ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης σε καφέ
Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΡΚΟΥΛΑΚΗΣ

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης -«Πάνω απ΄όλα θέλω ν΄αγαπώ και ν΄αγαπιέμαι, όχι απ΄όλους»


Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αγαπάει τη συζήτηση, την ανταλλαγή σκέψεων και απόψεων, την κουβέντα. Μεγάλωσε σε μια οικογένεια που συνήθιζε να μιλάει, ν΄αναλύει. Κι αυτό συνεχίζει να κάνει και ο ίδιος, αφήνοντας πια απ΄έξω την πολιτική. Ισως γιατί έχει εκτεθεί αρκετά…

Από τότε που αποφάσισε να στραφεί στην σκηνοθεσία, νοιώθει μεγαλύτερη ικανοποίηση. Αγαπάει πολύ το θέατρο και τώρα θέλει να λέει τις ιστορίες που τον συγκινούν. Μια τέτοια ιστορία είναι και το «The Humans» του Ντέιβιντ Καράμ που ανεβάζει στο Μουσούρη. Το σύγχρονο βραβευμένο θεατρικό πραγματεύεται ένα τόσο κοινό αλλά βαθύ και ουσιαστικό θέμα: Την οικογένεια. Παράλληλα πρωταγωνιστεί στον «Γιατρό», στον Alpha, επιστρέφοντας στην μυθοπλασία. Είναι 53 ετών. Εχει έναν 18χρονο γιο, τον Γιώργο.

» Η εποχή μας και η κοινωνία μας αναλώνεται πάρα πολύ στο ασήμαντο. Βέβαια, έχει νόημα το ασήμαντο γιατί σε ξεκουράζει. Αλλά μια κοινωνία που εθίζεται στην ευκολία της συζήτησης για τα ασήμαντα, τρέφεται τελικά με την ευκολία στην ασημαντότητα. Δεν λέω ότι δεν χρειάζεται, πάντα υπήρξε χρήσιμο το κουτσομπολιό.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Οι άνθρωποι μιλάνε πολύ λιγότερο για ιδέες. Όχι, δεν είμαστε οι ιδέες μας. Δεν μπορούμε να καταδικάζουμε συνολικά έναν άνθρωπο για το τι πιστεύει. Δεν ξέρω καν αν οι ιδέες μας καθορίζουν τον τρόπο που ζούμε –ξέρω ανθρώπους που άλλες ιδέες έχουν και μ΄άλλον τρόπο ζούν. Θα΄πρεπε να μην μας καθορίζουν ως προς το πώς υπάρχουμε ανάμεσα στους ανθρώπους ή στο πώς μας δέχονται και τους δεχόμαστε, αλλά στο να μπορούμε να δεχόμαστε τους άλλους, να μην μισαλλοδοξούμε. Να μπορούμε να κρατάμε την δημόσια συζήτηση σε κάποιο περιεχόμενο ώστε να πηγαίνει τις ζωές μας μπροστά.

»Όλο αυτό που πιστεύω, φανερώνεται και στις παραστάσεις που κάνω. Διαβάζονται εύκολα. Έχουν σκοπό να σου δημιουργήσουν ένα αίσθημα, να σ΄αγγίξουν ως δημιουργική απόλαυση. Μαζί όμως προσπαθώ, πάντα, κάτι να πω. Ετσι και με το ”The Humans”.

»Δεν μετέφρασα τον τίτλο του έργου, γιατί το άρθρο υποδεικνύει σε μένα μια αίσθηση χρήσης της λέξης ως προς την επιστημονική της εκδοχή, το είδος Ανθρωποι. Στην πραγματικότητα δεν μιλάει συνολικά για τον άνθρωπο, μιλάει διαυγώς για τον δυτικό άνθρωπο. Και μαζί για τους έξι φόβους με τους οποίους ο Ναπόλεον Χιλ θεωρεί ότι θα συναντηθεί κάθε άνθρωπος κάποια στιγμή στην ζωή του: Ο φόβος της φτώχειας, της αρρώστιας, των γηρατειών και του θανάτου, της αποτυχίας, της κριτικής και ο φόβος του να χάσεις την αγάπη.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Νομίζω ότι αν ο Τσέχωφ έγραφε θέατρο στον 21ο αιώνα έτσι θα΄γραφε, για δύο λόγους τουλάχιστον: Ο ένας είναι η φόρμα, το πλαίσιο, που είναι πάρα πολύ νατουραλίστικο, ένα κείμενο σαν παρτιτούρα. Το μισό κείμενο είναι γραμμένο σε στήλες, δεξιά-αριστερά, γιατί μιλάνε ταυτόχρονα ο ένας πάνω στον άλλον. Γίνεται ένα πανδαιμόνιο που θυμίζει ή την αληθινή ζωή ή τις πολύ καλές στιγμές στις ταινίες του Γουντι Αλεν. Εκείνη την ώρα που φτάχνει αυτόν τον νατουραλισμό, χωρίς να το καταλάβεις, σιγά-σιγά, σηκώνει το έργο απ΄το πάτωμα.

»Στο διώροφο σπίτι-σκηνικό, στην Τσάιναταουν της Νέας Υόρκης, με την μιζέρια που μπορείς να δεις μέσα σ΄αυτά τα προπολεμικά διαμερίσματα, συναντάται αυτή η οικογένεια για να γιορτάσει την Ημέρα των Ευχαριστιών. Ακούγονται γδούποι, το πλυντήριο, οι θόρυβοι της πόλης, και σιγά-σιγά αυτά παίρνουν μέσα στους ήρωες ένα μέγεθος που μετακινείται απ΄τον ρεαλισμό. Σαν ν΄αντικατοπτρίζει το σπίτι κάτι απ΄το εσωτερικό του. Κι ενώ στην αρχή το σπίτι μοιάζει τελείως νατουραλίστικο, τελικά λειτουργεί ως όχημα δραματουργίας μέσα στο έργο. Μ΄αρέσουν πολύ τα σκηνικά που δεν είναι ντεκόρ.

The Humans

»Άλλο κοινό χαρακτηριστικό με τον Τσέχωφ είναι η ελάχιστη πλοκή -υπάρχει ένα συνηθισμένο θέμα μέσα στην οικογένεια, μια ζημιά, αλλά όλο το υπόλοιπο είναι οι συζητήσεις μεταξύ τους, σχέσεις, αισθήματα. Καλά γραμμένοι χαρακτήρες, μιλούν με πολύ χιούμορ και καθόλου διδακτισμό. Και έχει κάτι αντιδράσεις, κάτι πολύ λεπτά πράγματα που κάνουν τον καθένα ν΄αναγνωρίσει τον εαυτό του.
»Μιλάει για κάτι που πολύ σπάνια συναντάμε σ΄ένα σύγχρονο έργο –για τα λεφτά. Υπάρχει πολλή συζήτηση για τα λεφτά. Τι σημαίνει σήμερα για ανθρώπους γύρω στα εξήντα που δούλεψαν, έφτιαξαν το εξοχικό τους, μικρο-μεσοαστοί, που κατάφεραν να σπουδάσουν τα κορίτσια τους, και η ζωή τους ξεπέρασε και τους άφησε πίσω της. Οι όποιες δεξιότητές τους εκτιμώνται πολύ λιγότερο, και νοιώθουν θυμό. Πως η πίστη σε μια αξία, την αξιοκρατία ας πούμε, οδηγεί ολόκληρες μάζες ανθρώπων, κοινότητες, μόλις νοιώσουν ότι δεν έχουν πάει προς τα μπρος, να νοιώσουν θυμό και απωθημένο για τ΄ότι αφέθηκαν πίσω ως άχρηστοι -σαν να φταίνε οι ίδιοι. Ο Καράμ αγαπάει πολύ τους ήρωές του, όπως ο Τσέχωφ. Τους καταλαβαίνει, τους συγχωρεί.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Βρήκα το “The Humans” το 2015 -κι άλλοι σκηνοθέτες το΄θελαν. Αφήνει σε μένα κάτι τόσο μαλακό και ωραίο. Μ΄αυτό το έργο βρήκα τον εσωτερικό λόγο που χρειαζόμουν για να κάνω παράσταση».

Οικογένεια, οικογένειες…

» Εγώ, βιωματικά, απ΄την δική μου οικογένεια πήρα πολλή αγάπη. Ήμασταν μια κανονική οικογένεια της μέσης τάξης του ΄80-΄90. Μαζί πήρα κι όλα τα διάφορα θέματα που κουβαλάει κανείς απ΄την οικογένειά του. Άμα τα βάλεις κάτω έχω υπάρξει πολύ τυχερός και γι΄αυτό κρατάω σχέσεις. Σημαίνουν πράγματα για μένα τα οικογενειακά τραπέζια, τώρα και με τ΄ανήψια μου, τα εγγόνια της μάνας μου -ο πατέρας μου δεν ζει πια, τα παιδιά της διευρυμένης οικογένειας. Είναι χώρος που δεν μου δημιουργεί ασφυξία, αλλά αίσθημα ζεστασιάς, ασφάλειας. Δεν εννοώ ότι ήταν όλα λυμένα.

»Μας καθορίζουν οι γονείς μας κι εμείς με την σειρά μας κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Θεωρώ ότι οι γονείς μου έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Μου προκαλεί μεγάλη έκπληξη το πόσους ανθρώπους βλέπω, και φίλους, που μιλώντας για την οικογένειά τους, η εικόνα που μου δίνουν είναι αρνητική.

»Ο λόγος που αισθάνομαι ότι είμαι ανοιχτός και καλής προαίρεσης άνθρωπος, ο λόγος που νοιώθω ότι έχω χαμηλό δείκτη καχυποψίας, είναι γιατί έχω αγαπηθεί πολύ ως παιδί. Έχω γίνει αποδεκτός.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Ως πατέρας πρέπει να ρωτήσω τον γιο μου, τον Γιώργο, που δεν μιλάει και πολύ. Θα 'θελα να την κάνω μαζί του αυτή την συζήτηση, αλλά ίσως αργότερα, τώρα είναι 18, φοιτητής Ιατρικής στο Μιλάνο. Του φερόμουν πάντα όπως φέρονταν οι γονείς μου σε μένα, σαν να΄ναι ενήλικας. Το μοντέλο που μεγάλωσα ήταν καλό, με γονείς πολύ αγαπητικούς. Και οι δύο, αλλά ακόμα πιο πολύ η μητέρα μου, ήταν πάρα πολύ αναλυτικοί. Είχαμε πολλά βιβλία ψυχολογίας στο σπίτι και τα διάβαζα. Η μητέρα μου είναι τρομερή self improver και πολύ λογική. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά μπορεί να σε κάνουν πολύ επικριτικό για κάποιον που δεν είναι ανάλογα λογικός και self improver. Οπότε αν ο άλλος ξεφύγει, θα τον βάλω στην θέση του. Γιατί αν το κάνεις εσύ αυτό σε μένα, εγώ θα μπω στην θέση μου. Και μάλιστα αμέσως. Μπορεί να γίνω όμως κουραστικός. Η Θέμις μου λέει ότι είμαι ρομπότ.

»Είμαι πολύ συναισθηματικός, δεν κινούμαι στρατηγικά, αλλά έχω και πολλή ισχυρή λογική κατασκευή. Αντιλαμβάνομαι όλα τα αισθήματα και τα δέχομαι απ΄τους ανθρώπους αλλά συχνά βρίσκομαι να λέω ότι ο ενήλικας, σε σχέση με τον ανήλικο, έχει μια ικανότητα να επεξεργασθεί έλλογα τα συναισθήματά του. Δεν θ΄αφεθώ να παρασυρθώ από αρνητικά αισθήματα -εάν θυμώσω μαζί σου, δεν να γυρίσω να σε πλακώσω. Στον ενθουσιασμό θ΄αφεθώ. Επίσης πιστεύω στον άνθρωπο που παρακολουθεί εσωτερικά τον εαυτό του και προσπαθεί ν΄αναγνωρίσει τι του συμβαίνει. Άλλη μια παράμετρο που έχω βάλει σε μένα τα τελευταία χρόνια, είναι ότι σκέφτομαι πολύ νωρίς ποια είναι η δική μου ευθύνη σ΄οτιδήποτε συμβεί. Και μαζί είμαι και λίγο νευρικός. Αναγνωρίζω πράγματα που έχω και μπορεί να τους πιέζουν.

»Ολα αυτά είναι επιρροές απ΄τον τρόπο που μεγάλωσα. Κυρίαρχο όμως ήταν η αγάπη. Λέει ο Φρόιντ ότι ο χαϊδεμένος απ΄την μάνα του έχει την ψευδαίσθηση της επιτυχίας που πολύ συχνά είναι απαραίτητη για την πραγματική επιτυχία…

»Υπάρχει ένα θέμα που δεν έχω απαντήσει, κι αν το είχα, δεν θα΄κανα θέατρο, αλλά που μέσα στα χρόνια το΄χω πάει σε βάθος. Έχω μετακινήσει την φυσική οίηση και ματαιοδοξία που σου δίνει το ταλέντο που σ΄οδηγεί ν΄ανεβείς στην σκηνή, σε κάτι που αισθάνομαι ότι είναι βαθύτερο: Το να λέω ιστορίες που έχουν ένα νόημα. Μ΄ενδιαφέρει να λέω την ιστορία, αλλά συνεχίζει να μ΄ενδιαφέρει πολύ να θαυμάσουν την παράστασή μου…

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Στο “Σώσε” μου είχε πει η Σμαράγδα, που είναι αδελφή μου, ότι “το πρόβλημά σου είναι ότι είσαι πολύ φιλόδοξος” -μπορεί να΄χει δίκιο. έχω πάρα πολύ ψηλά τον πήχη. Αναρωτιέμαι γιατί όταν από μια οικογένεια παίρνεις και αγάπη και θαυμασμό, το παιδί συνεχίζει να λέει “δείτε με” ενώ το βλέπουν. Θα μπορούσε να υπάρχει ένα ρητό για τους ανθρώπους των παραστατικών τεχνών, κατά το καρτεσιανό “σκέφτομαι άρα υπάρχω”, το “με βλέπουν άρα υπάρχω”. Δεν έχω καταλάβει από που προέρχεται αυτό. Ίσως ανακαλύψει κάποτε η επιστήμη ότι είναι γονίδιο, τι να πω. Γιατί σε μένα δεν θεωρώ ότι υπήρξε έλλειψη προσοχής. Αλλά αυτή την επιθυμία δεν την έχω εξηγήσει στον εαυτό μου –δεν την έχει η αδελφή μου, που μεγαλώσαμε στην ίδια οικογένεια.

»Το γιατί ανεβαίνουμε στην σκηνή, γιατί θέλουμε να μας βλέπουν μια εξήγηση, ισχυρή, είναι ο φόβος του θανάτου. Για μένα ο φόβος του θανάτου ήταν από μικρή ηλικία πολύ ισχυρός, χωρίς να υπάρχει σαφής λόγος. Δεν συνδέεται με τον πατέρα μου -τον έχασα στα 29 μου, ούτε με κάποιον θάνατο στην οικογένεια. Και δεν μ΄απασχολούσε ο θάνατος των άλλων, μόνον του εαυτού μου κάτι που συνεχίζει να μ΄απασχολεί. Δεν μ΄αρέσει καθόλου σαν ιδέα ο θάνατος. Ρωτάω φίλους και γνωστούς και δεν τους νοιάζει. Ούτε πιστεύω σε μια επόμενη ζωή. Βλέπω τους ένθεους φίλους μου που το πιστεύουν, και βλέπω ότι τους δίνει μια παρηγοριά. Άσε δε εκείνους που πιστεύουν ότι η προσευχή τους θα πιάσει, κυριολεκτικά, τόπο, και πόσο καλό τους κάνει. Θα μ΄άρεσε να μπορώ να το κάνω κι εγώ.

Πάνω απ΄όλα θέλω ν΄αγαπώ και ν΄αγαπιέμαι, όχι απ΄όλους, απ΄την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τις στενές μου σχέσεις, τον τρόπο που δουλεύουμε.

»Γράφω ημερολόγιο εδώ και πολλά χρόνια. Έτσι έχω μια παρακολούθηση του εαυτού μου και των θεμάτων του. Ούτε θα΄θελα ούτε θα μ΄ενδιέφερε να δημοσιοποιηθούν μετά θάνατον. Δεν είναι ούτε του Σεφέρη ούτε του Πάουλ Κλε. Αν ξέρω ότι έρχεται το τέλος μου μάλλον θα τα διαγράψω. Δεν ξέρω καν αν θα ενδιαφέρουν το παιδί μου. Είναι εκεί για μένα, σαν να θέλω να διατυπώσω τη ζωή μου. Σαν αφήγημα.

»Και κοίτα κάτι. Ο πατέρας μου πέθανε στα 72 του. Απ΄τα 69 του που΄χε σταματήσει να δουλεύει, έγραψε την αυτοβιογραφία του, την έχω σε βιβλίο. Όχι δεν τυπώθηκε, δεν ήταν για να τυπωθεί. Είχε την ανάγκη, ως άνθρωπος με ανησυχίες, να γράψει την ζωή του. Ήθελε να την διαβάσουμε. Κυρίως όμως ήθελε να την καταγράψει, σαν αφήγηση -μάλλον από 'κεί προέρχεται η δική μου ματιά στα πράγματα.

»Πολλοί άνθρωποι καλύπτονται υπαρξιακά απ΄την συνέχεια που τους δίνει η ύπαρξη των παιδιών. Δεν το΄χα σκεφτεί όταν έκανα παιδί, τώρα το σκέφτομαι. Μ΄αρέσει η αίσθηση της επόμενης γενιάς.

»Οταν έκλεισα τα πενήντα τα ευχαριστήθηκα. Στα σαράντα μ΄είχε πιάσει μεγάλο άγχος. Πριν τα σαράντα, απ΄τα 37 μου, είχα βάλει θυμάμαι ένα γκάτζετ στο κομπιούτερ μου που μετρούσε ανάποδα τις μέρες, τις ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα ως την στιγμή που θα γίνω 40, στις 6 το πρωί της 24ης Ιουλίου του 2010. Κυλούσαν τα δευτερόλεπτα και έλεγα “θα κάνω κάτι που θα΄χει κάποια μικρή αξία στην ζωή μου;”. Κι είχα πίσω μου 15 χρόνια θέατρο.


Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

»Και; Λίγο πριν τα σαράντα ξεκίνησα σ΄έναν δρόμο που με φέρνει σε κάτι που με ικανοποιεί σε μεγάλο βαθμό, την σκηνοθεσία. Το να λέω ιστορίες. Η σκηνοθεσία έτσι κι αλλιώς είναι κάτι πολύ ωραίο, γιατί φτιάχνεις κάτι με τα χέρια σου, σαν ένα πήλινο αντικείμενο. Είναι δημιουργικό. Έχει ένα κομμάτι αμιγώς πνευματικό, θεωρητικό, ψυχικό και που αφορά εσένα και τον κόσμο, κι έχει πολλά κομμάτια συγκεκριμένα και πρακτικά. Μ΄ενδιαφέρει κυρίως σαν μια δυνατότητα να μοιράζομαι μια ματιά του κόσμου. Και νομίζω ότι σαν τον Χάνσελ και την Γκρέτελ στα έργα που κάνω και στον τρόπο που τ΄ανεβάζω –και δεν είναι πρωτογενείς δημιουργίες γιατί το πρώτο υλικό είναι του συγγραφέα, υπάρχει κάτι κοινό που δεν είναι πρωτίστως αισθητικό, αλλά έχει να κάνει με το περιεχόμενο, υπάρχει πάρα πολλή αγάπη. Κάπως τα οδηγώ σε κάτι που δικαιολογεί και συγχωρεί εμάς τους ανθρώπους για το ότι είμαστε γεμάτοι τρύπες, ελλείμματα, ελλείψεις. Είμαστε ελαττωματικοί.

»Απ΄τον Μάρτιο που βρήκα το “Humans” είμαι σε καλή κατάσταση. Ένοιωσα μιλώντας με τους συναδέλφους μου –όχι με τους φίλους μου, ότι είμαστε μια κοινότητα που κατά βάση έχει ανθρώπους που αγαπούν και είναι ανοιχτοί, και που μ΄αγαπούν και που μπορώ να συνεχίσω να τους αγαπώ. Και να χαίρομαι. Μαλάκωσα πολύ ψυχικά επιστρέφοντας στο θέατρο. Είναι ένα σπίτι μου, η ζωή μου. Οι περισσότεροι σ΄αυτόν τον χώρο είναι άνθρωποι των οποίων τις ψυχές, την καλή προαίρεση, την ανοιχτότητα εκτιμώ και προσπαθώ να τιμώ.
»Μου είναι πολύ δύσκολο να βρίσκω πράγματα που μ΄ενδιαφέρουν. Θα' θελα πολύ να είχα το ταλέντο να πω την δική μου ιστορία –ζηλεύω πολύ τους πρωτογενείς δημιουργούς…».

«Ο Γιατρός»

«Αυτή η σειρά παίζει πάρα πολύ με το τι σημαίνει ξαναρχίζω απ΄την αρχή, γκρεμίζομαι απ΄το σημείο στο οποίο τα είχα όλα, και ξαναρχίζω, αλλάζοντας και εσωτερικά. Δεν το επέλεξε μεν αλλά απ΄την στιγμή που θα μπορούσε να μην το επιλέξει και ν΄αφεθεί, εκείνος κάνει την επιλογή. Είναι μια πολύ ωραία ιστορία. Ο ήρωας έχει να κάνει μια διαδρομή απ΄το κλείσιμο που είχε πριν του συμβούν όλα αυτά, σε μια ανοιχτότητα και στην αγαπητική σχέση με τους ανθρώπους που θα έχει στη συνέχεια».

Θέατρο Μουσούρη: «The Humans» του Ντέβιντ Καράμ. Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Μαρία Πετεβή, Ειρήνη Μακρή και η Ξένια Καλογεροπούλου. Από 11/10.Alpha: «Ο γιατρός». Απόδοση σεναρίου: Παναγιώτης Ιωσηφέλης. Σκηνοθεσία: Γιώργος
Παπαβασιλείου. Παίζουν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Δήμητρα Σιγάλα, Βασιλική Τρουφάκου. Δευτέρα & Τρίτη (22.40).







SHARE