Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε καλύτερα τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρεφόμαστε, συχνά πέφτουμε στην παγίδα διάφορων διαχωρισμών και απλοποιήσεων.
Αυτό άλλωστε μάθαμε και στην παιδική μας ηλικία, όταν χωρίζαμε τον κόσμο σε «καλό ή κακό». Συχνά κάνουμε ακριβώς το ίδιο και με τους άντρες που γνωρίζουμε, θεωρώντας πως χρειαζόμαστε έναν χάρτη επεξήγησης που θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε τα κίνητρα και τις συμπεριφορές τους. Ένας κλασικός διαχωρισμός του αντίθετου φύλου είναι σε alpha και beta male. Στη συγκεκριμένη βέβαια περίπτωση είναι οι ίδιοι οι άντρες (και κυρίως αυτοί που θεωρούν τους εαυτούς του «alpha») που συντηρούν αυτήν τη μυθολογία.
Σύμφωνα λοιπόν με το στερεοτυπικό τους αφήγημα υπάρχουν δύο τύποι ανδρών, οι alpha (άλφα) και οι beta (βήτα). Οι alpha male είναι όσοι (θεωρούν ότι) βρίσκονται στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας. Αυτοπροσδιορίζονται ως άνθρωποι που έχουν οικονομική άνεση, μεγαλύτερη πρόσβαση στην εξουσία, δεν δυσκολεύονται στις ερωτικές τους σχέσεις και είναι επαγγελματικά επιτυχημένοι. Στο μυαλό τους είναι οι «πραγματικοί άντρες». Στον αντίποδα, ή αλλιώς στη βάση της ιεραρχίας, βρίσκονται οι «beta» που τους περιγράφουν ως αδύναμους, άβουλους και που αποκτούν ερωτικές συντρόφους μόνο όταν οι γυναίκες αποφασίσουν να ψάξουν για το «καλό παιδί».
Αυτή η διάκριση, η οποία σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, συχνά βασίζεται σε παρατηρήσεις μεταξύ άλλων κοινωνικών ζώων (όπως οι χιμπατζήδες και οι λύκοι) απεικονίζει μια άκρως μονοδιάστατη και συντηρητική εικόνα των ανδρών, όπου όλα είναι είτε άσπρο είτε μαύρο. Ταυτόχρονα, όχι μόνο αδικεί τη διάσταση του τι εννοούμε με τον όρο αρρενωπότητα, αλλά υπαγορεύει και στις γυναίκες το τι θα έπρεπε να θεωρούν ελκυστικό. Στην πραγματικότητα, η ύπαρξη κάθε δίπολου λειτουργεί παραπλανητικά και στη συγκεκριμένη περίπτωση βραχυκυκλώνει τους νεαρούς άνδρες, καθώς η ίδια η κοινωνία μοιάζει να τους κατευθύνει σε προκαθορισμένες και τεχνητές συμπεριφορές που δεν ευνοούν ούτε δημιουργούν υγιείς και ευχάριστες σχέσεις –πρώτα από όλα με τον εαυτό τους, και πολύ περισσότερο με τις γυναίκες.
Σε μια σχετική, αν και όχι και τόσο σύγχρονη μελέτη, οι ερευνητές (Sadalla, Kenrick & Vershure) παρουσίασαν στους συμμετέχοντες βιντεοσκοπημένα και γραπτά σενάρια που απεικόνιζαν δύο άνδρες που αλληλεπιδρούσαν μεταξύ τους. Τα σενάρια διέφεραν ως προς το αν το αρσενικό ενήργησε «κυρίαρχο» ή «μη κυρίαρχο».
Ένα παράδειγμα ενός σεναρίου στο οποίο ο άνδρας απεικονίστηκε ως κυρίαρχος είναι το παρακάτω:
Ο John έχει ύψος 1.78 και ζυγίζει 75 κιλά. Ασχολείται με το τένις εδώ και ένα χρόνο. Παρά τον περιορισμένο χρόνο προπόνησης του, είναι ένας πολύ συντονισμένος τενίστας, ο οποίος έχει κερδίσει το 60% των αγώνων του. Το σερβίς του είναι πολύ δυνατό και οι επιστροφές του είναι επίσης εξαιρετικά δυνατές. Εκτός από τις σωματικές του ικανότητες, έχει και τις διανοητικές ικανότητες που τον οδηγούν σε αυτές τις επιτυχίες. Είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικός και αρνείται να υποχωρήσει, όταν παίζει με πιο έμπειρους αντιπάλους. Όλες οι κινήσεις του δείχνουν να μεταδίδουν κυριαρχικότητα και εξουσία. Τείνει να εξουσιάζει ψυχολογικά τους αντιπάλους του, αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τα παιχνίδια τους και να κάνουν λάθη.