Πήραν το όνομά τους από τη βιβλική μορφή της περιπεσούσης Μαρίας Μαγδαληνής. Τα πλυντήρια της Μαγδαληνής, (αλλά περισσότερο της ντροπής) είναι μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της Ιρλανδίας.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, δεκάδες χιλιάδες νέες γυναίκες μεταφέρθηκαν στα πλυντήρια, τα οποία υποτίθεται ότι είχαν ως σκοπό τη βοήθεια και την επανένταξη τους στην κοινωνία. Ωστόσο ο ρόλος τους ήταν πιο σκοτεινός. Λειτουργούσαν περισσότερο ως επιχειρήσεις που έβγαζαν πολλά χρηματα, παρά ως κέντρα βοήθειας. Όσο για τις εργαζόμενες εκεί, ήταν κορίτσια που είτε έφευγαν από τις οικογένειές τους, είτε είχαν παραβατική συμπεριφορά, είτε έμεναν έγκυες χωρίς να έχουν παντρευτεί -κάτι που η οικογένεια δεν αποδεχόταν. Εργάζονταν στα πλυντήρια, πολλές φορές για χρόνια, χωρίς να παίρνουν ούτε ένα σεντ. Κατά την άφιξη τους, οι μοναχές που ήταν οι υπεύθυνες των πλυντηρίων, τους έδιναν διαφορετικό όνομα.
Όσες γυναίκες μίλησαν για τις εμπειρίες τους κάνουν λόγο για εξαντλητικό πλύσιμο ρούχων σε παγωμένο νερό, για σιδέρωμα με βαριά σίδερα για ώρες, για απαγορευμένες φιλίες και για το γεγονός ότι δεν ήταν ελεύθερες να φύγουν.
Τα πλυντήρια χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά για τη «συμμόρφωση» των λεγόμενων «περιπεσούσων γυναικών». Χωρίς επισκέψεις, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, οι γυναίκες αντιμετωπίστηκαν ως εγκληματίες. Έπρεπε να τρίβουν τα πατώματα, να μαγειρεύουν για τις καλόγριες, να φροντίζουν τις ηλικιωμένες γυναίκες, κάνοντας παράλληλα όλη τη δουλειά των πλυντηρίων. Οι καλόγριες πήραν τα παιδιά από σχεδόν όλες τις έγκυες γυναίκες και τα έδωσαν για υιοθεσία. Το τελευταίο από τα πλυντήρια της ντροπής έκλεισε μόλις το 1996. Τρία χρόνια νωρίτερα ήρθαν στο φως 155 ανώνυμοι τάφοι κρατουμένων γυναικών και παιδιών.