«Το Εβραϊκό Μουσείο έχει ιστορικό στην προβολή της απίστευτης κληρονομιάς Εβραίων γυναικών επιχειρηματιών, όπως η Helena Rubinstein και η Edith Halpert - και είναι πάντα κατάλληλη η στιγμή για να γιορτάσουμε τις γυναίκες», δήλωσε στο CNN η επιμελήτρια Choghakate Kazarian. «Επιπλέον, η συμβολή της Gaby Aghion στην ιστορία της μόδας και στη σύγχρονη ενδυματολογική πρακτική έχει σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί στο διάλογο για τη μόδα».
Ο Aghion γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1921. Όπως οι περισσότεροι εύποροι άνθρωποι στην Αίγυπτο εκείνη την εποχή, έμαθε γαλλικά. Ως νεαρή γυναίκα, περνούσε τον ελεύθερο χρόνο της ξεφυλλίζοντας σελίδες γαλλικών περιοδικών μόδας και, μαζί με τη μητέρα της, καλούσε μοδίστρες να αναδημιουργήσουν τα σχέδια που έβλεπαν.
Η Aghion ήρθε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1939, συνοδεύοντας τον σύζυγό της Raymond που σπούδαζε ιατρική, αλλά το ζευγάρι επέστρεψε στην Αίγυπτο όταν ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Επέστρεψαν το 1945, αυτή τη φορά με την ίδια την Aghion να σπουδάζει επίσης στην École des Sciences Politiques. Ήταν ενθουσιασμένη που βρισκόταν στο επίκεντρο της γαλλικής μόδας και βυθίστηκε στην κουλτούρα των καφέ του Παρισιού, συναναστρεφόμενη με τους συγγραφείς, τους καλλιτέχνες και τους φιλοσόφους της εποχής.
Στη δεκαετία του 1950 ήταν σπάνιο να αγοράσει κανείς ρούχα από το ράφι- οι πλούσιες γυναίκες είχαν την πολυτέλεια να ντύνονται με δημιουργίες υψηλής ραπτικής, αλλά η πλειοψηφία έπρεπε να έχουν αντίγραφα που έφτιαχναν στο σπίτι ή να τα συναρμολογούν οι μοδίστρες. (Η προσωπική γκαρνταρόμπα της Aghion ήταν ένας συνδυασμός και των δύο, δήλωσε η Kazarian.) Ήθελε, λοιπόν, να το αλλάξει αυτό και «να προσφέρει μια σειρά από έτοιμα προς χρήση ρούχα με ένα με συγκεκριμένο στιλ - όχι απλώς αντίγραφα», δήλωσε η Kazarian. Έτσι, από πελάτισσα έγινε επιχειρηματίας και ξεκίνησε το δικό της brand.
Η Aghion ονόμασε την εταιρεία Chloé επειδή ήταν μεγάλο ρίσκο να χρησιμοποιήσει το όνομά της. «Δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομα του συζύγου της, επειδή δεν ήταν ευκαταφρόνητο για μια γυναίκα της θέσης της να εργάζεται», δήλωσε η Kazarian. «Δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το πατρικό της όνομα γιατί δεν ήθελε να ντροπιάσει την οικογένειά της αν αποτύγχανε. Έτσι δανείστηκε το όνομα μιας φίλης... Είπε ότι της άρεσε η στρογγυλότητα των γραμμάτων».
Η ετικέτα ξεκίνησε με έξι φορέματα «εμπνευσμένα από αυτά που φορούσαμε στα αθλητικά σωματεία στην Αίγυπτο», δήλωσε τότε η Aghion. Η Chloé ήταν πολύ πιο χαλαρή και πιο ανάλαφρη από τα άκαμπτα κανονικά κοστούμια της εποχής, όπως για παράδειγμα η συλλογή New Look του Saint Laurent για τον Dior. Και απέφευγε τις τυπικές μεθόδους για την παρουσίαση των συλλογών. Αντ' αυτού η πρώτη επίδειξη μόδας της έγινε το 1956, έξω από το Cafe de Flore, στην αριστερή όχθη του Παρισιού, εκεί όπου σύχναζε δηλαδή. Και κάπως έτσι κέρδισε τον τίτλο της πρωτοπόρου του prêt-à-porter.
Η έκθεση ανοίγει με τρία σύνολα από τα πρώτα χρόνια του οίκου: ένα πρωτότυπο φόρεμα Embrun που σχεδίασε η Aghion με το αγγλοϊρλανδικό μοντέλο Maxime de la Falaise το 1960, το οποίο πλαισιώνεται από ένα χρυσό κοστούμι φούστας του 1964 και ένα φόρεμα με βολάν από μάλλινο κρεπ (από το 1961) που στέκεται μπροστά σε ένα πλέγμα εικόνων από μία από τις πρώτες παρουσιάσεις μόδας του οίκου.