«Αγαπούσα πολύ το θέατρο γιατί πήγαινα με τους γονείς μου. Επιπλέον στο Κολλέγιο (της Αγίας Παρασκευής) που πήγαινα είχαμε πολλά θεατρικά μαθήματα. Μου είχε μπει από νωρίς η ιδέα, αλλά όχι για να γίνω ηθοποιός. Ούτε εξωστρεφές παιδί ήμουν ούτε της επίδειξης. Με ενδιέφεραν τα θεωρητικά του θεάτρου.
Ηθελα να κάνω θεατρολογία, αλλά στην Ελλάδα δεν υπήρχε τότε και οικονομικά δεν μπορούσα να φύγω έξω. Είπα τότε ας μπω σε μια δραματική σχολή και βλέπουμε. Και κόλλησα τον ιο….
Στην σχολή βρήκα εντελώς τον χώρο μου. Εζησα μια φοιτητική ζωή αδιανόητη. Ημασταν όλοι τρελοί εκεί μέσα, με την ίδια τρέλα και το ίδιο αμόκ που είχα κι εγώ. Είχα σπουδαίους δασκάλους, την Χατζηαργύρη, τον Τζόγια, την Βαλάκου, τον Καστανά, τον Ιάκωβο Ψαρρά, τον Διαμαντόπουλο. Δυστυχώς δεν είχα την Αρώνη –αυτός ήταν ο μοναδικός μου καημός. Γιατί τότε η Αρώνη έπαιρνε ένα έτος και το πήγαινε τρία χρόνια…
Αν ένοιωθα το κωμικό στοιχείο; Καθόλου. Αισθανόμουν γελοία σαν άνθρωπος. Αλλά ότι είμαι ταμένη για την κωμωδία, καθόλου. Το κατάλαβαν όμως οι άνθρωποι στην σχολή και μόνο κωμωδία μου έδιναν. Κι ας παρακαλούσα κι εγώ κι ο Μιχάλης ο Ρέππας που ήταν η πρώτη μου γνωριμία στην σχολή –γιατί ήμασταν θεατρικό ζευγάρι, να μας δώσουν δράμα. Είχαμε έναν σπουδαίο άνθρωπο και δάσκαλο, τον Ανδρέα Φιλιππίδη, πολύτιμος. Του χρωστάω τα μισά από όσα έχω μάθει».
Εμενα δεν μου αρέσε το “Ρετιρέ” που έπαιζα,ούτε ο εαυτός μου ούτε η σειρά
«Ταλέντο; Οχι, ποτέ δεν το αισθάνθηκα. Τότε είχα θράσος και ορμή, λιγότερο φόβο. Ο φόβος έρχεται μόλις συναισθανθείς αυτό που κάνεις.
Το πέρασμα από την σχολή στην δουλειά, έγινε φαντασμαγορικά με μια επιθεώρηση, αναβίωση παλαιότερης, το “Πολύ Εθνικό για το τίποτα” και κοροϊδεύαμε δασκάλους, καταστάσεις… Είχαμε καλέσει όλο το ελληνικό θέατρο είχαν έρθει όλοι να μας δουν. Αποτέλεσμα; Μας πήρε ο Λεμπέσης (σ.σ. σημαντικός θεατρικός παραγωγός), δέκα παιδιά, στο θερινό Λαμπέτη: Ημασταν “Τα παιδιά του Εθνικού” και κάναμε την επιθεώρηση “Ελα Βουλή στον τόπο σου”. Και μετά το χάος…. Την επόμενη χρονιά προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε στο Περοκέ, αλλά πήγε στράφι –μας κορόιδεψε κι ο επιχειρηματίας. Γυρίσαμε σπίτια μας δαρμένοι κι άρχισε ο γνωστός Γολγοθάς να ψάχνουμε για δουλειά –στην καλύτερη, ΔΗΠΕΘΕ και πάρα πολύ γκαρσόνα».