Χριστίνα Πιτούλη
@Carlos Muñoz
BREF

Όταν η Χριστίνα Πιτούλη μίλησε με γυναίκες που έχουν υποστεί κλειτοριδεκτομή


H Χριστίνα Πιτούλη, η δημιουργός του πολυβραβευμένου ντοκιμαντέρ «Brief» με θέμα την κλειτοριδεκτομή μιλάει για το έργο της.

Η ίδια σπούδασε δημοσιογραφία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ στο Universidad Autónoma de Barcelona και, με έδρα την Βαρκελώνη, ξεκίνησε να ασχολείται με το ντοκιμαντέρ το 2012, εστιάζοντας κυρίως σε κοινωνικά θέματα και ζητήματα φύλου. Η ταινία της, Bref, με θέμα την κλειτοριδεκτομή, κέρδισε το Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ για τα Δικαιώματα της Γυναίκας στο φεστιβάλ της Μάλαγα, ανάμεσα σε άλλες διακρίσεις.

Η λέξη και μόνο «κλειτοριδεκτομή» αρκεί για να μας κάνει να ανατριχιάσουμε. Πολλές φορές, αυτά που μας ανατριχιάζουν τα αποφεύγουμε -δεν θέλουμε να ξέρουμε για αυτά, ειδικά αν νιώθουμε πως είναι μακριά μας και δεν μας απειλούν.

Όταν όμως εκατομμύρια κορίτσια στον πλανήτη κινδυνεύουν ετησίως από μια τόσο βίαιη παράδοση, οφείλουμε έστω να ξέρουμε περί τίνος πρόκειται. Για να αποσαφηνίσουμε λοιπόν το τι ακριβώς εννοούμε ως κλειτοριδεκτομή πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε πως η πρακτική της ενδέχεται να διαφέρει όχι μόνο από χώρα σε χώρα, αλλά μπορεί να πραγματοποιείται με διαφορετικό τρόπο ακόμα και ανάμεσα σε φυλές της ίδιας χώρας. Πιο συγκεκριμένα, σε ορισμένες χώρες αφαιρείται ολικά ή μερικά μόνο η κλειτορίδα, σε άλλες παράλληλα αφαιρούνται και τα εσωτερικά χείλη του αιδοίου ενώ, κυρίως στις χώρες της Ανατολικής Αφρικής, αφαιρούνται τα εσωτερικά και/ή τα εξωτερικά χείλη του αιδοίου, μαζί ή χωρίς αφαίρεση της κλειτορίδας. Από το 2012 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αναγνώρισε την συγκεκριμένη μορφή ακρωτηριασμό ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ψήφισε ομόφωνα να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες για την κατάργησή του.

«Bref» στην γαλλική αργκό σημαίνει «φτάνει», «αρκετά». Αυτός είναι ο τίτλος του βραβευμένου ντοκιμαντέρ που δημιούργησε η Χριστίνα σχετικά με την κλειτοριδεκτομή, -ενός ντοκιμαντέρ που έντεχνα αποφεύγει κάθε μορφή εύκολης κριτικής και «δυτικής» υπεροψίας. Η νεαρή σκηνοθέτρια μας συστήνεται και μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου η αφήγηση, η ευαισθητοποίηση και η πράξη απέχουν μόλις λίγα καρέ μεταξύ τους.

@Carlos Muñoz1

Βλέπω πως οι πρώτες σου σπουδές ήταν η δημοσιογραφία στο Πάντειο. Ποια ήταν τα επόμενα βήματά σου και τι ήταν αυτό που σε τράβηξε στον κόσμο των ντοκιμαντέρ;

Αυτό που με ενδιέφερε πάντα ήταν η έρευνα και οι ιστορίες. Οι προσεγγίσεις που γίνονται σε βάθος και με χρόνο. Το ντοκιμαντέρ με τράβηξε αρχικά επειδή συνδύαζε τη δημοσιογραφία με τον κινηματογράφο, την έρευνα και το storytelling με μία γλώσσα χωρίς όρια, που περιλάμβανε κινούμενη εικόνα και ήχο. Αυτό με οδήγησε στη Βαρκελώνη, όπου πήγα το 2011 για να κάνω μεταπτυχιακό πάνω στη Θεωρία και Πρακτική του Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ στο Universidad Autonoma de Barcelona. Όταν ξεκίνησα είχα ακόμα μία σχετικά περιορισμένη οπτική σε σχέση με το τι είναι το ντοκιμαντέρ. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου ανακάλυψα το τεράστιο εύρος αυτού του κινηματογραφικού είδους, τη δική του ξεχωριστή γλώσσα. Είδα τρομερά παραδείγματα διαφορετικών ειδών ταινιών ντοκιμαντέρ, ανακάλυψα το πόσο δημιουργικό, πρωτότυπο και προσωπικό μπορεί να γίνει, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να έχει και μεγάλη κοινωνική επίδραση. Στη συνέχεια, άρχισα να ασχολούμαι με αυτό επαγγελματικά σαν σκηνοθέτης, αλλά και υπεύθυνη ήχου και παραγωγής σε ταινίες ντοκιμαντέρ άλλων σκηνοθετών.

Όταν δημιουργήθηκε το «Bref», ήσουν μόλις 27 περίπου χρονών. Θες να μου περιγράψεις λίγο εκείνη την εποχή;

Η αλήθεια είναι ότι όταν έγινε το Bref στην Ελλάδα η συζήτηση για τέτοιου είδους ζητήματα ήταν πολύ περιορισμένη. Ειδικά αν μιλάμε για ζητήματα «γυναικών», «φύλου» που αφορούν κυρίως ανθρώπους που προέρχονται από άλλες χώρες. Στην Ισπανία, όπου έμενα τότε, τα πράγματα ήταν ήδη αρκετά πιο προχωρημένα -και σε ζητήματα φύλου αλλά και γύρω από την κλειτοριδεκτομή. Το 2013 λοιπόν με βρίσκει στη Βαρκελώνη, έχοντας μόλις τελειώσει το μεταπτυχιακό μου και ψάχνοντας τα επόμενα βήματά μου -δεν ήξερα αν θα μείνω ή θα φύγω από την Ισπανία.

Λόγω μιας μικρού μήκους ταινίας που είχα κάνει για το κοινωνικό στίγμα του νανισμού με προσέγγισε μέσω του μεταπτυχιακού η ΜΚΟ των «Γιατρών του Κόσμου» της Ισπανίας, γιατί ήθελαν να κάνουν ένα βίντεο που θα το χρησιμοποιούσαν για την ευαισθητοποίηση των αφρικανικών κοινοτήτων γύρω από το θέμα της κλειτοριδεκτομής, στα διάφορα εργαστήρια και δράσεις που κάνανε. Μόλις άρχισα να κάνω μία πρώτη έρευνα για να προτείνω κάτι που θα τους βοηθούσε, συνειδητοποίησα διάφορα πράγματα: ότι υπήρχαν πάρα πολλά έτοιμα ενημερωτικά βίντεο που εξέθεταν τα διάφορα στοιχεία, το τι είναι η κλειτοριδεκτομή, πού γίνεται, τα οποία ανέφεραν αιτίες, αριθμούς και συνέπειες.

Ταυτόχρονα, άρχισα να σκέφτομαι ότι, για να έχει πραγματικό αποτέλεσμα αυτό που θα έφτιαχνα, θα έπρεπε να ήταν κάτι που θα απευθύνεται άμεσα σε όσους αφορούσε, ενώ όλα αυτά τα στοιχεία που ενημερώνουν όσους ζούμε στην Ευρώπη όλη μας τη ζωή, δεν είχαν τόση σημασία.

Επίσης, κάποιες προσεγγίσεις που είχα δει, έδιναν μία πολύ απλοϊκή διάσταση στο ζήτημα. Μιλούσαν για το πόσο τρομερές είναι οι συνέπειες, θίγοντας το ως κάτι βάρβαρο και παράλογο χωρίς να εμβαθύνουν και αυτή είναι μια συχνή τακτική, την οποία ένιωθα άδικη και επικίνδυνη. Και σίγουρα όχι αποτελεσματική, γιατί όταν κρίνεις κάποιον από τη δική σου πολύ διαφορετική θέση, μάλλον δεν θα σε ακούσει και τόσο. Και τέλος, είχα ξεκάθαρο ότι, αν όντως ήθελα όντως να βοηθήσω να αλλάξει κάτι, έπρεπε να αφήσω τη δική μου αυτονόητα εύκολη οπτική στην άκρη. Πρότεινα λοιπόν στους «Γιατρούς του Κόσμου» να κάνω ένα ντοκιμαντέρ αντί ενός επεξηγηματικού ενημερωτικού βίντεο. Ένα ντοκιμαντέρ το οποίο δεν θα είχε κανέναν λευκό ειδικό, αλλά θα έδινε τον λόγο αποκλειστικά σε γυναίκες και άνδρες από την Αφρική που ζουν στη Ισπανία, ακούγοντας τους χωρίς να τους κρίνει ή να τους καθοδηγεί κανείς, προσπαθώντας να ανοίξει η συζήτηση σε όλη της την πολυπλοκότητα και αναζητώντας αυτό που κάνει την εγκατάλειψη της πρακτικής δύσκολη. Και συμφώνησα ότι θα έκανα συμπληρωματικά, αλλά ανεξάρτητα, ένα μικρότερο ενημερωτικό βίντεο με στοιχεία για την κλειτοριδεκτομή, για όποιον το χρειαζόταν στη συνέχεια. Γιατί δεν ήθελα ούτε καν να συμπεριλάβω ένα εισαγωγικό σημείωμα για το τι είναι η κλειτοριδεκτομή ή πού γίνεται. Ευτυχώς, οι Γιατροί του Κόσμου το δέχτηκαν – πράγμα που εκτιμώ, γιατί ήταν τελείως διαφορετική η πρόταση από αυτό που είχαν στο μυαλό τους.

Backstage από το ντοκιμαντέρ

Πολλές φορές νιώθουμε πως ζητήματα όπως η κλειτοριδεκτομή είναι πολύ «μακριά» από εμάς (από την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο). Μέσα από το «Bref» βλέπουμε πως αυτό δεν ισχύει απόλυτα.

Πράγματι, είναι ένα ζήτημα που έχει πάψει να είναι πια μόνο μακριά μας. Στην Ευρώπη εκτιμάται ότι 600.000 γυναίκες ζουν με τις συνέπειες της κλειτοριδεκτομής και κάθε χρόνο 180.000 κορίτσια και γυναίκες κινδυνεύουν από ακρωτηριασμό σε 13 χώρες μόνο της Ευρώπης. Μιλάμε για γυναίκες και κοριτσάκια που ζουν δίπλα μας, πηγαίνουν εδώ σχολείο και έχουν εδώ τη ζωή τους. Όταν έκανα την έρευνα για την ταινία, πίστευα μέσα μου ότι οι κοπέλες που γνώριζα και είχαν περίπου την ηλικία μου, δεν θα ήταν ακρωτηριασμένες. Είχα αυτή τη μη συνειδητή στερεοτυπική αντίληψη νομίζω: ότι αν ήταν κομμένες θα ήταν διαφορετικές. Όμως, όλες οι γυναίκες που γνώρισα είχαν ακρωτηριαστεί. Η κλειτοριδεκτομή παραμένει ένας κίνδυνος ακόμα και για κορίτσια που έχουν έρθει ή έχουν γεννηθεί στην Ευρώπη, γιατί παρότι ζουν σε μία άλλη χώρα, πολλές οικογένειες συνεχίζουν να θεωρούν ότι η κλειτοριδεκτομή είναι απαραίτητη για τη ζωή των κοριτσιών τους.

Αυτό γίνεται για πολλούς λόγους: Πρώτον λόγω άγνοιας. Η κλειτοριδεκτομή είναι δεδομένο. Κάτι που για όλη τους τη ζωή γινόταν αυτόματα και αδιαμφισβήτητα, δεν γνωρίζουν τις συνέπειες και τους κινδύνους. Έχουν μεγαλώσει πιστεύοντας ότι αυτό είναι κάτι καλό, τους το έκανε η μητέρα τους που τις λάτρευε, πώς να το αμφισβητήσουν; Δεύτερον λόγω κοινωνικής πίεσης. Στην Αφρική, όσα κορίτσια δεν το έχουν κάνει αντιμετώπιζαν πολύ μεγάλο στίγμα, θεωρούνται μη καθαρές, αποκλείονται κοινωνικά, προσβάλλουν την κοινότητα στο σύνολό της. Ακόμα και αν αυτό δεν συμβαίνει ακριβώς με την ίδια ισχύ στην Ευρώπη, η κοινωνική πίεση παραμένει, ειδικά όταν μιλάμε για οικογένειες που ζουν σε κλειστές κοινότητες που συναναστρέφονται κυρίως μεταξύ τους. Η πίεση εντείνεται όταν το επιχείρημα υπέρ της κλειτοριδεκτομής στηρίζεται στη συντήρηση της παράδοσης και της ταυτότητας. Γνώρισα πολλές γυναίκες που είχαν αποφασίσει να μην ακρωτηριάσουν τα κοριτσάκια τους, γιατί είχαν ενημερωθεί για τις συνέπειες και οι συγγενείς τους στις χώρες προέλευσης τις κατηγορούσαν ως προδότριες, ότι είχαν χάσει την ταυτότητά τους. Θέλει πολύ μεγάλη δύναμη να πας κόντρα σε αυτό. Όταν έρθει η ώρα λοιπόν, πρέπει να γίνει.

Επειδή στην Ευρώπη είναι παράνομο, πολύ συχνά οι οικογένεια κάνει ένα ταξίδι στη χώρα προέλευσης και το κορίτσι ακρωτηριάζεται εκεί. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο, σε χώρες που έχουν συγκεκριμένη νομοθεσία γύρω από την κλειτοριδεκτομή, ο νόμος έχει προσαρμοστεί και ισχύει η αρχή της ετεροδικίας, ώστε να καλύπτει την κλειτοριδεκτομή ακόμα και όταν γίνεται σε άλλη χώρα. Όμως, αυτό από μόνο του δεν έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Μπορεί το κοριτσάκι να ακρωτηριαστεί και μετά να μην ξαναγυρίσει στην Ευρώπη, για να μην αντιμετωπίσουν οι γονείς πρόβλημα με τον νόμο. Φανταστείτε λοιπόν ένα κορίτσι που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ισπανία, μία μέρα να πάει διακοπές στη χώρα της, να την ακρωτηριάσουν και να μην γυρίσει ποτέ πίσω. Όταν έκανα την έρευνα αυτό το φαινόμενο ήταν αρκετά διαδεδομένο.

Νομίζω πως μας είναι δύσκολο να δεχτούμε ότι γυναίκες, και μάλιστα μητέρες κοριτσιών, υποβάλλουν τις κόρες τους σε αυτό το μαρτύριο.

Είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως μια μητέρα που αγαπάει την κόρη της, την υποβάλλει σε αυτό το μαρτύριο. Όμως η αλήθεια είναι ότι το κάνει γιατί την αγαπάει. Γιατί αυτό έχει μάθει ότι είναι το καλύτερο για εκείνη και δεν το έχει αμφισβητήσει ποτέ. Η τελετή αυτή είναι κάτι που γίνεται εδώ και αιώνες και θεωρείται μία πολύ σημαντική μέρα, μια γιορτή που θα κάνει το κορίτσι μια καθαρή και άξια γυναίκα. Ενώ εμείς χρησιμοποιούμε την άσχημη λέξη «ακρωτηριασμός», εκεί η λέξη έχει μια πολύ θετική χροιά. Και η τραυματική αυτή εμπειρία θα δικαιολογηθεί στο μυαλό του κοριτσιού ως κάτι που την κάνει υπερήφανη. Όμως πολλές γυναίκες ερχόμενες εδώ ανακάλυψαν ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ότι δεν είναι όλες οι γυναίκες κομμένες, ότι η κλειτορίδα δεν είναι ένα επικίνδυνο πράγμα που μπορεί να προκαλέσει ανικανότητα, ότι είχαν χάσει κάτι από το σώμα τους για πάντα. Αυτό είναι ένα δεύτερο τραύμα, και μάλιστα πολύ σημαντικό. Η κλειτοριδεκτομή είναι μία πρακτική που από την αρχή της γινόταν για να μείνει η γυναίκα πιστή. Η κλειτορίδα δαιμονοποιήθηκε, και ακρωτηριάζεται μαζί με τη σεξουαλική απόλαυση. Την κλειτοριδεκτομή την οργανώνουν και την πραγματοποιούν γυναίκες σε άλλες γυναίκες, οι άνδρες δεν συμμετέχουν, ούτε καν μιλάνε για αυτό. Κάτι, δηλαδή, που επιβλήθηκε στις γυναίκες για τον έλεγχό τους έχει εσωτερικοποιηθεί και παγιωθεί, ως στοιχείο της ταυτότητάς τους ως γυναίκες. Και μπορεί εδώ να μην έχουμε ακριβώς τέτοιου είδους πρακτικές, αλλά αυτοί οι μηχανισμοί λειτουργούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: πόσες μητέρες, γνωρίζοντας ότι οι κόρες τους είχαν έναν δυστυχισμένο γάμο, θεωρούσαν σκανδαλώδες ένα διαζύγιο και δεν τις στήριζαν; Πόσο σημαντική ήταν η παρθενία μέχρι πρόσφατα; Πόσο κόστισε και κοστίζει ακόμα, να αποδεχτούμε ελεύθερα τη σεξουαλικότητά μας;


«Την κλειτοριδεκτομή την οργανώνουν και την πραγματοποιούν γυναίκες σε άλλες γυναίκες» αναφέρει η δημιουργός του ντοκιμαντέρ

Υπήρξαν στιγμές κατά τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ που δυσκολεύτηκες ψυχολογικά;

Η διαδικασία της έρευνας ήταν πολύ δύσκολη. Όσο διαβάζεις και εμβαθύνεις στο θέμα, τον τρόπο που γίνεται, τις συνέπειες, τα τραύματα, τον πόνο, αλλά και τη δυσκολία, το στίγμα, την κοινωνική πίεση, δεν μπορείς παρά να νιώσεις χάλια ψυχολογικά. Επίσης, θυμάμαι ότι άρχισα να σκέφτομαι πολύ έντονα το σώμα μου, τη σεξουαλικότητα μου, το δικαίωμά μου σε αυτήν. Και στη συνέχεια, μιλώντας με τις κοπέλες που γνώρισα και μοιράστηκαν μαζί μου τόσο προσωπικά πράγματα, τα οποία ήταν πολύ σκληρά, πάλι δυσκολευόμουν ψυχολογικά. Εκείνους τους μήνες μιλούσα και σκεφτόμουν όλη μέρα, κάθε μέρα, μόνο αυτό. Και όσο περισσότερο εμβάθυνα, τόσο καλύτερα αντιλαμβανόμουν πόσες πτυχές έχει, πόσοι παράγοντες παίζουν ρόλο και το κάνουν ένα πρόβλημα που έχει αποδειχτεί τόσο ανθεκτικό παρά τα τόσα χρόνια προσπάθειας. Αυτό με έκανε να αισθάνομαι απαισιόδοξη, ότι ήταν ένα βουνό αυτός ο αγώνας και ότι τα πράγματα δεν θα άλλαζαν. Αλλά, τελικά κατάλαβα ότι, το να κατανοήσει κανείς όλες τις πλευρές του ζητήματος είναι η λύση. Και νιώθω πολύ υπερήφανη για όλες αυτές τις γυναίκες -και κάποιους άνδρες- που γνώρισα, που έχουν κάνει την προσωπική τους διεργασία και έχουν αλλάξει γνώμη για μία πρακτική που υπερασπίζονταν τόσα χρόνια. Γιατί θέλει τεράστια δύναμη να αλλάξεις αυτά που πίστευες μια ζωή και αυτοί που αγαπάς στα παρουσίαζαν ως τη μόνη αλήθεια, λόγω άγνοιας.

Διαβάζω πως ο ΟΗΕ έχει θέσει ως χρονολογία –στόχο τερματισμού της κλειτοριδεκτομής το 2030. Το θεωρείς εφικτό; Κατά την γνώμη σου ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης;

Moυ φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξο. Πολλές χώρες στην Αφρική για παράδειγμα έχουν απαγορεύσει τις κλειτοριδεκτομές επισήμως και στις μεγάλες πόλεις έχει αρχίζει να αλλάζει η κατάσταση, αλλά στις περιφέρειες τα ποσοστά παραμένουν υψηλά. Το ίδιο και στην Ευρώπη. Ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης είναι να μη στηριζόμαστε στην ποινικοποίηση της πρακτικής και μόνο. Γιατί ακόμα και αν υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο, από μόνο του δεν λειτουργεί. Το πιο σημαντικό είναι το βάρος να δοθεί στη σωστή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση από δύο πλευρές: από τη μία στις ίδιες τις κοινότητες, με έναν τρόπο που να μην είναι επιβλητικός και να στιγματίζει. Ιδανικά να γίνεται από γυναίκες μέσα από τις ίδιες τις κοινότητες, που να λειτουργούν σαν σημεία αναφοράς για τις υπόλοιπες. Και από την άλλη, να υπάρχει εκπαίδευση και ενημέρωση όλων των φορέων (ιατρικό προσωπικό, αρχές, κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαιδευτικοί) ώστε να ξέρουν περί τίνος πρόκειται, να υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο δράσης για μπορέσουν να το χειριστούν. Να μπορούν και να ενημερώνουν, αλλά και να προστατεύουν ή να στηρίζουν τα κορίτσια και γυναίκες που βρίσκονται σε ομάδες ρίσκου, χωρίς να τις στιγματίζουν. Στην Ελλάδα για παράδειγμα: Έχουμε τόσο μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας από χώρες τις Αφρικής και οι δάσκαλοι ή οι παιδίατροι δεν έχουν ιδέα για αυτό το θέμα. Δεν ξέρουν πώς να διακρίνουν μία περίπτωση ρίσκου, πώς να χειριστούν μία έφηβη που ανακάλυψε ότι είναι διαφορετική από τις φίλες της, γιατί είχε ακρωτηριαστεί μικρή, πώς να ενημερώσουν μία μητέρα με μικρά κοριτσάκια γύρω από τους κινδύνους και τις συνέπειες μία τέτοιας απόφασης. Θεωρώ πραγματικά πως είναι ένα θέμα στο οποίο θα έπρεπε άμεσα να δοθεί η απαραίτητη σημασία και να υπάρχει ένα ολιστικό σχέδιο αντιμετώπισης και πρόληψης. Αλλιώς απλώς κάνουμε ότι το πρόβλημα δεν υπάρχει, ενώ τόσες γυναίκες που ζουν δίπλα μας κινδυνεύουν και υποφέρουν καθημερινά, και κυρίως αμελούμε την προστασία και το δικαίωμα των ανήλικων κοριτσιών στη σωματική τους ακεραιότητα.

Πώς ένιωσες όταν ολοκληρώθηκε το Bref;

Με τη συγκεκριμένη ταινία είμαι απόλυτα ευχαριστημένη γιατί έχω δει ότι λειτουργεί στον σκοπό της. Πέρα από τη διαδρομή που έκανε σε κινηματογραφικά φεστιβάλ σε διάφορες χώρες του κόσμου, φέρνοντας το θέμα κοντά στο κοινό με έναν τρόπο που δεν στιγματίζει ούτε δημιουργεί στερεότυπα (πράγμα το οποίο ήταν πολύ σημαντικό για εμένα), η ταινία χρησιμοποιείται εδώ και χρόνια ως εργαλείο ευαισθητοποίησης και εργασίας από οργανώσεις που δουλεύουν αυτό το θέμα σε διάφορες χώρες. Και χαίρομαι γιατί μέσα από όλα όσα είπαν οι πρωταγωνίστριες και πρωταγωνιστές της, τις απόψεις και τις εμπειρίες τους, πετυχαίνει να προκαλέσεις διαφωνίες και συζητήσεις για διαφορετικά θέματα σ' αυτούς που τη βλέπουν. Πράγμα που είναι το πιο σημαντικό βήμα προς την ευαισθητοποίηση: να μιλήσει ο κόσμος για αυτό. Επίσης, πριν λίγους μήνες η ταινία ανέβηκε στο κανάλι του Ιδρύματος Ωνάση στο YouTube, κάτι που ελπίζω βοηθήσει να ξεκινήσουμε να συζητάμε για αυτό το θέμα και εδώ, για όλες και μαζί με όλες αυτές τις γυναίκες που ζουν δίπλα μας.

Backstage από το ντοκιμαντέρ

Ποια ήταν τα επόμενα βήματά σου μετά το Bref και πού σε βρίσκουμε τώρα;

Μετά το Bref έκανα και άλλα πρότζεκτ που είχαν να κάνουν με ζητήματα έμφυλης βίας και δικαιωμάτων των γυναικών και κατάφερα να συνεχίσω την έρευνα γύρω από την κλειτοριδεκτομή και στην Τανζανία, σε μία άλλη ανάθεση που είχα από τους Γιατρούς του Κόσμου εκεί. Επίσης, ξεκίνησα ένα ακόμα πρότζεκτ που έχει να κάνει με τις γυναίκες που έχουν ακρωτηριαστεί και ζουν με αυτό στην Ευρώπη. Με το πώς αυτό, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές πιέσεις από τις δύο πλευρές, επηρεάζει το πώς νιώθουν με τον εαυτό τους.

Αυτή τη στιγμή ζω στην Ελλάδα και εργάζομαι ως υπεύθυνη Οργάνωσης Παραγωγής στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Νιώθω πολύ τυχερή γιατί δουλεύω σε έναν οργανισμό που μέσα στους βασικούς του πυλώνες έχει την μάχη για την ισότητα και το δικαίωμα στη διαφορετικότητα όσο λίγοι φορείς στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα προσπαθώ να βρω τον χρόνο για δικά μου πρότζεκτ, ενώ βρίσκομαι σε συζητήσεις για συνεργασία με μία ΜΚΟ που έχει ξεκινήσει ένα φιλόδοξο έργο γύρω από την κλειτοριδεκτομή και στο οποίο θέλω πολύ να εμπλακώ ενεργά.

Info: Το Bref έχει ταξιδέψει σε περισσότερα από 20 διεθνή φεστιβάλ και έχει κερδίσει το βραβείο καλύτερης ταινίας για τα Δικαιώματα της γυναίκας στο φεστιβάλ της Μάλαγα, το δεύτερο μεγαλύτερο φεστιβάλ της Ισπανίας. Στην Ελλάδα έκανε πρεμιέρα στο Επίσημο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, ενώ κέρδισε το βραβείο Καλύτερου Κοινωνικού Ντοκιμαντέρ στο φεστιβάλ Aegean Docs.





SHARE