Τι σημαίνει, πρακτικά, να κάνεις παιδί σε μια ηλικία που θεωρείται «προχωρημένη» για να μείνεις έγκυος;
Είναι ένα συναίσθημα που (σχεδόν) κάθε γυναίκα νιώθει αγγίζοντας τα περίφημα πρώτα -άντα. Και να μη θέλει να το νιώσει δηλαδή, θα φροντίσουν οι γύρω της υπενθυμίζοντας το με υπονοούμενα ή δήθεν καλοπροαίρετα σχόλια: «Και πότε λέτε για παιδάκι;» αν έχεις σχέση ή είσαι παντρεμένη ή «Άντε και τώρα να βρεις κι ένα καλό παιδί να κάνεις οικογένεια» αν είσαι single.
Και κάπως έτσι, προσθέτει άλλο ένα βάρος στην ήδη επιβαρυμένη με δουλειές, λογαριασμούς, υποχρεώσεις που τρέχουν καθημερινότητα της. Αυτό του ότι μέχρι τα 35 -το πολύ- είσαι καταδικασμένη πρέπει να έχεις κάνει παιδί.
Και μπορεί, όντως, κι εσύ η ίδια αυτό να θέλεις και να εύχεσαι να σου συμβεί. Και όχι μόνο ένα παιδί, αλλά και περισσότερα! Τι γίνεται όμως αν παράλληλα, στη λίστα με τις προτεραιότητες σου είναι να χτίσεις μια (κάποια) καριέρα, να ταξιδέψεις ή -βασικό- να βρεις τον άνθρωπο που θα ήθελες πραγματικά να σε συνοδεύσει σε όλο αυτό το ταξίδι που λέγεται «δημιουργία οικογένειας»; Εκεί ο βαθμός δυσκολίας, εκ των πραγμάτων, αυξάνεται.
Απέναντι σε μια κοινωνία που διαρκώς αλλάζει, σε μια κοινωνία που προσπαθεί να προλάβει τις εξελίξεις και να επιβιώσει, η ηλικία που μια γυναίκα γίνεται μητέρα για πρώτη φορά έχει μετατεθεί σε μεγαλύτερες ηλικίες. Και αυτό δεν επιδοκιμάζεται πάντα από την κοινωνία. Περισσότερο θα λέγαμε πως καταδικάζεται η τάση του να βάζεις άλλες επιθυμίες πάνω από αυτή της μητρότητας.