Η Γιώτα Νέγκα έχει μια αλήθεια που τη μοιράζεται χωρίς δεύτερη σκέψη, έτσι τραγουδάει, έτσι ζει. Εμαθε να περιμένει, να δουλεύει πολύ. Στην αφετηρία βρίσκεται η ανάγκη της γι' αυτό που κάνει –αγαπά το τραγούδι, αλλά και το θέατρο. Γεννήθηκε στην δυτική Αθήνα. Μένει στον Κολωνό.
«Μεγάλωσα στα δυτικά προάστια, Αιγάλεω, Αγία Βαρβάρα, Κορυδαλλό. Πολλή αγάπη, πολύ τραγούδι, ισχυρός οικογενειακός δεσμός. Ο μπαμπάς μου ήταν καλλιτεχνική φύση, είχε πολύ ταλέντο και το διοχέτευε παντού. Επαιζε μπουζούκι, έγραφε στίχους, ζωγράφιζε, έκανε γλυπτά, μαστόρευε. Ερασιτέχνης πάντα, εραστής της τέχνης. Και μέσα σ΄όλα αυτά κι εγώ. Μικρή θυμάμαι που ζωγράφιζε ο πατέρας μου λουλουδάκια σε κάδρα -εκείνος έκανε τον μίσχο, εγώ τα πέταλα, η μαμά έβαζε το χρώμα. Κάναμε πολλά πράγματα μαζί. Κρατάω την ισχυρή συνοχή και την αίσθηση της εστίας, κάτι που έχει αποδυναμωθεί μέσα στα χρόνια. Ο μπαμπάς μου ήταν ψυκτικός. Η μητέρα μου άρχισε να δουλεύει όταν έγινα 13-14.
Τότε υπήρχε μια διαφορετική συνοχή, μια αλληλεγγύη της γειτονιάς, κάτι που απλωνόταν. Υπήρχε μια συμπόνια, ήταν τελείως διαφορετικές οι σχέσεις των παιδιών με τους δασκάλους, τους γονείς, των ανθρώπων με τους γείτονες, τους μεγαλύτερους. Δεν λέω ότι ήταν όλα καλά και άγια, αλλά αυτό έχει αλλάξει.
Οι δικοί μου δεν ήταν εύποροι, όμως δουλεύοντας μπορούσαμε να ζήσουμε όπως θέλουμε, να φτιάξουμε κι ένα εξοχικό. Σήμερα δεν νομίζω ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Αυτό είναι μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο που οι άνθρωποι σχεδιάζουν και ονειρεύονται το μέλλον τους, σαν να κλείνουν οι ορίζοντες. Θεωρητικά βελτιώθηκαν τα πράγματα με την εξέλιξη και τις ευκολίες που μας παρέχονται, αλλά έκλεισαν τα όνειρα...
Ιδίως την τελευταία τριετία αυτό που μου στέρησε, που μου ματαίωσε εμένα η καραντίνα και ο Covid ήταν ότι δεν μπορούσα να σχεδιάσω, να ονειρευτώ -τις παραστάσεις και τις συνεργασίες μου, να κάτσω να μελετήσω. Σε μεγαλύτερη κλίμακα ματαίωσε γενικότερα και φύτεψε τον φόβο».