Ο Πάνος Βλάχος
Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης
ΠΑΝΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

Πάνος Βλάχος: «Τώρα πια η απόσταση από τον καναπέ στην δημοσιότητα είναι μηδαμινή»


Ο Πάνος Βλάχος είναι ηθοποιός και μουσικός. Αγαπάει τον αθλητισμό -έκανε ποδόσφαιρο, κάνει τρίαθλο. Πήγε στην Αμερική για σπουδές κι έμεινε, όχι ότι ήταν εύκολο. Πιστεύει στο μαζί. Είναι ρομαντικός.

«Δεν μπορώ να πω ότι ήθελα από μικρός να γίνω ηθοποιός. Ασχολιόμουν με διάφορα πράγματα, μουσικά, μουσικοθεατρικά. Η πρώτη παράσταση με την οποία έκανα περιοδεία είχε και μουσική. Τα πράγματα προέκυπταν κι εγώ απλά έβλεπα το καινούργιο και το ακούμπαγα, αυτό που θα με πήγαινε κάπου αλλού. Ο,τι μου φαινόταν να βαλτώνει το άφηνα. Εμένα όταν μια συνθήκη με κάνει να βολεύομαι θέλω να ξεβολεύομαι.
Ο Νίκος Καλογερόπουλος με είδε, μαζί με τον Βασίλη Χριστομόγλου, σε μια ερασιτεχνική παράσταση και μου πρότειναν να φύγω περιοδεία πριν πάω στην σχολή. Τα παράτησα όλα, πήγα περιοδεία και μετά στην δραματική.
Θυμάμαι να πηγαίνουμε με την μητέρα μου σε ωραίες παραστάσεις, μη δημοφιλείς. Εγώ είχα τελείως διαφορετική ρότα: Ποδόσφαιρο. Είχα αξιώσεις να φτάσω και στον επαγγελματικό αθλητισμό, αλλά είχα άλλες προσλαμβάνουσες από την μητέρα μου.
Δεν έφτασα να παίζω πολύ ψηλά. Ως τα 19 έπαιζα στα τοπικά πρωταθλήματα. Μετά όταν το θέατρο πήρε τον πρώτο ρόλο, τελείωσε αυτός ο κύκλος. Η μουσική ενυπήρχε πάντα. Στην πρόταση του Καλογερόπουλου, η παράσταση απαιτούσε οργανοπαιξία και έτσι έπεσα με τα μούτρα -είχα κάποια βάση στην κιθάρα».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Ναι, έκανα και τρίαθλο και συνεχίζω, συμμετέχω όσο μπορώ σε αγώνες. Γιατί; Για να ξεπερνώ τον εαυτό μου. Τους δικούς μου δαίμονες κυνηγάω, όταν τρέχω. Οταν ασχολούμαι με κάτι δεν το κάνω με μανία, αλλά με πάθος. Ακολουθώ αυτό που συμβαίνει, δεν πιέζω. Τα τραγούδια που γράφω, φέρνουν το ένα το άλλο. Τα πράγματα ξεδιπλώνονται μπροστά μου κι εγώ διοχετεύω το πάθος και την αγάπη μου για να γίνω καλύτερος. Αλλά δεν κυνηγάω την πρωτιά σε ό,τι κάνω. Είναι πολύ παλιό το μότο ο πρώτος είναι ο πρώτος και ο δεύτερος είναι τίποτα. Δεν αγαπάω τον πρωταθλητισμό στην τέχνη καθόλου κι αυτό το έχει πολύ η Αμερική κι εγώ το έχω πετάξει από πάνω μου. Το μάχομαι πολύ.
Επιλέγω ρόλους που έχουν συγκρούσεις και απαιτούν ειδικό χειρισμό. Και μακάρι να είμαι τυχερός στην ζωή μου και να έχω ρόλους ειδικού χειρισμού και ειδικών αποστολών. Δεν μπορώ να το δω διαφορετικά. Και στο παρελθόν, πράγματα που έκανα, που μπορεί να ήταν κωμικά και να μην απαιτούσαν κάποια παρόμοια αντιμετώπιση ενδεχομένως, η διαδικασία να ήταν η ίδια για μένα. Οση ακρίβεια και λεπτό χειρισμό θέλει η κωμωδία, έτσι είναι και το δράμα, δεν είναι μακριά. Απαιτείται ισορροπία και απόλυτο μέτρο κι εγώ το παλεύω στην ζωή μου. Γιατί είμαι πολύ υπερβολικός και η ενέργειά μου, ιδίως στο θέατρο, δεν βοηθάει. Προσπαθώ κάθε μέρα».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Για τον ρόλο του Δημήτρη στην “Αγγελική” συνταγή δεν υπάρχει. Ακολούθησα έναν τρόπο επεξεργασίας και προσέγγισης αυτής της ιστορίας και αυτού ανθρώπου που είχε να κάνει και με μελέτες και με συνθήκες ηθοποιών σε αντίστοιχες περιπτώσεις. Πάντα μ΄ αρέσει να επιλέγω ανθρώπους που δεν ακολουθούν στην σκέψη και στην ζωή τους αυτό που θεωρείται νορμάλ ή κανονικό. Για τον Δημήτρη οι άλλοι δεν είναι νορμάλ. Ζει μια παράλληλη πραγματικότητα.
Στην σχέση μάνας-γιου, αυτοί οι δύο άνθρωποι είναι σαν να έχουν γεννήσει ο ένας τον άλλον. Εχουν περάσει μια ζωή πολύ δύσκολη με συγκεκριμένα γεγονότα που έσκασαν μπροστά τους σαν βόμβα ή τα προκάλεσαν οι ίδιοι. Είναι και φίλοι και συνεργάτες και συνένοχοι.
Στην πρώτη περιγραφή, πριν τα σενάρια, ήθελα να κάνω έναν ρόλο που να είναι άγριος και να έχει μια σεξουαλικότητα. Εβλεπα τον εαυτό μου στον ρόλο του Παύλου, που ανέλαβε ο Ιωάννης Παπαζήσης. Ορμώμενος ίσως και από την κατάσταση που βρισκόμουν εκείνη την εποχή στην Αμερική: Εκανα γυρίσματα για μια ταινία που λέγεται “The perfect coach”: Ο ρόλος μου ήταν ενός γυναικά καθηγητή της γιόγκα που αποδεικνύεται δολοφόνος στο τέλος. Είχα θολή εικόνα του τι είναι ρόλος του ο Δημήτρη. Οταν κατάλαβα την ιδιαιτερότητά του και το γεγονός ότι αυτή η ιδιαιτερότητα εμφανίζεται σταδιακά, με επηρέασε. Επέμενε και το κανάλι, οπότε τους εμπιστεύθηκα».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Η Αμερική δεν ήταν καθόλου όνειρο ζωής. Προέκυψε πολύ διερευνητικά και τυχαία κι ακόμα πηγαινοέρχομαι. Αν ανατρέξει κανείς στον Πάνο του 2007-08 θα δει ότι έλεγα σιγά μην φτάσω εγώ στο επίπεδο να θεωρώ ότι τα έχω καταφέρει στην Ελλάδα και να πάω και στην Αμερική… Ετσι νόμιζα ότι είναι τα στάδια. Πήγα όμως για σπουδές και από εκεί προέκυψαν γνωριμίες που οδήγησαν σε ατζέντη και από ατζέντη σε μάνατζερ, σε οντισιόν, σε συμμετοχές, σε δουλειές.

Δεν ξέρω τι είναι αυτός ο κόσμος εκεί. Είναι σαν να διαβάζουμε ένα ποίημα του Καβάφη και ποιος το ξέρει καλύτερα πέρα από τον ίδιο και δεν είναι εδώ να μας το πει. Σαν αναγνώστης αυτού του ποιήματος θα πω ότι η Αμερική δεν έχει ταμπέλα –είναι κάτι διαφορετικό για τον καθένα, όνειρο, απογοήτευση, ανάλογα με το τι άνθρωπος είσαι και σε τι κατάσταση βρίσκεσαι.
Για τον καλλιτέχνη συγκεκριμένα το σύστημα αυτό της Αμερικής μπορεί να τον καταπιέσει πάρα πολύ. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις χώρο να δημιουργήσεις. Στην Ευρώπη είναι πιο εύκολο.
Για να καταλάβεις: Ενας ηθοποιός της ηλικίας μου παίζει στην χώρα του πολλές σελίδες την ημέρα στην τηλεόραση. Στην Αμερική για να παίξω, για να μου δοθεί μια πρόταση, έπρεπε να αποδείξω τι τεράστιος ηθοποιός είμαι. Φαντάσου λοιπόν τι βήματα θέλει για να παίξεις μία σελίδα -όχι 25 που παίζουμε εμείς στην Ελλάδα…».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Η συμμετοχή μου στην σειρά του Netflix που λέγεται “Selena”, είναι σε δύο-τρία επεισόδια κι έχω τρεις-τέσσερις σκηνές. Η διαδικασία των οντισιόν για να περάσω σ΄ αυτό ήταν σαν να έπαιζα τον “Αμλετ” στην Ελλάδα. Τι ταξίδι θέλει, πόσο μεγάλη πορεία. Εμένα όλο αυτό με έκανε να γοητεύομαι από το άγνωστο ακόμα περισσότερο. Δεν με φόβισε ότι το πιο πιθανό είναι να δέχομαι περισσότερο απορρίψεις από επιτυχίες. Εμαθα να ζω και με το όχι.
Αν το κίνητρο είναι να καταφέρω να μπω κάπου, να τρουπώσω σε μια σειρά, τότε είναι καταστροφικό. Για μένα κίνητρο είναι να γίνεις καλλιτέχνης. Το ότι θα παίξεις σε μια σειρά δεν σημαίνει ότι είσαι καλλιτέχνης ούτε αν δεν παίξεις ότι δεν είσαι. Εάν είσαι και κάνεις καλά την δουλειά σου, κάποια στιγμή, στις κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να μπεις σε μια σειρά».

«Το εγώ στραπατσάρεται συνέχεια. Μπορεί να δεις έναν τεράστιο ηθοποιό που έχει κάνει μια σπουδαία ερμηνεία, να κάθεται να αναρωτιέται πως τα πήγε.
Εμείς φτιαχνόμαστε από τα ναι. Η μόνη επιβεβαίωση είναι το χειροκρότημα, όταν έρθει το κοινό, όταν πάρεις τον ρόλο. Το πιο δύσκολο είναι να καταφέρεις να επιζήσεις σαν καλλιτεχνική οντότητα όταν δεν έρχεται ποτέ το ναι. Να μην σταματήσεις να πιστεύεις στην αφοσίωση που δίνεις στην τέχνη σου.
Αν είχα αίσθηση ή συνείδηση του τι είναι αυτή η δουλειά όταν ξεκινούσα, δεν θα είχα τίποτα να ανακαλύψω και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα το είχα κάνει. Αν πιστεύω κάτι τώρα για τον εαυτό μου, δεν είναι ότι έχω γίνει κάποιος άξιος λόγου. Αλλά ότι κάτι ανακάλυψα για μένα και το δείχνω με την καλλιτεχνική μου έκφραση».

«Αν κάποιος μου είχε πει θα δεις τι σημαίνει Επίδαυρος ή Αμερική, δεν θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος. Ούτε θα είχα ανακαλύψει την διαδρομή και την τεράστια δυσκολία μέχρι να έρθει το χειροκρότημα, η Αμερική κι όλο αυτό το φορτίο. Ούτε θα είχα μετακινηθεί…
Το άγνωστο με έκανε να διαλύσω μια πολύ εύκολη ζωή για να ανακαλύψω κάτι καινούργιο. Ο,τι έκανα στα είκοσί μου έκανα και στα 28 μου».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Το θέατρο στην Αθήνα είναι υψηλοτάτου επιπέδου και πολύ διαφορετικό στην Αμερική όπου το λαϊκό θέαμα είναι το μιούζικαλ. Η Νέα Υόρκη είναι μια άλλη ιστορία. Στο Λος Αντζελες είναι ανύπαρκτο. Οι παραστάσεις με ουσία, αισθητική και τέχνη έρχονται από το Μπρόντγουεϊ. Στην πρόζα όμως το ευρωπαϊκό και δη το ελληνικό, όπως οι παραστάσεις του Φεστιβάλ, της Στέγης, στην Επίδαυρο, στην Πειραιώς, θα το ζήλευαν πολλοί».

«Αυτή την στιγμή η τεχνολογία, τα social media επιτρέπουν σε οποιονδήποτε άνθρωπο να γίνει αναγνωρίσιμος σε ένα δευτερόλεπτο, για πρώτη φορά στην ιστορία. Τώρα πια η απόσταση από τον καναπέ στην δημοσιότητα είναι μηδαμινή. Οπότε το 2020 η αναγνωρισιμότητα δεν μπορεί να είναι στόχος για έναν ηθοποιό. Εχει κατακτηθεί τυχαία η αναγνωρισιμότητα και δεν έχω σκεφτεί τι να κάνω για να κρατήσω ψηλά τις μετοχές μου…
Δεν ξέρω πόσο έχει επηρεάσει τα πράγματα η εμφάνισή μου. Από μικρός πιο πολύ προσπαθούσα να κάνω τους άλλους να γελάσουν κι αισθάνομαι όμορφα όταν το καταφέρνω. Ενδεχομένως η εμφάνιση να με έχει κάπου βοηθήσει κι ίσως κάπου αλλού, πιο προσωπικά, να με έχει δυσκολέψει. Στα χρόνια της Δραματικής Σχολής η εμφάνισή μου ήταν εμπόδιο για να με δουν σαν σοβαρό ηθοποιό. Οπότε… Στην Αμερική με βοήθησε –να παίξω σε ένα βίντεο κλιπ, ας πούμε, να κάνω μια διαφήμιση. Μην γελιόμαστε όμως: Μια ωραία εμφάνιση φυσικά και είναι βοηθητική».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Οι αποφάσεις της ζωής μου, της ζωής μας δεν ξέρει κανείς αν είναι ψώνιο, ματαιοδοξία ή κάτι άλλο. Ο καθένας διαβάζει όπως θέλει το γεγονός ότι φύγαμε δύο άνθρωποι στο εξωτερικό, ότι δεν φοβάσαι να προχωρήσεις, είναι και λίγο ρομαντικό.
Το μαζί είναι πολύ καθοριστικό στην ζωή μου. Πιστεύω στις ενώσεις, στην ανταλλαγή, στην ενσυναίσθηση, στην συμπαράσταση, στην φιλαλληλία, στον έρωτα, πολύ. Ο,τι κάνω έχει ερωτική διάθεση –δεν έχω πράξει τίποτα που να μην εμπεριέχει τον έρωτα μέσα του.
Στον δικό μου τον κόσμο ο έρωτας είναι πηγή έμπνευσης –κανείς δεν μπορεί να μου τον πάρει ούτε να μου τον στραπατσάρει. Διοχετεύεται μεταξύ δύο ανθρώπων και δεν μπορεί να τον ακουμπήσει κανείς. Είναι πολύ ακριβό πράγμα για μένα ο έρωτας, ιερό, δεν λερώνεται….
Αγαπάω τις ωραίες λέξεις, τα ωραία συναισθήματα, τα στιχάκια. Αν όλα αυτά θεωρούνται ρομαντικά, είμαι ένοχος».

«Προσπαθώ να καταπολεμήσω τον κακομαθημένο εγωισμό μου, αυτή την μάχη κάνει ο έρωτας. Σκοτεινές πλευρές δεν έχω ζήσει, ίσως γιατί τα βλέπω όλα από το φως. Επειδή ζούμε σε εποχές με μεγάλα σκοτάδια, νομίζω ότι η επιστροφή στον ρομαντισμό μπορεί να είναι λύση. Δεν θα επέλεγα τον κυνισμό ποτέ.
Υπάρχουν πλάνα για το εξωτερικό αλλά αυτή την στιγμή είμαι στην αναμονή. Τους επόμενους μήνες οι υποχρεώσεις μου είναι στην Ελλάδα –στην θεατρική παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά με την επιθεώρηση των Δημήτρη Καρατζά και Φοίβου Δεληβοριά για το 1821. Κι είμαι αισιόδοξος αφού είμαι δημιουργικός.
Οχι, δεν θέλω να σκέφτομαι το μέλλον, γιατί δεν θα έκανα τις τρέλες που έχω κάνει. Ο,τι είναι νάρθει θε ναρθεί. Οσο για οικογένεια και παιδιά, όπως τα φέρει η ζωή».

Ο Πάνος Βλάχος παίζει στην τηλεοπτική σειρά «Αγγελική», που προβάλλεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη (21.00) στον Alpha





SHARE