«Γεννήθηκα
στη Θεσσαλονίκη, στο κέντρο. Στην εφηβεία
μου μετακομίσαμε στο Ντεπό. Καταγωγή
απ΄την Πελοπόννησο και την ανατολική
Θράκη η μητέρα μου, απ΄την Χαλκιδική ο
πατέρας μου. Ενα μίγμα.
» Μεσοαστική η οικογένειά μου με δύο γονείς γιατρούς, ο πατέρας μου καρδιολόγος, η μητέρα μου μικροβιολόγος, ο αδελφός μου, έναν χρόνο μεγαλύτερος, ακολούθησε τον δρόμο του πατέρα μας, έγινε καρδιολόγος κι αυτός. Είχα πολλή πίεση απ΄το σπίτι να ακολουθήσω την ιατρική κι έτσι βρέθηκα να σπουδάζω Φαρμακευτική –το πτυχίο μου το πήρα όχι επειδή με ενδιέφερε πραγματικά η Φαρμακευτική, αλλά επειδή θα μου έδινε την ευκαιρία να ασχοληθώ με το θέατρο. Είχε τότε μόλις ιδρυθεί το Τμήμα Θεάτρου στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης κι αυτό ήταν το κίνητρο για μένα, να τελειώσω την Φαρμακευτική, να πάρω το πτυχίο μου και να δώσω μετά κατατακτήριες, ως απόφοιτος άλλου πανεπιστημιακού τμήματος, στο Τμήμα Θεάτρου, όπως κι έγινε.
Εκεί που οδηγήθηκα, εκπληρώθηκαν τα όνειρά μου
» Το θέατρο άρχισα να το σκέφτομαι από 11-12 ετών. Η μητέρα μου, θεοτρόφιλη, μας πήγαινε σε παραστάσεις, κι έτσι με τα χεράκια της έβγαλε τα ματάκια της! Που να φανταστεί ότι θα με γοήτευε τόσο πολύ. Η πρώτη ανάμνηση είναι ένας “Αμλετ” στο Κρατικό με εντυπωσιακά σκηνικά και καπνούς... Από τότε άρχισα να παρακολουθώ τα πάντα στο Κρατικό, φτιάξαμε θεατρική ομάδα στο σχολείο –ήμουν στην Γερμανική Σχολή της Θεσσαλονίκης.
» Δεν είχα τότε σαφή εικόνα του τι θα πει σκηνοθέτης, ήξερα μόνο με σιγουριά ότι ήθελα ν’ασχοληθώ με το θέατρο. Η παράσταση που ξεκαθάρισε μέσα μου ότι θέλω να γίνω σκηνοθέτης ήταν το “Εξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα” σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μαυρίκιου, αυτή η ιστορική παράσταση του ΚΘΒΕ. Ήταν και η χρυσή περίοδος του Κρατικού, η δεκαετία του ΄80, με την τόσο σημαντική θητεία του Βολανάκη.
» Νομίζω ότι αντιλαμβανόμουν ότι δεν είχα ικανότητα ηθοποιού γι΄αυτό και δεν πήγα στην δραματική σχολή του Κρατικού αλλά στο Πανεπιστήμιο. Είχα αρθρώσει την επιθυμία να πάω στην Γερμανία να σπουδάσω σκηνοθεσία. Αλλά οι γονείς μου δεν συμφωνούσαν. Κι εγώ δεν είχα τη δύναμη να πω ότι όχι θα πάω και θα τα καταφέρω μόνος μου. Αργότερα μετάνοιωσα που δεν είχα το σθένος. Αλλά τελικά δεν μπορώ να έχω κανένα παράπονο, εκπληρώθηκαν τα όνειρά μου.
» Θυμάμαι, κάποια στιγμή, γύρω στα 20, άρθρωσα στον εαυτό μου την επιθυμία να γίνω μια μέρα διευθυντής του Εθνικού. Οπότε δεν μπορώ να΄χω παράπονο απ΄την ζωή -ό,τι ονειρεύτηκα ήρθε.
» Η στόχευσή μου ήταν πάντα τα πρακτικά του θεάτρου -η σχολή είχε και μαθήματα υποκριτικής. Ημασταν τυχεροί γιατί είχε έρθει τότε η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου να διδάξει: Λυδία Κονιόρδου, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Δημήτρης Παπαϊωάννου, Λευτέρης Βογιατζής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Φιλαρέτη Κομνηνού, Σπύρος Σακκάς και πολλοί άλλοι. Χρωστάμε πολλά στον Νικηφόρο Παπανδρέου που ίδρυσε το τμήμα, ένα τμήμα πρότυπο. Κι επειδή όλοι τον εκτιμούσαν, δέχθηκαν να έρθουν στη Θεσσαλονίκη για να κάνουν μαθήματα. Ολοι αυτοί οι δάσκαλοι μου άνοιξαν τον ορίζοντα και το μυαλό, μου έδειξαν με πόσους διαφορετικούς δρόμους μπορείς να προσεγγίσεις το θέατρο.
» Από πολύ νωρίς αισθάνθηκα ότι αυτός είναι ο χώρος μου, το θέατρο. Κι αυτό είναι μεγάλη τύχη γιατί μεγαλώνοντας, το βλέπω με τ΄ανήψια μου ή τα παιδιά των φίλων μου, καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι να στραφείς κάπου επαγγελματικά αν δεν έχεις μια καθαρή επιθυμία.
Άργησα πολύ να αποκτήσω την αποδοχή για το ποιος είμαι
» Στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια αντιμετώπιζα κυρίως εσωτερικές δυσκολίες, λόγω της ομοφυλοφιλίας μου, που ήταν τότε πολύ μεγάλο βουνό να το αντιμετωπίσω. Ηταν πολύ καθαρό για μένα, το ήξερα. Ετσι γεννήθηκα. Την αποδοχή όμως άργησα πολύ να την αποκτήσω, την αποδοχή για το ποιος είμαι και ποια είναι η σεξουαλικότητά μου –κοντά στα τριάντα. Πριν απ΄αυτό πέρασα πολύ δύσκολα μέσα μου να διαχειριστώ τη φύση μου. Ηταν άλλες εποχές.
» Το οικογενειακό μου περιβάλλον, μεσοαστικό, συντηρητικό, δεν μπορούσε να το διαχειριστεί εύκολα. Δεν έφταιγαν, τους ήταν κάτι άγνωστο. Προφανώς πάντα οι γονείς το διαισθάνονται, το ξέρουν, ασχέτως αν το απωθούν ή δεν το αποδέχονται. Ενώ το βλέπουν λένε ότι μπορεί να μην είναι έτσι –είναι η άμυνά τους. Με τους γονείς μου ποτέ δεν το συζητήσαμε ανοιχτά, δεν μπορούσαν να το διαχειριστούν. Δεν τους κατηγορώ. Καταλαβαίνω πόσο δύσκολο τους ήταν, δεν φταίνε αυτοί, η γενιά τους μεγάλωσε με πολύ διαφορετικά πρότυπα.
» Βλέπω τα παιδιά σήμερα, τ΄ανήψια μου, με φίλους ανοιχτά γκέι μέσα στο σχολείο, να μιλάνε με μεγάλη χαλαρότητα γι΄αυτό το θέμα. Είναι ένα τελείως διαφορετικό τοπίο -ευτυχώς.
» Συνειδητά βγήκα και μίλησα δημοσίως για τον σεξουαλικό μου προσανατολισμό. Εχοντας πλέον έναν θεσμικό ρόλο αισθάνθηκα ότι έπρεπε να το κάνω. Η ορατότητα είναι σημαντική. Και εισέπραξα πολύ θετική ανταπόκριση. Και δεν αναφέρομαι στον θεατρικό χώρο, γιατί ευτυχώς στη θεατρική κοινότητα υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια πλήρης αποδοχή. Ήταν πολύ συγκινητικά κάποια μηνύματα που μου στείλαν άνθρωποι που δεν τους ήξερα, ευχαριστώντας με για τη συνέντευξη, τόσο ομοφυλόφιλοι άντρες, αλλά και γονείς παιδιών ομοφυλόφιλων, γράφοντάς μου ότι τους βοήθησε να καταλάβουν καλύτερα τα παιδιά τους. Κι αυτό μου έδωσε, ψυχικά, μεγάλη χαρά και ικανοποίηση γιατί κατάλαβα πόση σημασία έχει να μιλάς. Όταν ήμουν μικρός μου έλειπαν άνθρωποι που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρότυπα –αν το είχαν δηλώσει ανοιχτά και περήφανα, θα με απενοχοποιούσαν κι εμένα. Είναι βοηθητικό συνολικά. Ακόμα διστάζουν πολλοί στον χώρο μου. Είναι χρήσιμο λοιπόν να ειπωθεί δημόσια.