραλύσει».
Δείτε το βίντεο με την παράσταση και τα φιλιά που ανταλλάσσουν οι δύο ηθοποιοί:
Δείτε ολόκληρη την παράσταση εδώ: