χορευτές λυρικής σκηνής
Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης
BALLET DANCERS

Ο Βαγγέλης, ο Στέλιος και ο Γιώργος εξηγούν γιατί στο μπαλέτο δεν χωρούν στερεότυπα


Ο Βαγγέλης Μπίκος, ο Στέλιος Κατωπόδης και ο Γιώργος Χατζόπουλος είναι η απόδειξη ότι ο χορός, όπως και τα συναισθήματα, δεν λογαριάζουν από ανούσια ταμπού και περιττά στερεότυπα.

Συναντηθήκαμε στο φυσικό τους περιβάλλον, την Εθνική Λυρική Σκηνή. Ο ήλιος λειτούργησε ως το ιδανικό «prop» για μια εντυπωσιακή φωτογράφιση, όπου το σώμα αποδεικνύει την εκφραστικότητά του. Κάπου ανάμεσα σε πρόβες και πλιέ, βρήκαν λίγο χρόνο για να μιλήσουμε για το μπαλέτο στην Ελλάδα, πώς η τοξική αρρενωπότητα εμποδίζει τα αγόρια να κυνηγήσουν τα αληθινά τους όνειρα και γιατί είναι σημαντικό να επιμένεις στα «θέλω» σου, χωρίς να ακούς κανέναν, προκειμένου να δεις τους στόχους σου σου να πραγματοποιούνται.

Βαγγέλης Μπίκος

Ξεκίνησα τον χορό στα 14, με λάτιν. Χόρευα από τα 4 στο σπίτι, οπότε κάτι έπρεπε να κάνω για να εκτονωθώ! Μετά από ούτε έναν χρόνο, με είδε μία θεία μου, της οποίας τα παιδιά έκαναν μπαλέτο εδώ στην Αθήνα, και μου είπε να το δοκιμάσω. Με το που το δοκίμασα είπα «αυτό θα κάνω στη ζωή μου».

Οι γονείς μου με στήριξαν από την αρχή. Λίγο ο μπαμπάς έφερε στην αρχή μια αντίρρηση, γιατί του ήταν κάτι τελείως άγνωστο. Σκεφτόταν «Πού θα βρεις δουλειά; Πού θα σπουδάσεις;». Όταν συνειδητοποίησε ότι, αυτό που ήθελα να κάνω μπορούσε όντως να γίνει, ότι δεν ήταν απλά στη φαντασία μου, τότε τα πράγματα άλλαξαν.

Δεν υπάρχουν αρκετοί άνδρες χορευτές στην Ελλάδα, σε σύγκριση με την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Ρωσία, γιατί δεν είναι στην παράδοσή μας το μπαλέτο. Δεν είναι ένας χορός διαδεδομένος. Τώρα βέβαια ο κόσμος εδώ έχει αρχίσει να το μαθαίνει λίγο περισσότερο. Στο εξωτερικό, τα αγόρια πηγαίνουν μπαλέτο, όχι μόνο επειδή τους αρέσει ο χορός, αλλά και επειδή είναι και πάρα πολύ καλή γυμναστική. Είναι σαν να πηγαίνεις στο γυμναστήριο, κολύμβηση, tae kwon do ή ποδόσφαιρο. Το μπαλέτο είναι απίστευτα απαιτητικό για το σώμα -είτε το κάνεις επαγγελματικά είτε ερασιτεχνικά.

Η πειθαρχία είναι το μεγαλύτερο εφόδιο που μου έχει δώσει ο χορός. Έχει μπει πλέον στο πετσί μας, στο αίμα μας

Σίγουρα υπάρχει ακόμα τα κοινωνικό ταμπού γύρω από το μπαλέτο και τους άνδρες. Όμως, νομίζω ότι είναι πολύ μειωμένο σε σχέση με το παρελθόν, λόγω ενημέρωσης και λόγω εκπαίδευσης. Ένα ποσοστό ανδρών ίσως να μην κάνει μπαλέτο λόγω άγχους ή φόβου, αλλά το μεγαλύτερο ποσοστό πιστεύω πως σχετίζεται με την επαγγελματική αποκατάσταση. Προσωπικά, δεν έχω βιώσει αρνητική συμπεριφορά από κάποιον, αλλά ήμουν και τυχερός γιατί σπούδασα στην Αγγλία.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Είναι πιο δύσκολο για μια γυναίκα να κάνει καριέρα στο μπαλέτο από έναν άνδρα, γιατί είναι και πολύ περισσότερες οι γυναίκες που ασχολούνται επαγγελματικά. Στο μπαλέτο είναι κανόνας η πρίμα μπαλαρίνα να φαίνεται μπροστά. Ο ρόλος του άνδρα, πέρα από το ότι κι αυτός έχει ένα πολύ σημαντικό κομμάτι στην παράσταση -με ένα σόλο ή οτιδήποτε άλλο- είναι να τη στηρίζει και να κάνει την μπαλαρίνα να ξεχωρίζει. Αν η μπαλαρίνα ξεχωρίζει, σημαίνει ότι ο παρτενέρ έχει κάνει καλή δουλειά.

Η πειθαρχία είναι το μεγαλύτερο εφόδιο που μου έχει δώσει ο χορός. Έχει μπει πλέον στο πετσί μας, στο αίμα μας. Αυτό προσπαθώ να περάσω και στα παιδιά που διδάσκω. Ξεκινά από τη στιγμή που μπαίνεις στην αίθουσα, από το πώς θα κάτσεις, πώς θα κοιτάξεις, πώς θα μιλήσεις. Και πλέον, όλοι εμείς που είμαστε στον χώρο πολλά χρόνια λειτουργούμε έτσι παντού. Για παράδειγμα, οι φίλοι μου μού λένε ότι ακόμα και στις διακοπές έχω πρόγραμμα. Πειθαρχώ και αν βγω εκτός προγράμματος, υπάρχει πρόβλημα.

Ο Βαγγέλης Μπίκος
Ο Βαγγέλης Μπίκος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μια μόνο σημαντική στιγμή στην πορεία μου, είναι πολλές. Σίγουρα, υπάρχουν ρόλοι που έχω μέσα στην καρδιά μου, όπως ο Ρωμαίος, αλλά και οι χορογραφίες που κάναμε με τον Αντώνη Φωνιαδάκη. Και, φυσικά, δεν μπορώ να μην αναφέρω και τον «Χατζιδακι» που κάναμε με τον Κωνσταντίνο Ρήγο.

Πήγα Αγγλία για σπουδές, το έψαξα για να μείνω παραπάνω, αλλά ουσιαστικά δεν ήθελα να κάνω καριέρα στο εξωτερικό. Ήθελα να γυρίσω στην Ελλάδα, μου έλειπε πολύ. Όσον αφορά στο κομμάτι των σπουδών ήταν εξαιρετικά, θα το ξανάκανα. Αλλά δεν μου ταίριαξε καθόλου το εξωτερικό στο κομμάτι «ζωή».

Ήμουν ανάμεσα στο να έρθω στην Αθήνα και να πάω στη Νορβηγία. Αν ήμουν στη Νορβηγία τώρα θα είχα χορέψει μπορεί και στις τριπλάσιες παραστάσεις από όσες έχω χορέψει στην Ελλάδα. Αλλά και πάλι, δεν θα το άλλαζα με τίποτα. Πραγματικά. Μπορεί στο εξωτερικό να έχουν ένα πολύ καλό ρεπερτόριο και τα χρήματα να είναι καλύτερα, αλλά δεν είναι αυτά η νούμερο ένα προτεραιότητα στη ζωή μου.

Ο Βαγγέλης Μπίκος με τον Στέλιο Κατωπόδη/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Το μπαλέτο μπορεί να έχει ημερομηνία, αλλά η ηλικία δεν με αγχώνει. Οι χορευτές χορεύουν μέχρι τα 40, 45. Εκεί αρχίζει το σώμα πλέον και σε αφήνει. Δεν μπορεί να ακολουθήσει όπως πριν. Διδάσκω αρκετά χρόνια. Μου αρέσει η διδασκαλία, μου ταιριάζει. Δεν καταλαβαίνω πώς πότε περνάει η ώρα. Δεν ξέρω αν, όταν σταματήσω να χορεύω, θα κάνω αυτό μόνιμα ή αν θα με οδηγήσει κάπου αλλού. Σίγουρα μου αρέσει, αλλά δεν μπορώ να σου πω από τώρα με βεβαιότητα τι θα κάνω σε 10 χρόνια.

Εγώ έφτασα κάποια στιγμή στα όρια μου, όταν συνεργάστηκα με τον Ρενάτο Τζανέλλα, συγκεκριμένα στις πρόβες για τον Ρωμαίο. Δέχθηκα απίστευτη πίεση, ωστόσο, ήταν ό,τι καλύτερο μου συνέβη ποτέ. Μέσα από αυτό άλλαξα. Άλλαξε ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι το επάγγελμα. Του είμαι ευγνώμων γι’ αυτό.

Ο Βαγγέλης Μπίκος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Φαντάσου τον χώρο των προβών σαν μια μικρογραφία της κοινωνίας. Σκέψου 60 άτομα. Από τους 60, κάποιοι θα ταιριάζουν με κάποιους, άλλοι θα ταιριάζουν με άλλους. Αν είσαι με αυτούς που ταιριάζεις, τότε το περιβάλλον είναι πολύ φιλικό, αν τύχει και είσαι με αυτούς που δεν ταιριάζεις, τότε το περιβάλλον μπορεί να γίνει και ανταγωνιστικό. Αλλά παντού συμβαίνει αυτό.

Είναι δύσκολο να κάνεις παρέες ή σχέση εκτός χώρου, αλλά δεν είναι ακατόρθωτο. Αρκεί να υπάρχει κατανόηση από την άλλη πλευρά. Για παράδειγμα, εγώ σε περίοδο παραστάσεων δεν θέλω να μιλήσω στο τηλέφωνο, δεν έχω όρεξη, κλείνομαι πάρα πολύ.

Η μεγαλύτερη δυσκολία για έναν άντρα χορευτή είναι μην ανταγωνίζεται την χορεύτρια, την παρτενέρ του. Πρέπει να ρίξει το «εγώ» του και να πει πως, αυτή τη στιγμή, πρέπει να φανεί εκείνη και όχι εγώ. Αυτό για μένα είναι το μεγαλύτερο στοίχημα που πρέπει να κερδίσει ένας άνδρας κλασικός χορευτής. Για αυτό και υπάρχουν λίγοι καλοί παρτενέρ. Φυσικά, πρέπει να έχει καλή τεχνική και ό,τι άλλο μπορεί να αφορά στους χορευτές οποιουδήποτε φύλου.

Στέλιος Κατωπόδης

Ξεκίνησα το μπαλέτο στα 18. Όταν τελείωνα την τρίτη Λυκείου. Με φίλη από το σχολείο, με είδε ότι είχα ωραία κίνηση, μου είπε να ξεκινήσω. Ξεκίνησα και μετά από μία εβδομάδα είπα «αυτό θέλω να κάνω». Όταν χορεύω αισθάνομαι χαρά.

Πέρασα στις Πανελλήνιες. Φοίτησα έναν χρόνο στη Θεσσαλονίκη στο Τμήμα Θεάτρου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και παράλληλα, έκανα μπαλέτο. Κάποια στιγμή, αποφάσισα να αφήσω τη σχολή και επέστρεψα στην Αθήνα.

Είχα μεγάλο πρόβλημα με τους γονείς μου όταν ξεκίνησα. Με το ζόρι, με άφηναν να κάνω μία φορά την εβδομάδα -και αυτό με πολύ κλάμα. Ο μπαμπάς μου ήταν πολύ πιο υποστηρικτικός από τη μητέρα μου. Πλέον, τα πράγματα είναι διαφορετικά, γιατί και οι δύο είδαν ότι είμαι καλός σε αυτό. Παρόλα αυτά, για πολύ καιρό υπήρχε η σκέψη ότι το μπαλέτο είναι κάτι πολύ θηλυκό. Υπήρχε το «τι θα πει ο κόσμος».

Ο Στέλιος Κατωπόδης/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Ναι, πιστεύω ότι όλη αυτή η συζήτηση περί τοξικής αρρενωπότητας εμποδίζει τα αγόρια να ξεκινήσουν μπαλέτο. Γιατί οι οικογένειες έχουν άλλα πρότυπα. Συνηθίζουμε να μεγαλώνουμε με πολύ συγκεκριμένο τρόπο εδώ στην Ελλάδα, οπότε, και να θέλει κάποιο παιδί να ασχοληθεί με τον χορό, διστάζει να μιλήσει. Αυτός είναι κι ένας λόγος που τα αγόρια ξεκινούν και πολύ αργότερα.

Στα αγόρια που θέλουν να ασχοληθούν με το μπαλέτο θα τους έλεγα να μην φοβούνται να μιλήσουν. Να μην φοβούνται να ακολουθήσουν αυτό που αγαπούν και αυτό που θέλουν. Δεν έχει καμία σχέση ο χορός με το τι εσύ επιλέγεις στην προσωπική σου ζωή ή γενικότερα με τις απόψεις σου και τα πιστεύω σου σαν άνθρωπος.

Έχω αντιμετωπίσει bullying, λόγω του μπαλέτου. Κατάγομαι από νησί, όπου η κοινωνία είναι πιο κλειστή. Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα τότε. Ευτυχώς, δεν κράτησε πολύ, γιατί κάποια στιγμή έφυγα. Το μπαλέτο με έχει εξοπλίσει με πολλή υπομονή, πειθαρχία. Αντιλαμβάνεσαι περισσότερο τι συμβαίνει γύρω σου, στον διπλανό σου. Σε βοηθά να σκεφτείς πριν δράσεις και πριν μιλήσεις.

Ο Στέλιος Κατωπόδης με τον Γιώργο Χατζόπουλος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Έμαθα να αποστασιοποιούμαι και να παρατηρώ μια κατάσταση από μακριά, σαν τρίτος παρατηρητής. Με βοήθησε να βλέπω τα πράγματα πιο καθαρά, πιο ψύχραιμα και να εξελιχθώ σαν άνθρωπος μέσα από αυτό, να μην παίρνω τα πράγματα προσωπικά.

Η σπουδαιότερη στιγμή στη μέχρι πορεία μου δεν έχει έρθει ακόμη (γέλια). Αλήθεια, δεν μπορώ να ξεχωρίσει μόνο μια. Μία πολύ καλή στιγμή για μένα ήταν η παράσταση του Χατζιδάκι, που κάναμε με τον Κωνσταντίνο Ρήγο.

Θέλω να συνεχίσω να χορεύω, όσο βλέπω τον εαυτό μου ότι αντέχει

Δεν έχω σπουδάσει στο εξωτερικό. Πήγα για οντισιόν στην Όπερα στο Αννόβερο έφτασα μέχρι το τέλος, πήγα πολύ καλά. Απλά, δεν είχα τελειώσει τη σχολή της Λυρικής και έπρεπε να επιστρέψω. Όταν τελείωσα, ήδη μου είχαν κάνει την πρόταση από την ομάδα της Λυρικής εδώ και δέχτηκα. Δεν θα έφευγα τώρα από την Ελλάδα. Νιώθω πολύ τυχερός για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Βέβαια, δούλεψα και πάρα πολύ.

Το μπαλέτο θέλει και ταλέντο, αλλά μαθαίνεται. Και μεγάλος να ξεκινήσεις μπορείς να αναπληρώσεις τα χρόνια που έχασες. Σκέψου ότι στο εξωτερικό τα αγόρια ξεκινούν το μπαλέτο από 7 χρονών. Βέβαια, χρειάζεσαι καλό δάσκαλο. Με είχε αγχώσει το γεγονός ότι ξεκίνησα μεγάλος, αλλά δεν το έβαλα κάτω. Ήμουν επί τρία χρόνια σε μία αίθουσα συνέχεια, από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ.

Ο Γιώργος Χατζόπουλος, ο Βαγγέλης Μπίκος και ο Στέλιος Κατωπόδης/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Δεν με φοβίζει καθόλου ο χρόνος που περνά και η ηλικία. Δεν έχω σκεφτεί τι θα κάνω μετά. Η διδασκαλία μου αρέσει πάρα πολύ. Ωστόσο, τώρα, στη φάση που είμαι, με τίποτα. Ίσως σεμιναριακά μόνο, τουλάχιστον προς το παρόν. Θέλω να συνεχίσω να χορεύω, όσο βλέπω τον εαυτό μου ότι αντέχει. Από τη μία, όσο μεγαλώνεις γίνεσαι και πιο ώριμος, κάτι που σε βοηθά στην επίδοσή σου, από την άλλη, όμως, δεν θέλω να καταλήξω να βλέπω τον εαυτό μου να μην αντέχει άλλο -όχι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά. Εκεί θα πω ότι σταματάω.

Ναι, έχω φτάσει σε σημείο να μην αντέχω. Ήμουν τόσο πιεσμένος ψυχολογικά που σκέφτηκα ακόμα και να τα παρατήσω, αλλά κάποια στιγμή είπα στον εαυτό μου να «φορτσάρει» και έμαθα να αποστασιοποιούμαι, να μην παίρνω το καθετί στα σοβαρά.

Είναι δύσκολο να συνδυάσεις το μπαλέτο με την προσωπική ζωή. Είναι πολλές οι ώρες που είσαι στη δουλειά, είσαι πολύ κουρασμένος μετά, θέλει πολλή κατανόηση -όχι μόνο από το ταίρι σου, αλλά και από τους φίλους σου. Είσαι πολύ κουρασμένος, έχεις άλλα ωράρια, δεν μπορείς συνέχεια να ακολουθείς το πρόγραμμά τους. Πολλές φορές υποχωρείς γιατί έχεις να δεις καιρό την παρέα ή τον/την σύντροφό σου. Άλλες φορές, όμως, θες να μείνεις μόνος σου. Σε περίοδο παραστάσεων, για παράδειγμα, δεν θέλω να δω άνθρωπο. Αυτό μπορεί να φανεί στον άλλο λίγο περίεργο.

Σε σχέση με τις γυναίκες είναι λίγο πιο εύκολο οι άντρες να βρουν δουλειά, γιατί τους έχουν ανάγκη και είναι λιγότεροι. Φυσικά, πρέπει ο άντρας χορευτής να είναι καλός παρτενέρ και να υποστηρίζει τη χορεύτρια, αλλά το «εγώ» μας πρέπει όλοι να το ρίξουμε. Προσωπικά, δεν μπαίνω στη διαδικασία να σκεφτώ ποιος φαίνεται περισσότερο σε μια παράσταση και ποιος λιγότερο.

Η μεγαλύτερη δυσκολία για έναν άντρα χορευτή μπαλέτο είναι να λέει την αλήθεια στον εαυτό του. Ο χώρος μας έχει ένα «εγώ« μεγάλο -όπως και σε κάθε χώρο που έχει να κάνει με την τέχνη. Υπάρχει μια γενική ωραιοπάθεια. Προσωπικά, δουλεύω με τον εαυτό μου να μην είμαι ωραιοπαθής, να μην κάνω κάτι απλώς και μόνο για να φανώ, να μην είμαι εγωιστής. Να μην κρύβομαι από τον ίδιο μου τον εαυτό. Απ’ έξω το μπαλέτο φαίνεται σαν ένα παραμύθι. Αλλά δεν είναι έτσι και τα πράγματα δεν είναι τόσο επιφανειακά. Είναι πολύ πιο εσωτερικά και ουσιαστικά. Όσο πιο γρήγορα βρίσκεις αυτά τα καλούπια και τα «σπας» τόσο πιο κοντά έρχεσαι στον αληθινό εαυτό σου και ύστερα, με την τέχνη.

Γιώργος Χατζόπουλος

Στην αρχή ξεκίνησα να κάνω αρκετά αθλήματα όπως ενόργανη και ποδόσφαιρο, αλλά συνήθως τις πρώτες δύο εβδομάδες τα παρατούσα. Στο μεταξύ, η αδερφή μου έκανε ρυθμική γυμναστική και με ενέπνευσε -κατά κάποιο τρόπο- με τις κινήσεις που έκανε και προσπαθούσα και εγώ να τις κάνω μόνος μου στο σπίτι. Οι γονείς μου είδαν ότι έχω μία χορευτική φιγούρα και με ώθησαν -η μητέρα μου πιο πολύ- στο να ασχοληθώ με το κλασικό και κόλλησα. Ήμουν μικρός, έξι ή εφτά χρονών.

Έχω αντιμετωπίσει έντονο μπούλινγκ σε σχέση με το μπαλέτο και εχθρική συμπεριφορά

Οι γονείς μου ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Ποτέ δεν με αποθάρρυναν. Σίγουρα υπάρχει ακόμα αυτό το ταμπού για τον κλασικό χορό σε σχέση με τα αγόρια. Ίσως, γι’ αυτό δεν υπάρχουν αρκετοί άντρες χορευτές μπαλέτου στην Ελλάδα. Ωστόσο εγώ δεν αντιμετώπισα κάποιο πρόβλημα με την οικογένειά μου. Πάντα με στήριζε.

Έχω αντιμετωπίσει έντονο μπούλινγκ σε σχέση με το μπαλέτο και εχθρική συμπεριφορά. Είναι λυπηρό στον 21 αιώνα να υπάρχουν ακόμα τέτοια περιστατικά. Εγώ πάντα κοιτούσα τον στόχο μου και προσπαθούσα να βάλω παρωπίδες στον εαυτό μου και να μην δίνω σημασία. Η κοινωνία έχει συνδέσει το μπαλέτο με κάτι εντελώς ανάλαφρο. Οι γονείς πιστεύουν ότι θα υποτιμήσει την αρρενωπότητά των γιων τους, με αποτέλεσμα να τους ωθούν τα σε πιο στερεοτυπικά «ανδρικές» ασχολίες, όπως είναι το ποδόσφαιρο, το tae kwon do.

Ο Γιώργος Χατζόπουλος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Για μένα, η μεγαλύτερη δυσκολία για ένα άντρα χορευτή είναι να μπει κάθε φορά σε διαφορετικό ρόλο και να τον αποδώσει άψογα, ώστε να μεταδώσει το ίδιο συναίσθημα και στο κοινό. Κάθε ρόλος είναι εντελώς διαφορετικός και απαιτεί άλλη ποιότητα κίνησης, άλλη έκφραση. Όλα αυτά είναι και «όπλα», τα οποία κερδίζει ο χορευτής στην πορεία και τα χρησιμοποιεί διαφορετικά σε κάθε περίσταση.

Θεωρώ ότι οι άντρες χορευτές είναι πιο ευνοημένοι, καθώς δεν υπάρχουν πολλοί, οπότε είναι πιο εύκολο να βρουν δουλειά. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανταγωνισμός και στα αγόρια.

Σίγουρα υπάρχει ανταγωνισμός σε αυτό το επάγγελμα, όπως και σε κάθε χώρο, κάτι που δεν είναι κακό, γιατί μας βοηθά να γινόμαστε καλύτεροι και να ξεπερνάμε τον εαυτό μας. Υπάρχει, βέβαια, και ο κακός ανταγωνισμός, όπου το «θέλω γίνω καλύτερος ως στοίχημα στον εαυτό μου» μπερδεύεται με το «θέλω να γίνομαι καλύτερος από τους άλλους για να δειχθώ». Δηλαδή, για το «φαίνεσθαι» και όχι για το «είναι». Η ουσία είναι να γίνεσαι καλύτερος κάθε μέρα για τον ίδιο σου τον εαυτό. Έτσι θα φτάσεις τον στόχο σου.

Ο Γιώργος Χαταζόπουλος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Ωραία ανάμνηση για μένα είναι η συνεργασία μου με τον δάσκαλό μου, Αλεξάνταρ Νέσκωφ, που δεν ζει πια και ήταν πρώτος χορευτής εδώ. Με θεωρώ πάρα πολύ τυχερό που είχα την τιμή και την τύχη να συνεργαστώ μαζί του και να μάθω πάρα πολλά πράγματα από αυτόν. Είναι σαν να τον κουβαλάω κυριολεκτικά κάθε μέρα μέσα μου, σαν να τον έχω δίπλα μου. Τον θεωρώ άνθρωπο-έμπνευση -όχι μόνο για μένα, αλλά και για πολλούς μαθητές του.

Πήγα στο εξωτερικό για επτά μήνες. Ήμουν στην Όπερα της Σόφιας, μια καθαρά κλασική ομάδα με καθαρά κλασικό ρεπερτόριο. Ωστόσο, έγινε οντισιόν εδώ και πέρασα. Γενικά, ο στόχος μου ήταν να μπω στην Λυρική Σκηνή στην Ελλάδα, δεν ήθελα ποτέ να κυνηγήσω κάποιο μεγάλο θέατρο έξω. Το προσπάθησα, ωστόσο, και αυτό.

Ο χορός είναι ένα μεγάλο κομμάτι στη ζωή μου, αλλά δεν είναι το μόνο κομμάτι. Η οικογένειά μου και οι φίλοι μου είναι όλοι εδώ, οπότε προσπαθώ να τα συνδυάζω όλα και να τα έχω σε μια ισορροπία. Δεν παραμελώ δηλαδή την προσωπική μου ζωή για την επαγγελματική μου καριέρα. Ο άνθρωπος από τη φύση του δεν έχει γεννηθεί για να αφιερώνει τη ζωή του σε ένα μόνο πράγμα και να μη δίνει σημασία σε κάτι άλλο -τουλάχιστον αυτό πιστεύω εγώ. Γι’ αυτό και έξω από την κοινότητα της Λυρικής, του Θεάτρου, προσπαθώ να μεταφέρω στους φίλους μου ή στην οικογένειά μου οποιονδήποτε προβληματισμό. Νιώθω καλύτερα όταν αφήνω τη δουλειά στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Οι φίλοι για μένα είναι πολύ σημαντικοί.

Ο Γιώργος Χατζόπουλος, ο Στέλιος Κατωπόδης και ο Βαγγέλης Μπίκος/ Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Δεν πιστεύω ότι θα ήμουν περισσότερο ευνοημένος αν είχα μείνει στο εξωτερικό. Το κάθε θέατρο, ανάλογα και με το ρεπερτόριο της ομάδας, σου δίνει διαφορετικά ερεθίσματα και προκλήσεις. Ωστόσο, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τα θέατρα μεταξύ τους, γιατί το κάθε θέατρο έχει και μια διαφορετική φιλοσοφία, η οποία έχει να κάνει με την ομάδα και το υλικό των χορευτών.

Το μπαλέτο μου έχει δώσει πειθαρχία και μου έχει μάθει να μην χάνω χρόνο σε πράγματα που δεν μου αρέσουν. Επίσης, μου έχει χαρίσει πολύτιμες συνεργασίες με εξαιρετικούς ανθρώπους και αρκετές φιλίες. Έχω φτάσει και εγώ στα όρια μου και οι λόγοι ήταν τις περισσότερες φορές ψυχολογικοί. Στην ηλικία που είμαι δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να τα παρατάει λόγω σωματικής κόπωσης.

Νομίζω ότι, για έναν χορευτή η ηλικία που σταματά είναι τα 40 ή τα 42. Ίσως μετά να σκεφτώ τη διδασκαλία, να μεταφέρω την εμπειρία μου και τη γνώση μου σε άλλα παιδιά. Προς το παρόν δεν σκέφτομαι κάτι τέτοιο άμεσα, έχω ακόμα χρόνο!

Πιστεύω ότι, αν είναι κάτι που το αγαπούν πολύ, τα αγόρια που αγαπούν το μπαλέτο πρέπει να βάλουν παρωπίδες, να μην ακούν τα αρνητικά σχόλια και να βάλουν τα δύνατά τους, ώστε να κάνουν focus στον στόχο τους. Εμένα αυτό με βοήθησε.





SHARE