η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη ως Φόνισσα
Φωτογραφία: Φόνισσα
ΣΙΝΕΜΑ

Οι ταινίες της εβδομάδας: H Καρυοφυλλιά Καραμπέτη γίνεται η "Φόνισσα" του Παπαδιαμάντη στην πολυαναμενόμενη ταινία


Αυτή την εβδομάδα, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη υπό τις υποδείξεις της Εύας Νάθενα γίνεται η «Φόνισσα»του Παπαδιαμάντη, ο Άκι Καουρισμάκι υπογράφει μια μελαγχολική  ρομαντική ιστορία, βραβευμένη στις Κάννες, ενώ ο Τομ Βολf μέσα από το ντοκιμαντέρ «Callas - Paris, 1958» φέρνει στο φως το ντεμπούτο της θρυλική ντίβας στην Πόλη του Φωτός.

Φόνισσα

Σκηνοθεσία: Εύα Νάθενα

Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μαρία Πρωτόπαππα, Έλενα Τοπαλίδου, Πηνελόπη Τσιλίκα, Γεωργιάννα Νταλάρα, Χρήστος Στέργιογλου, Στάθης Σταμουλακάτος, Δημήτρης Ήμελλος, Μάνια Παπαδημητρίου, Χριστίνα Μαξούρη, Όλγα Δαμάνη, Ερση Μαλικένζου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Αγορίτσα Οικονόμου

Περίληψη: Η χήρα Φραγκογιαννού έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία της του 1900. Μέσα της όμως, αντιστέκεται και, τελικά, επαναστατεί έμπρακτα. Αντιτίθεται στον ηθικό νόμο της τοπικής κοινωνίας και αποφασίζει να «λυτρώσει» όσα περισσότερα κορίτσια μπορεί.

Το αξεπέραστο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη με τη ματιά της Εύας Νάθενα, που απέσπασε έξι συνολικά βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ανάμεσά τους αυτά του κοινού και των διεθνών κριτικών.

Σε ένα δυστοπικό νησί της Ελλάδας γύρω στο 1900, η Χαδούλα, χήρα Ιωάννου Φράγκου, γνωστή και ως Φραγκογιαννού, είναι μια γυναίκα που έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία, υπηρετώντας αυτό που της έμαθε η μητέρα της –διαιωνίζοντας με αυτό τον τρόπο την υποτίμηση και την κατώτερη μοίρα της γυναίκας. Όμως, η Χαδούλα επαναστατεί μέσα της και αυτό δεν θα αργήσει να την οδηγήσει στο έγκλημα. Τα μικρά κορίτσια του νησιού γίνονται θύματα του ξεσπάσματός της. Αφαιρώντας τους τη ζωή, η ίδια νιώθει ότι τα απαλλάσσει από το κοινωνικό φορτίο, που η ύπαρξή τους επιφέρει. Όταν οι πράξεις της τη φέρνουν αντιμέτωπη με τον νόμο, εγκαταλείπει το σπίτιτης και βρίσκει καταφύγιο στη φύση. Όσο και αν η ηθική της τής υπαγορεύει ότι έπραξε σωστά, στην πραγματικότητα το χρόνιο τραύμα της την ακολουθεί παντού. Αναπόφευκτα, το τέλος έρχεται σαν λύτρωση.

Όταν ο Παπαδιαμάντης πρωτοδημοσίευσε τη νουβέλα του, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, καθώς αποκαθήλωσε την εικόνα της μητρότητας και έβαλε φωτιά στα θεμέλια μιας κοινωνίας κομμένης και ραμμένης στα μέτρα των ανδρών. Έκτοτε το διάσημο διήγημά του γνώρισε πολλές θεατρικές διασκευές και μία κινηματογραφική μεταφορά  από τον Κώστα Φέρρη με τη Μαρία Αλκαίου στον κεντρικό ρόλο.

Με βασικό της άξονα την πρωτοποριακή θέση του μεγάλου Έλληνα λογοτέχνη σχετικά με τη θέση της γυναίκας, τη χειραφέτησή της αλλά καιτην ηθική διαπραγμάτευση ενός στυγερού εγκλήματος, που μπορεί μεν να εκτελεί η Φραγκογιαννού, αλλά έχει τις ρίζες της σε παγιωμένες  αντιλήψεις , η διακεκριμένη σκηνογράφος και ενδυματολόγος Εύα Νάθενα στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο αντιμετωπίζει αυτή την αστυνομική υπόθεση ως μία αρχαία τραγωδία.

Ένας χορός γυναικών περιβάλλειτη Φραγκογιαννού, που ενάντια στο σύστημα και με μόνο σύμμαχό της τη φύση, αναζητά τη δικαιοσύνη και τη λύτρωση μέσα από μία στυγερή, καταδικαστέα πράξη. Παράλληλα,το φάντασμα της μητέρας της, που την ταλαιπωρεί και τη στοιχειώνει σε κάθετης βήμα, αποτελεί μία ευφυής  παρέμβαση στο αρχικό κείμενο- το σενάριο υπογράφει η Κατερίνα Μπέη- που υπογραμμίζει με εφιαλτικό τρόπο το πώς τελικά η πατριαρχία εμποτίζει ακόμη και το γυναικείο φύλο.

Σε ένα τοπίο γεμάτο πέτρα και εκτυφλωτικό φως λοιπόν, η Φρραγκογιαννού, που ερμηνεύει εξαιρετικά Καρυοφυλλιά Καραμπέτη σε έναν ακόμη σημαντικό κινηματογραφικό της ρόλο, γίνεται ένα σύμβολο επανάστασης και απελπισίας απέναντι σε μία κοινωνία, που έχει καταδικάσει σε θάνατο πνευματικά όλες τις γυναίκες, πολύ πριν εκείνη καταφύγει στο έγκλημα.

Η Νάθενα με άψογη αισθητική, επενδύει σε εικαστικές εικόνες και καταφέρνει όχι απλώς να αναπαραστήσει την ατμόσφαιρα μιας εποχής, αλλά να φτιάξει ένα παραμύθι γεμάτο σύμβολα, με υποβλητικές ατμόσφαιρες, που γίνεται διαχρονικό και σύγχρονο, χωρίς περιττούς εκμοντερνισμούς, ή πιασάρικα φολκλόρ στοιχεία. Επιστρατεύοντας ένα επιτελείο εξαιρετικών ηθοποιών -από τον Δημήτρη  έως τη Μάνια Παπαδημητρίου- στους δεύτερους ρόλους και έχοντας μία φιλόδοξη γιατα ελληνικά δεδομένα παραγωγή στη διάθεσή της,τελικά καταφέρνει να μιλήσει για ένα θέμα, που αγγίζει τη σημερινή κοινωνία, χωρίς να αλλοιώνει καθόλου την αρχική της πηγή.

Πεσμένα Φύλλα (Kuolleet Lehdet /Fallen Leaves)

Σκηνοθεσία: Άκι Καουρισμάκι

Παίζουν: Άλμα Πόιστι, Γιούσι Βάτανεν, Αλίνα Τομνίκοφ

Περίληψη: Δύο μοναχικοί άνθρωποι συναντιούνται τυχαία στο Ελσίνκι και ερωτεύονται κεραυνοβόλα. Η ζωή όμως τους επιφυλάσσει μια γλυκιά φάρσα,την οποία θα πρέπει να ξεπεράσουν, εάν θέλουν πράγματι να σμίξουν.

Ο Άκι Καουρισμάκι επιστρέφει μετά από οχτώ  χρόνια με ένα love story για την αλληλεγγύη, το σινεμά και την ελπίδα, κερδίζοντας το Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες.

Δυο μοναχικοί και φαινομενικά αταίριαστοι άνθρωποι-εκείνη μια όμορφη γυναίκα, που κάνει όποια δουλειά βρει για να επιβιώσει, κι εκείνος ένας εργάτης, που προσπαθεί να κόψει το πότο-συναντιούνται τυχαία μια νύχτα στο Ελσίνκι και προσπαθούν να βρουν τον απόλυτο έρωτα της ζωής τους κόντρα σε μία καταιγίδα κακοτυχίας. Τι γίνεται όμως, όταν εκείνος χάνει τον αριθμό του τηλεφώνου της;

Ο μεγάλος Φινλανδός auter μετη ρετρό αισθητική του, που παραπέμπει στη δεκαετία του ‘50 αν και η ιστορία του εκτυλίσσεται στο σήμερα, αφού οι ήρωες του έχουν κινητά και ακούνε στο ραδιόφωνο νέα από τον πόλεμο της Ουκρανίας, ακολουθεί τις διαδρομές δύο ανθρώπων της εργατικής τάξης με οικονομικά προβλήματα, που συγκρούονται με το σκανδιναβικό πρότυπο της ευμάρειας, όπως οι περισσότεροι το έχουν στο μυαλό τους.

Οι ήρωές του, εσωστρεφείς, με ελάχιστα μειδιάματα, που προδίδουν μία χαρά την οποία και οι ίδιοι αδυνατούν να πιστέψουν, μπλέκονται στα παιχνίδια της τύχης και κόντρα στην εικόνα του απόλυτου looser, γίνονται τελικά οι νικητές της ζωής, αφού καταφέρνουν να βρουν την ελπίδα και ένα χέρι να κρατούν τις πιο δύσκολες ώρες.

Με αυτό τον τρυφερό τρόπο, ο Καουρισμάκι,που εντέχνως περνάει έμμεσα το πολιτικό του σχόλιο σχετικά με την κοινωνική ανισότητα και τον πόλεμο, στέλνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας σε έναν κόσμο αποστειρωμένο, απειλητικό και εχθρικό για όποιον δεν έχει χρήματα και δύναμη, αλλά που κρύβει κάτω από την επιφάνεια μια θερμή καρδιά, η οποία εξακολουθεί να χτυπάει δυνατά.

Κι αν αυτή δεν είναι η καλύτερη ταινία της καριέρας του, σίγουρα διατηρεί πολλά από τα χαρακτηριστικά της φιλμογραφίας του και κυρίως τον σπάνιο ανθρωποκεντρισμό του, που τον διακρίνει σε κάθε βήμα του, κατατάσσοντάς τον ανάμεσα στους πιο σημαντικούς Ευρωπαίους σκηνοθέτες της εποχής μας.

Σιωπηλή Οργή (Silent Night)

Σκηνοθεσία: Τζον Γου

Παίζουν: Τζόελ Κίναμαν, Καταλίνα Σαντίνο Μορένο, Κιντ Κάντι

Περίληψη: Ο Γκόντλοκ δεν κάνει συμβατικά σχέδια γι' αυτά τα Χριστούγεννα: λαβωμένος από το πένθος, βρίσκει ευκαιρία να εκδικηθεί, βάζοντας στο στόχαστρο μια σκληροτράχηλη συμμορία.

Ο Τζον Γου («Επικίνδυνη Αποστολή 2», «Face/Off», «Δύσκολος Στόχος», «Σπασμένο Βέλος») επιστρέφει μετά από είκοσι χρόνια με τον Τζόελ Κίναμαν στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ένας πατέρας, που βλέπει το γιο του να πεθαίνει εξαιτίας ανταλλαγής πυροβολισμών μεταξύ συμμοριών, ενώ ο ίδιος χάνει τη φωνή του λόγω μιας σφαίρας που διαπέρασε το λαιμό του, ξεκινά μια βίαιη οδύσσεια με μοναδικό στόχο την εκδίκηση.

Αναμφίβολα ο Γου είναι ένας θρύλος των action movies, οπότε η επιστροφή του θα έπρεπε κανονικά να είναι μία γιορτή αδρεναλίνης. Δυστυχώς όμως η «Σιωπηλή Οργή», αν και θέλει να πρωτοτυπήσει, χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν λιγότερους διαλόγους, παραμένει μία κοινότοπη ιστορία εκδίκησης. Κι αν ο κεντρικός ήρωας εξαιτίας ενός τραυματισμού δεν έχει φωνή, αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει τους υπόλοιπους, που δεν βγάζουν λέξη.

Βέβαια, όταν μιλάμε για μία ταινία του Γου, αυτό θα περίμενε κανείς είναι εντυπωσιακές σκηνές δράσης. Και σε αυτό όμως βετεράνος σκηνοθέτης, αφού αναλωθεί σε άπειρα flashbacks για να μας εισάγει στο τραύματου πρωταγωνιστή του, μοιάζει να επαναλαμβάνε τις δικές του ιδέες, χωρίς τελικά να ανεβάζει στροφές, παρά μόνο προς το τέλος, όταν πια ο ρυθμός έχει ξεχειλώσει και η ταινία του έχει χάσει το στοίχημα ενός «ένδοξου comeback».

Παιχνίδια Θανάτου (All Fun and Games)

Σκηνοθεσία: Έρεν Σελεμπόγλου, Άρι Κόστα

Παίζουν: Έισα Μπατερφιλντ, Ναταλία Ντάιερ

Περίληψη: Ένα αθώο παιχνίδι οδηγεί ξαφνικά στο δαιμονισμό του μέλους μιας παρέας εφήβων. Οι υπόλοιποι, για να τον σώσουν, θα πρέπει να πάρουν μέρος σε μια σειρά από διαβολικά παιχνίδια, όπου η ήττα συνεπάγεται με θάνατο.

Ταινία τρόμου με τον Έισα Μπάτερφιλντ («Sex Education») καιτη Νατάλια Ντάιερ («Stranger Things»).

Ένα φαινομενικά αθώο και χαλαρό παιχνίδι μεταξύ εφήβων έχει ως αποτέλεσμα τον δαιμονισμό ενός εξ’ αυτών, του Μάρκους. Για να τον σώσουν, τα αδέρφια και οι φίλοι του καλούνται να συμμετέχουν σε μια σειρά δαιμονικών παιχνιδιών, όπου η νίκη αποτελεί μονόδρομο, αφού η ήττα συνεπάγεται τον θάνατο των χαμένων.

Οι αδερφοί Ρουσσό («Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη», «Τάιλερ Ρέικ: Η Φυγάδευση»), που βρίσκονται πίσω από την παραγωγή, αναθέτουν στους Άρι Κόστα καιΈρεν Τσελέμπογλου, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί ξανά στη μικρού μήκους ταινία «The  Internet  Kills», να αναμείξουν τα παιχνίδια με τον τρόμο, μια υποκατηγορία που αγαπάει κυρίως το εφηβικό κοινό.

Προσπαθώντας να εξερευνήσουν το οικογενειακό τραύμα και την ισχύ της οικογένειας, όταν αυτή αντιμετωπίζει ενωμένη ακόμα και την πιο μεγάλη απειλή, οι δυο νέοι δημιουργοί συστήνονται στους φας του είδους με μια αμήχανη ιστορία, γεμάτη κλισέ, που επιλέγουν να κινηματογραφήσουν ως βίντεοκλιπ, με αρκετά jump scares, μια voice over αφήγηση, που προσπαθεί να καλύψει τα σεναριακά κενά και μια δήθεν ατμόσφαιρα, η οποία δυστυχώς δεν σώζει τους ηθοποιούς από τους σχηματικούς τους ρόλους, που εκτελούν μόνο από επαγγελματική υποχρέωση.

Παίζεται ακόμα:

Callas - Paris, 1958

Σκηνοθεσία: Τομ Βολφ

Περίληψη: Το ντεμπούτο της Μαρίας Κάλλας στην Πόλη του Φωτός.

 Ο Τομ Βολφ, που έχει εξελιχθεί στον σημαντικότερο συλλέκτη και ειδικό του έργου της Μαρίας Κάλλας, φέρνει στο φως την πρώτη της εμφάνιση στο Παρίσι.

Η ταινία αναφέρεται στη θρυλική παράσταση, που η μεγάλη Ελληνίδα λυρική τραγουδίστρια έδωσε για μια μόνο βραδιά στις 19 Δεκεμβρίου του 1958, όπου παρουσίασε το απάνθισμα από τις άριες που την έκαναν αθάνατη, από τα έργα «Νόρμα», «Τροβατόρε», «ο Κουρέας της Σεβίλλης» και ολόκληρη τη Β' πράξη από την «Τόσκα».  

 Επρόκειτο για ένα τόσο σημαντικό κοινωνικό γεγονός παγκοσμίως, που παρευρέθηκαν μεταξύ άλλων ο τότε Πρόεδρος της Γαλλίας, ο Ζαν Κοκτώ, ο Δούκας και η Δούκισσα του Windsor, ο Τσάρλι Τσάπλιν, η Μπριζίτ Μπραντό και πολλοί άλλοι. Η Κάλλας εμφανίστηκε στη δημοφιλή σκηνή, φορώντας την πιο κομψή της τουαλέτα και κοσμήματα αξίας ενός εκατομμυρίου δολαρίων, θαμπώνοντας το πλήθος.

Αυτό το σπάνιο ντοκουμέντο-μια από τις σπουδαιότερες κινηματογραφημένες ερμηνείες της Μαρίας Κάλλας- παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε αποκατεστημένη και εξολοκλήρου έγχρωμη κόπια, ειδικά επεξεργασμένη για τη μεγάλη οθόνη, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση της μεγαλύτερης προσωπικότητας στην όπερα.

Η κινηματογράφηση της θρυλικής εκείνης βραδιάς φέρνει ολοζώντανη μπροστά μας την Κάλλας, αναδεικνύοντας όχι μόνο τις απεριόριστες  φωνητικές δυνατότητες της γυναίκας που άφησε το δικό της στίγμα στην Ιστορία της μουσικής, αλλά και την υποκριτική της δεξιοτεχνία.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ





SHARE