Ο Μανώλης Γλέζος
Ο Μανώλης Γλέζος/Φωτογραφία: Sooc
ΜΑΝΩΛΗΣ ΓΛΕΖΟΣ

Όταν ο Μανώλης Γλέζος κατέβασε τη γερμανική σβάστικα από την Ακρόπολη


Σαν σήμερα ο άνθρωπος που μαζί με τον φίλο και συμφοιτητή του Λάκη Σάντα έκαναν την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Αθήνα, κατεβάζοντας τη σημαία με τη σβάστικα από την Ακρόπολη, ο Μανώλης Γλέζος, έφυγε για άλλους ουρανούς σε ηλικία 98 ετών από καρδιακή ανεπάρκεια.

Ήταν το πρωί της 30ης Μαΐου 1941, όταν ο Μανώλης και ο Λάκης Σάντας, δυο νεαροί φοιτητές, που με δάκρυα στα μάτια έβλεπαν την ναζιστική σημαία να κυματίζει στην Ακρόπολη πληροφορήθηκαν από το ραδιόφωνο ότι η Κρήτη είχε πέσει. Εκείνη τη μέρα οι δύο νέοι αποφάσισαν να δράσουν με μόνο τους όπλο ένα μαχαίρι και ένα φαναράκι. Βέβαια το παράτολμο σχέδιο είχε γεννηθεί στο μυαλό τους καιρό πριν και μάλιστα είχαν αφιερώσει πολύ χρόνο μελέτης, προκειμένου να το υλοποιήσουν. Συγκεκριμένα πήγαιναν στην Εθνική Βιβλιοθήκη και διάβαζαν όλα τα βιβλία σχετικά με τον Ιερό Βράχο και τον χώρο. Έτσι, έμαθαν όλες τις σπηλιές και τις τρύπες της Ακρόπολης για να αποφασίσουν τελικά ότι η μόνη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσουν ήταν μέσω του Πανδρόσειου Άντρου.

Στις 9:30 το βράδυ εκείνης της μέρας, κι ενώ οι Γερμανοί στρατιώτες που φρουρούσαν τον Ιερό Βράχο διασκέδαζαν με εκδιδόμενες γυναίκες, εκείνοι πήδηξαν τα σύρματα, σύρθηκαν ως τη σπηλιά του Πανδρόσειου Άντρου και άρχισαν να σκαρφαλώνουν από τις σκαλωσιές, που είχαν στήσει οι αρχαιολόγοι για τις ανασκαφές. Λίγα μέτρα από τον ιστό κι αφού είδαν πως δεν υπήρχε κανένας φρουρός, με γρήγορες κινήσεις κατέβασαν τη σημαία του Γ’ Ράιχ και ακολουθώντας το ίδιο δρομολόγιο γύρισαν στα σπίτια τους. Οι γερμανικές αρχές πανικοβλημένες αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί το πρωί και αμέσως διέταξαν ανακρίσεις.

Φωτογραφία: Sooc

Ο Γλέζος αν και είχε αφηγηθεί την ιστορία της σημαίας πολλές φορές, στη μνήμη του κρατούσε πάντα την εικόνα της μάνας του, που κατάλαβε τι έχει κάνει ο γιος της χωρίς να εκείνος να της το πει ποτέ. «Όταν γυρίζαμε εκείνη την ημέρα στα σπίτια μας, η ώρα ήταν περασμένη, μετά τα μεσάνυχτα. Πάω στο σπίτι και βλέπω τη μάνα μου ένα κουβάρι στα σκαλοπάτια απέξω. Με περίμενε. Την πλησιάζω και της λέω, «Μάνα!» Σηκώνεται απότομα, με πιάνει από τον λαιμό, με πάει στην κουζίνα για να μην ακούσουν οι άλλοι και ξυπνήσουν και μου λέει, «Πού ήσουν;» Τότε εγώ ανοίγω το σακάκι και της δείχνω το κομμάτι της σβάστικας που είχαμε κόψει. Με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει, «Πήγαινε κοιμήσου». Την άλλη μέρα το πρωί, ακούω τον εξής διάλογο: Ο πατριός μου τη ρωτάει, «Πού ήταν χθες το βράδυ ο μεγάλος σου γιος;». Του απαντάει: «Ανέβα στην ταράτσα και κοίταξε στην Ακρόπολη». Ποτέ μου δεν τη ρώτησα πώς το κατάλαβε. Θα το θεωρούσα προσβολή στη νοημοσύνη της. Αλλά για μένα αυτό ήταν το πιο συγκινητικό συμβάν στην ιστορία μου. Η μάνα μου», έλεγε χαρακτηριστικά.

Για την συμβολική του πράξη, που έδωσε θάρρος στους Έλληνες, ο Μανώλης Γλέζος καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Στις 24 Μαρτίου 1942 συνελήφθη μαζί με τον Σάντα από τα γερμανικά στρατεύματα και φυλακίστηκε έναν μήνα στις φυλακές Αβέρωφ, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα, με αποτέλεσμα να προσβληθεί από φυματίωση. Στις 21 Απριλίου 1943 συνελήφθη από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής και παρέμεινε φυλακισμένος τρεις μήνες. Στις 7 Φεβρουαρίου 1944 συνελήφθη και πάλι από συνεργάτες των αρχών κατοχής και παρέμεινε στις φυλακές επτάμισι μήνες, απ' όπου δραπέτευσε στις 21 Σεπτεμβρίου 1944.

Πέρα όμως από εκείνη την ηρωική κίνηση, ο Μανώλης Γλέζος υπήρξε αγωνιστής καθ’ όλη τη διάρκεια της μακράς ζωής του, αλλά κι ένας άνθρωπος που τον διέκρινε πάντα το θάρρος και η γενναιότητα.

Φωτογραφία: Sooc

Με καταγωγή από τη Νάξο, συγκεκριμένα από το ορεινό χωριό Απείρανθος, αλλά και από την Πάρο -πατρίδα της μητέρας του όπου περνούσε πολλά από τα καλοκαίρια του- από μικρός πρωτοστάτησε στη δημιουργία αντιφασιστικής ομάδας για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου από τους Ιταλούς, αλλά κατά της δικτατορίας του Μεταξά. Στην Αθήνα είχε μετακομίσει από τα μέσα της δεκαετίας του ’30 και μετά από την αποφοίτησή του από το σχολείο, είχε γραφτεί στην ΑΣΟΕΕ. Λάτρης της γεωλογίας συνέλεγε με αγάπη σπάνια πετρώματα από όλο τον κόσμο, τα οποία μάλιστα έχει αφήσει στην ιδιαίτερη πατρίδα του.

Μετά από την απελευθέρωση εργάζεται ως δημοσιογράφος στον «Ριζοσπάστη» και στην «Αυγή». Συνολικά παραπέμφθηκε σε 28 δίκες για αδικήματα Τύπου, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του '40 καταδικάσθηκε δις εις θάνατον, καταδίκες που δεν εκτελέστηκαν μετά από ελληνική και διεθνή καμπάνια. Το 1950 οι θανατικές ποινές μετατράπηκαν σε ισόβια και τελικά αποφυλακίστηκε στις 16 Ιουλίου 1954. Παρόλα αυτά στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951, αν και φυλακισμένος, εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών με την ΕΔΑ. Ακολουθεί η δίκη για «εσχάτη προδοσία» το 1958, ενώ στις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961 εξελέγη και πάλι βουλευτής Αθηνών με την ΕΔΑ, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στη φυλακή. Το 1962 βραβεύτηκε από την ΕΣΣΔ με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν.

Φωτογραφία: InTime

Αμέσως μετά από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, συλλαμβάνεται μαζί με άλλους πολιτικούς ηγέτες. Ακολουθούν φυλακίσεις σε Γουδή, Πικέρμι, Γενική Ασφάλεια, Γυάρο, Παρθένι Λέρου, Ωρωπό, από όπου αποφυλακίζεται το 1971. Συνολικώς, 16 χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε εξορίες και φυλακές.

Αν και συχνά τον αποκαλούσαν «ήρωα», ο ίδιος όταν άκουγε τον χαρακτηρισμό απαντούσε πως πραγματικός ήρωας ήταν ο αδερφός του ο Νίκος

Μεταπολιτευτικά δραστηριοποιείται πολιτικά μέσα από τις τάξεις της ΕΔΑ και του ΠΑΣΟΚ -στα ψηφοδέλτια του οποίου εξελέγη, ως συνεργαζόμενος, βουλευτής και ευρωβουλευτής τη δεκαετία του '80. Όμως το 1986 επιστρέφει στην αγαπημένη του Απείρανθο, όπου οι συγχωριανοί του τον εκλέγουν κοινοτάρχη και εκείνος, από τη δική του πλευρά, εισαγάγει το θεσμό της Άμεσης Δημοκρατίας.

Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2002 κατέρχεται επικεφαλής του συνδυασμού «Ενεργοί Πολίτες» για τη διευρυμένη Νομαρχία Αθηνών-Πειραιώς, που υποστηρίχθηκε από το Συνασπισμό και εκλέγεται νομαρχιακός σύμβουλος. Επανέρχεται στην πολιτική σκηνή το 2012, και στις διπλές εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου εκλέγεται βουλευτής Επικρατείας με το ΣΥΡΙΖΑ. Με το ίδιο κόμμα εξελέγη ευρωβουλευτής στις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου 2014, κάνοντας ως κεντρικό θέμα της θητείας του τις γερμανικές οφειλές προς την Ελλάδα.

Φωτογραφία: AP Images

Έγραψε, άλλωστε, και βιβλίο για το θέμα, το «Και ένα μάρκο να ήταν…» (Εκδόσεις Λιβάνη). Τελευταία εμπλοκή του με την ενεργό πολιτική, στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Λαϊκής Ενότητας, το Σεπτέμβριο του 2015.

Αν και συχνά τον αποκαλούσαν «ήρωα», ο ίδιος όταν άκουγε τον χαρακτηρισμό απαντούσε πως πραγματικός ήρωας ήταν ο αδερφός του ο Νίκος, που εκτελέσθηκε από τους Γερμανούς στην Καισαριανή το Μάιο του '44, αφήνοντας πίσω του το εξής σημείωμα για τη μάνα τους: «Αγαπητή μητέρα σας φιλώ, χαιρετισμούς, σήμερα πάω για εκτέλεση. Πάω. Πέφτοντας για τον ελληνικό λαό». Ήταν ένας καημός μέσα του ο πρόωρος χαμός του αγαπημένου του Νίκου, ένας καημός για τον οποίον σπάνια τον άκουγες να μιλά.

Η τελευταία δημόσια παρουσία του Γλέζου, που αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, ήταν στη δίκη της Χρυσής Αυγής, το 2018, στο πλευρό της Μάγδας Φύσσα.

Ο ίδιος αφηγήθηκε τη ζωή του και τον αγώνα δεκαετιών, στο ντοκιμαντέρ «Ο Τελευταίος Παρτιζάνος», που σκηνοθέτησε στο Λονδίνο Ανδρέας Χατζηπατέρας. Ο νεαρός δημιουργός άκουσε για πρώτη φορά για τον Γλέζο στη Νέα Υόρκη, εντυπωσιάζεται από την προσωπικότητά του και τον ακολουθεί με την κάμερα στην καθημερινότητά του, από το σπίτι του μέχρι την Ευρωβουλή. Καταγράφει λεπτομερώς το πρόγραμμά του, την πορεία του στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και σε μικρές στιγμές της ζωής του. Ακούει με θαυμασμό τις ιστορίες του, αλλά και τη γνώμη του κόσμου για αυτόν, ενώ δεν αποφεύγει να συμπεριλάβει στην ταινία του ακόμα και τις μικρές τους αντιπαραθέσεις, συνθέτοντας το πορτρέτο του άνδρα που σημάδεψε την Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας.





SHARE