Ηθοποιοί Που να σου εξηγώ
Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά
ΠΟΥ ΝΑ ΣΟΥ ΕΞΗΓΩ

Πού να σου εξηγώ: Το θεατρικό έργο για την κακοποίηση που γράφτηκε πριν 7 χρόνια κι είναι πιο επίκαιρο από ποτέ


«Απόψε θα ακούσετε και θα δείτε πολλά, αλλά από όλα αυτά, δεν υπάρχει πια τίποτα. Μη ζητήσετε να μάθετε περισσότερα απ΄όσα μπορείτε να αντέξετε. Βέβαια, εδώ που τα λέμε, όταν είσαι μακριά απ΄αυτό που συμβαίνει στον άλλο και δε σε αφορά προσωπικά, φυσικά μπορείς να το αντέξεις και να το ξεχάσεις εύκολα μετά από λίγο, συνεχίζοντας κανονικά τη ζωή σου σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Γιατί ό,τι συμβαίνει στον άλλο, συμβαίνει απλά στον άλλο και όχι σε σένα και αφού δεν συμβαίνει σε σένα γιατί να σε νοιάζει; Ε; Σωστά;

Όλοι αυτοί που θα δείτε να περνούν από μπροστά σας, έτσι έλεγαν προτού τους συμβούν αυτά που τους συνέβησαν. Τους αφήνω να μιλήσουν, άλλωστε γι΄αυτό επιστρέφουν εδώ σήμερα, μόνο και μόνο για να τους ακούσετε. Γιατί όταν έπρεπε να το κάνουν άλλοι αντί για εσάς, δεν το έκαναν».

Κάπως έτσι ξεκινάει το «Πού να σου εξηγώ», το ψυχολογικό δράμα που έγραψα το 2014. Αν κάποιος διαβάσει τώρα το θεατρικό κείμενο, χωρίς να ξέρει ότι γράφτηκε 7 χρόνια πριν, θα μπορούσε κάλλιστα να υποθέσει ότι δεδομένου ότι η βασική μου επαγγελματική ιδιότητα είναι αυτή του δημοσιογράφου, αφορμή για την συγγραφή του στάθηκε το ελληνικό #Metoo: όλες οι υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης και όλα τα περιστατικά ψυχολογικής, σωματικής και λεκτικής βίας που ήρθαν στη δημοσιότητα. Τα λόγια των ηρώων, ο τρόπος με τον οποίο εξιστορούν τις ιστορίες τους και αποκαλύπτουν την βία που έχουν υποστεί επαληθεύουν στο σήμερα ότι «οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις δεν είναι καθαρά συμπτωματική και ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα». Αυτή η φράση, μάλιστα, ακουγόταν στην έναρξη του έργου.

Το Πού να σου εξηγώ ανέβηκε για δύο σεζόν (2014-2015, 2015-2016) στην θεατρική σκηνή, Life n’Art Theater σε σκηνοθεσία Ευτυχίας Αργυροπούλου. Την ώθησή μου για την συγγραφή του έργου έφερε η μελέτη – με δική μου πρωτοβουλία- της ανθρώπινης ψυχολογίας και κοινωνικών φαινομένων μέσα στο πλαίσιο των δημοσιογραφικών μου σπουδών. Πεποίθησή μου είναι ότι το κακό της κοινωνίας έχει τη ρίζα του στο έδαφος που λέγεται «σπίτι», ότι «το περιβάλλον υποστήριξης πολλές φορές απαρτίζεται από πρόσωπα που μπορεί να μην γνωρίζεις καλά αλλά σου εμπνέουν ασφάλεια -όχι απαραίτητα οι συγγενείς δηλαδή- και ότι «πάντα είναι η κατάλληλη στιγμή να μιλήσεις γι’αυτό που σου συμβαίνει, ακόμα κι αν πιστεύεις ότι δεν υπάρχει κανείς να σε ακούσει».

Μια από τις ηρωίδες μου στο ψυχιατρικό ίδρυμα στο οποίο εκτυλίσσεται η εξέλιξη της πλοκής, η «Χριστίνα, η φύλακάς του», αποκαλύπτει ότι βιάστηκε σε μικρή ηλικία από ένα άτομο υπεράνω πάσης υποψίας από το περιβάλλον της. Για χρόνια δεν μιλούσε σε κανέναν γι’αυτό. «Ποιος να την πιστέψει άλλωστε;». To αποκάλυψε στους ασθενείς την ημέρα των γενεθλίων της (την ίδια ημέρα είχε βιαστεί σε ηλικία 14 ετών, αρκετά χρόνια πριν, το τραύμα της δηλαδή ανασύρθηκε).

Σε άλλο σημείο, η «ηρωίδα Δέσποινα» αποκαλύπτει τα περιστατικά βίας στο σπίτι της και μιλά για τους παρόντες-ουσιαστικά απόντες συγγενείς και βέβαια, την «γειτονιά» που «είχε ακούσει τα πάντα, αλλά δεν ήξερε τίποτα».

Παρακάτω ακολουθούν αποσπάσματα:

Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά

Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις δεν είναι καθαρά συμπτωματική και έχει άμεση επαφή με την πραγματικότητα.

Ο δυνατός είναι αυτός που κάνει το κακό ή αυτός που το αντέχει;

Στο τέλος του έργου, η φύλακας του ιδρύματος επιστρέφει στον προαύλιο χώρο, ενώ έχει μεσολαβήσει ένα τραγικό συμβάν.

«Το μόνο που μπορώ να σας πω με βεβαιότητα , από όσα άκουσα και είδα όλα τα χρόνια εδώ μέσα, είναι ότι η ζωή σας μπορεί να αλλάξει από τη  μια στιγμή στην άλλη. Και ακόμα και τώρα που πια δεν υπάρχω, έχω την ίδια απορία: «Ο δυνατός είναι αυτός που κάνει το κακό ή αυτός που το αντέχει;»

Aν εσύ κατάφερες να ξεπεράσεις ό,τι τραγικό συνέβη στη ζωή σου, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να το κάνει ο διπλανός σου.  Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς νιώθεις, αν δεν έχει ζήσει, αυτό που τώρα σου συμβαίνει, όποιο κι αν είναι αυτό.

Να μάθετε να ακούτε τον διπλανό σας. «Άκου...να δεις». Και σκεφτείτε τι θα κάνατε εσείς αν ήσασταν στη θέση του άλλου. Και είναι τόσο εύκολο να ήσασταν εσείς στη θέση του».

Φωτογραφία: Christina Baseos

«Άνοιγε φύλλα η μάνα και τα σκέπαζε όλα...»

Η ηρωίδα Δέσποινα που μιλάει για ενδοοικογενειακή βία. Ο πατέρας της κακοποιούσε σωματικά ην μητέρα της. Θύμα βίας και η ίδια.

Ο λόγος της σαρκαστικός.

«Ωραία, όλα ωραία, στο σπίτι μας. Και ησυχία βέβαια. Μη τυχόν και μιλήσεις και ακούσει κανείς τίποτα που δεν πρέπει, μη τυχόν και σου ξεφύγει τίποτα και γίνουμε βούκινο. Άνοιγε φύλλα η μάνα και τα σκέπαζε όλα.

Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά

«Η πεθερά της ερχόταν στο σπίτι και έτρωγε τον αγλέορα αλλά ποτέ της δεν την χώνεψε την μάνα. Άνοιγε το στόμα της και βρώμιζε τον τόπο. Κάθε κουβέντα και ένα σκουπίδι. Μεγάλοι φονιάδες τα λόγια μερικές φορές. Ανοίγει ο άλλος την πόρτα να μπεις στα καθαρά του και δεν προσέχεις που πατάς. Σκατά έχεις πατήσει, τα φέρνεις και στο πάτωμα του άλλου. Πού πάτε κυρία μου; Τα βγάλατε τα παπούτσια σας; Η κουνιάδα της. Ούτε αυτή τη χώνευε. Πάντα την μείωνε και της έλεγε να κάνει και τον σταυρό της που ένας άνδρας σαν τον πατέρα γύρισε να την κοιτάξει. Κι η μάνα πάντα της καλοδεχότανε. (...) «Η γλώσσα τους ροδάνι όταν ήταν να κουτσομπολέψουν αλλά μούγκα όταν έβλεπαν Αύγουστο μήνα τη μάνα να φοράει ζιβάγκο. Δε ρωτούσαν γιατί δεν τους συνέφερε. Μελανιασμένη η μάνα χειμώνα, καλοκαίρι. Όχι από το κρύο. Ωραία όλα ωραία.

Φωτογραφία: Γεωργία Φωκά

Ωραία και όταν η μάνα κοιμόταν πάντα σε βρεγμένο μαξιλάρι από τα κλάματα, ωραία κι όταν έτρεχε κάτω το τραπέζι να κρυφτεί όταν ο άλλος γυρνούσε μες τις φωνές και βρομοκοπούσε κρασί από χιλιόμετρα. Να την βράσω την αγάπη που έλεγε ότι μας είχε μέσα στην σούπα που έβραζε η μάνα. Στο λαιμό μας καθότανε. Εμένα και της μάνας δηλαδή γιατί αυτός. αυτός ζητούσε και δεύτερο πιάτο. Κι ακόμα έχω την απορία πώς κάποιος μπορεί να έχει όρεξη να τρώει διπλές μερίδες όταν μοιράζεται το τραπέζι με τους ανθρώπους που κάνει δυστυχισμένους.

Φωτογραφία: Γεωργία Φωκά

Ένα βράδυ, με φώναξε η μάνα μου να φάω. Εγώ, ήμουν δεν ήμουν 10 χρονών. Θα 'μασταν και οι 3 στο τραπέζι. Το χειρότερό μου. Πριν προλάβω να φτάσω στην κουζίνα.... Είχε πάρει το κεφάλι της μάνας και το 'χε βουτήξει στο πιάτο με την καυτή τη σούπα. Μέσα στην καυτή τη σούπα! Το καταλαβαίνετε αυτό που σας λέω; Μας άκουσε όλη η γειτονιά. Απρίλιος ήταν και μόλις είχαμε αρχίσει να ανοίγουμε τα παράθυρα και το βράδυ γιατί άρχιζε και έπιανε ζέστη. Από τότε τα παράθυρα έμεναν τα βράδια πάντα κλειστά. Σούπα δεν ξαναέβαλα στο στόμα μου ποτέ.

«Δολοφόνος είναι και αυτός που σε κάνει να μην θες να ζήσεις άλλο την ζωή σου, ενώ είσαι ζωντανός»

Η φύλακα του ιδρύματος, η Χριστίνα, μιλά στους ασθενείς για τον βιασμό που υπέστη σε μικρή ηλικία από ένα άτομο υπεράνω πάσης υποψίας.

«Δολοφόνος δεν είναι μόνο αυτός που σκοτώνει. Είναι και αυτός που σε κάνει να μην θες να ζήσεις άλλο την ζωή σου, ενώ είσαι ζωντανός. Η πιο ύπουλη κατηγορία δολοφόνων. Δεν σε σκοτώνουν μια φορά και τέρμα. Ο θάνατος είναι αργός, μπορεί να κρατήσει για πάντα. Οι δολοφόνοι να ξέρετε δεν έχουν συγκεκριμένη ταυτότητα. Δεν είναι μόνο οι άγνωστοι. Καμιά φορά τους ξέρεις πολύ καλά, μη σας πω δηλαδή ότι τους έχεις κάθε μέρα μες τα πόδια σου. Και μένα ο δολοφόνος μου εκεί ήθελε να μπει.

«Πούντος πούντος ο δολοφόνος, ψάξε ψάξε, δε θα τον βρεις» Ε, βέβαια πού να τον βρεις!

Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά

Αν δε φωνάξω, αν δεν πω «Να τος εδώ είναι», πού να τον βρεις κι εσύ. Και πού να χωρέσει το μυαλό σου ότι βρίσκεται μέσα στο σπίτι μου.

Την μεγαλύτερη ντροπή την νιώθουν πάντα αυτοί που δεν πρέπει να την νιώθουν

 «Το τι θα πει ο κόσμος» έχει συγκαλύψει πολλές δολοφονίες σαν τις δικές μου. Μεγαλώνουμε με το τι θα πει ο κόσμος και ο κόσμος τελικά δεν λέει τίποτα.

Θέλει το καλό σας ο κόσμος. Να προσέχετε γιατί μπορεί να σας το πάρει.

Στα γενέθλιά μου και σε μια άλλη οικογενειακή γιορτή έγιναν αυτές οι δολοφονίες. Και δεν τις έμαθε κανείς. Με έναν δολοφόνο υπεράνω πάσης υποψίας που δεν μπορείς να καταγγείλεις. Και μετά να ντρέπεσαι κι από πάνω.

Όχι για όλα αυτά που συνέβησαν πάνω σου, όχι τόσο γι αυτά. Αλλά για όσα δεν λες όταν πρέπει, και σε κάνουν συνεργό της δολοφονίας σου.  Και την μεγαλύτερη ντροπή, την νιώθουν πάντα αυτοί που δεν πρέπει να την νιώθουν.

Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά

Άνοιξε την πόρτα και καταλάθος πάτησε ένα μπαλόνι. Και μετά από λίγο και η καρδιά μου έτσι έκανε. Το ίδιο μπαμ. Ήθελε να ξαπλώσει και του έκανα χώρο. Αν μπορούσα να φωνάξω εκείνη την στιγμή και να πω τι γινόταν στο δωμάτιό μου, δεν θα υπήρχε ποτέ ξανά χώρος γι αυτόν, πουθενά στον κόσμο. Πιο πολύ από μένα λυπάμαι έναν αρκούδο που έχω από όταν γεννήθηκα. Ανάμεσά μας ήταν και έπρεπε και αυτός να αντέξει το μαρτύριο. Πέθανε ο αρκούδος από την στενοχώρια του γιατί εκείνος μου τον είχε κάνει δώρο. Ήξερε ότι μετά από αυτό δεν θα ήθελα να τον ξαναδώ.

Θα με καταλάβουν όσοι έχουν ζήσει το ίδιο. Και ξέρω ότι το έχουν ζήσει πολλοί.

Φωτογραφία: Γεωργία Φωκά

Ασθενής: Η Χριστίνα ήταν μόλις 14 ετών όταν βιάστηκε από τον πατέρα της μέσα στο δωμάτιο της, την ημέρα των γενεθλίων της. Όταν την πρωτογνωρίσαμε πιστεύαμε ότι ήταν ένας ακόμα απόμακρος, αγέλαστος άνθρωπος. Πολλές φορές την βλέπαμε να κλαίει κρυφά, δε ρωτούσαμε ποτέ, ξέραμε ότι δεν θα παίρναμε απάντηση. Την βλέπαμε να τρώει πάντα μόνη της, να μην χαμογελάει, να μην μιλάει ποτέ για την οικογένειά της , τους φίλους τηςή για κάποια αγάπη. Μια μέρα βρήκαμε την ταυτότητά της. Πήγαμε στο ημερολόγιο. Τα γενέθλιά της πλησίαζαν.

Σε εκείνα τα γενέθλια ξαναγεννήθηκε μαζί μας.

Απλά γιατί μας μίλησε».





SHARE