Στα τέλη του 19ου αιώνα η κακομεταχείριση των παιδιών και δη από τους γονείς τους θεωρούνταν σχεδόν αυτονόητη και σχεδόν κανείς δεν αντιδρούσε στη θέασή της. Κι όμως η περίπτωση της Μary Ellen Wilson έγινε η αφορμή να ευαισθητοποιηθεί η κοινή γνώμη, πράγμα που επέφερε και την πρώτη παρέμβαση από την πλευρά της Πολιτείας σχετικά με την προστασία των παιδιών που υφίστανται βία.
Η Μary Ellen Wilson γεννήθηκε το 1864 και έμεινε από μωρό ορφανή, καθώς ο πατέρας της σκοτώθηκε στον Εμφύλιο Πόλεμο. Η μητέρα της αδυνατούσε να βρει μια δουλειά που θα μπορεί να εξασφαλίσει τα προ το ζην για εκείνη και το μωρό της. Έτσι κατέφυγε σε μια συνηθισμένη τακτική της εποχής: άφησε την μικρή Mary Ellen σε μια κυρία που την φρόντιζε έναντι αμοιβής, προκειμένου εκείνη να μπορεί να εργαστεί. Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν πήγαν καλά, η μητέρα της δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στα έξοδα και έτσι η μικρή οδηγήθηκε στο ορφανοτροφείο της Νέας Υόρκης.
Ένα ζευγάρι, ο Thomas και η Mary McCormack, την ανέλαβαν υπό την προστασία τους, στη συνέχεια όμως ο Thomas, πέθανε και η σύζυγός του παντρεύτηκε τον Francis Connolly και μετακόμισε μαζί την υιοθετημένη -αν και όχι με νόμιμες διαδικασίες- κόρη της στην 41η Λεωφόρο της Νέας Υόρκης. Οι γείτονες άρχισαν να παρατηρούν περίεργα περιστατικά. Άκουγαν συχνά το κλάμα της μικρής και φαινόταν να δέχεται απίστευτη βία από τους κηδεμόνες της. Την έβαζαν να κάνει σκληρές δουλειές, την χτυπούσαν, την έκαιγαν, την κρατούσαν αλυσοδεμένη και την κλείδωναν στην ντουλάπα για τιμωρία. Μια γυναίκα της κοινότητας η Etta Angell Wheele με πρόφαση ότι ήθελε να βοηθήσει τους Connolly να προσαρμοστούν στην νέα τους γειτονιά, μπήκε στο σπίτι και είδε ιδίοις όμασι την κατάσταση της Mary Ellen.