Νέες ταινίες: Το συγκλονιστικό «Τελευταίο Σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη -Μια ιστορία γενναιότητας | 0 bovary.gr
Νέες ταινίες: Το συγκλονιστικό «Τελευταίο Σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη -Μια ιστορία γενναιότητας | 0 bovary.gr
26|10|2017 16:00
SHARE
ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ

Νέες ταινίες: Το συγκλονιστικό «Τελευταίο Σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη -Μια ιστορία γενναιότητας


Ο Παντελής Βούλγαρης επιστρέφει με μια συγκλονιστική ιστορία γενναιότητας, ο Τζορτζ Κλούνεϊ σκηνοθετεί ένα σενάριο των αδερφών Κοέν και το υποδειγματικό νουάρ του Ταρίκ Σαλέχ μονοπωλούν το ενδιαφέρον αυτής της εβδομάδας.

Το Τελευταίο σημείωμα


Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης
Σενάριο: Ιωάννα Καρυστιάνη, Παντελής Βούλγαρης
Παίζουν: Ανδρέας Κωνσταντίνου, Αντρέ Χένικε, Μελία Κράιλινγκ, Τάσος Δήμας, Αινείας Τσαμάτης, Βασίλης Κουκαλάνι, Λουκάς Κυριαζής, Λευτέρης Λαμπράκης κ.α

 

Τέσσερα χρόνια μετά την «Μικρά Αγγλία», ο Παντελής Βούλγαρης, επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη και καταπιάνεται με μια από τις πιο γνωστές σελίδες της πρόσφατης ελληνικής Ιστορίας, την εκτέλεση από τους Γερμανούς κατακτητές διακοσίων αγωνιστών την 1η Μαΐου 1944 στην Καισαριανή, ως αντίποινα για τη δράση της ελληνικής Αντίστασης. Ο Παντελής Βούλγαρης, με την σύζυγό του και συγγραφέα Ιωάννα Καρυστιάνη ( με την οποία συνυπογράφουν το σενάριο), μας μεταφέρουν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Χαϊδαρίου πριν από την Πρωτομαγιά του ’44, για να μας αφηγηθούν την ιστορία της εξαιρετικά γενναίας πράξης του Ναπολέοντα Σουκατζίδη, ο οποίος, αν και αριστερός και κρατούμενος, αναγκάζεται να εκτελεί χρέη διερμηνέα του Γερμανού διοικητή Καρλ Φίσερ. Αυτός, αν και φανατικός υποστηρικτής του ναζισμού, τρέφει μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον νεαρό άντρα, επειδή του θυμίζει έναν παιδικό του φίλο, για τον θάνατο του οποίου ευθυνόταν ο ίδιος. Έξω από το στρατόπεδο, η μνηστή του Ναπολέοντα, Χαρά Λιουδάκη, με σθένος, καρτερία και βαθιά αγάπη στέκεται δίπλα στον αρραβωνιαστικό της, έστω κι αν οι συναντήσεις τους είναι ελάχιστες στιγμές στα επισκεπτήρια, και πάντα υπό την επιτήρηση ενόπλων φρουρών. Μετά την ενέδρα της ελληνικής Αντίστασης στον Στρατιωτικό Διοικητή Λακωνίας, σε χαράδρα της περιοχής των Μολάων, το Τρίτο Ράιχ απαιτεί την εκτέλεση διακοσίων ανδρών ως αντίποινα, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Σουκατζίδης. Την ημέρα της εκτέλεσης όμως, ο αγωνιστής βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλλημα ζωής, όταν ο Φίσερ τού δίνει τη δυνατότητα να εξαιρεθεί, βάζοντας στη θέση του ως διακοσιοστό κάποιον άλλον.

Ο Παντελής Βούλγαρης, με την ευαίσθητη ματιά του και γνώση της Ιστορίας, καταγράφει τόσο τα δεινά της χώρας από τους Ναζί, όσο και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα στη φυλακή ανάμεσα στους κρατούμενους, αφήνοντας νύξεις για τις συγκρούσεις που αναπόφευκτα οδήγησαν στον Εμφύλιο. Κρατώντας σωστές ισορροπίες και χωρίς ποτέ να γίνεται μελοδραματικός, παρά το γεγονός ότι πραγματεύεται μια ιστορία σπάνιας ανδρείας και ηρωισμού, στέκεται στο δράμα του ανθρώπου που συνθλίβεται κάτω από το βάρος των γεγονότων , αλλά παρόλα αυτά έχει ακόμα τη δύναμη να επιλέξει την αξιοπρέπεια. Με μια εξαίσια σκηνή όπου οι μελλοθάνατοι γλεντούν όλη τη νύχτα υπό τους ήχους κρητικής λύρας, ο Βούλγαρης σκιαγραφεί την εικόνα ενός κοινωνικού συνόλου που ομαδικά αψηφά τον φόβο του θανάτου και αγωνίζεται μέχρι τελικής πτώσεως για την ελευθερία του, υπενθυμίζοντας την ιστορία του τόπου μας, χωρίς ενθικοπατριωτικές εξάρσεις. Αντίθετα επιμένει να αναδεικνύει όλες εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τους ήρωές του ξεχωριστούς, όπως η τσατσάρα που βγάζει ένας από τους κρατούμενους λίγο πριν εκτελεστεί για να φύγει όμορφος. Οι σωστοί ρυθμοί του Βούλγαρη, η απλότητα τη αφήγησής του, η εξαιρετική διεύθυνση φωτογραφίας του Σίμου Σαρκετζήσεσυνδυασμό με τις λιτές ερμηνείες των ηθοποιών, δημιουργούν μια ταινία έχει τα εχέγγυα να αποτελέσει το γεγονός της χρονιάς για τον ελληνικό κινηματογράφο.

Suburbicon


Σκηνοθεσία: Τζορτζ Κλούνεϊ
Σενάριο: Τζόελ Κοέν, Ιθαν Κοέν, Τζόρτζ Κλούνεϊ, Γκραντ Χέλσοβ
Παίζουν: Ματ Ντέιμον, Τζούλιαν Μουρ, Νόα Ζουπ, Οσκαρ Αϊζακ

 

Καλώς ήρθατε στο ηλιόλουστο Suburbicon! Ένα προάστιο με χαρούμενες οικογένειες, ακριβώς στην καρδιά της Κεντρικής Αμερικής. Αν και η οικογένεια Λοντζ είναι μία εκ των ακρογωνιαίων λίθων στη συγκεκριμένη κοινότητα, η ζωή τους ανατρέπεται ξαφνικά, όταν μία επίθεση που δέχονται από αγνώστους μέσα στο σπίτι τους επιφέρει τον τραγικό θάνατο της μητέρας του μικρού Νίκι. Μία απρόβλεπτη διαδοχή γεγονότων μπλέκει την οικογένεια σε έναν ιστό από προδοσίες και εκβιασμούς.

Ο Τζόρτζ Κλούνεϊ στην έκτη του σκηνοθετική απόπειρα, όπου συνυπογράφει το σενάριο με τους αδερφούς Κοέν και τον Γκραντ Χέλσοβ, ασκεί με τόλμη κριτική στην πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, αν και δεν καταφέρνει να δώσει ένα ενιαίο ύφος στην ταινία του.
Το Suburbicon είναι ένα ειδυλλιακό προάστιο της Κεντρικής Αμερικής , όπου ζουν αποκλειστικά λευκοί, είναι δηλαδή η πιο ιδανική πραγμάτωση του αμερικανικού ονείρου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ζωή της χαρούμενης κοινότητας διαταράσσεται, όταν μια οικογένεια έγχρωμων κάνει την εμφάνισή της, γεγονός που αποκαλύπτει το ρατσιστικό πρόσωπο των πολιτών. Ταυτόχρονα σε ένα από τα σπίτια της πόλης , όπου ζει η οικογένεια Λοντζ εκτυλίσσεται μια απίστευτη τραγωδία. Δυο άγνωστοι άντρες εισβάλουν ένα βράδυ στο σπίτι και σκοτώνουν την ανάπηρη μητέρα. Μετά τον θάνατό της, ο σύζυγός της καλεί τη δίδυμη αδερφή της να μείνει μαζί τους, ενώ ο μικρός γιος του, ο Νίκι, πού ‘ηδη έχει αρχίσει να αναπτύσσει φιλίες με το παιδί της αφροαμερικανικής οικογένειας, προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια.

Ο Κλούνεϊ, ακολουθώντας τη γραμμή των αγαπημένων του αδερφών Κοέν, προσπαθεί να αφηγηθεί στην πραγματικότητα δυο ιστορίες, μια οικογενειακή και μια βαθιά πολιτική, υπογραμμίζοντας τελικά ότι ο κίνδυνος δεν βρίσκεται εκεί που οι προκαταλήψεις υποδεικνύουν.

Η οικογένεια των Αφρο-αμερικανών γίνεται στόχος της βίας των κατοίκων, όμως η πραγματική απειλή βρίσκεται στο ακριβώς διπλανό σπίτι, αν και κανείς δεν θέλει να την δει και να την ακούσει. Έχοντας δυο διαφορετικά σενάρια στα χέρια της (το ένα του Κλούνεï και του Χέσλοβ, που βασίζεται στα αληθινά γεγονότα των ρατσιστικών ταραχών στο Λεβιτάουν της Πενσιλβάνια το 1957, και το άλλο ένα παλιό σχέδιο των Κοέν), η συγγραφική ομάδα αποπειράται να τα ενώσει σε μια κοινή ιστορία, πράγμα που δεν λειτουργεί πάντα, κυρίως γιατί ο Κλούνεϊ παλινδρομεί ανάμεσα στο βιτριολικό χιούμορ των Κοέν και στο θρίλερ, χωρίς όμως τελικά να πετυχαίνει σε ικανοποιητικό επίπεδο τίποτα από τα δυο. Έτσι το Suburbicon δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως μαύρη κωμωδία, ενώ δεν διαθέτει βαθείς χαρακτήρες, ώστε να μπορεί να σταθεί και ως δράμα. Αντίθετα τα πρόσωπα της οικογένειας Λοντζ ποτέ δεν σπάνε το αψεγάδιαστο προσωπείο τους, ενώ η οικογένεια των Αφρο-αμερικανών δεν έχει χώρο να μας συστηθεί.

Το all star cast της ταινίας με προεξάρχοντες τους Ματ Ντέιμον και Τζούλιαν Μουρ, υιοθετούν μεν το στυλιζαρισμένο ύφος που αρμόζει στην πόλη του Suburbicon, αλλά δεν έχουν πολλές ευκαιρίες από το σενάριο να εξελίξουν τους ήρωες τους.
Όμως τελικά, παρά τις επιμέρους αδυναμίες, ο Κλούνεϊ δεν φοβάται να επιτεθεί ευθέως στον ρατσισμό, καταγγέλλοντας ανοιχτά ανάλογες πολιτικές, αν και μερικές φορές οι πολιτικές του θέσεις υπερτερούν της ιστορίας του, που από μόνη της είναι αρκετά σαφής ως προς τις προθέσεις της.

Κάιρο Εμπιστευτικό, (The Nile Hilton Incident)

Σενάριο- Σκηνοθεσία: Ταρίκ Σαλέχ
Παίζουν: Φάρες Φάρες, Γκερ Ντουάνι, Σλιμάνε Ντάζι, Μοχάμεντε Γιούρσι
 

 

Λίγες εβδομάδες πριν από την Αιγυπτιακή Επανάσταση, ο Νορέντιν, αξιωματικός της διεφθαρμένης αστυνομίας του Καΐρου, ερευνά τον θάνατο μιας νεαρής τραγουδίστριας. Αυτό όμως που αρχικά μοιάζει με έγκλημα πάθους, φτάνει σε διαπλοκή, στην όποια εμπλέκεται η ελίτ της εξουσίας. Ο Νορέντιν τότε θα σπάσει τους κανόνες για να αποδοθεί δικαιοσύνη και θα έρθει σε σύγκρουση όχι μόνο με το σύστημα, αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό.

Υποδειγματικό φιλ νουάρ βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, που απέσπασε στο Φεστιβάλ του Σάντανς το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας. Λίγο πριν την αυγή της Αραβικής Άνοιξης, ένας διεφθαρμένος Αιγύπτιος αστυνομικός καλείται να εξιχνιάσει τη δολοφονία μιας διάσημης τραγουδίστριας στο πολυτελές ξενοδοχείο Nile Hilton. Τα πρώτα στοιχεία ενοχοποιούν ένα μέλος του Κοινοβουλίου και προσωπικό φίλο του Προέδρου, που απολαμβάνει μια ιδιότυπη ασυλία, οπότε οι έρευνες παγώνουν. Καθώς η επανάσταση εναντίον του Χόσνι Μουμπάρακ ξεκινά και οι συγκρούσεις των πολιτών με τους αστυνομικούς μαίνονται, ο Νορεντίν αποφασίζει για πρώτη φορά στη ζωή του να πολεμήσει για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, την ίδια στιγμή που η χώρα του βιώνει το τέλος μιας εποχής. Ο αιγυπτιακής καταγωγής Ταρίκ Σαλέχ βγαίνει στα κακόφημα σοκάκια του Καΐρου και βήμα βήμα φτιάχνει ένα εξαιρετικό αστυνομικό θρίλερ, που ακολουθεί κατά γράμμα τους κανόνες του νουάρ, ενώ παράλληλα καταγράφει την πολιτική κατάσταση της χώρας. Ο Νορεντίν είναι ένας διεφθαρμένος αστυνομικός, που όπως και όλοι οι υπάλληλοι αναγκάζεται, προκειμένου να επιβιώσει, να παρανομεί. Ο Σάλεχ μέσα από τον κεντρικό ήρωα τους από τη μια περιγράφει τη διαφθορά που επικρατεί στο κράτος, από την άλλη όμως δηλώνει σαφώς πως αυτή η κατάσταση είναι απόρροια της κερδοσκοπίας μιας ελίτ , που επιμένει να πλουτίζει εις βάρος των πολιτών, αποτυπώνοντας εύστοχα τις αιτίες που οδήγησαν στην Αραβική άνοιξη.

Μια υπόθεση δολοφονίας θα γίνει η αφορμή για να κινητοποιηθεί ένα πολίτης που μέχρι πρότινος όχι απλώς σιωπούσε, αλλά συμμετείχε στο χάος. Το ερώτημα είναι αν η φωνή του θα μπορέσει να ακουστεί, αν το σύστημα θα του κλείσει το στόμα, ή αν οι ιαχές του πλήθους θα σκεπάσουν την αλήθεια. Ο Σάλεχ δεν δίνει καμία απάντηση, όμως με συγκλονιστικά πλάνα φέρνει πάντα τον Νορεντίν αντιμέτωπο με όλες τις πλευρές, και κυρίως με τον ίδιο του τον εαυτό, ενώνοντας το προσωπικό με το κοινωνικό , συνδυάζοντας έτσι μια αστυνομική υπόθεση με την πολιτική πραγματικότητα. Κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, καλλιεργεί το σασπένς καταγράφει τη βία όχι μόνο κατά τη διάρκεια των γεγονότων αλλά και πριν, υπαινισσόμενος τις βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν τη χώρα σε αδιέξοδο.

Ο κεντρικός του ήρωας παρανομεί με απόλυτη επίγνωση των πράξεών του. Η αντίδρασή του τελικά δεν παρουσιάζεται ως πράξη ηρωισμού αλλά ως μοιραία έκβαση, κι έτσι χωρίς διάθεση στράτευσης ο Σάλεχ καλεί τους θεατές του να αναλογιστούν τι μπορεί ο καθένας ξεχωριστά να κάνει μπροστά σε μια κατάσταση που μοιάζει αδιέξοδη.

Καυγάς στο μπλοκ 99, (Brawl in cell block 99)

Σκηνοθεσία: Σ. Κρεγκ Ζάλερ
Παίζουν: Βινς Βον, Ντον Τζόνσον, Τζένιφερ Κάρπεντερ

 

 

Η ζωή του Μπράντλεϊ καταρρέει: ενώ ο γάμος του με τη Λόρεν μοιάζει να είναι τελειωμένη υπόθεση, χάνει και τη δουλειά του. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, αποφασίζει να δουλέψει ως βαποράκι ναρκωτικών. Δεκαοχτώ μήνες αργότερα, ο Μπράντλεϊ και η έγκυος Λόρεν ζουν το αμερικανικό όνειρο του κέρδους και της πολυτέλειας. Όταν όμως μια παράδοση πάει στραβά, εκείνος καταλήγει στη φυλακή, υποχείριο μιας συμμορίας που τον υποχρεώνει σε πράξεις βίας.

Ο Σ. Κρεγκ Ζάλερ («Τσεκούρι από Κόκαλο») επιστρέφει με τη δεύτερη ταινία του και μας μεταφέρει στα έγκατα της πιο σκοτεινής αμερικάνικης φυλακής, με πρωταγωνιστή τον ΒινςΒον σε έναν ρόλο έκπληξη.

Ο Μπράντλεϊ, πρώην μποξέρ, βλέπει τη ζωή του να καταρρέει, όταν χάνει τη δουλειά και διαπιστώνει πως η όμορφη σύζυγός του η Λόρεν τον απατά. Εκείνος όμως είναι αποφασισμένος να κάνει μια καινούργια αρχή κι έτσι αρχίζει να δουλεύει ως βαποράκι ναρκωτικών. Όταν μια παράδοση πάει στραβά, ο Μπράντλεϊ καταλήγει στη φυλακή, ενώ μια συμμορία τον υποχρεώνει να σκοτώσει έναν άλλον κρατούμενο, ο οποίος όμως βρίσκεται σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας. Για να μην κινδυνεύσει η οικογένειά του, ο Μπράντλεϊ αρχίζει να βιαιοπραγεί κατά πάντων, προκειμένου να βρεθεί κοντά στο υποψήφιό θύμα του και να εκτελέσει τις εντολές. Όσο όμως κατέρχεται στα έγκατα της κόλασης, τόσο η βία κορυφώνεται.

Ο Ζάλερ ξεκινάει την ταινία του ως ένα αστυνομικό θρίλερ με πυκνή ατμόσφαιρα, εστιάζοντας στον κεντρικό του χαρακτήρα. Υπονοεί τη βία σε κάθε πλάνο του, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό, δημιουργώντας υψηλές προσδοκίες για τη συνέχεια. Όταν όμως ο Μπράντλεϊ αρχίζει να μπαίνει στα έγκατα της φυλακής, φαίνεται πως ο σκηνοθέτης αφήνει στην άκρη τη δραματουργία και την κοινωνική κριτική που έχει εισαγάγει, και επικεντρώνεται περισσότερο σ ε μια φαντεζί αποτύπωση της βίας, που καταλήγει στο splatter, ξαφνιάζοντάς μας - όχι πάντα ευχάριστα.

Ενώ λοιπόν παρακολουθούμε μια ιστορία με συνοχή, εξέλιξη και χαρακτήρες, ξαφνικά όλα παραμερίζονται και τη θέση τους παίρνουν μόνο σκηνές όπου κεφάλια κόβονται και κόκκαλα σπάνε, χωρίς καν μια ρεαλιστική βάση που είχαμε συνηθίσει. Έτσι, σταδιακά, χάνουμε το ενδιαφέρον μας για το τι θα απογίνει ο Μπράντλεϊ, οι συνθήκες των φυλακών δεν μας απασχολούν πλέον εφόσον τίποτα από όσα διαδραματίζονται δεν μοιάζει πιθανό. Ο Βινς Βον φαίνεται πως επενδύει σε αυτό τον ρόλο, που είναι εντελώς διαφορετικός από όσους έχει παίξει μέχρι στιγμής, και με εσωτερικότητα φτιάχνει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, που όμως το σενάριο δεν του επιτρέπει να ολοκληρώσει. Πάντως, η ταινία έχει εξαιρετική μουσική που ερμηνεύουν μερικοί από τους μύθους της soul, όπως οι The O’Jay’s & Butch Tavares, καθώς και νεότεροι, όπως ο Adi Armour.

Σπίτι μου Σπιτάκι μας, (Home Again)


Σενάριο- Σκηνοθεσία: Χέιλι Μέγιερς-Σίερ
Παίζουν: Ρις Γουίδερσπουν, Νατ Γουλφ, Τζον Ρουντνίτσκι, Πίκο Αλεξάντερ, Κάντις Μπέργκερ, Μάικλ Σιν

 

 

H Άλις πήρε πρόσφατα διαζύγιο από τον σύζυγο της. Αποφασίζει να ξεκινήσει από την αρχή και μετακομίζει στη γενέτειρά της στο Λος Άντζελες με τις δύο της κόρες. Στα τεσσαρακοστά της γενέθλια, συναντά τρεις φιλόδοξους νέους, που τυχαίνει να μην έχουν πού να μείνουν και συμφωνεί να τους φιλοξενήσει προσωρινά. Πολύ σύντομα τα πράγματα θα πάρουν μία απροσδόκητη τροπή. Η Χέιλι Μέγιερς- Σιερ, ακολουθώντας τα χνάρια της μητέρας της Νάνσι Μέγιερς, συστήνεται στο κοινό μέσα από μια ανάλαφρη οικογενειακή κομεντί, που ανταποκρίνεται στα χολιγουντιανά στάνταρ.
Η Άλις, κόρη ενός μεγάλου κινηματογραφικού σκηνοθέτη και μιας ηθοποιού, βρίσκεται σε διάσταση με τον σύζυγό της. Έτσι αποφασίζει να εγκαταλείψει την Νέα Υόρκη και να επιστρέψει στο Λος Άντζελες και στο υπερπολυτελές σπίτι του μπαμπά της με τις δυο χαριτωμένες της κόρες.

Όταν σε ένα μπαρ θα γνωρίσει τρεις νεαρούς κινηματογραφιστές που κυνηγούν το όνειρό τους, θα αποκτήσει μια καινούργια οικογένεια και έναν κατά πολύ νεότερό της εραστή. Ο πρώην σύζυγος όμως επιστρέφει, διεκδικώντας τα κεκτημένα, του, και τότε οι ισορροπίες διαταράσσονται.

Η νεαρή σκηνοθέτης φαίνεται πως έχει εντρυφήσει στη συνταγή της μητέρας της- που εδώ έχει αναλάβει τον ρόλο του παραγωγού- κι έτσι φτιάχνει μια ταινία προς τέρψιν της οικογένειας. Και πράγματι τα καταφέρνει καλά, αφού και ευφρόσυνο κλίμα πετυχαίνει και τρυφερά συναισθήματα προκαλεί, ενώ προσθέτει και μια αρτιστίκ πινελιά, αποκαλύπτοντας - με μέτρο πάντα- τα παρασκήνια της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Φυσικά, όπως αρμόζει στην περίσταση, η Άλις δεν υποφέρει, απλώς περνάει λίγο δύσκολα, οι νεαροί που φιλοξενεί παραείναι τέλειοι οικογενειάρχες για την ηλικία τους, ο πρώην σύζυγος φέρεται τόσο πολιτισμένα που μπορεί να μπει στο βιβλίο Γκίνες, ενώ ο κοινωνικός περίγυρος αντιμετωπίζει με φοβερή συμπάθεια την όλη κατάσταση. Όμως η Ρις Γουίδερσπουν και οι μικρές συμπρωταγωνίστριές της είναι τρισχαριτωμένες, και η όλη ατμόσφαιρα έχει μια γλύκα που κάνει αυτή την διαφημιστικής λογικής ευτυχία να μοιάζει έως και συμπαθητική.

Η απαγωγή, ( Τhe kidnap)


Σκηνοθεσία: Λούι Πριέτο
Παίζουν: Χάλι Μπέρι, Σέιτζ Κορία, Κρις ΜακΤζιν, Λιου Τεμπλ

 

Μια μέρα στο πάρκο μετατρέπεται σε εφιάλτη, όταν η Κάρλα αντιλαμβάνεται ότι άγνωστοι αρπάζουν τον εξάχρονο γιο της, τον πετάνε στο πίσω μέρος ενός αυτοκινήτου και εξαφανίζονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Το αυτοκίνητο δεν έχει πινακίδες κυκλοφορίας και η Κάρλα δεν έχει κινητό για να καλέσει την αστυνομία. Της μένει μόνο μια επιλογή, αν δεν θέλει να χάσει το παιδί της για πάντα: να καταδιώξει η ίδια το άγνωστο αυτοκίνητο. Ένα one-woman show για την Χάλι Μπέρι, που παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της, κουράζει πολύ γρήγορα και τελικά δεν κερδίζει το ενδιαφέρον του θεατή. Η Κάρλα, μια νεαρή μητέρα, μια μέρα στο πάρκο, θα χάσει από μια απροσεξία της στιγμής τον μικρό της γιο, που πέφτει θύμα απαγωγής.

Εκείνη αρχίζει να καταδιώκει με το αυτοκίνητό της τους απαγωγείς, ενώ κανείς δεν ενδιαφέρεται να τη βοηθήσει, παρόλο που κινείται σε κεντρικότατους δρόμους και προκαλεί απανωτά ατυχήματα. Λίγο αργότερα θα έρθει αντιμέτωποι με τους κακοποιούς, που έχουν όλα τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά του παρακμιακού εγκληματία, κα θα περάσει δια πυρός και σιδήρου προκειμένου να σώσει το παιδί της.

Το γεγονός ότι η ταινία περιστρέφεται απόλυτα γύρω από τον χαρακτήρα της Κάρλα, καθιστά σαφές στον θεατή ότι αποκλείεται η πρωταγωνίστρια να κινδυνεύσει, γεγονός που στερεί το σασπένς. Παράλληλα η πορεία καταδίωξης δεν προσφέρει και πολλές ευκαιρίες για ανατροπές, οπότε ο Λούι Πριέτο βασίζεται σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα, που προσθέτουν μια κινηματογραφική ένταση, χωρίς όμως να πρωτοτυπεί. Από την άλλη η Χάλι Μπέρι, που έχει καιρό να βρει έναν ρόλο αντάξιο των δυνατοτήτων της, μάλλον το παραρειμένου να καλύψει τις σεναριακές αδυναμίες, πράγμα που την οδηγεί σε ένα διαρκές ντελίριο θρήνου και οργής, που τελικά δεν συγκινεί.

Όλα φυσικά καταλήγουν σε ένα απολύτως προβλεπόμενο φινάλε , που αν και διεκδικεί τον τίτλο μιας δραματικής ταινίας δράσης, το σενάριο της δύσκολα θα μπορούσε να ξεπεράσει τη διάρκεια μιας μεσαίου μήκους ταινίας.

Γενέθλια θανάτου, (Ηappy death Day)


Σκηνοθεσία: Κρίστοφερ Μπ. Λάντον
Παίζουν: Τζέσικα Ροθ, ΊσραελΜπρουσάρντ, Ρούμπι Μοντίν

 

Η Τρι Γκέλμπμαν, μια σνομπ φοιτήτρια, που το μόνο που την αφορά είναι να περνάει καλά, δίχως να την ενδιαφέρει αν πληγώνει με τη συμπεριφορά της τους γύρω της, δολοφονείται την ημέρα των γενεθλίων της και ξυπνά το επόμενο πρωί για να ξαναζήσει την ίδια μέρα του βάναυσου θανάτου της ξανά και ξανά και ξανά. Αυτή η επανάληψη όμως της δίνει την ευκαιρία να προσπαθήσει να βρει την ταυτότητα του δράστη, προκειμένου να αποτρέψει τη δολοφονία της.

Μια εφηβική ταινία τρόμου, εμφανώς επηρεασμένη από την «Μέρα της Μαρμότας». Ο σκηνοθέτης Κρίστοφερ Μπ. Λάντον (Paranormal Activity: The Marked Ones), μας αφηγείται μια δολοφονία που λαμβάνει χώρα ξανά και ξανά με το ίδιο πάντα θύμα. Η Τρι Γκέλμπμαν είναι αλαζόνας, αντιπαθητική και σνομπ. Πολλοί μάλλον θα ήθελαν το κακό της, πράγμα που τελικά συμβαίνει, όταν την ημέρα των γενεθλίων της θα βρεθεί δολοφονημένη. Εκείνη κατά παράδοξο τρόπο ξαναζεί την ίδια μέρα, προσπαθώντας να ανακαλύψει τον δολοφόνο της. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσει τα λάθη της και να αποφασίσει να αλλάξει.

Αν και η υπόθεση της δολοφονίας μια νεαρής δεν προσφέρεται για ένα ανάλαφρο θέαμα,ο Λάντον προσπαθεί να εμπλουτίσει την ταινία με κωμικές νότες, προσεγγίζοντας έτσι ένα πιο νεανικό κοινό, πράγμα όμως που τελικά δημιουργεί μια ασάφεια ως προς το είδος που θέλει να ακολουθήσει. Έτσι τα «Γενέθλια Θανάτου» δεν είναι κωμωδία, ούτε και έχει ιδιαίτερο σασπένς, οπότε ο Λάντον μένει μετέωρος ανάμεσα σε ένα σενάριο που μάλλον προοριζόταν για θρίλερ και στις απαιτήσεις των παραγωγών. Οι διαρκείς επαναλήψεις της μέρας που περνάει η Τρι θα μπορούσαν να έχουν ενδιαφέρον, αν υποστηρίζονταν από δυνατές ερμηνείες, όμως εδώ οι νεαροί ηθοποιοί δεν είναι επαρκείς να διαχειριστούν με λεπτομέρεια τις σκηνές προσθέτοντας εκείνες τις λεπτές αποχρώσεις που θα έκαναν τη διαφορά. Έτσι μια καλή ιδέα, αν και όχι πρωτότυπη, πάει στράφι, σε μια ταινία που ματαίως αναζητεί μια ταυτότητα.

Η Μέρα που Διήρκεσε 21 Χρόνια, (O Dia que Durou 21 Anos)

Σενάριο- Σκηνοθεσία: Καμίλο Ταβάρες

 

Πολιτικό ντοκιμαντέρ για το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Βραζιλία το 1964.

Ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ, με ξεκάθαρες θέσεις, που παρέχει αποδείξεις για τη χειραγώγηση και τη χρηματοδότηση των επενδύσεων από την πλευρά της αμερικανικής κυβέρνησης για τη διεξαγωγή του στρατιωτικού πραξικοπήματος στη Βραζιλία το 1964.
Μέσα από ένα πλούσιο αρχειακό ντοκιμαντέρ υλικό και συνεντεύξεις, ο Ταβαρές εξετάζει τους τοπικούς παράγοντες και την εμπλοκή των ΗΠΑ, εστιάζοντας την προσοχή του θεατή στους μηχανισμούς που τελικά διαμόρφωσαν την πολιτική κατάσταση όχι μόνο στη χώρα, αλλά και σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.

Η ταινία Lego Ninjagο, (The Lego Ninjago Movie)


Σκηνοθεσία: Τσάρλι Μπιν, Πολ Φίσερ, Μπομπ Λόγκαν
Με τις φωνές των: Tζίνη Παπαδοπούλου, Φοίβο Ριμένα, Βασίλη Μήλιο, Ηλία Ζερβό, Σοφία Καψαμπέλη, Στέλιο Ψαρουδάκη, Θανάση Κουρλαμπά

 

 

Η πρώτη ταινία Lego Ninjago, που ακολουθεί τα χνάρια του «The Lego Movie».

H μάχη για την Πόλη του Ningago καλεί σε δράση τον νεαρό Λόιντ, αλλιώς και Πράσινο Νίντζα, μαζί με τους φίλους του, που είναι όλοι μυστικοί πολεμιστές και Lego Master Builders. Υπό την καθοδήγηση του σοφού και σπιρτόζου κουνγκ φου Mάστερ Γου, πρέπει να νικήσουν τον κακό Άρχοντα Γκάρμα-ντον, τον Χειρότερο Τύπο όλων των Εποχών, που τυγχάνει να είναι και ο μπαμπάς του Λόιντ.

Φέρνοντας αντιμέτωπους πολεμιστή εναντίον πολεμιστή και πατέρα απέναντι σε γιο, η επική αναμέτρηση θα τεστάρει αυτή τη δυνατή και απείθαρχη ομάδα των σύγχρονων Nίντζα, που πρέπει να μάθουν να κάνουν στην άκρη το εγώ τους, και να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να απελευθερώσουν την αληθινή τους δύναμη.