Facebook
Facebook
H ANΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ

Χρήστος Ξανθάκης: Ο δημοσιογράφος με μια συγκλονιστική αφήγηση αποκαλύπτει τη δική του μάχη με τη νευρική ανορεξία


Με αφορμή τον θάνατο της Νανάς Καραγιάννη, που έφυγε από τη ζωή μετά από πολύχρονη μάχη με τη νευρική ανορεξία, ο δημοσιογράφος Χρήστος Ξανθάκης μοιράστηκε μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Facebook μια ανάρτηση για την «σκιά» της νευρικής ανορεξίας που παραλίγο να σκεπάσει τη δική του ζωή. 

Ο δημοσιογράφος κατάφερε να ξεφύγει από την απειλή της ανορεξίας. Οπως ο ίδιος εξομολογείται πριν από αρκετά χρόνια έφτασε τα 54 κιλά. Η μητέρα της συζύγου του, ήρθε και η ίδια αντιμέτωπη με το «τέρας» της ανορεξίας, όμως δεν κατάφερε να βγει νικήτρια.

Η νευρική ανορεξία δεν βρίσκεται κάπου μακριά μας. Εχει πολλά πρόσωπα και δεν είναι απίθανο ένα από αυτά τα πρόσωπα να το αντικρίσουμε στον καθρέπτη μας.

Ο Χρήστος Ξανθάκης γράφει: 

«Koρίτσια κι αγόρια, επί του προσωπικού. Τα διάβασα τα σημερινά για τη Νανά Καραγιάννη που πέθανε από νευρική ανορεξία. Το έχουμε ζήσει και στο σπίτι μας, η πεθερά μου έχασε τη ζωή της από αυτό το πράγμα. Ηταν υγιέστατη σε όλα τα άλλα.

Παραλίγο να το ζήσω κι εγώ. Παραλίγο να μου εκδηλωθεί ως παράπλευρη απώλεια των Πανελληνίων, των Πανελλαδικών, πώς διάολο τις λένε. Ηρθα στην Αθήνα 72 κιλά και ύψος 1.78 μέτρα, απολύτως φυσιολογικός. Μέσα σε τέσσερα χρόνια έπεσα στα 54 κιλά και κάτι γραμμάρια. Τα άγχη μου, τα φαντάσματά μου, το στρες, δεν με άφηναν να βάλω μπουκιά στο στόμα μου. Ή μάλλον με άφηναν να την βάλω, no problem, αλλά η ταλαιπωρία ήταν αβάσταχτη.

Δεν μπορούσα να χωνέψω, πόναγε το στομάχι μου φριχτά, βασανιζόμουν, στο τέλος κοίταζα τις θερμίδες κάθε τρόφιμου, για να μασουλάω αυτά με τις περισσότερες. Αφού μια μπουκιά έτρωγα, τουλάχιστον να έτρωγα την μπουκιά με τις περισσότερες θερμίδες.

Και σκεφτόμουν αυτούς που κοιτάνε τις θερμίδες για να αγοράζουν τα τρόφιμα με τις λιγότερες, λόγω δίαιτας και με πιάνανε τα κλάματα. Ενίοτε και τα γέλια. Μοιάζει παράξενο στον πολύ κόσμο που έχει μάθει ότι η δίαιτα είναι το υπέρτατο καθήκον, να υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να φάνε, που ανοίγουν το ψυγείο και πιάνεται η ψυχή τους. Αλλά υπάρχουν κι αυτοί, υπάρχουν κι αυτές. Και δεν είναι τόσο λίγοι ή τόσο λίγες, όσο νομίζουμε.

Οπως έχω ξαναγράφει, εμένα με σώσανε κάτι καλά κορίτσια. Κορίτσια που μου δείξανε το δρόμο προς το φως. Τις συναντάω καμιά φορά, τώρα που έχω ξαναπιάσει τα 72 κιλά και μου κάνουνε πλάκα. Ναι, δόξα τω Θεώ, μου κάνουνε πλάκα. Εμένα με σώσανε κάτι καλά κορίτσια, κάποιοι άλλοι και κάποιες άλλες δεν είναι τόσο τυχεροί ή τυχερές. Κι όπως ξέρουν οι σοβαροί γιατροί που έχουν μελετήσει την ανορεξία, άμα περάσεις κάποιο στάδιο, τότε πια δεν σώζεσαι με τίποτα. Γιατί γυρνάει ο οργανισμός σου και τρώει τον εαυτό του. Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις μαλακίες και τις εύκολες κρίσεις για να σκεφτούμε, για μια στιγμή έστω τα παιδιά που υποφέρουν από αυτό το παλιόπραμα. Κι ας απλώσουμε ένα χέρι βοηθείας. In loving memory».