Η μεγάλη φωνή, La Diva, η γυναίκα θρύλος που κατάφερε να δώσει μορφή στον ήχο του σύμπαντος...
Πόσα δεν έχουν γραφτεί για τη Μαρία Κάλλας,που με το τραγούδι της άγγιξε το θεό, έζησε μια μυθιστορηματική ζωή για να καταστραφεί από έναν ερώτα, που τη βύθισε στην απελπισία.
Ακόμα και μετά από τον θάνατό της, ο μύθος της συνεχίζει να απασχολεί την κοινή γνώμη, συγγραφείς, ερευνητές, βιογράφους σκηνοθέτες και δημοσιογράφους, που προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν και να καταλάβουν αυτό το σπάνιο φαινόμενο στην ιστορία της όπερας.Πώς όμως η ίδια αντιμετώπιζε όσα τα συνέβαιναν;
Ήταν το 1957- ακόμα τότε ήταν παντρεμένη με τον Tζιοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι- όταν αποφασίζει να καταγράψει στιγμιότυπα από τη ζωή της, ξεκινώντας από τα παιδικά της χρόνια. Αυτή η μαρτυρία, που έγινε με σκοπό να μιλήσει η ίδια για όσα οι άλλοι για χρόνια έλεγαν για εκείνη, καταγράφεται στο βίβλιο «Μαρία Κάλλας: Γράμματα και αναμνήσεις», με επιλογή, επιμέλεια κειμένων και σχόλια του Γάλλου σκηνοθέτη και φωτογράφου Τομ Βολφ. Μέσα εκεί περιλαμβάνονται κομμάτια από την αυτοβιογραφία της, αλλά και επιστολές από την προσωπική της αλληλογραφία που φωτίζουν άγνωστες λεπτομέρειες της προσωπικότητάς της. Πέρα όμως από αυτό το ντοκουμέντο, η Κάλλας συχνά στις συνεντεύξεις που έδινε εξομολογούταν με ειλικρίνεια πράγματα που την πονούσαν, την απασχολούσαν και τελικά τη διαμόρφωσαν.
Τα παιδικά της χρόνια, η μητέρα της και ο γάμος της με τον Μενεγκίνι
Αναπολώντας τα χρόνια που ως Μαρία Καλογεροπούλου ακόμα έκανε τα πρώτα της μαθήματα, αναφερόταν συχνά στη δασκάλα της, την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, αναγνωρίζοντας πως σε εκείνη όφειλε την καλλιτεχνική της ταυτότητα: «Θυμάμαι πως μοναδική έγνοια μου εκείνη την εποχή ήταν τα χέρια μου. Δεν ήξερα ποτέ, πού να τα τοποθετήσω, τα αισθανόμουν άχρηστα και τεράστια. Επιπλέον, δεχόμουν παρατηρήσεις από τη δασκάλα μου για το απαράδεκτο ντύσιμό μου – τώρα καταλαβαίνω πόσο δίκιο είχε. Κάποια φορά, και ενώ με είχε παρακαλέσει να φορέσω το πιο κομψό μου ρούχο, καθώς έπρεπε να με παρουσιάσει σε κάποιο υψηλό πρόσωπο, με είδε να εμφανίζομαι με μια σκούρα κόκκινη φούστα, ένα πουκάμισο με βολάν σε επίσης κραυγαλέο κόκκινο χρώμα και, στο κεφάλι, πάνω από τις πλεξούδες, ένα φρικτό καπέλο, παρόμοιο με εκείνο που φορούσε η Μουζέττα [*εκκεντρικός χαρακτήρας στην όπερα «Μποέμ» του Πουτσίνι]. Νόμιζα πως ήμουν κομψότατη. Έτσι, απογοητεύτηκα όταν η κυρία Ελβίρα μού έβγαλε το γελοίο καπέλο, φωνάζοντας πως δεν θα μου έκανε ξανά μάθημα αν δεν αποφάσιζα να βελτιώσω την εμφάνισή μου.»