Στις αρχές της δεκαετίας του 1880, ο Ογκίστ Ροντέν από το γαλλικό κράτος την παραγγελία να δημιουργήσει μια πόρτα για το νέο Μουσείο Διακοσμητικών Τεχνών, το οποίο θα χτιζόταν στο Παρίσι.
Ο Ροντέν, που τότε άρχιζε να αποκτά μεγαλύτερη φήμη, ξεκίνησε να εργάζεται σε αυτό που θα έμελλε να είναι όχι μόνο ένα από τα πιο μνημειώδη έργα του, αλλά και πηγή έμπνευσης για μερικά ακόμα από τα αριστουργήματά του.
Ξεκίνησε να εργάζεται στο γλυπτό από τις αρχές του 1880 και όταν το σχέδιο για το μουσείο εγκαταλείφθηκε συνέχισε να το επεξεργάζεται, προσθέτοντας και αφαιρώντας πράγματα ως το τέλος της ζωής του το 1917.
Ο ίδιος είχε επηρεαστεί βαθύτατα από τη Θεία Κωμωδία του Δάντη (1265–1324) και εμπνεύστηκε το θέμα της διακόσμησης της πόρτας από το πρώτο μέρος της, την Κόλαση.
Φαντάστηκε την Κόλαση σαν έναν μεταιχμιακό χώρο χωρίς βαρύτητα, όπου τα κορμιά των καταραμένων μπλέκονται μεταξύ τους, λυγίζουν και εκφράζουν μια ευρεία γκάμα από έντονα συναισθήματα.