«Είσαι μια χριστιανική θύελλα και χρειάζεσαι λίγο από τον παγανισμό μου. Θα έρθω να σε βρω και θα σου δώσω κάποιο θαλασσινό φάρμακο. Θα είναι χειμώνας και θα ανάψουμε μια φωτιά. Τα καημένα τα ζώα θα τρέμουν από το κρύο. Θα θυμηθείς ότι είσαι εφευρέτης θαυμαστών πραγμάτων και θα ζήσουμε μαζί με μια μηχανή πορτραίτου...».
Αυτά είναι τα λόγια που απηύθυνε ο σουρεαλιστής ζωγράφος Σαλβαδόρ Νταλί το καλοκαίρι του 1928 στον Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, λόγια που μαρτυρούν μια φιλία στενή κι αμφιλεγόμενη.
Οι δύο Ισπανοί θρύλοι πρωτοσυναντήθηκαν στη Μαδρίτη το 1923, μαζί με τον σκηνοθέτη Λουί Μπουνιουέλ και τον διάσημο συγγραφέα, Πεπίν Μπέλο. Οι τέσσερις δημιούργησαν μια δυνατή φιλία κατά τη διάρκεια των φοιτητικών τους χρόνων, όμως ο Νταλί και ο Γκαρθία Λόρκα ξεχωρίσαν ο ένας τον άλλον, καλλιεργώντας ένα δεσμό ξεχωριστό και βαθιά προσωπικό.
Ο Φεντερίκο σαγηνεύτηκε από το αντισυμβατικό πνεύμα του ιδιόρρυθμου καλλιτέχνη, ενώ ο Νταλί δήλωνε γοητευμένος από το «ποιητικό φαινόμενο» του ασυμβίβαστου ποιητή. Ο αλληλοθαυμασμός τους θεμελίωσε τη σχέση τους και το κοινό τους καλλιτεχνικό όραμα την επισφράγισε, καθώς διεύρυναν ο ένας τους ορίζοντες του άλλου και εξερευνούσαν μαζί νέες οδούς καλλιτεχνικής έκφρασης. Σε μια πρωτοφανή του κίνηση, το 1926 ο Λόρκα έγραψε την «Ωδή στον Σαλβαδόρ Νταλί», μια ποιητικοποίηση της κυβιστικής αισθητικής μα πρωτίστως ένα εγκώμιο στον έρωτά του για τον Νταλί.