Στο θέατρο υπήρχαν φάσεις που ένιωθα ότι δεν κάνω καμία θυσία κι ότι δεν ζω εκτός θεάτρου. Από το ΄77 δεν έχω κάνει διακοπές, μπάνια... Όταν παίζω έναν ρόλο δε, βλέπω την θάλασσα με το κυάλι. Ήταν τέτοιος ο εφιάλτης να είσαι στη σκηνή και να μην μπορείς να φτάσεις εκεί που ξέρεις ότι μπορείς... Άλλοτε είμαι απόλυτα δοσμένη και άλλοτε αναρωτιέμαι “είμαι ηθοποιός;” “είναι ο δρόμος μου το θέατρο;”. Τίποτα δεν είναι δεδομένο, παρ΄ όλο που νιώθω ότι το θέατρο είναι ο πιο ωραίος τόπος του κόσμου, από τους πιο ελεύθερους και πιο αξιοκρατικούς -ακόμα. Γιατί αυτός που τα λέει, δεν κρύβεται.
Πρωτίστως, όμως, είναι η τέχνη, το αρχαίο δράμα, κυρίως, αλλά όχι μόνον. Αυτές οι στιγμές αιώρησης όπου εσύ, μέσα από την επαφή και την υπέρβαση, επικοινωνείς με κάτι που σε ξεπερνά. Αυτές οι σπάνιες, μαγικές, στιγμές, που δεν τις ξεχνάς ποτέ. Σαν να κοινωνείς με την αθανασία, να νικάς τον θάνατο, για λίγο. Και μαζί σου το κοινό. Όλη μου η δουλειά στο θέατρο, η αναζήτηση, η έρευνα ξεκίνησε από μια εμπειρία που είχα στη σχολή, έναν αυτοσχεδιασμό, με τον δάσκαλό μου τον Στρατή Καρρά στον “Οιδίποδα”. Διάλεξα την Ιοκάστη πριν κρεμαστεί. Μου βγήκε ένας χορός, ιδιαίτερος, ένα ενεργειακό πράγμα από το σώμα μου. Εκεί φώτισε ένας φάρος που μου άνοιξε τον δρόμο. Ρώτησα τότε τον δάσκαλό μου πως μπορώ αυτό που ένιωσα να το ξανακάνω. Μετά από παύση μεγάλη μου είπε ότι, αφού έγινε μια φορά μπορεί να ξαναγίνει.... Αυτό ήταν. Άρχισα να ψάχνω πώς μπορώ το τυχαίο να το κάνω σαν τεχνική. Το κατάφερα στην “Ηλέκτρα”, αφού είχα μαζέψει ψηφίδες από ό,τι είχα κάνει πριν. Ήταν ο πρώτος επώνυμος ρόλος μου.
Ο Χορν μου έλεγε ότι το θέατρο δεν είναι θέμα αλήθειας αλλά αυθεντικότητας.
Όταν παίξαμε στα αρχαία την “Ιφιγένεια εν Ταύροις” στο σχολείο ένιωσα μια πολύ σπάνια εμπειρία: Ότι εγώ βρίσκομαι στο σπίτι μου. Στην Επίδαυρο, νιώθω ότι είμαι στο σπίτι μου, δεν νιώθω κανέναν φόβο ή δέος παρ΄ όλο που ξέρω την αξία του και τις απαιτήσεις του –είναι ένα θηρίο. Σαν ένα κομμάτι από το DNA μου να συνδέεται απευθείας μ΄ αυτόν τον χώρο.
Στο Εθνικό επέστρεψα όταν το ανέλαβε ο Νίκος Κούρκουλος. Με κάλεσε όταν θέλησε να ξαναβγάλει το Εθνικό στην Αμερική. Του πρότεινα την “Ηλέκτρα”, μου είπε και να τη σκηνοθετήσω. Από τότε τον αγάπησα πολύ, τον εκτίμησα, με εκτίμησε κι εκείνος. Ο Κούρκουλος είχε μπέσα, τον εμπιστευόσουν. Όπως βαρύ, στιβαρό ήταν το χέρι του όταν στο έδινε, έτσι ένοιωθες μαζί του, ασφαλής.
Στο θέατρο χαίρομαι, όταν είμαστε παρέα, σαν τα παιδιά. Χαίρομαι που ασχολούμαστε με σπουδαία κείμενα που σε μαγεύουν, που σε κάνουν να νιώθεις ευτυχισμένος. Σου δίνει τη δυνατότητα να κάνεις εσωτερικά πνευματικά και ψυχικά άλματα, τεράστια, τα οποία αλλού δεν έχεις τη δυνατότητα. Οπότε, δεν έχεις παρά να είσαι τολμηρός και να βουτήξεις. Κι εγώ βουτάω.
Ο Χορν μου έλεγε ότι το θέατρο δεν είναι θέμα αλήθειας, αλλά αυθεντικότητας
Νομίζω πως είμαι τολμηρή σαν άνθρωπος, χωρίς ψευτοπαλληκαριές, γιατί πρέπει να προστατεύω τον εαυτό μου. Μου δόθηκε ένα χάρισμα, πρέπει να το προσέχω. Δεν θα κακοποιήσω ούτε το σώμα ούτε τη φωνή μου. Και είμαι έτοιμη να αρχίσω πάλι από την αρχή. Δεν μου αρέσει να επαναλαμβάνομαι, να μένω στις δόξες μου... Ποτέ δεν αναρωτήθηκα, και σκηνοθέτης όταν έγινα -η σκηνοθεσία είναι ανδροκρατούμενη-, ότι έπρεπε να αποδείξω κάτι. Ίσως γιατί είμαι μαχητική, πεισματάρα, αποφασιστική.
Πολύ νωρίς κατάλαβα ότι ο κίνδυνος για τη γυναίκα, την ισότητα, την εξέλιξή της, είναι μπει στην παγίδα και να χρησιμοποιήσει τα όπλα του άνδρα για να επιβληθεί. Ήθελα να χρησιμοποιώ τις γυναικείες αρετές, την πειθώ, τον εναγκαλισμό, ότι είμαστε όλοι μαζί κι ο καθένας κάνει αυτό που του αναλογεί, για τον κοινό στόχο. Αλλιώς δεν θα κερδίσουμε αυτό που πρέπει.
Δεν μου αρέσει ο φόβος, δεν μου αρέσει να τον καλλιεργώ, ούτε όταν διδάσκω ούτε στη σκηνοθεσία. Είναι όμως κάποιες στιγμές, χάριν της ομάδας, που όταν κάποιος καταχράται της ελευθερίας που του δίνεται και διακινδυνεύει την ομαλή λειτουργία, οφείλεις να βάλεις μέτρα. Στη σκηνοθεσία φροντίζω από νωρίς να δείξω τον δρόμο, να μοιραστούν όλοι το όραμά μου και ο καθένας να μου προτείνει ό,τι μπορεί. Δεν αφήνω τα πράγματα στην τύχη. Νομίζω ότι μέχρι τώρα δεν έχω έρθει σε σύγκρουση, δεν έχω τσακωθεί.
Ίσως επειδή ήμουν παιδί ενός διαλυμένου σπιτιού, είχε απομυθοποιηθεί πολύ νωρίς η ιστορία μιας κλασικής οικογενειακής ζωής. Δεν την υποτιμώ, αλλά μου φαινόταν δύσκολο, μακρινό. Δεν το είχα συνηθίσει. Από την άλλη αισθανόμουν την ανάγκη να είμαι ελεύθερη –ως καλλιτέχνης. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο γάμος μου ήταν με έναν καλλιτέχνη, γιατί κι εκείνος το ίδιο αναζητούσε. Ξέρεις τι είναι να ακούς τον Τάκη τον Φαραζή να παίζει μουσική; Μείναμε παντρεμένοι αρκετά χρόνια, χωρίσαμε, είμαστε φίλοι. Όχι, δεν μου έλειψε καθόλου το άλλο σχήμα, της οικογένειας.
Μ΄ αρέσουν τα παιδιά, τα λατρεύω, και μέχρι κάποια φάση ήθελα να κάνω πολλά. Δεν το έφερε όμως η ζωή κι όταν κατάλαβα πως, για να κάνω παιδιά, πρέπει να κάνω πράγματα που και τη ζωή μου θα υποσκάψουν και του παιδιού ή θα μπω σε παράνομο κύκλωμα υιοθεσίας, που δεν ήθελα, έκανα πίσω. Είπα ότι όλα τα παιδιά είναι παιδιά μου. Δεν πειράζει αν δεν κάνω παιδί –αυτός είναι ο δρόμος μου, το μονοπάτι μου».