»Οχι,
δεν σκέφτηκα να μείνω στην Αμερική.
Ηθελα να γυρίσω πίσω. Πηγαίνοντας εκεί
κατάλαβα πόσο μου έλειπε αυτό που άφησα.
Εβλεπα παράλληλα και τους συμφοιτητές
μου, ταλεντάρες, φοβεροί, να είναι μέσα
στην απόγνωση για να βρουν δουλειά.
Οπότε αυτό με αποθάρρυνε. Είπα όχι σε
κάποιες σκέψεις που υπήρχαν, και εκεί
ακριβώς έπεσε η πρόταση του Θόδωρου
Τερζόπουλου που΄χε έρθει στην Νέα Υόρκη
για μια συναυλία της Φαραντούρη και του
Θεοδωράκη. Γνωρίστηκα με τον Τερζόπουλο
μέσω του Χρήστου Στεργιόγλου και της
Αννέζας Παπαδοπούλου που έμεναν πάνω
από μένα. Μου είπε τότε ο Θόδωρος ότι
ετοιμάζει κάτι στην Αθήνα κι αν με
ενδιαφέρει να πάω. Δεν ξέρω αν είμαι ο
πρώτος, αλλά είμαι απ΄τους πρώτους του
βασικού πυρήνα του θεάτρου Αττις.
»Κι
έτσι επιστρέφω στην Αθήνα κι ετοιμάζουμε
την πρώτη παράσταση των “Βακχών”, σε
μια μέθοδο τελείως διαφορετική απ΄αυτή
που σπούδαζα στην Αμερική –με το απόλυτο
τάξιμο σ΄αυτό που έπρεπε να γίνει.
Μέναμε, μαγειρεύαμε, όλοι μαζί και μετά
από περίπου έναν χρόνο βγήκε η παράσταση.
Στο Τερζόπουλο έμεινα περίπου μιαα
δεκαετία.
»Μετά
έφυγα. Δεν ήταν δύσκολο να φύγω, αλλά
ήταν δύσκολο με την έννοια της
συναισθηματικής σχέσης, που ήταν πολύ
στενή –ήταν η ζωή μας, οικογένεια. Ηταν
χρόνια τρυφερά, προστατευτικά. Υπήρχε
μια προστασία και από άλλες σειρήνες.
Οταν αισθάνθηκα όμως ότι αυτό ολοκληρώθηκε,
άρχισα να κάνω και αρκετό σινεμά, και
ήρθε, μετά, η περίοδος του Αμόρε. Ενδιαμέσως
είχα πολύ καλές προτάσεις, αλλά έχοντας
μάθει στον τρόπο δουλειάς του Θόδωρου,
της Ρούλας, ήθελα τις μικρές παραστάσεις
του Αμόρε.
»Η τηλεόραση άρχισε να μπαίνει στην ζωή μου μετά το σινεμά, μετά την ταινία του Νίκου Γραμματικού που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πρώτα απ΄τον Κοκκινόπουλο, μετά απ΄τον Κουτελιδάκη.
»Δεν
νομίζω ότι έχω αυτονομηθεί ακόμα ως
καλλιτέχνης. Πηγαίνω πάντα με το υλικό
της δουλειάς μου. Δεν κάνω κάτι μόνος
μου, αυτόνομα. Πάντα είμαι ανοιχτός σε
κάτι. Δεν είπα ποτέ ότι θέλω αυτό και θα
το κάνω. Με αυτή την έννοια δεν είμαι
δημιουργός. Θεωρώ ότι υπηρετώ το όραμα,
την ιδέα κάποιου άλλου. Κι εκεί μπορώ
να συμβάλω. Δεν είμαι καλός στις δικές
μου τις ιδέες, στο να δημιουργώ ιδέες.
Σε πρακτικό επίπεδο αυτονομήθηκα όταν
έκανα τηλεόραση και απέκτησα οικονομική
άνεση. Αλλά ποτέ δεν θεώρησα αυτόνομη
την πορεία μου, πάντα σε συνδυασμό με
κάποιον άλλον.
»Ελάχιστα είναι τα πράγματα που έκανα και δεν με ικανοποίησαν, ελάχιστα. Γιατί ακόμα και όσα έπρεπε να κάνω, τα είδα απ΄την σκοπιά της λειτουργίας της μεταμόρφωσης, της ψευδαίσθησης της μεταμόρφωσης, κι αυτό έχει τρομερό ενδιαφέρον. Και νομίζω ότι ποτέ δεν υποτίμησα το οτιδήποτε μου δόθηκε. Πάντα υπάρχει ένας μικρός θησαυρός κάτω από κάθε τι που σου δίνεται για να τον δουλέψεις. Κι αυτό ίσως να οφείλεται στην αφοσίωση που χρειάστηκε στα πρώτα χρόνια, με τον Θόδωρο, την Ρούλα, στην Αμερική, αλλά και στην τεχνική των σχολών που ήμουν στην Αμερική, του HB Studio και της Stella Adler, με την ίδια. Η τόλμη του να εκτεθείς, το να γελάσουν οι άλλοι μαζί σου με κάτι που θα δοκιμάσεις, αυτό το πήρα απ΄την Αμερική. Οπότε και ο μικρότερος ρόλος να σου δοθεί, έχει κάτι από κάτω, το οποίο οφείλεις να το ψάξεις, να το βρεις και να το κάνεις ν΄ανθίσει. Το ξέρουν οι νέοι αυτό, αλλά είναι καλό να στο πει και κάποιος που εμπιστεύεσαι.
»Το
θέμα του πρωταγωνιστή, και πολύ λογικά,
έχει αρχίσει και συστέλλεται. Υπάρχουν
σήμερα λίγοι πρωταγωνιστές και πολλοί
ηθοποιοί που κάνουν πολύ καλύτερα την
δουλειά τους, ομαδικά.
»Οσοι
μεγαλώνουμε σε άλλες πόλεις εκτός του
κέντρου που είναι η Αθήνα, έχουμε
γαλουχηθεί με κάποια ηθική βάση, που
ίσως είναι πιο αγνή. Και στα χρόνια
εκείνα, ειδικά στην Θεσσαλονίκη, δεν
υπήρχε τίποτα. Και δεν εννοώ ότι εμείς
είμαστε με τον σταυρό στο χέρι, γιατί
έχουμε τα συμπλέγματά μας. Αλλά, ναι, η
Θεσσαλονίκη έχει απ΄την μια ένα κομμάτι
πολύ προοδευτικό και απ΄την άλλη κάτι
πολύ συντηρητικό -θα τελειώσω το σχολείο,
θα σπουδάσω, θ΄αρχίσω να δουλεύω, θα με
βοηθήσουν οι δικοί μου στην αρχή, θα
παντρευτώ, θα κάνω παιδιά. Είναι ένα
συγκεκριμένο ταξιδάκι, μικρό –το έκανα.
Αν με ρωτήσεις τώρα αυτό που συμβουλεύω
είναι “κάνε τα ταξίδια τα μεγάλα, όχι
τα μικρά”.
»Με
τα παιδιά μου είμαι κοντά. Θέλω να
καταλάβουν ότι το συναίσθημα του φόβου
που έχεις όταν βγαίνεις στην κοινωνία,
κάπως έχει αμβλυνθεί.
»Μετά
την περιπέτεια της υγείας μου, όταν
σκέφτομαι ότι αυτό που βλέπω, μυρίζω,
ακούω, γεύομαι, θα μπορούσα να μην το
αισθάνομαι και ότι στο τσακ γλίτωσα,
αυτόματα έχω μια αίσθηση γενναιοδωρίας
απέναντι σ΄αυτό που λέμε ύπαρξη. Δεν
τρέχω πια όπως παλιά, αλλά σίγουρα στην
ιεράρχηση κάποιων πραγμάτων, βγαίνουν
πιο εύκολα και πιο απλά οι προτεραιότητές
μου.
»Ημουν στην τεράστια παραγωγή του “Μάμα μία” και δεν έδωσα σημασία στα σημάδια, όλο αυτό μπορεί να είχε αποφευχθεί, γιατί το πρόβλημα υπήρχε. Είχα πλήρη άγνοια κινδύνου, δεν κατάλαβα τίποτα, δεν πήγε το μυαλό μου.