Δίνουμε ραντεβού με τη Δήμητρα Χατούπη στο Μεταξουργείο, στο κτίριο που έχει στεγάσει τη δραματική της σχολή. Η ίδια έρχεται από την πρόβα της παράστασης «Ο Ορφέας στον Άδη» που παίζεται κάθε Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο Ροές. Μόλις ανοίγει η πόρτα της σχολής απολυμαίνουμε τα χέρια και τα παπούτσια σχολαστικά, τηρώντας τα μέτρα υγιεινής, και ανεβαίνουμε στο μπαλκόνι όπου καθόμαστε. Γλυκύτατη, με μια ωραία ροή λόγου ξεσηκώνει αναμνήσεις από τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια μεταφέροντας μας στο δικό της σύμπαν.
«Μερικές φορές αισθάνομαι σαν αποδημητικό πουλί γιατί από μικρή αλλάζω συνέχεια μέρη και σπίτια. Οι γονείς μου ήταν δάσκαλοι και υπήρχαν μεταθέσεις από το ένα μέρος στο άλλο οπότε είχα την αίσθηση πως δεν μπορώ να ριζώσω πουθενά ή να νιώσω μονιμότητα. Πηγαίναμε σε ένα μέρος να μείνουμε και δεν μπορούσα να αισθανθώ πως τώρα εγκαταστάθηκα εδώ και είμαι καλά γιατί μετά από λίγο φεύγαμε πάλι. Στην ηλικία των 11 ήρθαμε οικογενειακώς στην Αθήνα, αλλά στα 15 μου εγκατασταθήκαμε σε ένα μόνιμο περιβάλλον. Γιατί ακόμα και όταν ήρθαμε εδώ οι γονείς μου συνέχιζαν να παίρνουν μεταθέσεις σε διαφορετικές περιοχές. Μέχρι την μόνιμη εγκατάσταση μας είχα αλλάξει τουλάχιστον 10 σπίτια και πόλεις.
Εγώ γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, ήταν η μαμά μου από εκεί τώρα δυστυχώς δεν ζει, την έχω χάσει. Ο πατέρας μου ήταν από το Ζεμενό Κορινθίας, ένα πολύ όμορφο ορεινό χωριό κοντά στο Ξυλόκαστρο, και οι δυο τους γνωρίστηκαν κάπου στη βόρεια Ελλάδα που είχαν μετατεθεί. Παντρεύτηκαν και δημιούργησαν οικογένεια: εμένα και την αδερφή μου.
Είμαι πολύ τυχερή που έζησα σε χωριό γιατί έχω μυρωδιές, εικόνες. Θυμάμαι κυρίως από την όσφρηση πράγματα. Έχω στη μύτη μου την μυρωδιά της κοπριάς, του γάλατος, των λουλουδιών. Όλες αυτές οι μνήμες που αφορούν τις αισθήσεις έχουν εγκατασταθεί μέσα μου. Νιώθω τυχερή που δεν είμαι παιδί της πόλης. Έχω παίξει σε χώμα, έχω βγει σε ποτάμια και μάλιστα ήμουν πολύ ατίθασο παιδί, έφευγα συνεχώς από το σπίτι και με έψαχναν οι γονείς μου. Ήμουν συνέχεια στη φύση ή σε κάποιους γείτονες που συνεχώς κάτι θα έκαναν και γέμιζα εικόνες. Είχα τρομερή ενέργεια σαν παιδί.
Μια εικόνα που με κυνηγάει από τα παιδικά μου χρόνια ήταν όταν κόντεψα να πνιγώ. Αυτή η εικόνα με κυνηγάει μέχρι σήμερα. Ήταν άνοιξη, έκανε ακόμα κρύο, μπήκα μέσα σε ένα ποτάμι και τα άλλα παιδιά κάθονταν απ΄έξω και με κοιτούσαν. Φορούσα ένα λευκό φόρεμα κι έμπαινα μέσα στο ποτάμι όπου κάποια στιγμή το φουστανάκι μου είχε σχηματίσει κύκλο μέσα στο νερό. Εμένα μου άρεσε τόσο πολύ και τα παιδιά είχαν τρομάξει πάρα πολύ. Για μένα αυτή η εικόνα, που για τους άλλους φάνηκε τρομερή και δύσκολη, ήταν κάτι πολύ σημαντικό στη ζωή μου. Ήταν μια έννοια ελευθερίας.
Πολλές φορές σκέφτομαι τη διαφορετική οπτική που βλέπουμε τα πράγματα. Ένα αντικείμενο που το βλέπει ο ένας από τη μία πλευρά, ο άλλος από την άλλη το βλέπει εντελώς με άλλο μάτι. Αυτή η διαφορετική οπτική των πραγμάτων με ενδιαφέρει πάρα πολύ, ακόμα και στο θέατρο».