Δεν υπάρχει άνθρωπος στην Ελλάδα που να μην ξέρει την Δέσποινα Αχλαδιώτη, την περιβόητη «Κυρά της Ρω» που επί σειρά ετών ύψωνε καθημερινά την ελληνική σημαία στη βραχονησίδα Ρω των Δωδεκανήσων. Και παρόλο που έχουν περάσει τριάντα οχτώ χρόνια από τον θάνατό της, η αύρα της πλανάται ακόμα στον αέρα του νησιού που αγάπησε, αλλά και ολόκληρης της χώρας.
Η Κυρά της Ρω γεννήθηκε στο Καστελόριζο το 1890 που τότε ήταν υπό τουρκική κατοχή και εγκαταστάθηκε το 1924 στη βραχονησίδα Ρω, μαζί με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο και την τυφλή μητέρα της, ενώ όλοι οι κάτοικοι του νησιού έφευγαν για τη Μέση Ανατολή και την Κύπρο. Η κύρια εργασία τους ήταν η κτηνοτροφία. Η ίδια έλεγε πως «η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις τούρκικες ακτές. Την ελληνική σημαία θέλω να μου τη βάλουν στον τάφο μου».
Την πρώτη ελληνική σημαία την έφτιαξε μόνη της με ένα λευκό σεντόνι και μια γαλάζια κουρτίνα που είχε φυλαγμένο στο σεντούκι της και την ύψωσε για πρώτη φορά το 1927. Το 1940 ο Κώστας αρρώστησε βαριά και η Δέσποινα άναψε μια φωτιά για να ειδοποιήσει ότι χρειάζονται βοήθεια. Δυστυχώς όμως τα καΐκια καθυστέρησαν να έρθουν κι έτσι εκείνος άφησε την τελευταία του πνοή στο δρόμο. Η κυρά της Ρω τον έθαψε μόνη της και έφυγε για το Καστελόριζο. Καθ’ όλη την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προσέφερε αξιόλογες υπηρεσίες στις Συμμαχικές Δυνάμεις κατά την ιταλογερμανική κατοχή των Δωδεκανήσων.
Στη βραχονησίδα επέστρεψε το 1943 μαζί με τη μητέρα της. Από τότε κάθε πρωί με την ανατολή ανέβαζε τη σημαία και με την δύση την κατέβαζε, μια συνήθεια που έγινε συνώνυμο της ίδιας της της ύπαρξης, συμβολίζοντας την αγάπη για μια πατρίδα ελεύθερη. Οι σύμμαχοι αναγνωρίζοντας την προσφορά της, της έστελναν τακτικά εφόδια και προμήθειες, ενώ εκείνη πάντα χαιρετούσε τα πλοία που περνούσαν κουνώντας τη σημαία. Ακόμα και στο βομβαρδισμό του Καστελόριζου, εκείνη ατρόμητη και γενναία δεν εγκατέλειψε το σπίτι της ποτέ.