ΤΟ ΤΩΡΑ
Και κάπως έτσι έφυγα. Μέσα μόλις σε μία εβδομάδα μάζεψα τα πράγματα μου και μετακόμισα.
Ήθελα να φύγω. Ακόμα και τώρα, σχεδόν 5 χρόνια μετά, κάθε φορά που γυρνάω πίσω είτε για να δω την οικογένειά μου είτε για διακοπές αυτή η άρνηση με βαραίνει. Το συναίσθημα της άρνησης, οι εικόνες που μοιάζουν τόσο ξένες και μακρινές, οι άνθρωποι που είναι συνδεδεμένοι με το παρελθόν αλλά και αυτοί που υπάρχουν στο παρόν και δυσκολεύομαι να κατανοήσω. (ξανά, πάντα δυσκολευόμουν, δεν φταίει μόνο το εξωτερικό, ωστόσο στην περίπτωσή μου πιθανότατα η κατάσταση χειροτέρεψε).
Μία άρνηση ακατανίκητη φερμένη από συναισθήματα που προυπήρχαν αλλά κι από αυτά που γεννήθηκαν. Ναι, μου λείπουν πράγματα, άνθρωποι, αλλά όχι καταστάσεις όχι η ζωή, όχι κάτι που να με κάνει να πονάω. Παρ’όλ αυτά κάτι σφίγγεται πάντα μέσα σου, κάθε φορά που ταξιδεύεις πίσω, κάθε φορά που ανεβαίνεις στο αεροπλάνο ή αφήνεις την πόλη σου ή αγκαλιάζεις την μητέρα σου, κάτι πονάει.
Είναι αυτός ο κόμπος που στέκεται διστακτικά στο λαιμό σα να αναρωτιέται κι αυτός ο ίδιος τι πρέπει να κάνει. Τα συναισθήματα σε πλημμυρίζουν και εδώ και εκεί. Σα να χεις δυο πατρίδες, όταν βρίσκεσαι στη μία αναζητάς την άλλη κι όταν είσαι αγκαλιά με την άλλη, κάπου μέσα σου, φαντασιώνεσαι την πρώτη. Και στις δύο είσαι ξένος, εκεί τουρίστας, εδώ μετανάστης.
Είναι αστείο αλλά όταν ακούς, όταν φαντασιώνεσαι, όταν οραματίζεσαι κανείς δεν έρχεται να σου πει, ε ψιτ, δεν είναι έτσι ακριβώς τα πράγματα. Όχι, πρέπει να το ζήσεις.
Κι όμως, εδώ ένιωσα για πρώτη φορά ανεξάρτητη, πάτησα στα πόδια μου, άλλαξα ιδέες, πεποιθήσεις, άλλαξε ο τρόπος που βλέπω τα πράγματα και αντιμετωπίζω καταστάσεις. Άλλαξα. Το ήθελα, το λαχταρούσα. Η νοοτροπία είναι άλλη, οι άνθρωποι, οι λέξεις, η γλώσσα, όλα σε αλλάζουν, θες δε θες.
Αναθεώρησα ολόκληρη τη ζωή μου και είμαι ευγνώμων που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία αλλά όχι, μη γελιόμαστε, παράδεισος δεν είναι, πουθενά δεν είναι αν δεν τον δημιουργήσεις εσύ κι εγώ δεν φημίζομαι γι΄ αυτή την αισιόδοξη πλευρά μου.
Θα μου επιτρέψετε να μη μιλήσω για τα κοινότυπα, είπα να κρατήσω αυτό το κείμενο λίγο πιο εμπνευσμένο και προσωπικό μια που μου δόθηκε η ευκαιρία να γράψω δυο λόγια.
Δεν θα μιλήσω για τα προνόμια, την ποιότητα ζωής, την γραφειοκρατία που δεν υπάρχει, τον σεβασμό που σου δείχνουν και τις ευκαιρίες που σου δίνονται στο εξωτερικό. Πολλά από αυτά τα έχετε ακούσει χιλιάδες φορές.
Κι η αλήθεια είναι ότι όλα τα παραπάνω υπάρχουν κι εδώ. Και τα άσχημα αλλά και τα καλά. Σε άλλο βαθμό, υπό άλλες συνθήκες αλλά όπως προείπα, δεν είναι παράδεισος και πρέπει να το αποδεχτείς πολύ νωρίς αυτό.
Στη δουλειά μου έμαθα να συναλλάσσομαι με ανθρώπους από διαφορετικές εθνικότητες, να γελάω με τα αστεία τους, να γιορτάζω με τις γιορτές τους, να ακούω την γλώσσα τους στους διαδρόμους και να τους απαντάω επίσης στη γλώσσα τους, να σέβομαι την θρησκεία τους. Δεν μπορείς να τα φανταστείς αυτά ακόμα κι αν κάποιος σου έλεγε ότι κάποια στιγμή θα τα βιώσεις.
Ολα όμως μετά από καιρό τα απομυθοποιείς. Όταν συνειδητοποιείς ότι παντού υπάρχουν ψεγάδια. Κι έτσι κι αυτό, γίνεται ρουτίνα και μόνο κάποιες φορές όταν κάτι υπέροχο συμβαίνει ταρακουνάς τον εαυτό σου, κοιτάς στον καθρέφτη και λες πως βρέθηκα εδώ. Είναι λίγες όμως αυτές οι στιγμές γι’αυτό και πολύτιμες.
Αντίθετα οι στιγμές της μοναξιάς είναι άπλετες. Όχι ότι με τρόμαξε ποτέ αυτό. Όχι ότι η μοναξιά δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Αλλά μη γελιέστε, δεν εντάσσεσαι εύκολα σε μία κοινωνία ειδικά όταν αυτή είναι τόσο sui generis όσο στην πόλη που ζω.
Τη μοναξιά πρέπει να ξέρεις να την χειριστείς κι αν δεν ήξερες από πριν πρέπει να μάθεις, διαφορετικά θα σε κατασπαράξει ολόκληρο. Είναι αδυσώπητη. Ώρες ώρες είναι αυτή που κάνει κουμάντο και κινεί τα νήματα και χρειάζεται γερά νεύρα για να την τιθασεύσεις. Εγώ λέω ότι τα έχω βρει μαζί της αλλά και πάλι ποιος με πιστεύει.