«Οι άνθρωποι με τους οποίους πραγματικά συνδέθηκα και με βοήθησαν στην ζωή μου ήταν ο Μίνως ο Βολανάκης, ο Χρήστος ο Λαμπράκης, ο Στρατής Ανδρεάδης, σύντροφος της μητέρας μου για 45 χρόνια και η Ελένη Χατζηαργύρη, την οποία και πάντρεψα και της γνώρισα και τον άντρα της.
Αλλά τελικά είναι η μόνη, ευτυχώς, που μου έχωσε ένα κοφτερό μαχαίρι στην πλάτη. Και με είχε προειδοποιήσει ο Μινωτής. Τρώγαμε ένα βράδυ στο σπίτι του Αβέρωφ και μου λέει ο Μινωτής, “εσύ κάνεις παρέα με την Ελένη, και δεν σου έχει δώσει ακόμα μαχαιριά στην πλάτη; Περίμενέ την”. Αυτό ήταν για μένα –και γι΄αυτό το αναφέρω, κάτι που με τσάκισε. Αργότερα, πήγα στον Χορν, που δούλευε μαζί της στον “Αρχιμάστορα Σόλνες” και τον παρακάλεσα αν μπορούσε να μεσολαβήσει για να είμαι και πάλι με την Ελένη. Είχαν περάσει επτά χρόνια που δεν είχαμε μιλήσει. Δεν μπορούσα χωρίς την Ελένη –μου είχε αντικαταστήσει τον Κουν. Ο Χορν μου είπε ότι απλά “θα σας καλέσω παραμονή Πρωτοχρονιάς στο σπίτι. Εχω καλέσει και τον Καραμανλή, και θα τελειώσει το θέμα”. Και μετά γυρίζει και με κοιτάει μέσα στα μάτια και μου λέει: “Μα γιατί θέλεις να ξανα-είσαστε μαζί; Η ίδια δεν μπορεί να φέρει βόλτα τον εαυτό της, εσένα τι να σου προσφέρει;” Τι πανέξυπνος άνθρωπος που ήταν ο Χορν. Παρ΄όλα αυτά η ψυχή δεν τα άκουγε αυτά. Εκείνο το βράδυ στου Χορν με περίμενε με μια τσάντα που της είχα χαρίσει. Ξανασυνδεθήκαμε με την Ελένη και ξαναρχίσαμε την συνήθεια της καθημερινότητας: Να περνάω να την παίρνω από το σπίτι και να πηγαίνουμε στο Κολωνάκι για καφέ, να χαζεύουμε, να μιλάμε. Και μου το ξανάκανε…».
«Με την Αλίκη; Με την Αλίκη αγαπηθήκαμε, δεν μπορείς να συνδεθείς με την Αλίκη. Κρατούσε πάντα κάποια πράγματα αποκλειστικά για τον εαυτό της. Ηθελε να σου παρουσιάζει την Αλίκη που εκείνη ενέκρινε, όχι την πραγματική Αλίκη, που επίσης ενέκρινε, απολύτως, αλλά δεν ήθελε να την μοιραστεί. Ηταν καλός άνθρωπος η Αλίκη. Χαρισματικό άτομο, καταπληκτική στην κωμωδία –και δεν μιλάω για τις ταινίες, αλλά στο θέατρο, που έχω γελάσει πολύ μαζί της. Ηθελε να προχωράει, ήθελε να πηγαίνει προς Ευρώπη και στα ντυσίματά της και στα πάρτι που έκανε. Μου στάθηκε σαν φίλη μια-δύο φορές που βρέθηκα σε πάρα πολύ δύσκολη θέση, με υπερασπίστηκε. Και πάντα θα της βγάζω το καπέλο για το κουράγιο της, την δύναμή της και, δυστυχώς, και για την δυστυχία της.
Ναι, πράγματι το κωμικό ήταν έντονο και σε μένα αλλά δεν μπόρεσα να το αξιοποιήσω. Γιατί δεν υπήρχαν ανάλογοι ρόλοι γι΄αυτόν τον υπέροχο ηθοποιό που λεγόταν Αλέκος Αλεξανδράκης. Τι κωμικός που ήταν. Εφευγα από την σκηνή από τα γέλια. Ηταν τόσο χαριτωμένος και στην ζωή του».