Η 33χρονη Rosie, που διηγήθηκε την ιστορία της στη βρετανική εφημερίδα Telegraph, εξηγεί γιατί μια πρόταση γάμου δεν είναι «όνειρο ζωής» για κάθε γυναίκα.
«Ήταν μια στιγμή που δεν είχα τολμήσει να φανταστώ ποτέ: τον φίλο μου να γονατίζει και να μού ζητάει να τον παντρευτώ. Αν και έχουν περάσει 7 χρόνια από εκείνη την ημέρα, μπορώ ακόμα να αναπαράγω την ιστορία με κάθε λεπτομέρεια. Δεν είχα ιδέα ότι υπήρχε σαν σκέψη στο μυαλό του-δεν το υποψιάστηκα καν ακόμα και αναβάθμισε το δωμάτιο στο ξενοδοχείο που μέναμε (ήμασταν ταξίδι στην Κίνα). Χωρίς να συνειδητοποιώ ότι σκεφτόμουν δυνατά, βλέποντας τον να γονατίζει μουρμούρισα «Ωχ, όχι». Γιατί δεν ήμουν ενθουσιασμένη όπως είχα δει να συμβαίνει στις ταινίες;
Εκείνος, απτόητος, συνέχισε προφέροντας την -ίσως πολυπόθητη για κάθε άλλη γυναίκα- φράση: «Θέλεις να με παντρευτείς;». Οι λέξεις έμειναν να κρέμονται στον αέρα. «Μπορώ να το σκεφτώ;»,είπα τελικά. Η σιωπή πιθανότατα να κράτησε δευτερόλεπτα, αλλά εγώ αισθάνθηκα ότι είχε περάσει από μπροστά μου η μισή μου ζωή. Η απάντηση μου ήταν τόσο μίζερη και θλιβερή, αλλά δεν ήξερα τι άλλο να πω.
Με τον σύντροφό μου είχαμε γνωριστεί έξω από μια παμπ στο Λονδίνο, την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, ένα χρόνο πριν. Με έκανε να γελάω και τα μάτια του έλαμπαν με έναν όμορφο τρόπο. Έφυγα από την παμπ, αλλά στα μισά του δρόμου, παρακινούμενη από τον καλύτερο φίλο μου, γύρισα πίσω έγραψα τον αριθμό του τηλεφώνου μου σε ένα απόκομμα χαρτιού και του το έδωσα. Στο πρώτο μας ραντεβού, ένιωσα λες και τον ήξερα μια ζωή. Στους έξι μήνες μείναμε μαζί και ένα χρόνο σχέσης μετά, μου έκανε πρόταση.
Στα 33 μου, όμως, ο γάμος δεν υπήρχε στα σχέδια μου. Ήμουν αρκετά απασχολημένη ακόμα διασκεδάζοντας με τις single φίλες μου και δουλεύοντας ως δημοσιογράφος. Έβγαινα ραντεβού και είχα μια γεμάτη ζωή.