O Δημήτρης Λάλος και η Ελενα Μαυρίδου στο Bovary
Δημήτρης Λάλος, Ελενα Μαυρίδου/Φωτογραφία Μαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Δημήτρης Λάλος, Ελενα Μαυρίδου: «Η Ελενα είναι μοναδική» - «Τον Δημήτρη τον αγαπάω πάρα πολύ»


Δημήτρης Λάλος και Ελενα Μαυρίδου: Ζευγάρι και γονείς της Νικολέττας, ηθοποιοί και σκηνοθέτες, φίλοι, σύντροφοι και συνοδοιπόροι. Οι δυό τους μοιράζονται τα τελευταία οκτώ, περίπου, χρόνια, την ζωή τους μαζί. Κι αυτό το “μαζί” τους χαρακτηρίζει: Στον τρόπο που μιλάνε, στον τρόπο που κοιτάει ο ένας τον άλλον, στον τρόπο που τον προσέχει, στα μάτια τους.

Ανάμεσα στο θέατρο του Δημήτρη, στο Γκάζι (TempusVerum-Εν Αθήναις), στο θέατρο της Ελενας, στον Βοτανικό (Χώρος), και στο σπίτι τους, στα Πετράλωνα, ζουν την δική τους καθημερινότητα και συνθέτουν μια δυνατή τριάδα. Το καλοκαίρι θα περιοδεύσουν με τις «Βάκχες» του Ευριπίδη: Εκείνη σκηνοθετεί και παίζει την Αγαύη, εκείνος θα είναι ο Διόνυσος.

Συναντηθήκαμε ένα απόγευμα στην πρόβα τους. Κάπου ανάμεσα στα σκηνικά και τις μάσκες της παράστασης, μίλησαν για την σχέση τους, για τα όνειρά τους, ξεδίπλωσαν τις σκέψεις τους, γέλασαν, συγκινήθηκαν –μαζί...

Πώς γνωριστήκατε; Μέσα απ΄το θέατρο φαντάζομαι...

Δημήτρης Λάλος: «Από που αλλού; Κάνουμε και τίποτ΄άλλο. Γνωριστήκαμε στον “Ορέστη”».

Ηξερε ήδη ο ένας τον άλλον;

Δ.Λ.: «Εγώ ήξερα πρώτα τ΄όνομά της, είχα ακούσει ότι υπάρχει μια Ελενα Μαυρίδου στο θέατρο. Και την πέτυχα σε κάτι γενέθλια του Γιώργου Παπαγεωργίου, και λέω αυτή είναι η Ελενα Μαυρίδου;...»

Ελενα Μαυρίδου: «Δηλαδή; Δεν κατάλαβα...».

Δ.Λ.: «Γιατί ήσουν έτσι με τα μαλλάκια σου, σε μια γωνία...».

Ε.Μ.: «Ναι, γιατί δεν μπήκα φωνάζοντας, κάνοντας φασαρία...».

Δ.Λ.: «Η ελληνική αγορά είναι και πολύ μικρή, δεν είναι δύσκολο να τον έχεις ακούσει τον άλλον. Η Ελενα είχε και μια ιδιαίτερη θεατρική πορεία, οπότε η φήμη της με είχε απασχολήσει περισσότερο. Ηταν και μια εποχή που ήμουν τόσο βαθειά στο “Επί Κολωνώ”, που δεν μπορούσα να δω παραστάσεις. Σαν τον τσαγκάρη που φτιάχνει παπούτσια και δεν προλαβαίνει να φτιάξει τα δικά του. Ολα αυτά τα χρόνια είδα πολύ λίγες παραστάσεις. Οταν παίζεις κάθε βράδυ, είναι δύσκολο».

Ε.Μ.: «Εγώ τον Δημήτρη δεν τον είχα δει, δεν τον ήξερα καθόλου. Κάποια στιγμή άκουσα τ΄όνομά του. Και γνωριστήκαμε σ΄εκείνα τα γενέθλια, πολύ τυπικά, ανταλλάξαμε κάποιες κουβέντες για το θέατρο και τις εμπειρίες μας. Και θυμάμαι ότι είχα κάνει μια σκέψη ότι τι ωραία που υπάρχουν άνθρωποι αφοσιωμένοι στο θέατρο μ΄έναν τρόπο που έχει συγγένεια με τον δικό μου. Μέσα μου ένοιωσα μια εκτίμηση. Αυτή ήταν η αρχική μου σκέψη. Μετά ήρθε ο “Ορέστης”».

Φωτογραφία: Mαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr

Πότε ήταν αυτό;

Δ.Λ.: «Πρέπει να ήταν το 2014, 2015... Εγώ άνοιξα το δικό μου θεάτρο, το 2016...».

Ηταν έρωτας με την πρώτη ματιά;

Ε.Μ.: «Το΄να έφερε τ΄άλλο. Στην αρχή κρατούσαμε τους τύπους, είχαμε μια παράσταση να κάνουμε. Πολύ σύντομα βρεθήκαμε μαζί, γίναμε ζευγάρι. Αλλά η πρώτη μας προσέγγιση ήταν δουλειά. Οι πρώτες μας συναντήσεις ήταν γύρω απ΄το θέατρο. Μετά, γρήγορα και ορμητικά, άρχισε να γεννιέται κάτι μεταξύ μας, οπότε δεν ξέρω πως ορίζουμε τελικά τον έρωτα με την πρώτη ματιά. Για μένα ήταν αλλά μέσα από έναν δικό μου τρόπο».

Δ.Λ.: «Ερωτας με την πρώτη παιξιά....! Σίγουρα ήταν ένας καλλιτεχνικός έρωτας. Εχει να κάνει και με το πλαίσιο που ερωτεύεσαι κάποιον».

Η καθημερινότητά σας περιλαμβάνει κάτι άλλο εκτός θεάτρου; Και δεν αναφέρομαι, φυσικά, στην κόρη σας. Τι λέτε όταν πίνετε καφέ το πρωί;

Δ.Λ.: «Εξαρτάται απ΄την περίοδο που διανύουμε».

Ε.Μ.: «Τώρα μας έχει κατακλύσει η δουλειά...».

Δ.Λ.: «Απ΄την αρχή λέγαμε να προσπαθήσουμε να μην είμαστε μόνο θέατρο μεταξύ μας. Γι΄αυτό και δεν πέσαμε ο ένας πάνω στον άλλον με δουλειά. Και μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι».

Ε.Μ.: «Είμαστε πολύ καλοί φίλοι κι αυτό παίζει μεγάλο ρόλο».

Σαν να μοιράζεστε μια συνενοχή;

Ε.Μ.: «Ναι, το λες πολύ ωραία, το είπες τέλεια. Ακριβώς έτσι».

Δ.Λ.: «Κι όλα αυτά τα χρόνια, τα προβλήματα της Ελενας με ξεκούραζαν από τα δικά μου, και το αντίστροφο».

Ε.Μ.: «Είναι αλήθεια ότι είναι ιδιαίτερο αυτό που έχουμε και με τα θέατρα, ο καθένας το δικό του, οπότε δημιουργείται και ένα δίκτυο ανθρώπων ανάμεσα στους δύο χώρους. Υπάρχει μια εμπιστοσύνη εξαιτίας της προσωπικής σχέσης».

Εχετε σκεφτεί να ενώσετε τις δυνάμεις σας; Να κάνετε ένα μεγαλύτερο θέατρο μαζί;

Δ.Λ.: «Κι αυτό το έχουμε σκεφτεί... Ν΄αφήσουμε δηλαδή ο καθένας το δικό του και να πάρουμε ένα τρίτο. Οχι, δεν θα κάνουμε τέτοια τρέλα.

»Κανονικά, θα έπρεπε να μας επιχορηγεί το κράτος, σε βάθος χρόνου. Ολα αυτά τα χρόνια, ό,τι έχουμε κάνει, το έχουμε κάνει μόνοι μας. Είναι πολύ μεγάλο το βάρος που σηκώνουμε καθημερινά. Με το σπαθί μας, χωρίς πλάτες. Ούτε τζάκι πίσω μας έχουμε. Με πολλή δουλειά. Κρατάμε δύο θέατρα ζωντανά όπου δουλεύουν πάνω από πενήντα άνθρωποι».

Ε.Μ.: «Εναν παραγωγό θα χρειαζόμασταν...».

Δ.Λ.: «Οχι. Εναν χορηγό. Κι ο τέλειος χορηγός θα ήταν το κράτος. Αυτό είναι κάτι που θα΄θελα να συμβεί».

Ε.Μ.: «Γιατί θα στήριζε και την έρευνα και όλον τον μηχανισμό. Και θα μπορούσαμε να φτιάξουμε μια δυναμική ταυτότητα μέσα στον χώρο».

Φωτογραφία: Mαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr

Συμβουλεύεστε ο ένας τον άλλον;

Ε.Μ.: «Η συμβουλευτική πάει σύννεφο...».

Δ.Λ.: «Ο πρώτος άνθρωπος που θα συμβουλευτώ είναι η Ελενα. Οχι μόνον επειδή είναι γυναίκα μου και θα συμβουλεύομουν την γυναίκα μου, αλλά επειδή είναι άνθρωπος που γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενο και μπορεί να μου δώσει μια πραγματική συμβουλή, προς όλες τις κατευθύνσεις. Η Ελενα ξέρει το όλον».

Φωτογραφία: Mαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr

Οταν ήρθε ο «Σασμός» για τον Δημήτρη, πως είδατε το project;

Ε.Μ.: «Πολύ θετικά...».

Δ.Λ.: «Θυμάμαι ακόμα το τηλεφώνημα στην Ελενα που μου΄λεγε “να το κάνεις”. Γιατί εγώ είχα έναν ενδοιασμό, όπως έχω σε κάθε πρόταση που μου γίνεται. Ποιος ήξερε τότε τι θα γινόταν; Είχα κάνει πριν τον “Σιωπηλό δρόμο”...».

Ε.Μ.: «Ποιος μπορούσε να ξέρει και να προβλέψει. Ο Δημήτρης ήταν ανοιχτός στο να κάνει κάτι. Θυμάμαι μου είχε μιλήσει για τον ρόλο, του άρεσε. Κι έτσι όπως το άκουγα κι εγώ, το είδα πολύ θετικά»

Δ.Λ.: «Επιπλέον ήθελα να μπορώ, εκτός απ΄το θέατρο που είναι χρονοβόρο και πολυέξοδο, να΄χω κι ένα άνοιγμα προς μια άλλη κατεύθυνση, που θα μπορεί να συνεχίζει να στηρίζει την θεατρική μου πορεία. Γιατί πίσω απ΄αυτό κρύβεται πάντα μια σκέψη για το θέατρο. Ολα αυτά όμως ήταν σκέψεις πριν πάρει ο “Σασμός” αυτές τις διαστάσεις».

Ε.Μ.: «Δεν νομίζω ότι το είχαμε καταλάβει. Στην πορεία το καταλάβαμε, όταν άρχισε να γίνεται επιτυχία».

Αλλαξε ο Δημήτρης με τον «Σασμό», με τον Μαθιό;

Ε.Μ.: «Το πρωί που κάνει αυτά τα μαλλιά του Μαθιού... Κάθε πρωί που ξυπνάει μεταμορφώνεται σε Μαθιό και ενώ είναι με τα μαλλιά του, μετά γίνεται αυτό. Κάθε πρωί στις οκτώ, σαν τελετουργικό. Οπότε βλέπω ξαφνικά κι έναν Μαθιό να εμφανίζεται. Δεν γνωριζόμαστε και πολύ με τον Μαθιό... Πάντως ο Δημήτρης δεν άλλαξε».

Φωτογραφία: Mαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr

Διαταράχθηκε η ισορροπία σας; Η συζήτηση γύρω απ΄το όνομά του, το ενδιαφέρον των γυναικών για τον Μαθιό-Λάλο;

Ε.Μ.: «Αυτά είναι καινούργια δεδομένα που πρέπει να τα αξιολογήσεις. Το ότι ξαφνικά ανοίγει προς εμάς μια δημοσιότητα και μια πιο ερευνητική ματιά για το ποιοι είμαστε, ίσως όντως είναι κάτι διαφορετικό. Καινούργια δεδομένα. Χαίρομαι πάρα πολύ με την επιτυχία του Δημήτρη και της σειράς –παίζουν αγαπημένοι φίλοι. Το χαιρόμαστε. Αλλά δεν έχει αλλάξει κάτι στην καθημερινότητά μας».

Δ.Λ.: «Εχει αλλάξει το γεγονός ότι ανεβάζω μια φωτογραφία και γίνεται άρθρο».

Ε.Μ.: «Δομικά δεν μας μετακίνησε. Στην αρχή το παρατηρούσαμε και το συζητούσαμε, αλλά με μια ψυχραιμία. Είμαστε πολλά χρόνια στην δουλειά και στο θεάτρο. Σαν όλα να΄ρχονται σε συνάρτηση με το πως ωριμάζουμε. Σαν να μπήκε ένα καινούργιο πλαίσιο εργασίας, πιο έντονο στον Δημήτρη. Γιατί κι εγώ έκανα το “Σώσε με” στον Αντέννα, με λιγότερη έκθεση. Ανοίγοντας το κομμάτι της τηλεόρασης, συμβαίνει αυτό και το αξιολογείς ανάλογα».

Δ.Λ.: «Δεν είναι ότι δεν έχουμε γνωρίσει την έκθεση, αυτό είναι το επάγγελμά μας. Είναι καλό όμως γιατί όσο προχωράει αυτό, μπορείς κι εσύ να παίξεις το παιχνίδι και με τους δικούς σου όρους. Να μην συμβιβάζεσαι μόνο, αλλά και να διεκδικείς».

Η κόρη σας τι έχει εισπράξει απ΄την δουλειά σας, απ΄την επιτυχία του «Σασμού»;

Δ.Λ.: «Η Νικολέττα είναι πεντέμιση στα έξι... Με ρωτάει “μπαμπά εσένα όλοι σε ξέρουν;”».

Ε.Μ.: «Απ΄τους τρίτους το καταλαβαίνει, γιατί εμάς η δική μας καθημερινότητα κινείται με τον ίδιο μηχανισμό. Ερχεται στο θέατρο, στο δικό μου, στου Δημήτρη, παίζει με τις μάσκες, με το πιάνο».

Δ.Λ.: «Μπερδεύεται όταν της λέμε ότι πάμε στο θέατρο. Σε ποιο; Στης μαμάς, στου μπαμπά, σε άλλο; Τι γίνεται πια μ΄αυτά τα θέατρα, αναρωτιέται».

Ε.Μ.: «Σαν παιδί της φαίνεται οργανικό και αυτονόητο».

Δ.Λ.: «Μέσα σ΄αυτή την φάση γεννήθηκε, δεν είναι κάτι που συνέβη ξαφνικά στην ζωή της ή σε μεγαλύτερη ηλικία. Βλέπει που με χαιρετάει ο κόσμος...».

Ε.Μ.: «Παρακολουθεί πρόβες και καμιά φορά συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος του θεάτρου. “Να μάθετε πολύ καλά τα λόγια σας”, μας λέει. Είχε μάθει τον μονόλογο της Αλκηστης...».

Δ.Λ.: «Κι έλεγε “Αδμηττε, Αδμηττε, μην πεθάνεις, Αδμηττε”».

Ε.Μ.: «Είναι ένα παιδί που όλα αυτά της μοιάζουν σαν παιχνίδι».

Ο μπαμπάς, η μαμά έχουν διαφορετικό ρόλο απέναντί της; Ο ένας είναι αυστηρός, ο άλλος λιγότερο;

Δ.Λ.: «Προσπαθούμε να είμαστε εκεί εμείς, μαζί της».

Ε.Μ.: «Οταν δεν είμαστε στο θέατρο ή σε γυρίσματα είμαστε με την Νικολέττα. Κι επειδή τα θεάτρα είναι κοντά στο σπίτι μας, είμαστε συνέχεια μαζί».

Δ.Λ.: «Εγώ είμαι η παιχνιδομηχανή και η Ελενα η εκπαιδεύτρια...».

Ε.Μ.: «Εμείς ζωγραφίζουμε, χορεύουμε, τραγουδάμε, μιλάμε, λέμε τα μυστικά μας...».

Δ.Λ.: «Προσπαθεί να κάνει ό,τι μπορεί».

Ε.Μ.: «Της έχουμε πει ότι είμαστε μια τριάδα, ότι ο μπαμπάς κι η μαμά είναι μια δυάδα κι ότι ο καθένας μας μαζί της είναι επίσης μια δυάδα».

Δ.Λ.: «Η Ελενα χειρίζεται καλύτερα μαζί της το κομμάτι το πιο αυστηρό, το κομμάτι εκείνο όπου το παιδί πρέπει να καταλάβει κάτι. Γιατί εγώ είμαι μερικές φορές –κι από κατασκευής, λίγο άγριος γι΄αυτό προσπαθώ να μην μπαίνω σ΄αυτά γιατί δεν τα καταφέρνω. Η Ελενα έχει έναν γλυκό τρόπο να βάζει τα όρια. Εγώ μπορεί να γίνω απότομος, χωρίς να το θέλω».

Ε.Μ.: «Πράγματι, δεν γίνομαι σκληρή. Αλλά η Νικολέττα είναι κι ένα παιδί που ακούει. Τώρα θα πάει πρώτη δημοτικού».

Δ.Λ.: «Εχει μάθει σ΄έναν τρόπο ζωής, οπότε δεν της λείπουμε».

Ε.Μ.: «΄Η όπως συμβαίνει μ΄όλα τα παιδιά, τους λείπεις ακόμα κι αν είσαι εκεί. Δεν χορταίνουν. Κι αυτό είναι υπέροχο. Είναι εκφραστική, μας στέλνει τις ευχές της για την δουλειά μας, μας στέλνει ένα φιλί και κλείνει την πόρτα. Επιπλέον δεν υπάρχει κανένα αίσθημα ενοχής μεταξύ μας. Αυτό προσπαθούμε».

Δ.Λ.: «Βέβαια, δεν ξέρω πως θα μας το γυρίσει μετά από χρόνια, όταν γίνει έφηβη. Εμείς κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε».

Φωτογραφία: Mαρία Ειρήνη Μοσχονά για το Bovary.gr

Πώς θα χαρακτήριζε ο ένας τον άλλον;

Δ.Λ.: «Μοναδική, εγώ έτσι θα περιέγραφα την Ελενα».

Ε.Μ.: «Εγώ δεν είμαι τόσο δωρική σαν τον Δημήτρη. Δεν μπορώ να το πω με μια λέξη. Μπορώ να μιλάω, να μιλάω, να μιλάω για τον Δημήτρη, κι εσύ να΄χεις φύγει... Τον αγαπάω πάρα πολύ τον Δημήτρη. Είναι ένας άνθρωπος που έχει βάθος, κατανόηση, έχει χιούμορ, έχει ειλικρίνεια, κι αυτό που αγαπάω πολύ είναι ότι έχει αφοσίωση σε οτιδήποτε θα επιλέξει. Θα στηρίξει τα πράγματα και μέσα του και στους άλλους. Κι αυτό εγώ το θαυμάζω. Τον θαυμάζω σε πολλά επίπεδα. Σαν φίλη του τον θαυμάζω, σαν ερωμένη του τον θαυμάζω, σαν γυναίκα του τον θαυμάζω, σαν συνοδοιπόρος, σύντροφος...». (Εδώ ο Δημήτρης συγκινήθηκε).

Είχατε αποφασίσει να δουλέψετε μαζί το καλοκαίρι; Πώς καταλήξατε στις Βάκχες;

Ε.Μ.: «Είχαμε δουλέψει πριν, στην ”Αλκηστη”, κι εγώ ήμουν προσανατολισμένη προς τον Ευριπίδη και είχα ήδη δουλέψε ερευνητικά τις “Βάκχες” σε δύο εργαστήρια με ηθοποιούς. Η επιθυμία για το έργο υπήρχε από παλιά. Οταν είπαμε με τον Δημήτρη να παίξουμε μαζί, έπεσαν κι άλλα έργα στο τραπέζι –συζητήσαμε για τον “Οιδίποδα”, για κάποια έργα του Σαίξπηρ, κάποια αγαπημένα κοινά έργα. Καταλήξαμε στις “Βάκχες”».

Δ.Λ.: «Αφήνοντας το πρότζεκτ του “Οιδίποδα” που είχαμε ξεκινήσει, θυμάμαι ότι είπα στην Ελενα να κάνουμε τις “Βάκχες” γιατί τις ήξερε πολύ καλά, τις έχει περπατήσει μέσα της, ήταν ένα όνειρό της. Περιέχει πράγματα που μας αρέσουν, μουσικές της Θράκης, νταούλια, κουδούνια, όλος αυτός ο κόσμος που η Ελενα γνωρίζει πολύ καλά».

Είχε και ρόλους για σας...

Ε.Μ.: «Κυρίως θέλαμε να΄χει ρόλο για τον Δημήτρη. Η δική μου επιθυμία δεν ήταν τόσο να παίξω όσο να σκηνοθετήσω και να συνεχίσω την δουλειά και την έρευνά μου. Το να παίξω την Αγαύη ήρθε αργότερα».

Δ.Λ.: «Εγώ δεν την άφησα να φύγει...».

Ε.Μ.: «Συνήθως όταν μπαίνω στον ρόλο του σκηνοθέτη, δεν μ΄ενδιαφέρει να παίξω, και το αντίστροφο. Είναι πολύ ξεκάθαρο για μένα ότι όταν είμαι από κάτω μ΄ενδιαφέρει η πορεία των ηθοποιών, η δραματουργία μου, το έργο μου. Το τελευταίο πράγμα στην εξίσωση είναι η δική μου συμμετοχή. Σταδιακά βρέθηκα να κάνω την Αγαύη».

Ο Διόνυσος ήταν κίνητρο για τον Δημήτρη;

Δ.Λ.: «Ναι, ήταν μια επιθυμία, ένα όνειρο, ν΄ασχοληθώ και μ΄αυτό το έργο και μ΄έναν απ΄τους δύο ρόλους, τον Διόνυσο ή τον Πενθέα. Πάντα με γοήτευε ο ρόλος του Πενθέα και η θέση που έχει ο θεός μέσα σ΄αυτή την τραγωδία, απ΄τον αρχικό του μονόλογο ως τον τελευταίο. Ηταν μεγάλη ευκαιρία να τον βαδίσω μέσα απ΄αυτή την παράσταση και την σκηνοθεσία της Ελενας».

Ζείτε μαζί, δουλεύετε μαζί, θα κάνετε περιοδεία το καλοκαίρι Το θέατρο είναι ο τρόπος ζωής σας;

Ε.Μ.: «Το θέατρο για μας είναι ένας τρόπος ζωής γενικότερα. Ειδικότερα το να δουλέψουμε μαζί είναι τώρα μια περίοδος της ζωής μας στην οποία μπήκαμε με την “Αλκηστη” και συνεχίζουμε. Χωρίς να ξέρουμε αν αυτό θα΄χει συνέχεια. Οταν γνωριστήκαμε με τον Δημήτρη, ήδη είχαμε την πορεία μας. Ο Δημήτρης προερχόταν απ΄το “Επί Κολωνώ”, είχε δουλέψει εκεί, είχε φτιάξει το δικό του θέατρο. Εμείς εδώ είχαμε φτιάξει το δικό μας χώρο, με την ομάδα. Γνωριστήκαμε σε μια πολύ ώριμη περίοδο –δεν ήταν ζητούμενο για μας να δουλέψουμε μαζί. Προέκυψε. Δεν είχαμε πάρει κάποια απόφαση. Είναι κάτι που διαρκώς μεγαλώνει, εξελίσσεται, μια περιπέτεια. Εχουμε μια σχέση που βαθαίνει, έχουμε πολλά κοινά σημεία, μια βαθειά συγγένεια στον τρόπο που βλέπουμε το θέατρο».

Δ.Λ.: «Και μας αρέσει ν΄αφήνουμε τα πράγματα να προκύπτουν, να μας πηγαίνουν προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση. Δεν χρειάζεται να τα πιέζεις, είναι ωραίο να δημιουργούνται».

Ε.Μ.: «Και μας αρέσει πολύ να δουλεύουμε μαζί αλλά δεν είναι κι ένα απαραίτητο συστατικό για να αναπνεύσουμε. Και μαζί είναι ωραία, και χώρια».

Δ.Λ.: «Στην περιοδεία θα πάρουμε και την κόρη μας μαζί. Αυτές θα είναι οι διακοπές μας».

Δεν είναι συνηθισμένο άλλωστε να΄χει ο καθένας το δικό του θέατρο, τον δικό του χώρο.

Δ.Λ.: «Ξέρουμε και το χώρια και το μαζί...».

Ε.Μ.: «Απολαμβάνω ιδιαίτερα αυτό το μαζί τώρα, γιατί είναι μια ωραία στιγμή για μας. Είναι ένα μαζί πολύ γερό, πολύ δημιουργικό και δεν ξέρουμε αν θα ξανάρθει στον δρόμο μας».

Θα συνεχίστε και τον χειμώνα μαζί;

Δ.Λ.: «Ελπίζω να ξεκουραστούμε».

Ε.Μ.: «Δεν έχουμε ακόμα σκεφτεί για τον χειμώνα. Συζητάμε. Ο Δημήτρης θα΄χει τον “Σασμό” κι εγώ συζητάω για τηλεόραση. Ψάχνω να βρω έναν ρόλο που να με καίει. Είμαι σε καλό δρόμο».

Δ.Λ.: «Σίγουρα είναι σε καλό δρόμο. Αρκεί να συντονιστούν κι οι υπόλοιποι...». (γέλια)

Ε.Μ.: «Εχω απορρίψει κάποιες προτάσεις...».

Δ.Λ.: «Καμιά δεκαριά...».

Τηλεοπτική συνεργασία σκέφτεστε;

Δ.Λ.: «Αν προκύψει...».

Ε.Μ.: «...χαρά μας».

«Βάκχες» του Ευριπίδη. Παίζουν: Δημήτρης Λάλος, Γιώργος Χριστοδούλου, Βίκυ Βολιώτη, Ελενα Μαυρίδου κ.ά.

Πρεμιέρα: Δευτέρα 26/6, Κηποθέατρο Παπάγου. Ακολουθεί περιοδεία





SHARE