Μαουρίτσιο, θυμάσαι;
Συστηθήκαμε για πρώτη φορά στο σπίτι μιας (Άγιας) γυναίκας από τη φιλοζωική Ηλιουπόλεως, το οποίο είχε διαθέσει προς φιλοξενία σε αδεσποτάκια της περιοχής. Ήσουν ο 4ος -ή μήπως 5ος;- αδελφός μιας πολυπληθούς και ετερόκλητης οικογένειας, την οποία συνάντησα όταν αποφάσισα να μοιραστώ τα μόλις 60 τετραγωνικά μου με μία ζεστή, χνουδωτή μπάλα.
Σε μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν σου, έμαθα ότι δεν είχες περάσει πολύ όμορφα ως πιτσιρίκος. Ζούσες μαζί με τα αδέλφια σου λέει σε ένα γκαράζ αυτοκινήτων από το οποίο σας έδιωχναν κάθε βράδυ για να επιστρέψετε ξανά, το επόμενο πρωί, ακόμα πιο πεινασμένοι, ακόμα πιο αποφασισμένοι. Η συμμορία με τα πράσινα μάτια (το μόνο κοινό χαρακτηριστικό σε όλα τα αδέλφια) που μύριζε βενζίνη και γράσο από μακριά. Γι’ αυτό μάλλον δεν αργήσατε να τραβήξετε την προσοχή των φιλόζωων. Αν δεν βρίσκατε σπίτι ήταν θέμα χρόνου να εξαφανιστείτε όπως χιλιάδες άλλα αδέσποτα.
Θυμάσαι που έπεσα αμέσως θύμα της γοητείας και του πουρπουρίσματός σου; Η δραστήρια ουρά σου με υιοθέτησε στο τσακ μπαμ και έκτοτε μου επιτρέπεις να μένω μαζί σου, να σε φροντίζω, να σε ταΐζω και να σου κάνω τα θελήματα -λένε ότι όταν πάρεις ένα ζώο, κάποια στιγμή βρίσκεις τα κουμπιά του. Με τα αιλουροειδή συμβαίνει το αντίθετο. Βρίσκουν αυτά τα κουμπιά σου και σε χειρίζονται κατά το δοκούν.