«Κοντεύω μια εικοσαετία στην Ξάνθη. Θεωρητικά μια ζωή. Δεν το’χω πολυκαταλάβει. Δεν είμαι ο άνθρωπος που χαίρεται το τοπίο, καμιά φορά δεν το βλέπω καν.΄Ηρθα με μετάθεση.
Εμεινα. Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά, φίλους. Εδώ δουλεύω. Εδώ ψωνίζω κρέας και ρύζι. Αλλά δεν το πολυξέρω το μέρος. Και την Κέρκυρα που μου’φαγε όλα τα δαχτυλίδια στη σωστή στιγμή, ποτέ δεν την έμαθα. Και τη Λάρισα που με γέννησε και με πήγε σχολείο, το ίδιο. Από τους τόπους κρατάω μόνο ανθρώπους, εντοπισμένες γεωγραφίες, περιστατικά. Ας πούμε το περιστατικό που περνάω μ’ένα μπαμπού καλάθι μπροστά από το μίνι μάρκετ της γειτονιάς μου και μέσα είναι ένα μωρό. Το έχω γεννήσει τρεις μέρες πριν. Εγώ δεν έχω καταλάβει σχεδόν τίποτα και το μάτι μου κολλάει στο ψυγείο με τα παγωτά. Αγοράζω έναν πύραυλο και μπαίνω με το καλάθι και το παγωτό στην πολυκατοικία. Ας πούμε το περιστατικό που ένα αγόρι που δεν λέει το ρω σαν κι εμένα μου δίνει μια κασέτα με μουσικό ποτ πουρί στην πλατεία Εβραίων, στη Λάρισα και φεύγει. Ας πούμε ένα βράδυ στο νεκροταφείο της Γαρίτσας με σπασμένο τακούνι. Τέτοια περιστατικά.