Αυτή την εβδομάδα, ο Κόλιν Φάρελ πρωταγωνιστεί στο μελαγχολικό sci-fi του Κογκονάντα, ο Στίβεν Γκράχαμ ανάβει φωτιές στο «Σημείο βρασμού» του Φίλιπ Μπαραντίνι, ένα ιρανικό θρίλερ θίγει το θέμα της θανατικής ποινής, ενώ ο Γουίλεμ Νταφόε δανείζει τη φωνή του στο φυσιολατρικό ντοκιμαντέρ της Τζένιφερ Πίντομ.
Μετά τον Γιάνγκ (After Yang)
Σκηνοθεσία/Σενάριο/Μοντάζ: Κογκονάντα
Παίζουν: Κόλιν Φάρελ, Τζόντι Τέρνερ-Σμιθ, Τζάστιν Μιν, Μαλέα Εμμα Τζαντραγουιτζάζα, Σαρίτα Τσάντχερι, Κλίφτον Κόλινς Τζούνιορ, Ρίτσι Κόστερ, Χάλεϊ Λου Ρίτσαρντσον.
Περίληψη: Όταν ο Γιανγκ, το αγαπημένο και πολύτιμο ανδροειδές που συντροφεύει την κόρη του Τζέικ παθαίνει σοβαρή βλάβη, ο ανήσυχος πατέρας αναζητεί τρόπο να τον επισκευάσει. Στην πορεία όμως, ανακαλύπτει ότι η ζωή τον προσπερνά και αναζητά να συνδεθεί ουσιαστικά με τη σύζυγο και την κόρη του.
Ο Κογκονάντα («Columbus») επιστρέφει με μία συγκινητική και λυρική εξερεύνηση της φύσης, της ψυχής και της μνήμης.
Μία προοδευτική αμερικανική οικογένεια έχει υιοθετήσει ένα κοριτσάκι από την Κίνα, τη Μίκα. Ένα πρωί ανακαλύπτουν ότι το ανδροειδές που έχουν αγοράσει με το όνομα Γιανγκ, το οποίο λειτουργεί σαν μεγαλύτερος αδελφός της κόρης τους και προορίζεται για να της μεταδώσει την ασιατική κουλτούρα, έχει χαλάσει. Τότε ο πατέρας της μικρής ο Τζέικ, αρχίζει να αναζητάει τρόπο να τον επισκευάσει, για να ανακαλύψει τελικά πόσο έχει απομακρυνθεί από την οικογένειά του. Οι αναμνήσεις όμως του Γιάνγκ είναι πολύτιμες τόσο για μια επιστήμονα, όσο και για τον ίδιο που μέσα από αυτές μαθαίνει πράγματα που δεν γνώριζε.
Βασισμένος στο φουτουριστικό διήγημα του Αλεξάντερ Γουάινστιν «Saying Goodbye to Yang», ο Κογκονάντα αποδεικνύει πως ο άνθρωπος, αφού μπορεί να δημιουργήσει και να κατασκευάσει ένα τρυφερό πλάσμα, όπως ο Γιανγκ, δυνάμει έχει την ικανότητα να είναι εξίσου δοτικός και τρυφερός, ενώ ταυτόχρονα περιγράφει ένα ζοφερό μέλλον.
Το τέλος, η μνήμη, η απώλεια και η διαφορετικότητα είναι κυρίαρχα σε αυτό το μελαγχολικό sci-fi, που ως επί το πλείστον διαδραματίζεται μέσα σε ένα σπίτι, οικείο για τους περισσότερους από εμάς. Η δυστοπία που επικρατεί στον κόσμο προκύπτει μόνο μέσα από τον διάλογο κι όχι από την εικόνα, προκαλώντας ένα σφίξιμο τελικά στο στομάχι, καθώς φέρνει την ιδέα μιας απόλυτης καταστροφής σε ένα τόσο γνώριμο περιβάλλον.
Ταυτόχρονα, ο Κογκονάντα αποτυπώνει δύο τρόπους που ανακαλούμε και τελικά ξαναζούμε το παρελθόν: είτε μέσα από την υποκειμενικότητα της μνήμης, που αλλάζει με τον χρόνο το ίδιο το γεγονός, είτε μέσα από την αντικειμενικότητα της ψηφιακής καταγραφής, που όμως δεν είναι περισσότερο αληθινή ή πραγματική, καθώς αποτυπώνει μόνο μια πληροφορία, κι όχι την αίσθηση του ίδιου του συμβάντος, με τον ίδιο τρόπο που ο Γιάνγκ γνωρίζει την ιστορία του τσαγιού, αλλά δεν μπορεί να απολαύσει τη γεύση του.
Έτσι αντιπαραβάλλοντας δύο πραγματικότητες, εξίσου σημαντικές στη σύγχρονη κουλτούρα, ο ιδιαίτερος αυτός δημιουργός από τη Νότιο Κορέα μιλάει για τη δύναμη του ανθρώπου να ορίζει τη ζωή του, την εγγενή του προδιάθεση στο καλό, αλλά και για την επόμενη μέρα, θέτοντας μέσα από έναν κομψό μινιμαλιστικό ρεαλισμό ηθικά διλήμματα, που αναζητούν μια απάντηση.