Κινηματογραφικές πρεμιέρες

Πρεμιέρες: Σάντρα Μπούλοκ, Τσάνινγκ Τέιτουμ και Μπραντ Πιτ αναζητούν τη «Χαμένη Πόλη»

Αυτή την εβδομάδα, η Σάντρα Μπούλοκ, οΤσάνινγκ Τέιτουμ και ο Μπραντ Πιτ ζουν μια περιπέτεια στη ζούγκλα, ο Ντανιέλ Οτέιγ και ο Ζιλ Λελούς συναντιούνται σε ένα γαλλικό δράμα εποχής, ενώ μια ιστορία μνήμης και χειραφέτησης με φόντο το Κόσοβο κι ένα ελληνικό docufixion, που μας ταξιδεύει πίσω στο 1821, έρχονται στις αίθουσες.

Χαμένη Πόλη (The Lost City)

Σκηνοθεσία:  Άνταμ Νι και Άαρον Νι

Παίζουν: Σάντρα Μπούλοκ, Τσάνινγκ Τέιτουμ, Ντάνιελ Ράντκλιφ, Νταβάιν Τζόι Ράντολφ, Όσκαρ Νούνιες, Πάτι Χάρισον, Μπόουεν Γιάνγκ

Περίληψη: Η Λορέτα Σέιτζ, συγγραφέας ρομαντικών μυθιστορημάτων,πέφτει θύμα απαγωγής από έναν εκκεντρικό δισεκατομμυριούχο και βρίσκεται σε ένα απομακρυσμένο νησί στον Ατλαντικό που πρόκειται να καταστραφεί από ένα ηφαίστειο. Τότε ο Άλαν, το μοντέλο που φιγουράρει στα εξώφυλλα των βιβλίων της, αναλαμβάνει να τη σώσει.

Η Σάντρα Μπούλοκ και ο Τσάνινγκ Τέιτουμ ζουν μια ξεκαρδιστική περιπέτεια σε ένα απομακρυσμένο νησί του Ατλαντικού, με τη συντροφιά του Μπραντ Πιτ και του Ντάνιελ Ράντκλιφ.

Η μοναχική συγγραφέας Λορέτα Σέιτζ έχει αφιερώσει την καριέρα της, γράφοντας εμπορικές ρομαντικές περιπέτειες σε εξωτικά μέρη με πρωταγωνιστή το πανέμορφο μοντέλο Άλαν, ο οποίος ερμηνεύει τον χαρακτήρα του «Ντας». Μόνο που η Λορέτα τους έχει βαρεθεί πλέον και τους δύο. Στη διάρκεια όμως ενός προωθητικού ταξιδιού, θα πέσει θύμα απαγωγής ενός εκκεντρικού δισεκατομμυριούχου, ο οποίος ελπίζει πως μπορεί να τον οδηγήσει στον θησαυρό της χαμένης αρχαίας πόλης του τελευταίου μυθιστορήματός της. Ο Άλαν, θέλοντας να αποδείξει τον ηρωισμό του και στην πραγματική ζωή, θα αναλάβει να την απελευθερώσει με τη βοήθεια ενός γκουρού του διαλογισμού. Έτσι, ο μυθιστορηματικός κόσμος της Λορέτα μετατρέπεται σε μια real-life περιπέτεια μέσα στη ζούγκλα.

Βασισμένοι στο βιβλίο του Σεθ Γκόρντον, οι Άνταμ και Άαρον Νι ενορχηστρώνουν ένα λαμπερό all cast (μάλιστα ο Μπραντ Πιτ έκλεισε στην ταινία μέσω της κομμώτριάς του, που δουλεύει και για την Μπούλοκ, με την υπόσχεση πως κι εκείνη με τη σειρά της θα κάνει ένα πέρασμα από το δικό του «Βullet Τrain») και πιστοί στην παράδοση των κωμικών περιπετειών, συνδυάζουν δράση αλά Ιντιάνα Τζόουνς, ανάλαφρο χιούμορ και την απαραίτητη  δόση ρομάντζου, προσφέροντας απενοχοποιημένο fun. Μέσω δε του χαρακτήρα του Άλαν, προκρίνουν τη συναισθηματική νοημοσύνη απέναντι σε στερεότυπα περί του «ιδανικού άνδρα», ακολουθώντας τη λογική της νέας εποχής, που θέλει να απεγκλωβιστεί από την τυραννία της «τελειότητας».

Το μεγάλο ατού της ταινίας, που δεν αποφεύγει τα κλισέ, αλλά σηματοδοτεί την επιστροφή της Μπούλοκ και του Τέιτουμ στις ρομαντικές κομεντί, είναι πως κανείς δεν παίρνει σοβαρά τον εαυτό του, αποδεικνύοντας πως δεν χρειάζεται να ανακαλύψει κανείς την Αμερική για να κάνει μια διασκεδαστική περιπέτεια.

Χαμένη Πόλη (The Lost City)

Τρέιλερ:

Αντίο, κύριε Χάφμαν (Farewell Mr. Haffman)

Σκηνοθεσία: Φρεντ Καβαγιέ

Παίζουν: Ντανιέλ Οτέιγ, Ζιλ Λελούς, Σαρά Ζιραντό, Νικολάι Κίνσκι

Περίληψη: Παρίσι 1941. Ο Φράνσουα Μερσιέ, ένας συνηθισμένος άντρας με μόνο σκοπό να κάνει οικογένεια με την αγαπημένη του Μπλανς, εργάζεται για τον κύριο Χάφμαν, έναν ταλαντούχο Εβραίο κοσμηματοπώλη. Υπό τη σκιά της γερμανικής Κατοχής, εργοδότης και υπάλληλος αναγκάζονται να συνάψουν μία συμφωνία, που με το πέρασμα του χρόνου θα επηρεάσει τη ζωή τους ανεπανόρθωτα.

Αντίο, κύριε Χάφμαν (Farewell Mr. Haffman)

Τρέιλερ

Ο Φρεντ Καβαγιέ μεταφέρει το θεατρικό έργο του Ζαν-Φιλιπ Νταγκέρ με τον Ντανιέλ Οτέιγ και τον Ζιλ Λελούς στη μεγάλη οθόνη.

Ο κύριος Χάφμαν, ένας εύπορος Εβραίος κοσμηματοπώλης και τεχνίτης από τους λίγους, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το μαγαζί και το σπίτι του, προκειμένου να σώσει την οικογένειά του. Ο Γάλλος βοηθός, ο Φρανσουά  Μερσιέ, μοιάζει η μόνη σανίδα σωτηρίας του. Έτσι του πουλάει εικονικά  την περιουσία του, υπό την προϋπόθεση πως στο τέλος του πολέμου θα την πάρει πίσω με το αζημίωτο. Τη μέρα όμως που προσπαθεί να δραπετεύσει, οι ναζιστικές δυνάμεις  έχουν μπλοκάρει τους δρόμους, οπότε ο κύριος Χάφμαν βρίσκεται εγκλωβισμένος στο υπόγειο του σπιτιού του. Ο Φρανσουά και η γυναίκα του, με την οποία δεν μπορούν κάνουν παιδιά, έχουν μετακομίσει στο πάνω πάτωμα  και φροντίζουν τον πρώην εργοδότη  τους. Η ανάγκη από τη μία του κυρίου Χάφμαν να επικοινωνήσει με την οικογένειά του και η βαθιά επιθυμία του Φρανσουά από την άλλη να αποκτήσει έναν απόγονο θα τους φέρει αντιμέτωπους με ηθικά διλήμματα.

Συνήθως, τα ιστορικά δράματα με φόντο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επικεντρώνονται  στις θηριωδίες των Ναζί. Ο Ντάγκερ όμως και μαζί του ο Καβαγιέ εστιάζουν σε μια λιγότερο γνωστή πλευρά: αυτή των προδοτών των ανθρώπων που ευνοήθηκαν από το καθεστώς, ή των απλών πολιτών που έκλεισαν τα μάτια και τελικά με την ανοχή τους έγιναν συνένοχοι. Ο Φρανσουά, ένας φιλήσυχος άνθρωπος, που θέλει απλώς να ζει τον έρωτά του με την αγαπημένη του, μετατρέπεται όχι από πολιτική ιδεολογία, αλλά από αμοραλιστική αντίληψη σχετικά με την ευτυχία, σε ένα πλάσμα που οδηγείται από τη φιλοδοξία και στήνει ένα παράδοξο τρίγωνο, φτάνοντας τον ίδιο και τους γύρω του στα όρια.

Ο έμπειρος στα ψυχολογικά θρίλερ Καβαγιέ («Τρεις  ώρες διορία», «Λάθος στο λάθος»), περιορίζοντας κατά βάση τη δράση του σε ένα σπίτι, καταφέρνει να αποδώσει την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα μιας Κατοχής και το πώς ο εγκλεισμός αυτός επιδρά στην ψυχολογία, ενώ ταυτόχρονα  διαχειρίζεται επιδέξια τα ηθικά διλήμματα και τις μεταστροφές των ηρώων του, που όλοι μέσα σε αυτή την υπόθεση χάνουν, ή βρίσκουν τον πραγματικό τους εαυτό.

Οι κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας αποδεικνύονται καθοριστικές, όχι μόνο για την ανθρώπινη μοίρα, αλλά και για τη βούληση και τη συνείδησή μας, και ο Γάλλος δημιουργός μακριά από επιφανειακούς συσχετισμούς και διδακτικούς τόνους, φροντίζει  με υπαινικτικές παύσεις και αμφίρροπες ισορροπίες, που ερμηνεύουν υποδειγματικά οι ηθοποιοί του, να υπενθυμίζει το θέμα της συλλογικής ευθύνη και της προσωπικής επιλογής. Ο ίδιος δεν παίρνει θέση, δεν κρίνει τους ήρωές του, ούτε τις αποφάσεις  τους, μόνο τις εκθέτει, χωρίς να τους στερεί τις ρωγμές, αφήνοντας τελικά εμάς να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα.

Η βασίλισσα της κυψέλης (Hive)

Σκηνοθεσία: Μπλέρτα Μπασόλι

 Παίζουν: Ίλκα Γκάσι, Τσουν Λάιτσι, Αουρίτα Αγκούσι, Κουμρίε Χότζα

Η βασίλισσα της κυψέλης (Hive)

Τρέιλερ:

Περίληψη: Ο άντρας της Φαρίγε αγνοείται από τότε που ξέσπασε πόλεμος στο Κόσοβο. Μαζί με τη θλίψη τους για τον χαμό του, η οικογένεια έχει να αντιμετωπίσει και πολλές οικονομικές δυσκολίες. Τότε, η Φαρίγε ξεκινά μια μικρή αγροτική επιχείρηση. Στην κλειστή, πατριαρχική κοινωνία όπου ζει όμως, η προσπάθειά της αντιμετωπίζεται πολύ αρνητικά.

Mια αληθινή ιστορία γυναικείας χειραφέτησης, που αποτελεί την πρόταση του Κοσόβου για τα φετινά Όσκαρ και θριάμβευσε στο Φεστιβάλ του Sundance, αποσπώντας τρία βράβευα στο  διεθνές τμήμα «Παγκόσμιο Σινεμά», καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ.

Η πραγματική Φαρίγε Χότ, στην ιστορία της οποίας βασίστηκε η Μπασόλι, εργαζόταν ως μοδίστρα, αλλά εξαιτίας του πολέμου έζησε λίγα χρόνια με τον άνδρα της. Όταν σερβικές παραστρατιωτικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, κατέλαβαν το Πριζρέν και το Ραχοβέτς, για να σωθεί διέφυγε με τα παιδιά της στην Αλβανία. Μετά από τον πόλεμο επέστρεψε στο Κόσοβο και ίδρυσε έναν γυναικείο συνεταιρισμό, που σήμερα πλέον θεωρείται σημαντική εξαγωγική  μονάδα.

Η Φαρίγε της Μπασόλι τώρα είναι η γυναίκα ενός από τους εκατοντάδες αγνοούμενους, που ζει με τον ανάπηρο πεθερό και τα δυο της παιδιά. Φροντίζει τα μελίσσια του συζύγου της και μαζί με τον πατέρα του εμπορεύονται το μέλι. Όμως η οικογένεια αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Η Φαρίγε με τη βοήθεια του γυναικείου συνεταιρισμού του χωριού αποκτάει δίπλωμα οδήγησης, πράγμα για το οποίο οι συγχωριανοί της την επικρίνουν, και ταυτόχρονα κλείνει μια κερδοφόρα  συμφωνία με  ένα σουπερμάρκετ. Δουλειά της είναι να κατασκευάζει αϊβάρ, μια παραδοσιακή σάλτσα από πιπεριές, που θα πωλείται ως ντόπιο προϊόν. Το παράδειγμά της ακολουθούν κι άλλες γυναίκες, οι περισσότερες  στα κρυφά, καθώς σε μια πατριαρχική κοινωνία καμιά τους δεν επιτρέπεται να έχει δικά της λεφτά. Η Φαρίγε όμως επιμένει, παρόλο που δέχεται κάθε είδους επιθέσεις, ακόμα και απόπειρα βιασμού, διεκδικώντας το δικαίωμά της  α επιβιώσει και να θρηνεί την απώλεια, όπως εκείνη πιστεύει.

Η Μπασόλι με την κάμερά της διεισδύει στα άδυτα αυτής της κοινότητας, καταγράφοντας με ρεαλισμό τον αγώνα αξιοθαύμαστων γυναικών, που δεν κάνουν ακτιβισμό, αλλά παλεύουν να αποκτήσουν τη δική τους ταυτότητα και να συνεχίσουν με τη ζωή τους. Μέσα από τη δική τους ιστορία ελλοχεύει, μια άλλη μεγαλύτερη, αυτή της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματά της και να προχωρήσει, όπως ακριβώς και ο ηρωίδες της.

Τελευταίο Ταξίδι

Σκηνοθεσία: Άρης Χατζηστεφάνου

Αφήγηση: Γιάννης Αγγελάκας, Όλια Λαζαρίδου

Τρέιλερ

Περίληψη: Αφιέρωμα σε δύο ταξίδια, που καθόρισαν την φιλοσοφική και πολιτική σκέψη του Καζαντζάκη και του κόστισαν τη ζωή.

Ο δημοσιογράφος Αρης Χατζηστεφάνου ακολουθεί τα βήματα του Νίκου Καζαντζάκη στην Ιαπωνία, μέσα από ένα ιδιαίτερο ντοκιμαντέρ, που απέσπασε το Βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Εξήντα πέντε χρόνια μετά από τον θάνατο του μεγάλου συγγραφέα, ο Χατζηστεφάνου εξερευνά δυο από τα ταξίδια, που πραγματοποίησε στην Ιαπωνία πριν και μετά από  τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία καθόρισαν τη σκέψη του.

Ο  Γιάννης Αγγελάκας με την υποβλητική του αφήγηση, ως διανοητής ροκ κήρυκας, και η Όλια Λαζαρίδου διαβάζουν αποσπάσματα από τις σημειώσεις του Νίκου και της Ελένης Καζαντζάκη, ενώ η κάμερα «σχολιάζει» μεπολιτική ματιά τον κόσμο, που θα συναντούσε το ζευγάρι σήμερα στα ταξίδια τους. Οι παλιοί αχθοφόροι αφήνουν τις χειράμαξες και γίνονται ντελίβερι, ενώ μια πανδημία ξεκινά – τότε όπως και τώρα – από την Ασία για να σαρώσει ολόκληρο τον πλανήτη.

Τα γυρίσματα στην Ιαπωνία διήρκησαν έναν  χρόνο και εμπλουτίζονται με στιγμιότυπα από anime, video games και ιαπωνικά manga με τον Χατζηστεφάνου να αντιπαραβάλλει μέσα από ασπρόμαυρες εικόνες την παραδοσιακή Ιαπωνία με τον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο.

Ο λόγος του Καζαντζάκη, που στοχάζεται πάνω στο τι σημαίνει τελικά πρόοδος, λειτούργει αντιστικτικά με την εικόνα και δημιουργεί ασυνείδητους συνειρμούς, σχετικά με την ανάπτυξη, αλλά και την εξαθλίωση που επιφέρει. Ο Χατζηστεφάνου μοιράζεται απλόχερα μαζί μας τον προσωπικό του διάλογο με ένα ανάγνωσμα, που τον αφορά («Ταξιδεύοντας: Ιαπωνία, Κίνα») και έτσι μας εισάγει σε έναν ενδιαφέροντα τρόπο προσέγγισης  της διακειμενικότητας, που δεν προκύπτει από κάποιο άλλο κείμενο, αλλά από μια απτή πραγματικότητα.

1821: Άνεμος Ελευθερίας

Σκηνοθεσία:  Στέλιος Χαραλαμπόπουλος

Παίζουν: Τίμος Παπαδόπουλος, Σήφης Πολυζωίδης, Πάνος Κυπαρίσσης,Ρηνιώ Κυριαζή, Γιάννης Αναστασάκης, Λευτέρης Τσάτσης

Τρέιλερ

Περίληψη: Η δράση του Ιωάννη Φίλωνα, ενός εμπόρου, ανώτερου στελέχους της Φιλικής Εταιρείας στην προεπαναστατική Πελοπόννησο και στις περιοχές διασποράς του Ελληνισμού. Μάνη, Μεσσηνία, Τεργέστη, Βιέννη, Ιάσιο, Κωνσταντινούπολη γίνονται σταθμοί και οδόσημα στο ταξίδι του, αλλά κυρίως σιωπηλοί μάρτυρες της συνωμοτικής δραστηριότητας ενός φλογερού επαναστάτη.

Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος υπογράφει τη μοναδική μυθοπλαστική ταινία, αφιερωμένη στην επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.

Στο ίχνος του Χρόνου

Σκηνοθεσία: Διονυσία Κοπανά

Τρέιλερ

Περίληψη: Μια ταινία για τη γοητεία της αρχαιολογίας και της ανασκαφής, μέσα από το post mortem πορτρέτο του σημαντικού αρχαιολόγου Γιάννη Σακελλαράκη.

Ντοκιμαντέρ της Διονυσίας Κοπανά, εμπνευσμένο από το έργο του μεγάλου αρχαιολόγου Γιάννη Σακελλαράκη, που με τις ανασκαφές του έφερε στο φως πολύτιμες πληροφορίες για τον μινωικό πολιτισμό.

Το πορτρέτο του ανθρώπου που στιγμάτισε με τη σκέψη και τη δράση την επιστήμη της αρχαιολογίας επιχειρεί η Κοπανά. Έτσι στήνει μια κινηματογραφική ανασκαφή, αναζητώντας θραύσματα που συνθέτουν τελικά την προσωπικότητά του, μέσα από τα πρόσωπα που συναντήθηκαν μαζί του, τους τόπους όπου δούλεψε, τα ευρήματα που εκείνος έφερε στο φως, τις δικές του ποιητικές και άκρως γοητευτικές εξομολογήσεις, που η σκηνοθέτις κατέγραψε πριν από τον θάνατό του, αλλά και άγνωστες ιστορίες, όπως τότε που έβαλε τα μέλη της ανασκαφής να νηστέψουν πριν από την ανακάλυψη μιας τρομακτικής ανθρωποθυσίας από το μακρινό παρελθόν.

Κι όπως ο Σακελλαράκης πάντα προέκρινε τον άνθρωπο ως το πιο σημαντικό εύρημα και τη μνήμη ως υπέρτατη αξία, με τον ίδιο τρόπο η Κοπάνα, που είναι κόρη αρχαιολόγου, κάνει ένα καλά μελετημένο και πλήρως εμπεριστατωμένο αφιέρωμα σε έναν άνθρωπο,που η χώρα μας του χρωστάει πολλά, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα ενδιαφέροντα περιστατικά, αλλά και τη μαγεία της ίδιας της ανασκαφής.

Παίζεται ακόμα:

Τα κακά παιδιά (Τhe Bad Guys)

Προβάλλεται στους κινηματογράφους και η μεταγλωττισμένη και η αγγλόφωνη εκδοχή της με ελληνικούς υπότιτλους.

Σκηνοθεσία: Πιερ Περιφέλ

Με τις φωνές των: Σαμ Ρόκγουελ, Awkwafina, Μαρκ Μάρον, Κραίγκ Ρομπινσον, Ρίτσαντ Αγιοάντε 

Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Κατερίνας Τσάβαλου, Ντένη Μακρή, Άγγελου  Λιάγκου, Θάνου Λέκκα, Χάρη Γρηγορόπουλου

Tρέιλερ

Περίληψη: Μια πενταμελής εγκληματική συμμορία από ζωάκια ετοιμάζεται να επιχειρήσει την πιο δύσκολη κομπίνα της: να γίνουν όλα τα μέλη της υποδειγματικοί πολίτες.

Η νέα κωμωδία δράσης της DreamWorks Animation, που βασίζεται στη διάσημη σειρά παιδικών βιβλίων του Άαρον Μπλέιμπι.

Ποτέ στην ιστορία των κακοποιών δεν έχει υπάρξει άλλη παρέα πέντε φίλων τόσο διαβόητη όσο αυτή των «Κακών Παιδιών», που αποτελείται από τον επιτήδειο πορτοφολά Κύριο Λύκο, τον έμπειρο διαρρήκτη χρηματοκιβωτίων Κύριο Φίδι, τον χαλαρό άρχοντα της μεταμφίεσης Κύριο Καρχαρία, τον ευέξαπτο Κύριο Πιράνχα και την ετοιμόλογη, ευφυή χάκερ Κυρία Ταραντούλα. Μαζί οργανώνουν εντυπωσιακές ληστείες και πάντα καταφέρνουν να ξεγλιστράνε, γι’ αυτό και βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με τους πιο καταζητούμενους κακοποιούς. Αυτό όμως θα αλλάξει.

Γιατί έπειτα από αμέτρητες επιτυχημένες διαρρήξεις, η συμμορία τελικά συλλαμβάνεται και ο Κύριος Λύκος κάνει μια συμφωνία (την οποία δεν έχει πρόθεση να τηρήσει), προκειμένου να γλυτώσουν τη φυλακή: Τα Κακά Παιδιά θα γίνουν καλά. Υπό την κηδεμονία του μέντορά τους, του καθηγητή Μαρμελάδα, ενός αλαζονικού αλλά αξιολάτρευτου πειραματόζωου, ξεκινούν να ξεγελάνε τον κόσμο, προσποιούμενα πως έχουν μεταμορφωθεί.

Ταυτόχρονα, παρακολουθούν τα μαθήματα του καθηγητή, υποκρινόμενοι πως πλέον έχουν μόνο το καλό στο μυαλό τους. Στην πορεία όμως, ο Κύριος Λύκος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι πράττοντας το καλό, κερδίζει αυτό που πάντα αποζητούσε: την αποδοχή των άλλων. Η συμμορία αρχικά νιώθει προδομένη και προσπαθεί να τον μεταπείσει, ώσπου εμφανίζεται ένας νέος κακός και απειλεί την πόλη. Θα τα καταφέρει τότε να πείσει την υπόλοιπη συμμορία να γίνουν... Καλά Παιδιά;

Οι δημιουργοί της ταινίας δούλεψαν σκληρά για να δημιουργήσουν μια ατμόσφαιρα που θα γοήτευε τους μικρούς θεατές, αλλά και θα «έπαιζε» με τις σεναριακές ιδέες γύρω από τα όρια του τυπικά «καλού» και των στερεότυπων του «κακού». Μάλιστα, άντλησαν έμπνευση από τις σκηνές δράσης και το χιούμορ των ταινιών του Σόντερμπεργκ, του Ταραντίνο και του Γκάι Ρίτσι.