Στις αίθουσες η «Πόλη της σιωπής» της Αντζελας Ισμαήλου  | 0 bovary.gr
Στις αίθουσες η «Πόλη της σιωπής» της Αντζελας Ισμαήλου | 0 bovary.gr
06|04|2017 12:37
SHARE
ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Στις αίθουσες η «Πόλη της σιωπής» της Αντζελας Ισμαήλου


Μια εβδομάδα με κινηματογραφικό ενδιαφέρον αυτή που διανύουμε. «Οι Αδίστακτοι», «Η καλύτερη στιγμή τους», η «Μυστική Γραφή», το «Colossal», η «Πόλη της Σιωπής», η «Κόρη», «Πεθαίνοντας στο γέλιο», «Δύο καρδιές», «Αρχηγός από κούνια», «Ελκόμενος επί Κρήμνου» είναι οι ταινίες που έρχονται στις κινηματογραφικές αίθουσες. 

  • Αδίστακτοι
  • (Braqueurs)
  • Σκηνοθεσία: Ζιλιάν Λεκλέρκ
  • Παίζουν: Σαμί Μπουατζιλά, Γκιγιόμ Γκουί, Γιουσέφ Χαϊντί, Καάρις

 

 

Περίληψη:

Ο Γιανίς, ο Ερίκ, ο Νασέρ και ο Φρανκ είναι η πιο αποτελεσματική ομάδα ληστών σε ολόκληρη την περιφέρεια του Παρισιού. Ανάμεσα σε κάθε χτύπημα, ο καθένας από αυτούς προσπαθεί να διαχειριστεί την οικογενειακή του ζωή, ακροβατώντας μεταξύ παράνοιας, απομόνωσης και ανησυχίας των συγγενών τους. Μία καλοκουρδισμένη αστυνομική περιπέτεια στα άδυτα της παρανομίας, που σίγουρα θα σας θυμίσει πολλές ανάλογες του είδους.

Ο Ζιλιάν Λεκλέρκ επιλέγει να ακολουθήσει την πορεία μιας σπείρας ένοπλων ληστών, που με εντυπωσιακούς ι και ριψοκίνδυνους τρόπους εξασφαλίζουν μεγάλα ποσά, αν και ο αρχηγός τους, ο Γιανί , φαίνεται πως έχει επιλέξει αυτό τον τρόπο ζωής, γιατί του ανεβάζει την αδρεναλίνη. Όλα πηγαίνουν καλά σε αυτή την ιδιότυπη ομάδας, που έχει τους δικούς της ηθικούς κώδικες, μέχρι που ο μικρός αδερφός του Γιανί θα πουλήσει σε έναν έμπορο ναρκωτικών ένα από τα όπλα που έχουν χρησιμοποιήσει σε επίθεση. Το όπλο όμως αναγνωρίζεται κι ένας από τους εμπόρους ηρωίνης συλλαμβάνεται. Τότε ο Γιανί πρέπει να βρει έναν τρόπο να ικανοποιήσει την άλλη ομάδα και ταυτόχρονα να ξεφύγει από τους διαρκείς εκβιασμούς της. Ο Λεκλέρκ και Σιμόν Μουτερού ( συνεργάτης του στο σενάριο) επιμένουν περισσότερο στην ανθρώπινη διάσταση των προσώπων και στις μεταξύ τους σχέσεις και μας εισάγουν στον κόσμο των παράνομων, συστήνοντάς μας ταυτόχρονα και το οικογενειακό τους περιβάλλον. Οι δικοί τους ήρωες δεν είναι ατρόμητοι πάντα, έχουν αδυναμίες, ηθικά διλήμματα και προσωπικές τραγωδίες να διαχειριστούν, αλλά συνδέονται με ισχυρούς δεσμούς. Βέβαια από την ιστορία απουσιάζει πλήρως η άλλη πλευρά, η « νόμιμη», οπότε η περιπέτεια του Γιανί και της ομάδας του περισσότερο δείχνει τις συνέπειες μιας αφέλειας, μιας ατυχούς επιλογής, παρά ενέχει σχόλια σχετικά με το είναι ηθικό και τι έννομο. Οι άψογα εκτελεσμένες χορογραφίες των σκηνών δράσης δείχνουν πως ο Γάλλος σκηνοθέτης ξέρει καλά το είδος , αν και στο τέλος η ταινία σου αφήνει μια αίσθηση ότι όλα αυτά κάπου τα έχεις ξαναδεί.

  • Η Καλύτερη Στιγμή Τους
  • ( Their Finest )
  • Σκηνοθεσία: Λόνε Σέρφινγκ
  • Παίζουν: Τζέμα Άρτερτον, Σαμ Κλάφλιν, Μπιλ Νάι, Τζακ Χιούστον, Τζέικ Λέισι

 

Περίληψη:

1940, Λονδίνο, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Κάτριν, μία άπειρη σεναριογράφος, μαζί με ένα επίσης άπειρο κινηματογραφικό συνεργείο, δουλεύουν κάτω από τα πυρά του πολέμου , προκειμένου να φτιάξουν μία ταινία που θα ανυψώσει το πεσμένο ηθικό του λαού, αλλά και θα εμπνεύσει την Αμερική να προσφέρει τη βοήθειά της. Βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο της Λίζα Έβανς, η σκηνοθέτης Λόνε Σέρφινγκ υπογράφει μια χαριτωμένη και πνευματώδη κομεντί, που εκτυλίσσεται σε μια εποχή -αυτή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου- για την οποία πολλά έχουν ειπωθεί, όχι όμως σχετικά με το ρόλο του κινηματογράφου. Με στοιχεία γυναικείας χειραφέτησης, η ταινία περιγράφει πώς μια νεαρή σεναριογράφος συμμετέχει σε μια κινηματογραφική παραγωγή που στόχο έχει να αντιμετωπίσει το καταρρακωμένο ηθικό του Βρετανικού λαού , αλλά και να πείσει τους Αμερικανούς να συνδράμουν στον πόλεμο. Με χιούμορ και φινέτσα , στο στυλ των κωμωδιών της δεκαετίας του ’40 και του’50, η Σέρφινγκ αφηγείται μια σκοτεινή περίοδο της ανθρωπότητας, δείχνοντας πως η ζωή υπερνικάει του θανάτου και υπογραμμίζει την αξία της τέχνης, ακόμα και ως όχημα προπαγάνδας. Η Κάτριν και ο στενός της συνεργάτης, ο Μπάκλι, μπορεί να αντιμετωπίζουν πολλά, να αναγκάζονται να υπακούουν στις εντολές των εκάστοτε υπουργείων, να γράφουν ενώ οι βομβαρδισμοί μαίνονται, όμως η ανάγκη να πουν μια καλή ιστορία είναι μεγαλύτερη από οτιδήποτε άλλο.

Η Κάτριν θα γνωρίσει το σκληρό πρόσωπο του πολέμου, θα θα βρει την αληθινή αγάπη και θα αναπτύξει μια ιδιαίτερη φιλία με έναν βετεράνο ηθοποιό, που αρνείται να αποδεχτεί ότι η ζωή πρέπει να γίνει μίζερη, επειδή κάποιοι αποφάσισαν τον πόλεμο. Το ενδιαφέρον της ταινίας είναι πως ενώ μοιάζει σαν μια τυπική και αναμενόμενη ρομαντική κομεντί, κάνει ένα twist προς το φινάλε, αποκαλύπτοντας το τραγικοκωμικό της ζωής, που μπορεί να συνεχίζει ακόμα και κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ταυτόχρονα , χωρίς τυμπανοκρουσίες , μιλάει για τη γυναικεία χειραφέτηση, βάζοντας στο επίκεντρο μια ηρωίδα που μπορεί, χωρίς να χάνει τη θηλυκότητά της, να διεκδικεί, αλλά και να κερδίζει την ανεξαρτησία της. Η Τζέμα Άρτερτον με την ιδιαίτερη ομορφιά της, δίνει στην Κάτριν ευαισθησία και δυναμική. Με τον Σαμ Κλάφλιν αποτελούν ένα ιδανικό ζευγάρι, όχι όμως με την χολιγουντιανή έννοια του όρου- είναι από αυτά που θα σας άρεσαν πολύ στην αληθινή ζωή. Όμως αυτός που κλέβει την παράσταση είναι ο απολαυστικός Μπιλ Νάι στο ρόλο του παράξενου ηθοποιού Αμπρόουζ : με τη χαρακτηριστική του τρέλα και με μποέμ διάθεση, δημιουργεί μια περσόνα που αποκλείεται να μην σας κατακτήσει. Το βασικό όμως στο «Τheir finest» είναι πως μας υπενθυμίζει ότι το σινεμά έχει τη δύναμη και μπορεί να αλλάξει τις ζωές των ανθρώπων, γιατί περιγράφει την «πραγματικότητα, αλλά χωρίς τα βαρετά της σημεία », όπως λέει και ο Μπάκλι.

  • Η μυστική γραφή
  • (The secret scripture)
  • Σκηνοθεσία: Τζιμ Σέρινταν
  • Παίζουν: Ρούνι Μάρα, Τέο Τζέιμς, Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, Έρικ Μπάνα, Έινταν Τέρνερ

 

 

Περίληψη:

Η Λαίδη Ρόουζ είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα, που ζει σε ψυχιατρική κλινική για πάνω από 50 χρόνια. Η περίπτωσή της τραβά το ενδιαφέρον του Δρ. Στέφεν Γκριν, που τη βοηθά να ξαναθυμηθεί το παρελθόν της και να κερδίσει την ελευθερία της. Μέσα από τη μυστική γραφή της Ρόουζ αναδύεται μία συγκλονιστική ζωή γεμάτη έρωτα, αδικία, ενώ αποκαλύπτεται η προσωπικότητα μίας αξιόλογης και θαρραλέας νέας γυναίκας, της οποίας το μόνο έγκλημα ήταν ότι άφησε τον έρωτα να κυριαρχήσει στη ζωή της. Ο έξι φορές υποψήφιος για Όσκαρ Τζιμ Σέρινταν επιστρέφει με μια ακόμα Ιρλανδική ταινία, βασισμένη στο ομώνυμο βραβευμένο με Booker μυθιστόρημα του Σεμπάστιαν Μπάρυ, αφηγούμενος μια ιστορία αγάπης κι εξιλέωσης , που δυστυχώς δεν καταφέρνει να ξεπεράσει το επίπεδο μιας σαπουνόπερας. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, η λαίδη Ρόουζ, βρίσκεται σε μια ψυχιατρική κλινική και κατηγορείται ότι σε νεαρή ηλικία σκότωσε το παιδί της. Ο ψυχίατρος που την παρακολουθεί , ο Δρ. Γκριν, δείχνει ενδιαφέρον για την περίπτωσή της και μέσα από τα ημερολόγιά της, τη «μυστική της γραφή», προσπαθεί να ανασυνθέσει το παρελθόν. Με φλας μπακ παρακολουθούμε πώς η νεαρή και πανέμορφη Ρόουζ είχε γίνει μήλον της έριδος στη μικρή κοινωνία που ζούσε. Η σαγήνη που υποτίθεται ότι ασκούσε στους άνδρες την καταδίκασε σε απομόνωση, ενώ ένας μάλλον διαταραγμένος ψυχικά ιερέας, που την είχε ερωτευτεί, καταφέρνει να την καταστρέψει. Παράλληλα βλέπουμε τη ρομαντική της ιστορία με έναν Βρετανό, γεγονός που προκαλεί τους Ιρλανδούς συμπολίτες της και επιβαρύνει τη θέση της.

Ο Σέρινταν προσπαθεί μεν να περιγράψει την υποκρισία της κοινωνίας, όμως το όποιο πολιτικό υπόβαθρο της ταινίας δίνει τη θέση του σε γλυκερές σκηνές, που σκοπό έχουν να μας κάνουν να λυπηθούμε την κεντρική πρωταγωνίστρια. Σίγουρα το δράμα της Ρόουζ είναι συγκινητικό, όμως ποτέ δεν καταλαβαίνουμε γιατί τελικά αυτή η νεαρή γυναίκα έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος. Περισσότερο μοιάζει με ένα ευάλωτο σεμνό κορίτσι που δεν προκαλεί κανένα, οπότε ο θεατής εύλογα θα αναρωτηθεί γιατί συμβαίνουν όλα αυτά. Παράλληλα η σκιαγράφηση του περιβάλλοντος μένει σε στερεότυπα, αν κι αποκαλύπτει τον διχασμό Βρετανών και Ιρλανδών ακόμα και μέσα σε έναν πόλεμο, χωρίς όμως να γίνεται αντιληπτό ποιοι κώδικες ορίζουν τελικά την ηθική αυτής της μικρής κοινωνίας. Η αισθηματική ιστορία της Ρόουζ με τον Μάικλ από την άλλη παραείναι ροζ, αν συνυπολογίσει κανείς τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκτυλίσσεται, ενώ η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, μια μεγάλη ηθοποιός αναμφίβολα, υποδυόμενη την ηλικιωμένη λαίδη Ρόουζ δεν μπορεί να καλύψει τα σεναριακά κενά. Η λύση του μυστηρίου που μάλλον απασχολεί τον Δρ. Γκριν συμβαίνει βιαστικά, θυμίζει καθημερινές σειρές και δεν στηρίζεται σε καμία απολύτως λογική: όλα γίνονται γιατί απλώς πρέπει να υπάρχει ένα φινάλε, πράγμα που δεν μας αφήνει να ταυτιστούμε με κανένα από τα πρόσωπα ούτε πραγματικά να τα συμπονέσουμε, όπως πιθανόν θα ήθελε ο Σέρινταν. Οι περισσότερες σκηνές συνοδεύονται από μουσικό χαλί (Μπράιαν Μπερν) που υπογραμμίζει συνεχώς τα συναισθήματα των προσώπων , αλλά η αμετροέπεια που επιδεικνύει σε αυτό το κομμάτι η ταινία, αντί να την ενισχύει , την αποδυναμώνει.

Colossal

  • Σκηνοθεσία – Σενάριο: Νάτσο Βιγκαλόντο
  • Παίζουν: Αν Χάθαγουεϊ, Τζέισον Σουντέικις, Όστιν Στόουελ, Τιμ Μπλέικ Νέλσον, Νταν Στίβενς

 

 

Περίληψη:

H Γκλόρια χάνει ξαφνικά τη δουλειά και τον φίλο της, τον Τιμ. Απελπισμένη, εθισμένη στο ποτό και χωρίς στον ήλιο μοίρα, επιστρέφει στη μικρή κωμόπολη που γεννήθηκε, όπου και επανασυνδέεται με τον παιδικό της φίλο, τον Όσκαρ , έναν καλοπροαίρετο ιδιοκτήτη μπαρ. Τα πράγματα παίρνουν μία περίεργη τροπή, όταν ένα τρομαχτικό τέρας αρχίζει να απειλεί την Σεούλ.

Κάποιες ταινίες δεν είναι καλές, κάποιες αποτυγχάνουν στους στόχους, κάποιες δεν έχουν καν στόχους και κάποιες σε εντυπωσιάζουν με το γεγονός ότι βρέθηκε ένα ολόκληρο στούντιο να τις γυρίσει. Ε, το «Colossal» ανήκει στην τελευταία κατηγορία. Δεν είναι καθόλου εύκολο να την κατατάξεις σε ένα είδος, - προφανώς η πρόθεση των δημιουργών ήταν ένα πρωτότυπο crossover- καθώς φλερτάρει με την κωμωδία, έχει στοιχεία ρομαντικής δραμεντί, τεράστια τέρατα, μεταφυσικές δυνάμεις και wanna be ψυχαναλυτικές προβολές, ατάκτως ειρημένα έναν απίθανο αχταρμά. Η κεντρική ηρωίδα η Γκλόρια, που την υποδύεται η καημένη και εμφανώς πελαγωμένη Αν Χάθαγουεϊ, έχει προβλήματα αλκοολισμού, είναι άνεργη και χωρίζει με τον σύντροφό της. ‘Έτσι θα επιστρέψει στην κωμόπολη που μεγάλωσε και θα πιάσει δουλειά στο μπαρ ενός παιδικού της φίλου, του Όσκαρ. Μια μέρα όμως η ζωή της αναστατώνεται επειδή ένα τεράστιο τέρας επιτίθεται στη Σεούλ. Αρχίζει να ψάχνει με εμμονή την ιστορία για να ανακαλύψει ότι υπάρχει μια σύνδεση ανάμεσα σε αυτήν και το τέρας. Βάζει στο κόλπο και τον Όσκαρ, αλλά και τους δυο κολλητούς- με τον έναν μάλιστα έχει κι ένα σύντομο ειδύλλιο. Τότε η παλιοπαρέα που τα βράδια πίνει μέχρι τελικής πτώσεως ανακαλύπτει πως έχει μια περίεργη δύναμη, που τους μεταμορφώνει, ή διακτινίζει- θα σας γελάσω Ταυτόχρονα, ο κόσμος καίγεται, το χρηματιστήριο καταρρέει και ο ΟΗΕ έχει σημάνει κατάπαυση τους πυρός για να προστατευτεί ο πλανήτης. Μην ρωτήσετε πως συνδέονται όλα αυτά μεταξύ τους, δεν συνδέονται, απλώς παρατίθενται το ένα μετά το άλλο για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο. Είναι ένας γρίφος τι υπάρχει μέσα στο μυαλό του Νάτσο Βιγκαλόντο και τι προσπαθεί να πετύχει με αυτό το πρωτοφανές σενάριο, ενώ οι ηθοποιοί που πασχίζουν να παίξουν μέσα σε αυτό το χάος κερδίζουν τη συμπόνιά μας αβίαστα. Η Αν Χάθαγουεϊ πάντως δήλωσε πως έκανε την ταινία γα τον δεκαεξάχρονο εαυτό της- θα είχε φαίνεται δύσκολα εφηβικά χρόνια.

  • Η πόλη της σιωπής
  • (Interlude, city of a dead woman)
  • Σκηνοθεσία: Άντζελα Ισμαήλου
  • Παίζουν: Αντζελα Ισμαήλος, Σον Μπένσον, Σάρα Μάιλς, Ρούλα Πατεράκη, Γιάννης Βόγλης

 

 

Περίληψη:

Η Δάφνη , μια μυστηριώδης γυναίκα, έχει επιλέξει να ζει απομονωμένη, ως προσωπική κάθαρση και αυτοτιμωρία, στο ιερό νησί της Πάτμου. Δύο εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους άντρες, ο Θεόντορικ και ο Εστέμπαν, θα βρεθούν στο νησί , αναζητώντας τις δικές τους απαντήσεις στα θέματα που τους απασχολούν και μια περίεργη σχέση θα δημιουργηθεί ανάμεσά τους. Η Άντζελα Ισμαήλου υπογράφει μια αγγλόφωνη παραγωγ , γυρισμένη στην Πάτμο, και αφηγείται μια αρκετά μελοδραματική και ελιτίστικη ιστορία αγάπης. Στο νησί της Αποκάλυψης, συναντιούνται οι ήρωες της Ισμαήλου: η Δάφνη, μια λυρική τραγουδίστρια που υποφέρει από κατάθλιψη, ένας καθολικός ιερέας που αναζητά σπάνια χειρόγραφα στο μοναστήρι κι ένας Ισπανός ταυρομάχος, γιος μιας μοναχής, που επισκέπτεται το μέρος μετά το θάνατο της μητέρας του ως φόρο τιμής. Ένα ζευγάρι Βρετανών διανοούμενων που ζουν χρόνια στο νησί θα φέρει κοντά αυτά τα τρία πρόσωπα , που οι μοίρες τους διασταυρώνονται. Η Δάφνη και ο ιερέας ερωτεύονται παράφορα, ενώ ο ταυρομάχος προσπαθεί να ελέγξει συναισθήματά του, την ίδια στιγμή οι ηγούμενοι των μοναστηριών παλεύουν να κρύψουν ένα μυστικό από το παρελθόν. Όλα συμβαίνουν στο σήμερα, όμως η ατμόσφαιρα της ταινίας έχει την αύρα μιας άλλης εποχής. Η πρωταγωνίστρια μάλιστα κυκλοφορεί στο νησί με μακριές βελούδινες τουαλέτες, ενώ τα βράδια απελπισμένη τραγουδάει την «Κάρμεν ». Διάλογοι που θυμίζουν κάτι ανάμεσα σε ρομαντική νουβέλα και σε φιλοσοφικό δοκίμιο, με ατελείωτες φλυαρίες περί ζωής , Θεού και ύπαρξης, που δεν ευνοούν την κινηματογραφική αφήγηση. Τα πρόσωπα στην «Πόλη της σιωπής» μιλάνε πολύ και πολύ σοβαρά , αλλά τελικά δεν λένε και τίποτα το σημαντικό, αφού ποτέ δεν θα καταλάβουμε τι ακριβώς αναζητούν και ποιο είναι το πρόβλημά τουςΗ σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρωταγωνίστρια μοιάζει μάλλον πελαγωμένη με τις πολλαπλές της ιδιότητες και αφήνεται σε μελοδραματικά κλισέ, που δεν μπορούν να προσδώσουν στην ιστορία της ζωντάνια. Οι προσπάθειές της να δημιουργήσει λυρισμό και μυστικιστικές ατμόσφαιρες είναι μεν εμφανείς, αλλά δεν έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Άνθρωποι περιφέρονται και συζητούν ατέρμονα, μεγάλα συναισθήματα περιγράφονται αλλά δεν αποτυπώνονται , ενώ ο συνδυασμός αγγλόφωνων κι Ελλήνων ηθοποιών είναι μάλλον αποτυχημένος , ειδικά στις σκηνές που οι Έλληνες αναγκάζονται να μιλούν μεταξύ τους στα αγγλικά.

Η διεύθυνση φωτογραφίας του ταλαντούχου Σίμου Σαρκετζή προσπαθεί να μεταφέρει το κλίμα που πιθανόν έχει στο μυαλό της η Ισμαήλου, αλλά η σκηνοθεσία δεν εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες του καλού φωτογράφου κι αφήνεται σε μια επιτηδευμένη «σοβαρότητα» που εξαντλεί τον θεατή.

  • Η Κόρη
  • (The Daughter)
  • Σκηνοθεσία: Σάιμον Στόουν
  • Παίζουν: Τζέφρι Ρας, Γιούαν Λέσλι, Πολ Σνάιντερ, Μιράντα Ότο, Άνα Τορβ

 

 

Περίληψη: Μετά από δύο δεκαετίες στην Αμερική, ο Κρίστιαν επιστρέφει στο πατρικό σπίτι του στην Αυστραλία για να παραστεί στο γάμο του πατέρα του με την κατά πολύ νεότερη οικονόμο του. Η αποκάλυψη ενός καλά κρυμμένου οικογενειακού μυστικού θα ανατρέψει τις ισορροπίες στις ζωές όλων των ανθρώπων που κάποτε είχε αφήσει πίσω του.

Ελεύθερη διασκευή του θεατρικού έργου «Αγριόπαπια» του Ερρίκου Ίψεν, από τον ηθοποιό Σάιμον Στόουν, που απέσπασε 9 υποψηφιότητες για τα βραβεία της Ακαδημίας Κινηματογράφου της Αυστραλίας. Σε μια μικρή πόλη που μάλλον υποφέρει κι αυτή από την οικονομική κρίση , ένας πλούσιος επιχειρηματίας , ο Χένρι, ανακοινώνει πως πρόκειται τις επιχειρήσεις του. Έτσι ο Όλιβερ , παιδικός φίλος του γιου του, μένει άνεργος. Προσπαθεί όμως να διατηρήσει την αισιοδοξία του για χάρη της γυναίκας του της Σάρλοτ και της έφηβης κόρης του, της Χέντβινγκ. Μαζί του στο σπίτι ζει και ο πατέρας του, ένας ηλικιωμένος με προβλήματα μνήμης , ο οποίος περνάει τις ώρες του, περιθάλποντας τραυματισμένα ζώα. Η εγγονή του συμμερίζεται το πάθος του. Τελευταίο απόκτημα της άτυπης φιλοζωικής τους οργάνωσης είναι μια αγριόπαπια, που στο έργο λειτουργεί συμβολικά . Κι ενώ αυτά συμβαίνουν στο σπίτι του Όλιβερ, η έπαυλη του Χένρι ετοιμάζεται για τον γάμο του πλούσιου ιδιοκτήτη με τη νεαρή οικονόμο του, όταν καταφτάνει ο γιος του, Κριστιάν, ο οποίος δεν έχει επισκεφτεί το πατρικό του εδώ και χρόνια. Αυτός θα ανακαλύψει πως ο πατέρας του και η σύζυγος του Όλιβερ έχουν ένα μυστικό και θα αναστατώσει στο όνομα της αλήθειας τις ζωές όλων. Η Χέντβινγκ θα γίνει αποδέκτης παλιών αμαρτιών, αλλά και των κοινωνικών συμβάσεων ενός κόσμου που δεν της ταιριάζει.

Ο Στόουν δεν ακολουθεί κατά γράμμα την υπόθεση της «Αγριόπαπιας» αλλά περισσότερο προσπαθεί να αποδώσει την ιψενική ατμόσφαιρα, εστιάζοντας κυρίως στο αρρωστημένο περιβάλλον αυτής της οικογένειας που καλύπτει πίσω από το ευτυχισμένο της προσωπείο, ένα ένοχο παρελθόν. Όμως η αλήθεια είναι πως ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας καταφέρνει να δημιουργήσει μια πνιγηρή ατμόσφαιρα, όπου κανείς δεν είναι αθώος, ενώ στην εκδοχή του Στόουν όλοι μοιάζουν έρμαια, θύματα μιας τυχαίας συγκυρίας. Γι’ αυτό η πορεία της Χέντβινγκ, αν και είναι δικαιολογημένη, δεν απηχεί την ίδια επαναστατική αθωότητα που έχει η ιψενική ηρωίδα. Ο σκηνοθέτης , αφήνοντας πολλά πλάνα του χωρίς καθόλου ήχο, προτιμάει να μιλήσει μέσα από τη σιωπή, όμως οι σκηνές του δεν έχουν την υποδόρια ένταση του θεατρικού έργου και συχνά στο όνομα μιας σύγχρονης μεταφοράς παραγίνονται απλοϊκές. Βέβαια διαθέτει ένα πολύ καλό καστ ηθοποιών, ανάμεσα στους οποίους και ο Τζέφρι Ρας, που αποδίδουν πειστικά τις εντάσεις των ηρώων του έργου, και προσπαθούν να φωτίσουν την πολυπλοκότητα των πράξεών τους. Αν πάντως ξέρετε την «Αγριόπαπια» θα διαπιστώσετε ότι το εγχείρημα του Στοουν απέχει από τη συμπυκνωμένη και δυνατή γραφή του Ίψεν και δεν επιτυγχάνει σε ικανοποιητικό σημείο την κοινωνική κριτική για την οποία φημίζεται ο Νορβηγός δραματουργός.

 

  • Πεθαίνοντας στο γέλιο
  • (Ντοκιμαντέρ)
  • Σενάριο – Σκηνοθεσία: Στέλιος Κούλογλου

 

 

Περίληψη:  Τέσσερις παράλληλες ιστορίες με θέμα το χιούμορ σαν όπλο για πολιτική δράση. Ο ευρωβουλευτής και δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου επιστρατεύει τις γνώσεις και τις εμπειρίες του και από τους δυο κλάδους και υπογράφει ένα ντοκιμαντέρ , που στόχο έχει να αναδείξει την αξία του χιούμορ στην πολιτική, ενώ διατυπώνει σαφώς ότι ο πόλεμος και η βία δεν είναι απάντηση απέναντι στην τρομοκρατία, το μεγάλο ζήτημα που απασχολεί την Ευρώπη. Στο ντοκιμαντέρ, που χαρακτηρίζεται από τη λεπτομερή δημοσιογραφική έρευνα, επιλέγει τέσσερις ιστορίες για να μιλήσει για αρκετά θέματα. Στην πρώτη πρωταγωνιστούν οι Yesmen, το διάσημο ζευγάρι Αμερικανών ακτιβιστών, που σκάρωσαν μια κορυφαία φάρσα στο BBC, όταν εμφανίστηκαν ως εκπρόσωποι της αμερικανικής εταιρείας που κατέστρεψε την πόλη Μποπάλ της Ινδίας. Αυτή τη φορά θα οργανώσουν μια αντιπολεμική δράση, μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ξεκαρδιστικά αποτελέσματα. Πρωταγωνιστής της δεύτερης ιστορίας είναι ο Μάρτιν Σόνεμπορν κωμικός και εκδότης της εφημερίδας «Τιτανικός». Εκλέχθηκε ευρωβουλευτής με την παράταξη «Το Κόμμα», που έχει κερδίσει μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων λόγω της σατιρικής του προσέγγισης, και τώρα επεξεργάζεται ένα πρωτότυπο σχέδιο για την σωτηρία της Ελλάδας. Στην τρίτη οι Flashmob εισβάλλουν και διακόπτουν επίσημες εκδηλώσεις υπέρ των εμπορικών συμφωνιών ΤΤΙΡ και CETA. Τραγουδώντας, και πάντα με το χαμόγελο στα χείλη για τους αγανακτισμένους αυτού του κόσμου.

Στην τέταρτη ιστορία κάποιοι πεθαίνουν κυριολεκτικά από το «γέλιο». Στην τελευταία συνέντευξη πριν τη δολοφονία του τον Ιανουάριο του 2015, ο Σαρμπ, εκδότης του Charlie Hebdo προβλέπει ότι μόνο η βία των ισλαμιστών μπορεί να σκοτώσει το χιούμορ. Σε μια συγκλονιστική μαρτυρία, ο μοναδικός επιζών δημοσιογράφος από τη συντακτική ομάδα, περιγράφει λεπτό προς λεπτό την επίθεση στα γραφεία της σατιρικής εφημερίδας, ενώ η σύζυγος του εκδότη με την παρουσία της σε ένα καθαρά πολιτικό ντοκιμαντέρ προσδίδει ανθρώπινη διάσταση. Ο Κούλογλου κρατάει έναν σωστό αφηγηματικό ρυθμό, διατηρεί κι αυτός το χιούμορ του, αλλά πέρα από το θέμα της τρομοκρατίας όπου παίρνει μια θέση στην οποία κανείς δεν μπορεί να αντιταχθεί, δεν τοποθετείται με σαφήνεια για τα υπόλοιπα θέματα, , αφήνοντας τον θεατή να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα και να αναζητήσει τον κρίκο που συνδέει όλες αυτές τις ιστορίες. Το «Πεθαίνοντας στα γέλια» πάντως έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η ζωή μπορεί να έχει πλάκα, ακόμα και στις μεγάλες τραγωδίες, αν και δυστυχώς δεν μπορείς να απευθυνθείς με αυτό ούτε σε φανατικούς ούτε σε άτεγκτους κυβερνητικούς.

 

  • Δυο καρδιές
  • (Réparer les vivants )
  • Σκηνοθεσία: Κατέλ Κιγιεβερέ
  • Παίζουν: Ταχάρ Ραχίμ, Εμανουέλ Σενιέ, Αν Ντορβάλ, Μπουλί Λανέρ, Φίνεγκαν Όλντφιλντ

 

 

Περίληψη:

Τρεις νεαροί σέρφερ δαμάζουν τα θηριώδη κύματα. Μερικές ώρες μετά, στην επιστροφή τους, συμβαίνει ένα ατύχημα. Πλέον συνδεδεμένος στα μηχανήματα ενός νοσοκομείου, η ύπαρξη του Σιμόν μοιάζει περισσότερο με παραίσθηση. Στο μεταξύ, στο Παρίσι, μία γυναίκα αναμένει μια μεταμόσχευση, που θα της δώσει μια νέα ευκαιρία στη ζωή. Η Κατέλ Κιγιεβερέ («Suzanne», «Un Poison Violent»), μία από τις μεγαλύτερες ελπίδες του γαλλικού και ευρωπαϊκού σινεμά, υπογράφει την τρίτη και πιο ώριμη ταινία της, με τον τίτλο η οποία πλέκει τρεις φαινομενικά ασύνδετες ιστορίες για να μιλήσει για εκείνες τις στιγμές, όπου η τραγωδία συναντά την ελπίδα και ο θάνατος μεταμορφώνεται σε ζωή.

Βασισμένη στο μυθιστόρημα της Μαϊλίς ντε Κερανγκάλ, η Γαλλίδα δημιουργός υπογράφει μια άκρως προσωπική ταινία, κινηματογραφώντας με ποιητικό τρόπο το εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος. Η Κιγιεβερέ ήθελε να κάνει κάτι που να μοιάζει με σκυταλοδρομία – σαν μια ταινία που δεν έχει κεντρικό χαρακτήρα. Κάθε ήρωάς της έχει μεν μια δυνατή προσωπικότητα αλλά είναι και κομμάτι μιας αλυσίδας που ενώνει τη ζωή με τον θάνατο. Η ιστορία περιλαμβάνει όλα αυτά που μπορεί να είναι χαοτικά και βίαια, αλλά αποτυπώνει το πώς μπορούμε να συνέλθουμε από το σοκ μιας απώλειας. Η δωρεά οργάνων άλλωστε βασίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης. Στη Γαλλία, από τη στιγμή που δεν έχεις δηλώσει σαφώς ότι είσαι εναντίον, τότε θεωρείσαι πιθανός δότης. Μια καρδιά σταματά να χτυπά , για να βρει ξανά το ρυθμό της στο σώμα ενός άλλου ανθρώπου. Είναι ένα σπουδαίο ταξίδι, κατά τη διάρκεια του οποίου το άτομο αναγνωρίζει ότι είναι μέρος μιας αλυσίδας, ότι εκείνος ή εκείνη είναι μέρος του όλου.

  • Αρχηγός από κούνια
  • (Boss baby)
  • Σκηνοθεσία: Τομ Μακ Γκράθ
  • Ακούγονται οι φωνές: Πάνος Μουζουράκης, Νίκος Νίκας, Χρήστος Θάνος, Άννα Κουτσαφτίκη, Νέστωρ Κοψιδάς , Χρήστος Ράπτης, Κώστας Δαρλάσης, Βασίλης Μήλιος, Δανάη Ζαμπούκου, Παύλος Αβραμέας, Γιάννης Τσούτσιας, Μαρία Ζερβο

 

 

Ο επτάχρονος Τιμ περνάει ζωή χαρισάμενη, τρισευτυχισμένος με τους γονείς του. Όταν όμως καταφθάνει στο σπίτι τους με ταξί ένα μωρό, φορώντας κοστούμι και κουβαλώντας χαρτοφύλακα, όλος ο κόσμος του Τιμ ανατρέπεται. Σύντομα, ο αδελφικός ανταγωνισμός παραμερίζεται αναγκαστικά, όταν ο τελευταίος ανακαλύπτει ότι ο μικρός αδελφός του είναι στη πραγματικότητα ένας κατάσκοπος σε μια μυστική κρυφή αποστολή και ότι μόνο αυτός μπορεί να τον βοηθήσει να τα βγάλει πέρα. Μία εξωφρενική περιπέτεια ξεκινά και κορυφώνεται με μια επική μάχη ανάμεσα σε κουτάβια και μωρά. Εμπνευσμένο από το εικονογραφημένο best seller της Μάρλα Φρέιζι, αυτή η ξεκαρδιστική κωμωδία απυεθύνεται σε όλες τις ηλικίες.

Ένα από τα βασικά στοιχεία που κάνουν τη συγκεκριμένη ταινία κινουμένων σχεδίων να ξεχωρίζει από αντίστοιχες του είδους είναι το μοναδικό οπτικό στιλ της. Όπως συνέβη και με τις περισσότερες ταινίες κινουμένων σχεδίων της DreamWorks, οι συντελεστές της ταινίας προσπάθησαν να δημιουργήσουν μία αναφορά στα πρώτα καρτούν του Τσακ Τζόουνς και του Μπομπ Κλάμπετ.

​​​​​

  • Ελκόμενος επί κρήμνου
  • (Ντοκιμαντέρ)
  • Σενάριο- Σκηνοθεσία: Κώστας Νταντινάκης
  • «Ο Ελκόμενος επί κρημνού» του Κώστα Νταντινάκη είναι μια ταινία για τον εμφύλιο και τις δολοφονίες αγωνιστών, όπως φωτίζονται μέσα από την ιστορία δολοφονίας του εαμίτη ιερέα, Νικολή Αποστολάκη, στην Κρήτη του 1947. Ενώ στα Χανιά μαίνεται ο Εμφύλιος, τα μεσάνυχτα της 1ης Αυγούστου, παρακρατικοί της ομάδας Παύλου Γύπαρη απαγάγουν δολίως από το σπίτι του τον αγωνιστή ιερέα και αφού τον βασανίζουν απάνθρωπα , τον πετούν στον Κόκκινο Γκρεμό κοντά στις φυλακές Καλαμίου. Η σύζυγός του εκτοπίζεται από το Νεροχώρι Αποκορώνου, όπου διέμεναν, ενώ τα πέντε παιδιά τους συνεχίζουν να διώκονται μέχρι τις πανεπιστημιακές τους σπουδές. Σύμφωνα με τους ντόπιους, τα γεγονότα μαρτυρούν δεκάδες επιζώντες της περιόδου με προεξάρχουσα την κόρη του, κυρία Ισμήνη Αποστολάκη η οποία έχει τον πρώτο λόγο στο ντοκιμαντέρ. Το ιστορικό πλαίσιο θέτει και αναλύει ο καθηγητής σύγχρονης Ιστορίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γιώργος Μαργαρίτης. Στη μουσική επένδυση της ταινίας ακούγεται το «Πένθιμο εμβατήριο» του Σοπέν και προβάλλονται μεταξύ άλλων αποσπάσματα από το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του Παζολίνι.