Η Μαρία Τζομπανάκη είναι Κρητικιά και το δείχνει. Ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει Νομική κι έγινε ηθοποιός. Έχει κάνει δύο γάμους, έχει έναν γιο, τον Ορφέα Αυγουστίδη, και πρόσφατα απέκτησε εγγονό. Κι αν έπρεπε να τη χαρακτηρίσει κανείς, τρεις λέξεις είναι αρκετές: «Mάνα, γυναίκα, γιαγιά».
«Στην Κρήτη γεννήθηκα κι έζησα ως τα 18 μου. Μετά ήρθα στην Αθήνα για τη Νομική. Μεγάλωσα με την κλασική κρητική ανατροφή, με τρεις αδελφούς και με τη μάνα μου να λέει "θα σε σφάξει στο γόνατο ο πατέρας σου και θα σε κρατάω εγώ, για να σε σφάξει"...
Ασχολήθηκα με το θέατρο από το δημοτικό. Ο μπαμπάς μου ήταν ο μέντοράς μου και ένας δάσκαλός μου στο σχολείο. Ο μπαμπάς μου στην Γ΄ δημοτικού μού έδωσε την "Ασκητική" του Καζαντζάκη και μου είπε να αρχίσεις να τη διαβάζεις από τώρα για όλη σου τη ζωή. Ήταν παραγωγός κρασιών ο πατέρας μου, μορφωμένος άνθρωπος, όχι καλλιεργημένος –παιδί του πολέμου. Εγώ ήθελα να γίνω γιατρός. Μετά αποφάσισαν οι γονείς μου, κατά κάποιον τρόπο, ότι δεν μπορώ να περάσω όλη μου τη ζωή σπουδάζοντας. Ήθελαν να παντρευτώ, να κάνω οικογένεια. Με έστρεψαν στη Νομική –ήμουν άριστη μαθήτρια.
Στην Β΄ δημοτικού, λοιπόν, είχα να πω ένα ποίημα στο σχολείο και ο πατέρας μου μού έδωσε ένα για την Κύπρο –"να το μάθετε εσείς που τις τύχες κρατάτε των μικρών, ότι όσο μικροί κι αν είναι θα μαζέψουν κάποια στιγμή τη δύναμή τους, θα ενωθούν, θα σας ρίξουν και θα σας πουν όχι". Απαγγέλλοντάς το, έβγαλα και το δικό μου απωθημένο, γιατί είχε αρχίσει η καταπίεση στο σπίτι, κορίτσι ήμουν. Και είπα το ποίημα με τέτοιο τρόπο, που έκλαψαν όλοι. Αν και ήμουν ένα πολύ ντροπαλό παιδί, είχα καταφέρει να τραβήξω την προσοχή τους, όπως ακριβώς ήθελα. Πρόσεξαν αυτά που είπα. Έκτοτε έλεγα κάθε χρόνο το δικό μου ποίημα.
Σαν δασκάλα, αργότερα, στο θέατρο έχω πει πολλές φορές στους μαθητές μου ότι, αν ο ηθοποιός δεν εκφράσει τα βαθιά του συναισθήματα και την ψυχολογία του χαρακτήρα που κάνει και απλώς φέρει τον εαυτό του στη σκηνή, δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα. Γι' αυτό και είναι θεραπευτική η δουλειά μας».