Χίλντα Παπαδημητρίου
Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Χίλντα Παπαδημητρίου: «Ο κόσμος έχει ανάγκη από σούπερ ήρωες, αλλά εμένα ενδιαφέρει το έγκλημα της διπλανής πόρτας»


Από την δαιμόνια Άγκαθα Κρίστι, στον Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, οι συγγραφείς διάσημων αστυνομικών μυθιστορημάτων απολάμβαναν ενίοτε και οι ίδιοι ένα μέρος της γοητείας που ασκούσαν οι ήρωές τους στους αναγνώστες.

Ποιον άλλωστε αφήνει ασυγκίνητο ένα μυαλό που συλλαμβάνει όχι μόνο το πρωταρχικό έγκλημα και τον ευφυή ντετέκτιβ, αλλά και τη λύση του παράλληλα με την εξέλιξη διαφορετικών storylines μέσα στην ίδια ιστορία;

Η Χίλντα Παπαδημητρίου, συγγραφέας, μεταφράστρια και μουσικογράφος, πρώην ιδιοκτήτρια του δισκάδικου της Νέας Σμύρνης και λάτρης της Αθήνας, συγκεντρώνει ήδη αρκετά χαρακτηριστικά που κάνουν τον τίτλο «Ελληνίδα συγγραφέας αστυνομικών» ακόμη πιο γοητευτικό από όσο ήδη είναι.

Από τα ομιχλώδη ασπρόμαυρα πλάνα του Γερακιού της Μάλτας και τους ιδιοφυείς ντετέκτιβ στους πιο σύγχρονους ιδιοσυγκρασιακούς αντιήρωες, η Χίλντα συστήνει τον Χάρη Νικολόπουλο, τον (πρώην) αστυνομικό και λάτρη των βινυλίων, ο οποίος πρωταγωνιστεί στα τέσσερα μυθιστορήματά της, με πιο πρόσφατο το «Ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου».

Σε αυτή την ιστορία, ο Χάρης επιστρέφει από τη Ναύπακτο στην Αθήνα με αφορμή την είσοδο της μητέρας του σε οίκο ευγηρίας. Εκεί θα γνωρίσει μια ψυχολόγο που εργάζεται σε ξενώνα για θύματα σεξουαλικού τράφικινγκ και θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια ιστορία με πολλές πτυχές, βουτώντας στα νερά του υποκόσμου, της σχέση τους με την αστυνομία και μιας σκοτεινής, αλλά απόλυτα υπαρκτής πλευράς της πόλης.

Γιατί γράφετε αστυνομικά; Τι σας γοητεύει στο συγεκριμένο είδος; Διάβαζε αστυνομικά η μητέρα μου και έτσι τα αγάπησα από παιδί, όπως αγαπούσα και τα pulp αλλά και τα βιβλία περιπέτειας. Συνέχισα να διαβάζω μεγαλώνοντας και όταν ξεκίνησα τις μεταφράσεις, αναλάμβανα και αστυνομικά. Με ιντριγκάρει το αστυνομικό. Από τη μία έχει πολύ αυστηρές συμβάσεις -δηλαδή πρέπει να υπάρχει ένας φόνος, κάποιος που ψάχνει τον δολοφόνο. Πρέπει να υπάρχει και ένα κίνητρο. Συγχρόνως, όμως, σου αφήνει το περιθώριο να μιλήσεις και για άλλα ζητήματα. Μου έρχεται στο μυαλό η φράση του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο Γεράκι της Μάλτας, που είναι παρμένη από την Τρικυμία του Shakespeare και λέει “it’s the stuff dreams are made of”. Αυτό το stuff μπορείς να είναι το κίνητρο ενός φόνου αλλά και κοινωνικά ζητήματα, κλοπές πινάκων, δισκάδικα, τράφικινγκ και πολιτική.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Ο κεντρικός ήρωάς σας είναι ο Χάρης Νικολόπουλος, που έχει αγαπηθεί ιδιαίτερα από τους αναγνώστες. Τι προκλήσεις έχει το να συνεχίζεις να αναπτύσεις τον ίδιο ήρωα; Ο Χάρης είναι ένας αστυνομικός που αγαπά τους δίσκους, τους Beatles, η εμμονή του είναι το πικάπ, τα βιβλία και οι συναυλίες που πάει με την παρέα του. Τον αγάπησε ο κόσμος, τον αγάπησα κι εγώ. Η ευκολία είναι ότι έχεις κάποιους έτοιμους χαρακτήρες και δεν κουράζεις τον αναγνώστη με την πολυπρόσωπη δομή. Από την άλλη, οι αλλαγές στον ήρωα πρέπει να δικαιολογούνται, από το πέρασμα του χρόνου και τις κοινωνικές συνθήκες και αλλαγές. Μου αρέσει, ας πούμε που στα μυθιστορήματα του Ίαν Ράνκιν, παρακολουθούμε τον κεντρικό του ήρωα, τον διάσημο επιθεωρητή Τζον Ρέμπους, γερνάει μαζί του. Έχει τις δυσκολίες του αλλά και τη γοητεία του όλο αυτό. Κάποια στιγμή βέβαια μπορεί να τον μισήσεις, όπως έκανε η Άγκαθα Κρίστι με τον Ηρακλή Πουαρό.

Παρά το γεγονός ότι ένας άνδρας κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο, το κέντρο βάρους στο μυθιστόρημα μοιράζεται και ανάμεσα σε γυναίκες. Οι γυναικείοι χαρακτήρες της Χίλντας, ξεφεύγουν από τα στερεότυπα, είναι ανάγλυφοι και θα μπορούσαν να κάθονται δίπλα σου στο μετρό. Γυναίκες διαφορετικών ηλικιών απολαμβάνουν εδώ την ορατότητα που τους δίνεται απλόχερα, όχι σαν μηχανισμός απόδοσης δικαιοσύνης, αλλά τελείως φυσικά και οργανικά, επειδή ανήκουν στον πραγματικό κόσμο.

Πώς παρουσιάζονται οι γυναίκες στη νουάρ λογοτεχνία; «Η θέση της γυναίκας και τα στερεότυπα στο αστυνομικό μυθιστόρημα με ενδιαφέρουν πολύ. Έχω διαβάσει πολλές μελέτες του πρώτου φεμινιστικού κινήματος αλλά και του νεότερου, που βλέπουν διαφορετικά τη femme fatale. Επιπλέον, κάτι που έχω βάλει σαν σκοπό είναι το να μην έχουν τα βιβλία τον ηδονοβλεπτισμό που υπάρχει για τα γυναικεία θύματα. Συχνά στα αστυνομικά μυθιστορήματα, όταν μια γυναίκα βρίσκεται δολοφονημένη, περιγράφονται τα εσώρουχά της, το αν ήταν γυμνή, πώς ήταν τα μαλλιά της, το αίμα στο σώμα της. Οι άνδρες ήρωες δεν έχουν την αντίστοιχη αντιμετώπιση. Αυτός ο ηδονοβλεπτισμός δεν θέλω να υπάρχει στα δικά μου βιβλία.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Η νεαρή και δυναμική υπαστυνόμος Αΐντα Μητροπούλου είναι ένας χαρακτήρας που ξεχωρίζει στο βιβλίο. Η Αΐντα προέκυψε από τη σύμπραξη με άλλους τρεις συγγραφείς ( Β. Γιαννίσης, Κ. Αθανασιάδης, Δ. Σίμος) στο μυθιστόρημα «Αποκάλυψη», όπου μου ζητήθηκε να γράψω για την γυναίκα αστυνομικό. Η Αΐντα έχει δικά μου στοιχεία, την αγάπησα πολύ και εγώ αλλά και ο κόσμος. Θα ήθελα να δω πώς μπορεί αυτό να εξελιχθεί σε επόμενες ιστορίες.

Κάνατε έρευνα και συλλέξατε πολλά στοιχεία για το ζήτημα του τράφικινγκ, το οποίο απασχολεί το βιβλίο. Και είναι ενδιαφέρον το ότι το βιβλίο κυκλοφόρησε όταν έγινε γνωστό το περιστατικό κακοποίησης με τον αστυνομικό στην Ηλιούπολη. Εγώ ξεκίνησα να γράφω για την ενδοοικογενειακή βία αλλά σταδιακά βρέθηκα “αντιμέτωπη” με το φαινόμενο του τράφικινγκ. Έκανα έρευνα, διάβασα πτυχιακές, άρθρα και τη σχετική νομοθεσία. Ζούμε στην Ελλάδα όπου πολλές γυναίκες, νεαρές κοπέλες και παιδιά έρχονται ασυνόδευτα, βλέπεις τα στριπτιτζάδικα στη Συγγρού, όπου διοργανώνονται μπάτσελορ πάρτυ, ακούς τα αστειάκια με τις εθνικότητες. Είναι ένα ζήτημα που δεν αποτελεί προτεραιότητα στη δημόσια ατζέντα, και σίγουρα θα συνεχίσει να υπάρχει όσο υπάρχουν και τα υπόλοιπα προβλήματα, όπως η περιβαλλοντική καταστροφή. Χρειάζεται μην κλείνουμε τα μάτια μας, να ξέρουμε τι συμβαίνει και να έχουμε την ετοιμότητα να βοηθήσουμε. Το περιστατικό με την σερβιτόρα στην Ηλιούπολη, για παράδειγμα, αν το έβλεπες γραμμένο σε βιβλίο πριν δύο χρόνια μπορεί και να μην το πίστευες.

Είναι λοιπόν η κοινωνική πτυχή που σας αφορά στο νουάρ. Η σχέση με την πραγματικότητα. Εγώ το επιδιώκω αυτό, θέλω τον ρεαλισμό. Δεν με ενδιαφέρει να γράψω φανταστικές ιστορίες για κατά συρροήν δολοφόνους. Όχι ότι δεν υπάρχουν, αλλά είναι πολύ μικρό το ποσοστό. Για παράδειγμα, στα ισλανδικά νουάρ διαβάζεις για serial killers και στην Ισλανδία γίνονται 1,2 φόνοι κάθε δύο χρόνια. Για ποιου είδους εγκληματικότητα θέλουμε να μιλήσουμε λοιπόν; Υπάρχουν και άλλα εγκληματικά πράγματα -η κακοποίηση των γυναικών, η ενδοοικογενειακή βία, ο μισογυνισμός. Δεν γίνεται να αγνοείς την πραγματικότητα. Στις χώρες που έχουν παράδοση στο αστυνομικό, παρατηρεί κανείς ότι υπάρχει έντονη κοινωνική ματιά. Στην Ιταλία οι νουάρ συγγραφείς θίγουν το ζήτημα της βαθιάς διαφθοράς από τον πόλεμο και μετά. Το ίδιο κάνει και ο Μονταλμπάν στα μυθιστορήματά του για την Ισπανία, το ίδιο κάνει ο Ιζό όταν μιλά για τη Μασσαλία. Γενικά μου αρέσει το νουάρ της Μεσογείου και της Λατινικής Αμερικής γιατί μπορείς να δεις τον κοινωνικό ιστό και τις αλλαγές του, τα ιστορικά γεγονότα -πώς όλα αυτά δημιουργούν πληγές που κακοφορμίζουν και ξαφνικά σκάνε.



Είναι ανδροκρατούμενος χώρος το νουάρ; Γιατί υπάρχουν και ηχηρά γυναικεία ονόματα, όπως η Άγκαθα Κρίστι και η Πατρίτσια Χάισμιθ. Οι γυναίκες πάντα έγραφαν αστυνομικά, απλώς τις περισσότερες τις έχει ξεχάσει η ιστορία. Υπάρχει μια σχολή στο αστυνομικό, όπου οι ηρωίδες είναι γεροντοκόρες, γυναίκες μεγάλης ηλικίας. Δεν το έκανε πρώτη η Άγκαθα Κρίστι. Αυτές οι γυναίκες γράφουν κοντά στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε σκοτώθηκαν εκατομμύρια άνδρες και πολλές γυναίκες έμειναν χήρες, είτε είχαν αρραβωνιαστεί και δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Έτσι παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους, και κάποιες από αυτές εξιχνιάζουν και εγκλήματα. Το βλέπουμε στον αγγλοσαξωνικό κόσμο, όπου έχουμε τις τέσσερις βασίλισσες του αστυνομικού -Άγκαθα Κρίστι, Νάιο Μαρς, Ντόροθι Σέγιερς και Μάρτζερι Άλινγκχαμ. Εκτός από την πρώτη, τις άλλες τρεις τις έχουμε ξεχάσει. Και έγραφαν πολύ ωραία αστυνομικά. Επίσης, την εποχή του hard boiled, παράλληλα με τον Ρέιμοντ Τσάντλερ και τον Ντάσιελ Χάμετ έχουμε την Βέρα Κάσπαρι, που έγραφε αστυνομικά αλλά και σενάρια και την Ντόροθι Χιουζ που έγραψε το «Σε έναν έρημο τόπο». Από το ‘75 και μετά, μετά το δεύτερο μεγάλο κύμα του φεμινισμού, εμφανίζονται επίσης πολλές γυναίκες στο αστυνομικό και πολύ σημαντικές.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Πάντως ο Χάρης Νικολόπουλος είναι ένας αντι-ήρωας, πολύ προσγειωμένος, ρεαλιστικός, ανθρώπινος. Έχει σαφή απόσταση από τους παντογνώστες ντετέκτιβ της ιστορίας. Η σχολή του Scandi Noir συνεισέφερε σημαντικά σε κάτι -έριξε το βάρος στη συλλογική εργασία. Δεν υπάρχει ο ένας, ιδιοφυής ντετέκτιβ που μετρά τα χιλιοστά της στάχτης και βρίσκει στοιχεία. Δεν είναι όλοι Σέρλοκ, είναι μια ομάδα που ο καθένας συνεισφέρει το κομμάτι του. Μάλιστα στα σκανδιναβικά, επειδή υπάρχει και το ζήτημα της ποσόστωσης βλέπεις και ήρωες φιλανδικής, ινδικής, πακιστανικής καταγωγής. Προσπαθούν να έχουν diversity. Εγώ στο τελευταίο βιβλίο θέλησα να δώσω φωνή και ορατότητα και στους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, τη φωνή των οποίων δεν "ακούμε" συχνά στα αστυνομικά.

Είναι επομένως η εγγύτητα στην πραγματικότητα ο δικός σας τρόπος να κατακτάτε αυτή την περίφημη συγγραφική ειλικρίνεια για την οποία μιλούσε ο Χέμινγουεϊ; Ο κόσμος μπορεί να έχει ανάγκη από υπερήρωες, αλλά δεν υπάρχουν. Εμένα δεν μου αρέσουν τα κλισέ, μου αρέσουν οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας και πιστεύω ότι όλοι είμαστε ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο. Μου φαίνεται πιο ενδιαφέρον να παρακολουθήσεις το έγκλημα της διπλανής πόρτας, παρά τον serial killer που αλλάζει διάθεση με το φεγγάρι και δολοφονεί γυναίκες με κόκκινα μαλλιά. Και γιατί πρέπει να γράφουμε με τα πρότυπα ξένων χωρών στο πώς αντιμετωπίζουμε την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα; Έχουμε άλλο νομικό σύστημα, είναι αλλιώς στημένη η αστυνομία, έχουμε άλλα ήθη και έθιμα. Αυτά με αφορούν, λοιπόν, και βάσει αυτών διαμορφώνω τους ήρωές μου.

Η σημερινή Αθήνα, με την άναρχη δόμηση και την ανομοιομορφία της αναδεικνύεται ως το ιδανικό σκηνικό για την ανάπτυξη μιας νουάρ ιστορίας. Την αγαπώ πολύ την Αθήνα και επειδή είμαι άνθρωπος που περπατάω, κάνω βόλτες και την παρατηρώ. Στο ιστορικό κέντρο αν σηκώσεις τα μάτια σου λίγο πιο ψηλά, θα παρατηρήσεις σπίτια -πραγματικά έργα τέχνης. Αλλά μια πόλη δεν είναι μόνο αυτά, είναι τα βιομηχανικά της κτήρια και οι μοντέρνες πολυκατοικίες. Βρίσκω ότι όλα έχουν τη γοητεία τους. Μεγάλωσα στην Καλλιθέα, γνωρίζω καλά τη Νέα Σμύρνη και μου αρέσουν οι πόλεις με ζωή όλο το 24ωρο και οι θύλακες που δημιουργούνται. Οι γειτονιές, που είναι μικρές ετερόκλητες.

Εκτός από την Αθήνα, το βιβλίο διατρέχει και η μουσική. Έχει το δικό του soundtrack. Είναι ένα στοιχείο που υπάρχει στα βιβλία μου, γιατί υπάρχει στη ζωή μου. Ακούω πάντα μουσική, την συζητώ με φίλους, γράφω για αυτήν. Είναι ένας καταπληκτικός τρόπος να επικοινωνούμε και να δενόμαστε με ανθρώπους, να βρίσκουμε κοινά. Η μουσική είναι ένα από τα στοιχεία που φέρνει κοντά τον Χάρη και την Αΐντα Μητροπούλου στο βιβλίο.

Έχετε γράψει δύο μονογραφίες για τους Beatles και τους Clash και τέσσερα αστυνομικά. Θα δοκιμάζατε κάτι άλλο στο μέλλον; Μου αρέσουν αρκετά τα θεωρητικά. Ίσως να έγραφα ξανά κάτι για μουσική ή για τις σχολές του αστυνομικού μυθιστορήματος.



Το μυθιστόρημα της Χίλντας Παπαδημητρίου με τίτλο «Ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.





SHARE