Ελένη Αθανασίου
Ελένη Αθανασίου
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ελένη, πώς είναι να είσαι ειδικευόμενη γιατρός στον Ευαγγελισμό και ποιήτρια;


Η Ελένη Αθανασίου μπορεί να είναι ειδικευόμενη παθολογοανατομικής στον Ευαγγελισμό, όταν όμως δεν είναι στον πάγκο -κάνοντας τομές σε ό,τι της φέρνουν από το χειρουργείο, μαθαίνοντας για διαγνώσεις-, εμπνέεται από την καθημερινότητά της, το σώμα της και όσα την περιτριγυρίζουν και γράφει στίχους. Έχει ήδη εκδώσει την πρώτη της ποιητική συλλογή, με τίτλο «Τεφροδόχος Σε Ένα Φεστιβάλ Techno» και βρίσκει ότι οι δύο ιδιότητές της έχουν -αν μη τι άλλο- μια κοινή θεματική: τον θάνατο.

Τι συνέβη πρώτα; Ο στόχος της ιατρικής ή το πρώτο σου ποίημα;

Πέρασα στην ιατρική το 2016 και η πρώτη επαφή με την ποίηση προέκυψε το 2019, οπότε προηγήθηκε η ιατρική.

Ιατρική και ποίηση: Που συναντιούνται αυτές οι δύο φαινομενικά αταίριαστες έννοιες;

Σίγουρα συναντιούνται στο θάνατο. Είναι η πιο προσφιλής θεματική στους ποιητές (αυτή και ο έρωτας) και στη δουλειά μας η καθημερινότητα. Για μένα, διασταυρώνονται και συμβολικά.

Εργάζομαι ως ειδικευόμενη σε έναν χώρο που διατηρούμε σε ντουλάπια και ράφια όργανα ή τμήματα αυτών, που αφαιρέθηκαν από χειρουργημένους ασθενείς. Όσο γκροτέσκο κι αν ακούγεται, σε σοκάρει υπαρξιακά να έχεις πρόσβαση σε κάτι τέτοιο και αυτή η αποδόμηση υπάρχει και στο ποιητικό σώμα. Να βρεις τις λιγότερες λέξεις, τις πιο γυμνές, που να φέρουν όμως τη μνήμη και την αίσθηση μιας ολοκληρωμένης προσωπικής ιστορίας.

Ελένη Αθανασίου
Ελένη Αθανασίου

Πώς προέκυψε η στροφή σου στην ποίηση;

Βρέθηκα τελείως τυχαία σε ένα workshop Δημιουργικής Γραφής στη διάρκεια ενός TedX στο Ηράκλειο της Κρήτης. Με ενθουσίασε και ξεκίνησα μαθήματα πεζογραφίας. Την ίδια περίοδο, στο ίδιο εργαστήρι λειτούργησε και τμήμα ποίησης. Μια φίλη μεταπήδησε στην ποίηση και αυθόρμητα ήθελα να την ακολουθήσω. Οπότε, για ένα διάστημα δοκιμάστηκα και στα δύο. Πολύ διστακτικά στην αρχή -ξέρεις, νιώθεις θρασύς και αυθάδης όταν ασχολείσαι με την ποίηση, οι δικοί σου άνθρωποι σαρκαστικά σε φωνάζουν «ποιητή», δεν είναι εύκολο να πάρουν στα σοβαρά τη γραφή σου, ειδικά όταν είσαι νέος. Υπάρχει ένας ηλικιακός ρατσισμός, τουλάχιστον στο ευρύ αναγνωστικό κοινό. Είναι πρόκληση να ξεκινάς γράφοντας χίλιες λέξεις και να καταλήγεις σε πενήντα. Όλη αυτή η αφαίρεση έχει μια αίσθηση ακρωτηριασμού. Είναι τρομερά απαιτητικό, αλλά, όταν καταφέρεις στις πενήντα λέξεις να αισθάνεσαι ότι τα έχεις πει όλα, όταν σε διαβάζουν και ανακαλύπτουν άλλες πενήντα που δεν έχεις καν αρθρώσει, αυτό είναι μαγεία.

Μεγάλωσες σε ένα αντίστοιχο οικογενειακό περιβάλλον;

Η οικογένεια δεν είχε καμία επαφή με τη λογοτεχνία, οπότε τα πρώτα ερεθίσματα ήρθαν μετέπειτα, ως φοιτήτρια. Και αυτή η καθυστέρηση με θλίβει ως αναγνώστρια κυρίως, όχι ως δημιουργό. Συμβαίνει πολύ συχνά σε ελληνικές οικογένειες να σου κληροδοτούν παππούδες και γιαγιάδες συλλογές κειμήλια του Ρίτσου και του Ελύτη -ακόμα κι αν δεν ανοίχτηκαν ποτέ, ακόμα κι αν δεν υπήρχε επίγνωση της βαρύτητας αυτών των βιβλίων- και αυτό είναι κάτι που δεν είχα ως παιδί και το ζηλεύω.

Πες μου τρεις Έλληνες ποιητές που θαυμάζεις και σε εμπνέουν και το αγαπημένο σου ποίημα τους.

Ο αγαπημένος μου Έλληνας ποιητής είναι ο Χρίστος Λάσκαρης. Ήταν η πρώτη ποιητική συλλογή που διάβασα, οπότε ήταν καταλυτική, σαν βάπτισμα. Την ίδια στιγμή είναι ο ποιητής που για μένα έδωσε τόπο, χρόνο και πρόσωπο στη μελαγχολία με τον πιο πετυχημένο τρόπο. Μιλώντας για την επαρχία, τις Κυριακές και τα αγάλματα.

Θα με επισκεφτείς, Χρίστος Λάσκαρης

Θα με επισκεφτείς

όπως επισκέπτονται στην κλινική τον άρρωστο

οι συγγενείς

κάνοντας φασαρία με τα δώρα τους

και φέρνοντας τη ζωή απ' έξω

ενώ αυτός

συνηθισμένος με τη σιωπή

νιώθει ανήμπορος να συνδεθεί

κι αρχίζει να κουράζεται

παρακαλώντας με το βλέμμα του να μείνει μόνος

μόνος όπως και πριν

να τους περιμένει και να τους φαντάζεται.

Άλλοι που με εμπνέουν είναι ο Μίλτος Σαχτούρης και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος.

Πορτοκαλιά (Βρέχει), Μίλτος Σαχτούρης

Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου!

Τι θλιβερός χειμώνας!

Ένα πορτοκαλί μεσοφόρι κρέμεται, ένα ροζ ξεσκονόπανο και βρέχει.

Ένας γέρος κοιτάζει μέσ’ απ’ το τζάμι.

Ένα ξερό δέντρο, ένα

φως αναμμένο χρώμα πορτοκαλιού.

Ένα δέντρο με πορτοκάλια

πιο πέρα.

Και το κορίτσι αναποδογυρισμένο και το φλιτζάνι

σπασμένο κι όλοι, Θε μου, να κλαίνε να κλαίνε να κλαίνε

Κι ύστερα χρήματα χρήματα χρήματα πολλά.

Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου! Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου!

Τι θλιβερός χειμώνας.

Βρέχει όπως και στο προηγούμενο ποίημα την Πορτοκαλιά.

Μια γυναίκα μ’ έναν καθρέφτη και κάτι σύρματα προσπαθεί να κρατήσει τα χρόνια.

Όμως τα χρόνια φεύγουν

τα σύρματα μπαίνουν βαθιά μέσα στα μάγουλά της

τα ξεσκίζουν τρέχουν αίματα

ενώ ένα άγριο χέρι με μια κιμωλία πηγαινοέρχεται

και βάφει τα μαλλιά της άσπρα.

Απόγευμα, Ντίνος Χριστιανόπουλος

Ήταν ωραίο εκείνο το απόγευμα με την ατέλειωτη συζήτηση στο πεζοδρόμιο.

Τα πουλιά κελαηδούσαν, οι άνθρωποι πέρναγαν, τ’ αυτοκίνητα τρέχανε.

Στο απέναντι παράθυρο το ράδιο έπαιζε ρεμπέτικα

και το κορίτσι του διπλανού μας τραγούδαγε το ντέρτι του.

Φυλλορροούσε η ακακία κι ευώδιαζε το γιασεμί

και μες στην τάπια τα παιδιά παίζαν κρυφτούλι

και τα κορίτσια γύρναγαν σκοινί —

παίζαν στην τάπια και δεν ξέραν από θάνατο

παίζαν στην τάπια και δεν ξέραν από τύψη,

κι εγώ τους αγάπησα πολύ τους ανθρώπους εκείνο το απόγευμα,

δεν ξέρω γιατί, πολύ τους αγάπησα, σαν ένας μελλοθάνατος.

Ελένη Αθανασίου
Ελένη Αθανασίου

Εσένα τι σε εμπνέει όταν γράφεις;

Αρχικά, να πω πως η έμπνευση δεν είναι αναγκαία συνθήκη για τη συγγραφή. Αν θες να το κάνεις με συνέπεια και συχνότητα, θα χρειαστεί πολλές φορές να το κάνεις σε αποστειρωμένους από άποψη ποιητικότητας χώρους, όπως ένα γραφείο μέρα μεσημέρι, ίσως και σε μια ουδέτερη ψυχολογική/συναισθηματική κατάσταση, με προετοιμασία, με σημειώσεις. Το λέω αυτό, γιατί υπάρχουν στερεότυπα του πώς ευοδώνεται η ποιητική έκφραση που δεν ισχύουν, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση. Και αυτό είναι ΟΚ. Δεν μειώνει την τέχνη σου, δεν την κάνει στεγνή, ούτε άκαμπτη. Συνήθως, πρώτα αποφασίζω ότι έχω ανάγκη να γράψω και μετά προκύπτει το περιεχόμενο και όχι το αντίθετο. Από άποψη θεματικής, αισθάνομαι πιο άνετα σε κλίμακες προσιτές, όπως είναι τα αντικείμενα του σπιτιού μου, όπως είναι το νησί μου, το σώμα μου, πράγματα οικεία που βλέπω, μυρίζω, αγγίζω, ακούω. Για μένα, η ανάγνωση της ποίησης πρέπει να είναι ένα πολυαισθητηριακό βίωμα και γι’ αυτό επεξεργάζομαι αντίστοιχα την ιδέα πριν την καταγράψω. Αλλά αυτό απαιτεί να εστιάσεις αρκετά και συνεπώς χρειάζεται ένα θέμα προσβάσιμο και καθημερινό.

Πες μου δύο λόγια για την πρώτη σου ποιητική συλλογή. Ο τίτλος τι σημασία έχει;

Η πρώτη ποιητική συλλογή είναι ένα έργο που πραγματοποιήθηκε όσο βρισκόμουν στο εργαστήρι ποίησης LaCulturela στο Ηράκλειο, οπότε πρακτικά είναι μια συγκεντρωτική συλλογή, μετά από διαλογή και τροποποιήσεις φυσικά, ασκήσεων που εκτελούσα στο πλαίσιο του μαθήματος. Ωστόσο, δεν είναι κάτι τυποποιημένο, ψυχρά τεχνικό, ή λιγότερο αυθεντικό, όπως μπορεί κάποιος να αναμένει από ένα εργαστήριο. Και το θέτω αυτό, γιατί γνωρίζω τις αντιστάσεις που υπάρχουν σε μια θεωρητική ή και ακαδημαϊκή προσέγγιση στο πώς να γράψεις, ή να κάνεις τέχνη γενικότερα. Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική για μένα, με την έννοια ότι μου συστήθηκα συγγραφικά, εμφανώς επηρεασμένη από την ιατρική -γιατί το ανθρώπινο σώμα έχει την προσοχή μου στα ποιήματα που γράφω, άλλοτε ως κάτι ακραία αισθαντικό, άλλοτε πάλι βρώμικο, σε κάθε περίπτωση χειροπιαστό, ψηλαφητό και όχι ως αφαιρετική ιδέα. Ο τίτλος προέκυψε από την αφήγηση της ιστορίας μιας «συμμαθήτριας» του εργαστηρίου, η οποία μοιράστηκε μαζί μας πως είχε ζητήσει στον γιο της (πρώην raver), όταν εκείνη πεθάνει να την αποτεφρώσει και να την παίρνει μαζί του στα μουσικά φεστιβάλ που πηγαίνει. Το βρήκα εξαιρετικά γλυκό και σκέφτηκα πως αξίζει να καταγραφεί, έστω και με μια πύκνωση, όσο επιτρέπει ο τίτλος ενός βιβλίου, αλλά την ίδια στιγμή θεωρώ πως συμβολικά αποτυπώνει με τρομερή δύναμη και ένταση αρκετές από τις αντιφάσεις που υπάρχουν στη συλλογή, όπως ακριβώς είναι το να συνυπάρχει κάτι τόσο άκαμπτο, όπως η τέφρα, με κάτι τόσο ζωογόνο και αεικίνητο, όπως η techno μουσική.

Και η ιατρική γιατί; Λόγω μορίων ή γνήσιο ενδιαφέρον;

Υπήρχε και υπάρχει γνήσιο ενδιαφέρον για την ιατρική, υπό το πρίσμα περισσότερο της περιέργειας, μιας περιέργειας εσωστρεφούς, όπως και στην ποίηση, αλλά πιο «υλικής» σε αυτήν την περίπτωση. Μάλλον, είναι και ο λόγος που οδηγήθηκα σε εργαστηριακή ειδικότητα, χωρίς να αναιρώ προφανώς την προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα το επαγγέλματος.

Θα άφηνες ποτέ το ένα για χάρη του άλλου;

Σε αυτό που κάνω στον χώρο της ιατρικής υπάρχει μια ευελιξία χρονική να συνδυάζω και τα δύο, οπότε θα είναι πολύ εκ του ασφαλούς να πω όχι, γνωρίζοντας βέβαια πως ο βιοπορισμός στην ποίηση για τα εγχώρια δεδομένα είναι ανέφικτος. Αλλά, αν όντως θεωρητικά υπήρχε δίλημμα, για να μη δίνω διπλωματικές απαντήσεις, η ποίηση υπερέχει. Έχει ειπωθεί στον Κύκλο των χαμένων ποιητών με τον πιο γλαφυρό τρόπο:

«Medicine, law, business, engineering, these are all noble pursuits, and

necessary to sustain life. But poetry, beauty, romance, love, these are what we stay alive for».

Γυναίκες στην ποίηση και την ιατρική -ή τέχνη και επιστήμη, αν θες. Πιστεύεις ότι πλέον μπορούμε να πούμε ότι αναγνωρίζονται το ίδιο με τους άνδρες συναδέλφους τους ή έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας;

Πιστεύω ότι, και στα δύο πεδία έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας και αυτό γιατί μάλλον είναι δύσκολο να υπάρξει συντονισμένη αλλαγή σε δύο επίπεδα ταυτόχρονα, στο παρόν και στο παρελθόν. Νομίζω ότι είμαστε στη φάση της αναγνώρισης του λάθους και της απολογίας στα φαντάσματα των γυναικών επιστημόνων και καλλιτέχνιδων που αποσιωπήθηκαν, αλλά δεν φαίνεται αυτό να συνοδεύεται από μια ισόποση έμπρακτη μεταστροφή στο τώρα. Συγκεκριμένα, σήμερα στην τέχνη, και να μιλήσω για το κομμάτι που γνωρίζω και αφορά στην ποίηση, υπάρχουν ευαισθητοποιημένοι δημιουργοί που έστω και αναδρομικά ανοίγουν μια συζήτηση περί αποκατάστασης των ποιητριών, που σε μεγάλο βαθμό επισκιάστηκαν σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους τους -και δη τους άντρες συντρόφους και συναδέλφους τους. Και αυτό είναι σημαντικό και πολύτιμο. Αλλά την ίδια στιγμή, αυτό που προσωπικά φοβάμαι, είναι μια προσέγγιση διεξοδικής μελέτης και ανάλυσης της προώθησης, των κριτικών, της απεύθυνσης, του εκδοτικού συστήματος διανομής, όταν αυτή δεν γίνεται παράλληλα με την ορατότητα αυτής καθ' αυτής της ποίησης. Θέλω να πω, ναι, ας ασχοληθούμε με το πώς έφτασε όπως έφτασε σε μας η ποίησή μιας γυναίκας, αλλά για τω Θεώ, είναι εδώ , πάρτε και διαβάστε τη.

Τι είναι ευτυχία για σένα με δύο στίχους;

Φαντάζομαι πως δεν εκπλήσσω κανέναν απαντώντας αυτήν την ερώτηση με ποίηση , οπότε παραθέτω το ποίημα Αναπόληση του Θωμά Γκόρπα:

«Θα καταργήσω τον ουρανό, θα καταργήσω τη γη και θ΄αφήσω μόνο ένα ουζερί

για ένα πιοτό για ένα τραγούδι για ένα χορό κι εσύ να περνάς απ' έξω.»

Τρία ποιήματα της Ελένης Αθανασίου, από τη συλλογή «Τεφροδόχος σε ένα φεστιβάλ techno», των εκδόσεων Θράκα (βρείτε το εδώ).

Βραδινή ρουτίνα περιποίησης

Δεν έχει χτυπήσει ακόμα 9

πριν βάλω κρέμα νυκτός

στο διάστημα ανάμεσα στα φρύδια

ασκήσεις Kegel

μετά ασκήσεις ηρεμίας

“Σκάσε μωρή

Σκάσε

Μη φοβάσαι

Σταμάτα να φοβάσαι

Δεν θα το ξαναπώ”

3 σετ των 10

και τα κόκκινά μου μάγουλα

δεν πρέπει

αλλά νευρόσπαστα γελάνε

σαν τότε που μου έλεγαν

“κωλόπαιδο,

να είσαι ευγενική”.

Έκδυση

Η ζώνη του πατέρα

το φίδι της ντουλάπας μου

με μαύρο λουρί

έρπει ξανά στην πλάτη

η αγκράφα ανασηκώνεται

να προειδοποιήσει εχθρούς

μα πιο πολύ εμένα

το φίδι της ντουλάπας μου

η ζώνη του πατέρα

εκείνος σάπισε

και δέρματα αλλάζει ακόμη.

Royalty/Δήμητρα

Μητέρα: “Τα παιδιά να φάνε πρωινό

Ξύλο

πρέπει τα παιδιά να φάνε

Ξύλο

πρέπει κάποιος να φάει

Παύση

Δεν το αντέχω”

Στις δέκα και δέκα οι τρίχες της γάμπας μου διαπερνούν την κίτρινη τέντα τρέχει αίμα

Στις δέκα και είκοσι ανεβάζω το καλσόν, πίνω την μπύρα μου

Στις δέκα και πέντε δεν γίνεται να σε σαπίζουν στο ξύλο έτσι

Στις δέκα και δέκα οι τρίχες της πλάτης μου διαπερνούν την κίτρινη τέντα τρέχει αίμα

όχι από εμένα

από την τέντα

που έχει δύο άσπρες λωρίδες -γάζες-καθαρές

Εγώ αυτές αν τις τραβήξω

εγώ -οι μέσα αυτές

τα μόνα μη ηλιοχτυπημένα.





SHARE