Απ΄τα «Κόκκινα φανάρια» στην «Αντιγόνη», ο Βασίλης Μπισμπίκης δεν φαίνεται να επιλέγει την ευθεία γραμμή ούτε στη δουλειά ούτε στα προσωπικά του. Πορεύεται με βάση την αλήθεια και το συναίσθημά του, έξω από περιορισμούς και καλούπια. Και η τελευταία διετία το επιβεβαιώνει. Ο,τι είναι να ζήσει, θα το ζήσει στα άκρα.
Οσο για τα επαγγελματικά του, αυτό το καλοκαίρι είναι ο Κρέων στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (περιοδεία) ενώ ετοιμάζεται για τον χειμώνα: «Αυτή η νύχτα μένει» (Alpha) και Ντοστογιέφσκι (Στέγη).
Η διετία των μεγάλων αλλαγών
«Τα δύο τελευταία χρόνια άλλαξαν πολλά πράγματα για μένα και στο επαγγελματικό κομμάτι, και στο προσωπικό και στο φιλικό. Ακόμα και το Cartel, από εκεί που ήταν μια μικρή αποθήκη στον Βοτανικό, μετακόμισε στου Ρέντη, σ΄έναν μεγάλο χώρο, σ΄ένα μεγάλο μηχανουργείο που μας παραχώρησε η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Ηταν μια μεγάλη βοήθεια για εμάς –δεν μπορούσαμε να πληρώνουμε ένα κλειστό θέατρο. Τώρα όμως, πάλι αναζητούμε χώρο γιατί θα φύγουμε από εκεί -θα γίνει ανακατασκευή του κτιρίου. Ισως επιστρέψουμε πάλι αργότερα.
Στα προσωπικά μου χώρισα με την Κωνσταντίνα. Και ήρθε και ο Βόσκαρης, αυτή η δημοφιλία σε σχέση με έναν ρόλο από την τηλεόραση».
Τα «κακά παιδιά» κι εγώ
«Ο πολύς κόσμος με γνώρισε από τον Βόσκαρη. Δεν είχε αφήσει τόσο μεγάλο αποτύπωμα κάποιος άλλος ρόλος, όσο αυτός και μάλιστα σ΄ένα σίριαλ με τόσο μεγάλη τηλεθέαση. Εγραψε αυτός ο ρόλος. Με αναγνώριζαν στον δρόμο. Θεωρώ ότι και ένα κομμάτι του κόσμου που ήρθε στο θέατρο ήταν και λόγω τηλεόρασης, αλλά δεν είχαμε θέμα κόσμου έτσι κι αλλιώς –sold out ήταν τα “Ποντίκια” αλλά και τα “Κόκκινα Φανάρια”. Προφανώς όμως μπήκε κι ένας άλλος κόσμος, κι αυτό είναι το ωραίο της ιστορίας. Γιατί άνοιξε λίγο η βεντάλια του κοινού που πάει σ΄ένα τέτοιου τύπου θέατρο, underground.
Ο Βόσκαρης, από την ώρα που διάβασα το σενάριο, ήταν πρόκληση σαν ρόλος. Να παίξω αυτόν τον τύπο που φαίνεται να μην έχει καμμία ρωγμή συναισθηματική. Είναι ένας κακός, κακός. Είχε ενδιαφέρον αυτός ο τύπος, άσχετα αν εγώ θα μπορούσα να τον δικαιολογήσω για κάποια πράγματα, ως ενός σημείου όμως. Το θέμα ήταν πως τα διαχειριζόταν μετά. Ηταν σαδιστής, ένας άνθρωπος που μέσα απ΄τον πόνο των άλλων ερεθιζόταν. Δύσκολο παιδί.
Το ότι σκέφτηκαν εμένα για έναν τέτοιο ρόλο δεν με προβληματίζει πια, γιατί πάντα με καλούν για κάτι τέτοιους τύπους. Ισως επειδή δεν τους κρίνω, όπως δεν κρίνω και στη ζωή εύκολα ανθρώπους. Κρίνω θεσμούς και όχι ανθρώπους, κι ίσως γι΄αυτό να έχω επιτυχία πάνω σ΄αυτούς τους ρόλους. Εχω παίξει και καλά παιδιά αλλά δεν έχουν τόσο ενδιαφέρον όσο έχουν οι κακοί, οι προβληματικοί άνθρωποι, που έχουν μεγαλύτερες αντιφάσεις, που είναι πιο ακραίοι».