Τασούλα Επτακοίλη, ποιος διαβάζει ποίηση σήμερα;  | 0 bovary.gr
Τασούλα Επτακοίλη, ποιος διαβάζει ποίηση σήμερα; | 0 bovary.gr
ΤΑΣΟΥΛΑ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ

Τασούλα Επτακοίλη, ποιος διαβάζει ποίηση σήμερα;


Η Τασούλα Επτακοίλη γνωρίζει καλά την τέχνη των λέξεων. Χρόνια τώρα «κεντάει» στις λευκές σελίδες του υπολογιστή της άρθρα, διηγήματα, προσωπικά βιώματα και παιδικές ιστορίες.

Δεν ήταν πολύ δύσκολο μετά από το «Άλλο μου μισό» και τον «Γουργούρη» να ξαναγράψει. Αυτή τη φορά όμως καταπιάστηκε με κάτι διαφορετικό. Έγραψε ποίηση. «Η γυναίκα στο Ασανσέρ» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή. 


«Πώς σου ήρθε η ιδέα να γράψεις ποίηση; Πώς έγινε η μετάβαση σ' αυτό το αρκετά δύσκολο θα έλεγα, είδος»;

Από τα χρόνια της εφηβείας μου «σκάρωνα» στιχάκια. Αλλά το υλικό της «Γυναίκας στο ασανσέρ» προέκυψε τα τελευταία δύο χρόνια, σαν χείμαρρος, χωρίς καλά καλά να το συνειδητοποιήσω. Έτσι κι αλλιώς, ο δρόμος είναι ένας: της έκφρασης μέσα από τις λέξεις. Επιπλέον, δύσκολα και εύκολα λογοτεχνικά είδη δεν υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου. Η πρόκληση είναι ίδια: να μετατρέψεις τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου σε λέξεις και, αντιστρόφως, τις λέξεις σου σε σκέψεις και συναισθήματα. Κι αυτό να αφορά και κάποιον άλλο πέρα από σένα: τον αναγνώστη.

«Ποια είναι η γυναίκα στο ασανσέρ»; 

Ένα πρωινό του περασμένου χειμώνα βρέθηκα για επαγγελματικό ραντεβού σε μια γειτονιά των βορείων προαστίων. Το κτήριο στο οποίο με περίμεναν ήταν παλιό. Πέρασα τη βαριά σιδερένια πόρτα του και κατευθύνθηκα προς το ασανσέρ. Πάτησα το κουμπί και ο θάλαμος φωτίστηκε, μια και ήταν σταματημένος στο ισόγειο. Όταν όμως άνοιξα την πόρτα, ξαφνιάστηκα βλέποντας μέσα στο ασανσέρ μια γυναίκα. Ήταν καθισμένη σε ένα ψηλό σκαμπό, στριμωγμένη σε μια γωνιά του μικρού θαλάμου. Mε καλημέρισε, με ρώτησε σε ποιον όροφο πήγαινα και πάτησε το κουμπί. Συνειδητοποίησα ότι αυτή η γυναίκα, κάθε μέρα, βγάζει το ψωμί της μέσα σε ένα ασανσέρ. Ζει σε άξονα κατακόρυφο, πάνω-κάτω, πάνω-κάτω, επί ώρες. Περιμένοντας τον επόμενο ένοικο ή επισκέπτη του κτηρίου που θα πατήσει το κουμπί και θα τη βγάλει από το σκοτάδι της, έστω και για λίγο... Φεύγοντας, είχα ήδη αποφασίσει να γράψω ένα ποίημα γι' αυτή τη γυναίκα. Προσπάθησα πολύ, μα δεν το κατάφερα. Αλλά δεν μπορούσα και να την ξεχάσω. Ήταν αδύνατον να ξεχάσω το σκοτάδι που την κύκλωνε κάθε μέρα. Κι είπα πως, αν αξιωνόμουν κάποτε να κρατήσω στα χέρια μου τυπωμένα τα ποιήματά μου, ο τίτλος της συλλογής θα ανήκε οπωσδήποτε σ' εκείνη την άγνωστη γυναίκα. Τη γυναίκα στο ασανσέρ.

«Ποιος διαβάζει ποίηση σήμερα»;

Ειλικρινά, δεν ξέρω. Ξέρω ποιος θα έπρεπε να διαβάζει ποίηση: όλοι! Η ποίηση ποτέ δεν ήταν το δημοφιλέστερο λογοτεχνικό είδος. Ωστόσο εξακολουθεί να αποτελεί τον πυρήνα της λογοτεχνικής δημιουργίας. Και ειδικά σήμερα, με τόση ασχήμια και τοξικότητα γύρω μας, είναι απολύτως αναγκαία: για να μοιραστούμε την ομορφιά της, να την αφήσουμε να μπει στις «ρωγμές» μας, να ανακαλύψουμε τα σημαντικά που κρύβονται between the lines. Για να μας κάνει να βλέπουμε πέρα από τα προφανή και να υπονομεύει τις βεβαιότητές μας, όλα όσα νομίζουμε ότι γνωρίζουμε, όλα όσα θεωρούμε σημαντικά. Όπως ακριβώς το έχει περιγράψει ο ποιητής Αργύρης Χιόνης: «Η ποίηση πρέπει να 'ναι / Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο / Πάνω που θα 'χεις γλυκαθεί / Να σπας τα δόντια σου»...

«36 μικρά ποιήματα. Τι λένε οι ιστορίες σου»; 

Μιλούν για παρουσίες και απουσίες, για απώλειες, για ήττες και νίκες, για γέλια και δάκρυα, για διαδρομές στο σκοτάδι και στο φως. Όλα δικά μου! Έτσι δεν είναι η ποίηση; Μιλάει κυρίως για τον εαυτό της. Ελπίζοντας όμως ότι όλα αυτά που αφηγείται ίσως έχουν την τύχη να γίνουν καθρέφτης για κάποιο άλλο πρόσωπο. Τότε έχει πετύχει τον στόχο της. Και σε έναν μόνο αναγνώστη να συμβεί αυτό, λοιπόν, η «Γυναίκα στο ασανσέρ» θα έχει λόγο ύπαρξης.

«Ποιο είναι το πιο αγαπημένο σου από όλα τα ποιήματά σου; Και γιατί»;

O «Περίπατος». Γιατί μιλάει για τους μυστικούς κώδικες που έχουν για να επικοινωνούν μόνο όσοι αγαπιούνται αληθινά.

Περίπατος

Περπατούσαν πιασμένοι από το χέρι.
Ημέρωνε ο δρόμος στο διάβα τους.
Άνοιγαν τα παράθυρα
οι μόνοι,
άμαθοι σε τόση αγάπη,
να μεταλάβουν λίγο φως.
Όταν έφτασαν μπροστά στο πλήθος,
την τράβηξε κοντά του.
Κλείσε καλά το παλτό σου,
της ψιθύρισε,
να μη φανούν τα φτερά σου
και μάθουν όλοι
ότι μπορούμε και πετάμε.

«Τρεις εκδόσεις, τρία διαφορετικά είδη... Ποιο σου άρεσε περισσότερο και ποιο σε δυσκόλεψε»;

Και τα τρία βιβλία μου που έχουν κυκλοφορήσει μου έχουν δώσει τεράστια χαρά, γιατί έγιναν αφορμή να «συναντήσω» πάρα πολλούς ανθρώπους – ειδικά ο «Γουργούρης» που με έβαλε στον συναρπαστικό κόσμο των παιδιών. Όμως «Το άλλο μου ολόκληρο» σίγουρα με δυσκόλεψε περισσότερο. Όχι ως διαδικασία -το γράψιμο, άλλωστε, ήταν τότε για μένα ένας τρόπος ανακούφισης, από την οδύνη του πένθους-, αλλά ως απόφαση να το εκδώσω, να μοιραστώ με τους αναγνώστες ουσιαστικά όλη την ιστορία της ζωής μου, μέχρι το θάνατο του Κώστα. Να εκτεθώ. 

«Ποιος ποιητής θα ήθελες να διαβάσει τη «Γυναίκα στο ασανσέρ»;

Ωχ... Πώς να απαντήσω σ' αυτή την ερώτηση χωρίς να μου καταλογίσει κανείς θράσος; Θα το τολμήσω: από όσους δεν είναι πια στον μάταιο τούτο κόσμο, θα επέλεγα τον Τάσο Λειβαδίτη, η ποίηση του οποίου με καθόρισε. Κι από τους ζώντες, τον Τίτο Πατρίκιο.

 

«Η γυναίκα στο ασανσέρ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη 

Διαβάστε επίσης: Τασούλα Επτακοίλη: Εχω αποφασίσει να είμαι αισιόδοξη και να βλέπω το ποτήρι ξέχειλο