Ελευθερία, λάμψη και όνειρα: αυτό αναζητούσαν όσοι στέκονταν με τις ώρες στην 254 West 54th Street για να περάσουν τη βελούδινη αλυσίδα του Studio 54 και να ζήσουν τον δικό τους μύθο.
Ήταν λίγο μετά από τον πόλεμο του Βιετνάμ, όταν καλλιτέχνες, μποέμ, συγγραφείς και stars άρχισαν να κατακλύζουν τη Νέα Υόρκη. Μέσα σε μια πολυπολιτισμική πανσπερμία, μια έκρηξη δημιουργικότητας και έντονο κλίμα απελευθέρωσης, που ενισχυόταν από τους αγώνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη γυναικεία χειραφέτηση και τις μάχες της LBGT κοινότητας, δύο απολύτως τρελοί τύποι, ο Στιβ Ρουμπέλ και ο Ίαν Σρέιτζερ -ιδιοκτήτες μπριζολάδικων-, σκέφτηκαν πως όλοι αυτοί οι τόσο διαφορετικοί άνθρωποι θα ήθελαν ένα πραγματικά διαφορετικό μέρος για να περνούν τις νύχτες τους. Έτσι, πήραν ένα παλιό θέατρο και με μισό εκατομμύριο δολάρια το μεταμόρφωσαν στο πλέον εμβληματικό μέρος της πόλης: το περιβόητο Studio 54, που άνοιξε στις 16 Απριλίου του 1977.
Χάρη στις υψηλές γνωριμίες τους, στα εγκαίνια μαζεύτηκε κυριολεκτικά η αφρόκρεμα της πόλης. Το χαρακτηριστικό στοιχείο του θεατρικότατου αυτού του μαγαζιού ήταν ένα τεράστιο φεγγάρι σε σχήμα ανθρώπινου προσώπου, που κρεμόταν επάνω από την πίστα, ανάμεσα στα κλουβιά των go-go dancers. Ένα πελώριο μηχανοκίνητο κουτάλι πλησίαζε το πρόσωπο, το τάιζε και τότε το φεγγάρι άναβε και φώτιζε. Το περιεχόμενο του κουταλιού άλλαζε, ανάλογα με το πάρτι και τις ουσίες που κυκλοφορούσαν.
«Το κλειδί για ένα καλό πάρτι είναι να γεμίσεις ένα δωμάτιο με καλεσμένους πιο ενδιαφέροντες από σένα», έλεγε ο Ρουμπέλ και με αυτή τη λογική άρχισε να συγκεντρώνει στο κλαμπ του όλα τα μεγάλα ονόματα του Μεγάλου Μήλου. Ο Τρούμαν Καπότε, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Λάιζα Μινέλι με τον σχεδιαστή μόδας Χάλστον, ο Μάικλ Τζάκσον, ο Κάλβιν Κλάιν, η Μπιάνκα Τζάγγερ, η Ντόνα Σάμερ, ο Φρανκ Σινάτρα, η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, ο Στίβι Γουόντερ, ο Μικ Τζάγκερ, ο Άντι Γουόρχολ, η Σερ, ο Ρομπ Στιούαρτ και ο Γούντι Άλεν συγκαταλέγονταν στους σταθερούς θαμώνες.
Μαζί με αυτούς, καθημερινά δεκάδες «ανώνυμοι» έκαναν παρέλαση για να περάσουν τον έλεγχο του Ρουμπέλ και να εξασφαλίσουν την άδειά του για να εισέλθουν στον «μαγικό κόσμο» του Studio 54. «Εσύ και εσύ, μέσα», «Χρειάζεσαι καλύτερα ρούχα για να μπεις εδώ», «εσύ, πάρε το ταξί απέναντι, πήγαινε σπίτι να αλλάξεις και ξαναέλα», «γιατί δεν πας αλλού να πιείς ένα ποτάκι;», ήταν μερικές από τις φράσεις που έλεγε στους υποψήφιους πελάτες.
Οι ειρωνείες και τα καψόνια έδιναν και έπαιρναν, όμως οι προσβολές αντί να αποθαρρύνουν το κοινό, ενίσχυαν ακόμα περισσότερο τη φήμη του μαγαζιού.