Μπέτυ Αρβανίτη
Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Μπέττυ Αρβανίτη: «Δεν αγαπάω τις ταινίες μου, ούτε τον εαυτό μου μέσα σ' αυτές»


Η Μπέττυ Αρβανίτη αγαπάει πολύ το θέατρο κι ας χρωστά στον κινηματογράφο ένα μεγάλο κομμάτι της επωνυμίας της. Από το 1987 που ίδρυσε με τον Βασίλη Πουλαντζά το Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας διαγράφει τη δική της πορεία στον χώρο. Είναι μητέρα του συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη, έχει έναν εγγονό, τον τρίχρονο Ερμή.

«Γεννήθηκα στην Αθήνα, στα Εξάρχεια –δεν έχω χωριό κι αυτό είναι κάτι που θα μ' άρεσε να έχω. Ολη μου η ζωή έχει παιχτεί ανάμεσα στα Εξάρχεια και το Κολωνάκι. Από τότε που γεννήθηκα σκεφτόμουν να γίνω ηθοποιός. Το περιβάλλον μου ήταν αστικό, μ' έναν πατέρα γιατρό και μια μητέρα καλλιεργημένη που δεν δούλευε -έκανε τέσσερα παιδιά, έχω τρία αδέλφια. Πήγαινα στο σχολείο του Μπερζάν, εκτός από τα τρία τελευταία χρόνια που πήγα στο Μαράσλειο, γιατί είχε καλό πρακτικό.

Οι γονείς μου, κυρίως η μάνα μου, ήταν άνθρωποι πολύ προοδευτικοί. Δεν ήταν τόσο κλασική οικογένεια. Εγώ ξεμπέρδεψα αρκετά γρήγορα από διάφορα πρέπει και προκαταλήψεις. Διάβαζα πολύ από μικρή, είχα μεγάλο ψώνιο με την υποκριτική.

Οταν πήγαινα να δω μια ταινία, έβγαινα η πρωταγωνίστρια και φερόμουν ως έτσι. Ναι, ήμουν ωραίο κορίτσι. Ταυτίζομουν μ΄όλες αυτές τις ντίβες του σινεμά αλλά κυρίως με αυτά που αισθάνονταν. Απ΄την άλλη ήμουν πολύ εσωστρεφές παιδί. Μ΄άρεσε να φτιάχνω το μαλλί μου, να είμαι νόστιμη, αλλά να παίζω με τ΄αγόρια. Γνωστοί και φίλοι με ήθελαν για να τους διασκεδάζω. Ανέβαινα πάνω στο τραπέζια χόρευα, έκανα-έρανα...

Δεν ήταν ζητούμενο της οικογένειας να γίνω ηθοποιός. Επειδή ήμουν καλή στα μαθηματικά και στο σχέδιο έδωσα και στο Πολυτεχνείο παράλληλα με το Θεάτρο Τέχνης. Δεν μπήκα στο Πολυτεχνείο, μπήκα στο Τέχνης. Τα έκανα όλα μαζί, πολύ γρήγορα -παράλληλα είχα ήδη παντρευτεί κι ήμουν έγκυος, στον Αλέξη.

Οχι, δεν έγιναν συνειδητά. Ομως το οφείλω στον πατέρα του Αλέξη αυτό, γιατί απ΄το σπίτι είχαν τους ενδοιασμούς τους και κάποια κρατήματα. Εκείνος όμως –αρκετά μεγαλύτερός μου, αρχιτέκτων, μου έδωσε ένα μεγάλο σπρώξιμο και είχα μια στήριξη και μια τεράστια ελευθερία. Αλλά δεν ήμουν καθόλου ώριμη –ανώριμη ήμουν. Εκτός από τ΄ότι χωρίσαμε σύντομα, τα πράγματα δεν πήγαν άσχημα. Για μένα ήταν όλα σ΄ένα συννεφάκι, του ονείρου, των επιθυμιών, αγνοώντας αν ταιριάζε το ένα με το άλλο.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Κάνοντας ένα παιδί τόσο νέα, άλλα κερδίζεις άλλα χάνεις. Ημουν πάρα πολύ ευτυχισμένη –μ΄άρεσε πολύ ο θηλασμός γι΄αυτό και θήλασα τον Αλέξη για καιρό. Είχα μια φοβερή τρυφερότητα γι΄αυτό το πλάσμα αλλά δεν είχα καταλάβει ότι θέλει πολλή δουλειά κι έχει πολλές ευθύνες. Συνειδητοποίησα, με τρόμο, ότι έχασα την ελευθερία μου –θυμάμαι ήμουν σ΄ένα αεροπλάνο και κατάλαβα ότι δεν έχω την ελευθερία να πέσω. Κατάλαβα ότι προηγείται κάποιος άλλος.

Νομίζω ότι η σχέση μου με τον Αλέξη φτάχτηκε στα πιο ώριμα χρόνια μας, αν και ήταν πάντα τρυφερή και αγαπησιάρικη. Αργότερα, μιλώντας μαζί του, κατάλαβα ότι ήταν και ουσιαστική γιατί ο τρόπος που ζούσε και αυτά που εισέπραττε του έδιναν πολλά.

Το σινεμά ήρθε πάρα πολύ εύκολα σε μένα, καταρχήν γιατί τους αφορούσε πάρα πολύ η εμφάνιση. Ηταν καθοριστικό. Οσο καλή ηθοποιός να ήταν κάποια, αν δεν είχε την εξωτερική εμφάνιση, δεν γινόταν πρωταγωνίστρια. Ηταν μια ιστορία που μου προέκυψε πολύ εύκολα. Δεν είχα και πολύ σοβαρούς λόγους να μην την κάνω και κάτω από αυτές τις καλές συνθήκες, στον Φίνο.

Εκείνο τον καιρό ήμουν με τον Φαίδωνα Γεωργίτση –ήμασταν μαζί στην σχολή του Κουν, αλλά μετά έγινε η ιστορία μας. Με έβλεπαν μαζί με τον Φαίδωνα και κάπως έτσι προέκυψαν όλα. Υστερα το ένα έφερνε το άλλο, συνεχώς. Χωρίς να το αποποιούμαι όλο αυτό, δεν το πήρα ούτε τότε στα σοβαρά. Ηταν κάτι διασκεδαστικό, είχε και κάποια χρήματα. Εγώ ταινίες έκανα τα καλοκαίρια -περνάγαμε πολύ ωραία, είχε κάτι το οικογενειακό όλο αυτό, κάναμε παρέα, βγαίναμε μετά. Σαν ένα πάρτι. Αλλά εμένα με απασχολούσε το θέατρο και ποτέ δεν εξαργύρωσα το σινεμά στο θέατρο.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Νομίζω ότι η πρώτη φορά που δουλέψαμε μαζί με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα ήταν γιατί ενώ ήθελαν την Μαίρη Χρονοπούλου, δεν μπορούσε. Κι έτσι, τόσο απλά, πήραν εμένα. Τυχαία πράγματα ήταν τα περισσότερα. Με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα δεν κάναμε παρέα, του μιλούσα στον πληθυντικό, είχαμε τεράστια διαφορά ηλικίας. Εγώ ήμουν αλλού. Σ΄εμένα δεν έδινε καθόλου την αίσθηση ότι ήταν γυναικάς. Ηταν ένα μεγάλο παιδί που έλεγε κακά λόγια, χωρίς να τα εννοεί.

Οι παρέες μου ήταν πιο κουλτουρέ, ήταν άνθρωποι που έκαναν πράγματα πιο ψαγμένα. Επαναστάτρια; Με έναν τρόπο, ναι. Και ιδεολογικά ήμουν στην αριστερά, στο ΚΚΕ εσωτερικού.

Πάντως, δεν τις πολυβλέπω τις ταινίες μου –δεν τις αγαπάω, ούτε τον εαυτό μου μέσα σ΄αυτές.

Πιστεύω ότι κάποιες επιλογές, επιλογές άλλων ανθρώπων, είχαν να κάνουν με την εμφάνισή μου. Προσωπικά αναζητούσα κάτι που να είναι κόντρα –το ήθελα, το έψαχνα... Θυμάμαι πήγαμε περιοδεία με τον Φαίδωνα και γινόταν τότε το σώσε –όλα αυτά όμως εμένα δεν μου μετρούσαν, δεν τα θεώρησα ποτέ σοβαρά. Τα υποστήριξα, αλλά δεν ήταν δικά μου. Δεν θα μπορούσα να΄χω αυτή την εξέλιξη αν κρατούσα τέτοιου είδους πράγματα –κι αυτό αποδείχτηκε.

Βέβαια, μέσα σ΄όλο αυτό δεν λέω πως δεν υπήρξα κι εγώ νάρκισσος, κι ακόμα και τώρα υπάρχουν φορές που θέλω να φτιαχτώ και να βαφτώ. Ωραίο είναι να σ΄αρέσει ο εαυτός σου η εμφάνισή σου, αλλά είναι κακό να σε καθορίζει. Εμένα ποτέ δεν με καθόρισε, ίσως και να με έπληττε καμιά φορά. Είναι βαρετό πράγμα να θέλεις να συντηρείς την εικόνα σου, πολύ.

Αμφισβήτηση; Ναι αισθάνθηκα από κάποιους ανθρώπους ότι έπρεπε να αποδείξω κάτι όταν ξεκινούσα το θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, πριν τριάντα πέντε χρόνια. Ενας φίλος μου, που μ΄αγαπούσε κιόλας, όταν του είπα ότι θα σκηνοθετήσει την “Πέτρα Φον Καντ” η Ρούλα Πατεράκη μου είπε “θάρθω να σου βάλω βόμβα”...

Όταν έχεις κάνει σταριλίκι σινεμά στον Φίνο, μπορεί κάποιος να πει “τώρα τι της ήρθε να κάνει Φασμπίντερ…”

Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν είχαν αυτού του είδους τις αμφιβολίες, εκτός από κάποιους που μπορεί να είχαν συντηρητικές απόψεις γύρω απ΄το θέατρο... Ναι, υποτίθεται ότι υπάρχει ο μύθος πως η ωραία γυναίκα πρέπει να αποδείξει ότι έχει και μυαλό, αλλά δεν αγωνίστηκα πολύ γι΄αυτά τα πράγματα γιατί δεν τα πιστεύω εγώ η ίδια. Δεν μπορώ να πω ότι βρήκα μπροστά μου εμπόδια –βέβαια κάποιοι τίτλοι, κάποιες προκαταλήψεις, περί ποιοτικού και λοιπά θεάτρου, επηρεάζουν. Οταν έχεις κάνει σταριλίκι σινεμά στον Φίνο, μπορεί κάποιος να πει “τώρα τι της ήρθε να κάνει Φασμπίντερ...”. Ε λοιπόν της ήρθε και τον έκανε...

Με τα “Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ” δώσαμε το σήμα μας. Μετά απ΄αυτό το κοινό δεν περίμενε πια από εμάς τα προβλεπόμενα, περίμενε άλλα πράγματα. Κι εμάς μας καθόρισε γενικότερα, γιατί αν πρωτοβγαίναμε κι αυτό δεν είχε πετύχει, δεν ξέρω πως, θα συνεχίζαμε.

Εγώ είχα βαρεθεί πλέον να επαναλαμβάνω την εικόνα μου. Μόνο αν εκτεθείς προσωπικά, καταλαβαίνεις και προτείνεις αυτό που θεωρείς εσύ καλό θέατρο. Αλλιώς, αν μπαίνεις στο όνειρο ενός άλλου, είσαι υπό συνθήκες.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Αν δεν τύχαινε αυτή η συγκυρία με τον Βασίλη (σ.σ. Πουλαντζά), γιατί εγώ μόνη μου είμαι άχρηστη επιχειρηματικά, αν δεν υπήρχε αυτός ο διπλούς έρως όπως λέω, δεν ξέρω τι θα είχε γίνει. Είχε σχεδόν μόλις προηγηθεί η σχέση μας... Οπως έχω πει πολλές φορές, μου είχε τηλεφωνήσει ο σκηνοθέτης, ο Νίκος ο Μαστοράκης απ΄τη Γερμανία και μου΄χε πει για το έργο του Φασμπίντερ κι ότι πρέπει να το κάνω. Με τον Νίκο είχαμε γνωριστεί στο ΚΘΒΕ και είχαμε μια πολύ καλή επικοινωνία. Δίνω στον Βασίλη το έργο να το διαβάσει, που ήξερε γερμανικά, και να μου το μεταφράζει. Ενθουσιαστήκαμε αμφότεροι. Απ΄την επομένη, με προτροπή του Βασίλη, αρχίσαμε να ψάχνουμε για θέατρο. Δεν υπήρχε σχέδιο.

Πριν απ΄αυτό, δεν υπήρχε κάτι –είχα κάνει μια σειρά του BBC και βρισκόμουν λίγο μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας. Εκείνο τον καιρό υπήρχε ένα κενό. Οταν γνώρισα τον Βασίλη ήμουν στην Αγγλία –γνωριστήκαμε στην Ελλάδα αλλά ήρθε να με βρει στο Λονδίνο. Ερωτας ζωής; Αν δεν είναι αυτό έρωτας ζωής, τότε δεν ξέρω ποιος είναι. Είναι σχέση ζωής, ζωή. Είμαστε μαζί από το 1983 – θα κλείσουμε σαράντα χρόνια. Τα πράγματα δεν κρατάνε αν δεν έχεις κοινή οπτική, αν δεν έχεις κοινή γλώσσα, κοινά όνειρα. Αλλά αυτό δεν το ήξερε κανείς μας. Προέκυψε. Χωρίς εκείνον δεν θα μπορούσα. Κι εκείνος χωρίς εμένα δεν νομίζω να είχε ενδιαφερθεί -δεν ασχολιόταν με το θέατρο, αλλά με την πολιτική, με την δουλειά του.

Πάντα είχα την ανάγκη μιας προσωπικής έκθεσης, το ήξερα και το κυνηγούσα. Μπορεί ο κόσμος να θεωρεί, κι είναι πολύ λογικό γιατί το σινεμά μένει ενώ το θέατρο όχι, ότι οι ταινίες καθόριζαν την δική μου προσωπικότητα. Αλλά δεν ίσχυε. Γιατί εγώ από τότε που βγήκα, θέατρο έκανα, αλλά άντε να το ξέρει ο άλλος.

Ξεκίνησα από τον Λεωνιδα Τριβιζά -πάντα κυνηγούσα αυτού του είδους τα πράγματα. Μετά τη δικτατορία που έγινε το Λαϊκό Πειραματικό, με την Ξένια και τον Γιάννη, κι ύστερα όταν ο Λεωνίδας πήρε το Πορεία, μέσα ήμουν. Θεατρικός μου μπαμπάς ήταν ο Λεωνίδας Τριβιζάς. Αυτά που είχα κάνει δεν ήταν εμπορικά. Το πιο δυνατό όμως για τον κόσμο ήταν οι ταινίες...

Στην επίσημη πρεμιέρα της παράστασης «Tαξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα»/ Φωτογραφία: NDP Photo Agency

Η “Πέτρα” πήγε πολύ καλά, παίχτηκε δύο χρόνια. Μετά θα ήμασταν ηλίθιοι αν δεν συνεχίζαμε το όνειρο, γιατί αυτό ήταν όνειρο. Από εκεί και πέρα το ένα έφερε το άλλο. Κάναμε και την Β΄Σκηνή που ήταν κάτι πολύ σημαντικό, κι είμαι πολύ περήφανη που βγήκαν νέοι άνθρωποι από εκεί. Τότε υπήρχαν και οι επιχορηγήσεις –κι εμείς είχαμε την μεγάλη τύχη να μην μας καθορίζει το ταμείο. Δεν είχαμε την ανάγκη να ζήσουμε απ΄το θέατρο οικονομικά. Κι αυτό βοήθησε πάρα πολύ.

Νομίζω ότι αυτό με καθόρισε εμένα. Δεν ήθελα να εισπράξω τίποτε άλλο από το θέατρο εκτός από το ίδιο το θέατρο. Η τέχνη του θεάτρου, αυτό με ενδιέφερε κι αυτό έκανα. Οχι ότι δεν χαίρομαι να δικαιωθώ –αλλά δεν περίμενα να καταξιωθώ. Πολλοί άνθρωποι στο θεάτρο κάνουν θέατρο για άλλους λόγους. Εμένα η περιέργειά μου, η τρέλα μου, είναι το ίδιο το θέατρο.

Την σχέση μου με τον Βασίλη δεν την έφθειρε το θέατρο, αντιθέτως –όλο αυτό μας κρατάει. Είναι σαν να κάνουν δύο άνθρωποι ένα παιδί. Δεν ξέρω αν με θαυμάζει στο σανίδι ο Βασίλης, δεν μου το λέει.

Ο Μίνως Βολανάκης είναι ο πρώτος που μπήκε σ΄αυτό το θέατρο. Τον είχα γνωρίσει στους “Ψύλλους στ΄αφτιά”, την πρώτη παράσταση που έκανε η Ξένια στο Πόρτα. Κι από εκεί και πέρα έγινε μια σχέση συγκλονιστική. Θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου που τον συνάντησα. Με καθόρισε καλλιτεχνικά και όχι μόνον. Μαζί κάναμε, αργότερα, πέντε δουλειές. Ο Βολανάκης ήταν ο πιο ελεύθερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στην ζωή μου -μάθημα ελευθερίας και βάθους. Είχε τεράστιες γνώσεις και τις χρησιμοποιούσε, δεν τις επιδείκνυε.

Σαν άνθρωπος είμαι αρκετά του ρίσκου, γουστάρω να ξεπερνάω τα όριά μου

Ποτέ δεν μ΄ενδιαφέρει να παίξω ρόλους, οι συναντήσεις με ανθρώπους μ΄ενδιαφέρουν κι έχω πολλές σημαντικές, με σκηνοθέτες, συνεργάτες, ηθοποιούς. Είμαι καλυμμένη ως τώρα, με ανθρώπους που μοιράζομαι κοινή γλώσσα και κοινές περιέργειες. Ο Βολανάκης, ο Στάθης Λιβαθινός –που έχουμε κάνει πέντε δουλειές μαζί, ο Νίκος Μαστοράκης, ο Δημήτρης Καραντζάς. Η μεγάλη μου περιουσία είναι οι ρόλοι –κάθε ρόλος ανοίγει ένα καινούργιο περιστατικό, δρόμους για να ψάξεις άλλα πράγματα. Είναι μια φαρέτρα που μπορείς να την χρησιμοποιείς...

Σε μια τόσο μακριά πορεία έχουν συμβεί και άστοχα πράγματα –αλλά όχι ιδιαίτερα. Υπάρχει και το timing. Κι η αποτυχία έχει να σου δώσει πολλά. Είναι ύποπτο να μην αποτύχεις.

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Κάποια στιγμή θα σταματήσω σίγουρα, αλλά το αφήνω. Φυσικά και μου΄χει περάσει απ΄το μυαλό. Αλλά σκέφτομαι ότι αφού μπορώ και θέλω... Είναι σοφή η φύση. Είμαι σίγουρη ότι όταν δεν θα μπορώ δεν θα θέλω, είμαι απολύτως σίγουρη. Οπότε αφήνω να μου το πει. Πιστεύω πολύ σ΄αυτή τη λειτουργία της φύσης. Όπως πιστεύω ότι δεν κάνουμε ποτέ κάτι που δεν μπορούμε, γιατί δεν μας δίνει καμία χαρά.

Σαν άνθρωπος είμαι αρκετά του ρίσκου, πάω στα βράχια, γουστάρω να ξεπερνάω τα όριά μου -έχω υπάρξει και αθλήτρια, έκανα πρωταθλητισμό στο κολύμπι ως τα δεκάξι. Είναι πολύ γοητευτικό και ενδιαφέρον το στοίχημα του να σε εκπλήσσει ο εαυτός σου. Κι εγώ βάζω τέτοια εμπόδια σε μένα προκειμένου να εισπράξω μια έκπληξη από εμένα στο θέατρο –και στην ζωή. Κατά βάση είμαι τυχερή γιατί και στη ζωή και στο θέατρο δεν έχω κάνει πράγματα που δεν ήθελα. Δεν μπορώ να πω ότι όλα τα πράγματα τα ήθελα, αλλά δεν έχω κάνει πράγματα που δεν ήθελα, κι αυτό είναι κάτι μεγάλο και ουσιαστικό. Είναι τρομερό να σκεφτείς ότι σ΄αυτήν την ζωή, θα κάνεις πράγματα που δεν θες –δεν την θέλω την ζωή έτσι, δεν μ΄ενδιαφέρει...».

Η Μπέττυ Αρβανίτη είναι η Μαίρη Τάιρον στο «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα» του Ευγένιου Ο΄Νιλ. Σκηνοθεσία Δημήτρης Καραντζάς. Παίζουν: Αλέξανδρος Μυλωνάς, Αινείας Τσαμάτης, Βασίλης Μαγουλιώτης, Ελίνα Ρίζου. Στο θέατρο Οδού Κεφαλληνίας.





SHARE