Πέτρος Λαγούτης
Φωτογραφία: Πάνος Μάλλιαρης
ΠΕΤΡΟΣ ΛΑΓΟΥΤΗΣ

Πέτρος Λαγούτης: «Θεωρώ ότι στις 26 Σεπτεμβρίου του 2016, ξαναγεννήθηκα»


Ο Πέτρος Λαγούτης σπούδασε ναυτιλιακά, αλλά του άρεσε να λέει ιστορίες. Έγινε τελικά ηθοποιός. Είναι απόφοιτος της σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Έχει δύο γιούς, από τον γάμο του με την Μυρτώ Αλικάκη. Είναι χωρισμένος. Κι έχει «διπλά» γενέθλια: Όταν γεννήθηκε κι όταν ξεκίνησε την απεξάρτηση από τον τζόγο, πριν από τέσσερα χρόνια. Είναι 45 χρόνων και …τεσσάρων.

«Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια. Λάτρευα το παιχνίδι. Και μου προσφέρθηκε απλόχερα, μέσα κι έξω από το σπίτι. Μεγάλωσα στο Νέο Ψυχικό. Όλη μέρα στους δρόμους, στις πλατείες, μπάλα, ποδήλατο, κρυφτό, κυνηγητό. Ένα μεσοαστικό σπίτι ήταν το σπίτι μας. Ο πατέρας μου, δημόσιος υπάλληλος, πήρε σύνταξη ως γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών. Η μητέρα μου, καθηγήτρια Αγγλικών.
Το ενδιαφέρον μου για το θέατρο δεν ξέρω πώς ξεκίνησε. Στο σπίτι δεν είχαμε καθόλου καλλιτεχνικές βάσεις.
Τελειώνοντας το σχολείο πήγα στο πανεπιστήμιο. Η μόνη σχολή που με ενδιέφερε ήταν η Ψυχολογία στο Πάντειο. Δεν μπήκα για είκοσι μόρια, κι ενώ έμπαινα στο Ρέθυμνο, όπου πήγε ο κολλητός μου, δεν την είχα δηλώσει. Έπαιζα μπάλα στην Αθήνα και δεν ήθελα να φύγω. Πέρασα στα ναυτιλιακά, που δεν με ενδιέφεραν καθόλου. Παρακολούθησα τη σχολή -πέρασα τα 47 από τα 56 μαθήματα. Πτυχίο δεν πήρα, παρ' ότι όταν πήγα στην σχολή του Θεάτρου Τέχνης είπα στους δικούς μου ότι θα τελειώσω το Πανεπιστήμιο -ήμουν στο τέταρτο έτος».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Όταν σπούδαζα, δούλευα σε ένα εστιατόριο που είχε η αδελφή μου -ο μάγειρας ήταν απόφοιτος της σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Μαζί με την αδελφή μου, που ήταν θεατρόφιλη, με έσπρωξαν. “Καλά δεν βλέπεις τι πρέπει να κάνεις στην ζωή σου; Λες μια ιστορία και κρεμόμαστε από τα χείλη σου”, μου έλεγε η αδελφή μου. Όντως έλεγα ιστορίες. Στην παρέα μου άρεσε να πρωταγωνιστώ –πλάκες, πειραχτήρι, καραγκιόζης με την καλή έννοια.

Η σχέση μου με τη Μυρτώ ήταν ένα τσουνάμι

Δύο παραστάσεις είχα δει στην ζωή μου, την “Γέρμα” με την Μυρτώ (σ.σ. Αλικάκη), που με παρακαλούσε η τότε κοπέλα μου να πάμε και τον “Ηλίθιο” στο Εθνικό με τον Πέτρο Φυσσούν, που μου έμεινε. Κι έτσι άρχισα να το ψάχνω. Γνωρίστηκα με έναν ηθοποιό, τον Τηλέμαχο Κρεβάικα, του είπα τι θέλω να κάνω. Με βοήθησε. Έδωσα στο Εθνικό και στο Τέχνης. Ευτυχώς πέρασα στο Τέχνης, γιατί εκεί ήθελα να πάω πιο πολύ, λόγω του μύθου και γι΄ αυτό το δόσιμο που ζητούσε. Αμέσως κατάλαβα ότι βρήκα κάτι που μου αρέσει. Οι γονείς μου νομίζω πως άρχισαν να το αποδέχονται όταν είδαν ότι πάω καλά».

«Η πρώτη μου δουλειά ήταν το “Σκλαβί”. Μαθητής στην σχολή, έπαιζα στον “Βασιλιά Ληρ” του Γιώργου Λαζάνη. Μαζί έπαιζε ο Δημήτρης Οικονόμου που μ΄αγαπούσε πολύ κι όταν η Ξένια Καλογεροπούλου, που τον εμπιστευόταν του είπε ότι ψάχνει ένα νέο παιδί για τον ρόλο, ο Δημήτρης σκέφτηκε εμένα και της είπε “στον έχω”. Και πάω στο σπίτι της Ξένιας για να με γνωρίσει -η πιο αγχωμένη οντισιόν, νομίζω. Αλλά ήρθε αβίαστα όλο αυτό, όπως και η γνωριμία μου με τον Θωμά Μοσχόπουλο.
Θυμάμαι μια μέρα η Ξένια πήρε τηλέφωνο στο σπίτι για να με ζητήσει και μίλησε πρώτη φορά με την μητέρα μου κι άρχισε να με εκθειάζει. Η μαμά μου τα έχασε και στο τέλος της είπε “Ο Πέτρος είναι όλα αυτά;”.
Ήμουν πολύ τυχερός που ξεκίνησα με το “Σκλαβί”. Δεν ήταν απλώς μια παράσταση για παιδιά. Από εκεί άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνο για δουλειά. Ήταν κομβικό. Καθιερώθηκα σιγά-σιγά, ομαλά. Δεν με απασχολούσε πότε θα γίνω πρωταγωνιστής, ίσως και σε βαθμό που δεν ήταν καλό για μένα. Δεν ήθελα τον ρόλο του όμορφου, του ζεν πρεμιέ, τα κόντραρα...»

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Με την Μυρτώ γνωριστήκαμε το 2000 και ζήσαμε έναν μεγάλο έρωτα. Ήταν σχεδόν η μόνη ηθοποιός που μου άρεσε. Η σχέση μας ήταν ένα τσουνάμι που τα άλλαξε όλα. Μαζί πήραμε την απόφαση να ψιλοαφήσουμε το θέατρο και να ανοίξουμε ένα μαγαζί, μεταξύ Εξαρχείων και Κολωνακίου. Το κρατήσαμε πέντε χρόνια. Τότε γεννήθηκαν τα αγόρια μας.
Σε κάθε ηλικία με τα παιδιά ανακαλύπτεις και την ομορφιά της ηλικίας. Οι γιοι μου είναι 15 και 18 και τώρα κάνουμε παρέα. Το καλοκαίρι πήγαμε οι τρεις μας στα Κουφονήσια. Τώρα περνάμε πίστα. Πάντα η πλευρά των γονιών χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια για να συνειδητοποιήσει την καινούργια πίστα. Δεν μ΄αρέσουν οι γονείς που μένουν σε μια ηλικία και δεν ακολουθούν. Πάντα θα θέλουμε να τα προστατεύσουμε και να τους προσφέρουμε, αλλά καλό είναι να συνειδητοποιούμε ότι κι αυτά ωριμάζουν. Η σχέση με το παιδί φτιάχνεται, αρκεί να είσαι εκεί.

Κάποια στιγμή συνειδητοποιείς τον εθισμό, αλλά όχι απαραίτητα και το πρόβλημα

Το μότο μου είναι ότι ο γονιός πρέπει να μπει στον κόσμο των παιδιών και όχι να προσπαθεί να φέρει τα παιδιά στον δικό του.
Ηθελα να κάνω παιδιά. Με την Μυρτώ προέκυψε τόσο αβίαστα και ως αποτέλεσμα της σχέσης μας. Είχαμε μια πολύ έντονη, παθιασμένη σχέση, σαν κύμα. Και τα παιδιά μέσα σ΄αυτό το κύμα ήταν».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Το κακό με τον τζόγο είναι ότι πρόκειται για μια προοδευτική αρρώστια, όπως όλοι οι εθισμοί. Από έφηβος μου άρεσε να παίζω χαρτιά με τους φίλους μου, να παίζω στοίχημα -έτσι ξεκίνησα. Μου δημιουργούσε αυτό που λέμε εμείς οι τζογαδόροι “φουρφούρι”. Mια αντάρα, κάτι σαν ίλιγγο…
Ήμουν γύρω στα 25. Όσο πιο συχνά παίζεις, τόσο περισσότερο φωλιάζει μέσα σου, σε απασχολεί. Αν συνδυαστεί και με το οικονομικό, χάνω-κερδίζω, πιο πολύ. Από εκεί και πέρα το ψυχολογικό υπόβαθρο του καθενός θα παίξει ρόλο στο πόσο θα αφήσει να μπει μέσα σου, να γίνει ένα με εσένα, να γίνει εθισμός.
Νομίζω ότι εγώ επηρεάστηκα πολύ από το γεγονός ότι ανέλαβα στην ζωή πολλούς ρόλους πριν της ώρας μου. Σαν να πήγα να σκοτώσω το παιδάκι που είχα μέσα μου –και το έχω πολύ έντονα γι΄αυτό και το παιδάκι πήγε να αποδράσει, με ένα παιχνίδι… Δεν είναι τυχαίο για μένα ότι ο εθισμός μου ήταν ένα παιχνίδι. Κάνω μια δουλειά που παίζω έναν ρόλο, στον εθισμό μου παίζω, μου αρέσει πολύ η μπάλα. Για μένα η ευχή και η κατάρα μου είναι ότι είμαι ακόμα παιδί. Όσο καταφέρνω να βγάζω την κατάρα και να μένει η ευχή, το ευχαριστιέμαι».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Κάποια στιγμή συνειδητοποιείς τον εθισμό, αλλά όχι απαραίτητα και το πρόβλημα -που σταδιακά μεγαλώνει. Στην αρχή, αν έχεις χάσει αρκετά λεφτά, λες να πάρεις τίποτα πίσω. Ποτέ όμως δεν ευχαριστιέσαι, γιατί δεν σου φτάνει όσο κι αν παίζεις. Ο τζογαδόρος δεν παίζει για να κερδίσει, παίζει για να παίξει. Κάποια στιγμή δημιουργείς τρελό πρόβλημα στον εαυτό σου και το πρώτο που βλέπεις είναι το οικονομικό. Αργότερα, στην απεξάρτηση, κατάλαβα ότι δεν είναι το οικονομικό. Η μεγαλύτερη ζημιά γίνεται στον εαυτό σου. Εγώ έχασα τον εαυτό μου τελείως, έκανα κακό στην δουλειά μου, άρχισα να κάνω εκπτώσεις. Το μόνο που δεν κατέστρεψα ήταν η σχέση με τα παιδιά μου, μου το λέει κι η Μυρτώ. Μπορεί για κάποια χρόνια να μην τους προσέφερα αυτά που ήθελα, γιατί οικονομικά δεν μπορούσα, αλλά δεν έχασα την επαφή μου. Σε όλα τα άλλα κυριαρχούσε ο τζόγος. Ήμουν μέσα σ΄αυτό δώδεκα χρόνια περίπου.

Σε πολλούς φίλους λέω ότι επέστρεψα τα δύο τελευταία χρόνια

Δεν το πολέμησα μόνος μου. Πήγα στο ΚΕΘΕΑ. Εκεί οι άνθρωποι με έσωσαν. Μου πήρε δύο χρόνια και δύο μήνες –διετές είναι το πρόγραμμα. Οι άνθρωποι αυτοί άλλαξαν τον εαυτό μου και άρα όλη μου την ζωή. Το θέμα δεν είναι να κόψεις το παιχνίδι –αυτό θα το κάνεις γιατί είναι προϋπόθεση για το πρόγραμμα. Όσο μένεις μακριά από το πρόβλημα συνειδητοποιείς ότι άλλα σε ώθησαν. Κάθε εθισμός είναι ένα σύμπτωμα. Εμένα μου έλαχε ο τζόγος. Μετά καλείσαι να αλλάξεις άλλα πράγματα, που τα κουβαλάς από παιδί.
Θεωρώ ότι στις 26 Σεπτεμβρίου του 2016, πρώτη μου μέρα στο ΚΕΘΕΑ, ξαναγεννήθηκα. Σαν να έχω διπλά γενέθλια πια».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Θέλει απόφαση, αποδοχή του πόνου που εμπεριέχεται μέσα στο ξερίζωμα του παλιού σου εαυτού, υπομονή, επιμονή. Μετά έρχεται η αποκάλυψη και σου αποκαλύπτεται ένας εαυτός που ούτε εσύ δεν γνώριζες. Αλλάζεις πολύ. Γιατί έχεις ζήσει μια ατελείωτη μαυρίλα με ατελείωτη αγωνία, άγχος, στρες, χάσιμο, απόγνωση –σε κυριεύει η απόγνωση. Και μετά ξαναζείς, ρουφάς τα πάντα. Ξανααγάπησα την δουλειά μου. Γιατί με τον τζόγο το ξέχασα και τώρα επανέρχεται και με κάνει να νοιώθω 25 χρόνων…
Ο παθολογικός τζογαδόρος είναι μοναχικός, δεν παίζει με τους φίλους του. Όταν τέλειωσα το ΚΕΘΕΑ μου είπαν ότι, αν θέλω, μπορώ να γίνω κοινωνικός παίκτης -ούτε πρωτοχρονιάτικο λαχείο δεν έχω αγοράσει. Το σημαντικό είναι ότι δεν θέλω, κάτι που δεν πίστευα ότι μπορούσε να μου συμβεί. Ναι, με τα παιδιά μου το έχω συζητήσει -και είμαι περήφανος που το έχω πει κι εκείνα το ίδιο. Τώρα βλέπουν τις αλλαγές.
Σε πολλούς φίλους λέω ότι επέστρεψα τα δύο τελευταία χρόνια. Μαζί ήρθαν και τα …δώρα».

Γενικά μιλώντας δεν θα ήθελα να είμαι ξανά με ηθοποιό στην ζωή μου

«Πήγα να δω την πρεμιέρα του “Έτερος εγώ” με την Δήμητρα Παπαδοπούλου. Συμπτωματικά καθόμουν δίπλα στον Σωτήρη Τσαφούλια. Δεν ήξερα τι ταινία πήγαινα να δω και όταν κατάλαβα ότι είναι ελληνικό αστυνομικό, σκέφτηκα ότι θα κόψω τις φλέβες μου… Κι από εκεί που ήμουν ξαπλωμένος στην θέση μου, έτοιμος να αποκοιμηθώ, άρχισα να σηκώνομαι και να μην μπορώ να χάσω δευτερόλεπτο. Μετά, πήγα να συγχαρώ τον σκηνοθέτη χωρίς να τον ξέρω. “Σε ό,τι κάνεις από εδώ και πέρα, έρχομαι να κάνω ένα πέρασμα, τον κομπάρσο… “, του είπα. Δύο χρόνια μετά χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Σωτήρης Τσαφούλιας: “Θυμάμαι πολύ καλά τι μου είχες πει. Θέλω να έρθεις να κάνεις έναν πρωταγωνιστικό ρόλο –κι αν δεν μπορείς έναν μικρότερο”. “Θα μπορέσω”, του απάντησα. Και ξεκίνησε αυτή η συνεργασία για την οποία είμαι περήφανος.
Ο δεύτερος κύκλος θα προβληθεί αρχές Νοεμβρίου, νομίζω, και την προσεχή χρονιά θα κάνουμε τα γυρίσματα του τρίτου και τελευταίου κύκλου. Φίλους έχω από παιδί αλλά και μέσα στο θέατρο, όχι πολλούς. Πάντα μ΄αρέσει να κάνω παρέα με την Δήμητρα Παπαδοπούλου –είναι ωραίος άνθρωπος, την λατρεύω, μου έχει δώσει πολλά και εύκολα».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Ένα διαζύγιο θέλει χρόνο. Σε εμάς, λειτούργησε πολύ ότι κανείς από τους δυο μας με την Μυρτώ, όσο κι αν είχαμε θυμώσει, δεν το έβγαλε στα παιδιά. Κανένας δεν κατηγόρησε τον άλλον. Μετά τους θυμούς, όταν αρχίσαμε να απομακρυνόμαστε από το πρόβλημα, τα είδαμε όλα καθαρά: Εκεί καταλαβαίνεις και γιατί αγάπησες τον άλλον και γιατί τον ερωτεύθηκες και γιατί τον θαύμασες και τον εκτίμησες. Φεύγουν τα αρνητικά από την μέση. Κι όταν η σχέση πάψει να είναι ερωτική, απολαμβάνεις τα καλά. Κάπως έτσι, ομαλά, έγιναν τα πράγματα. Όταν η Μυρτώ είδε ότι άλλαξα σε σχέση με τον τζόγο, το εκτίμησε πολύ, την άγγιξε, κι ήταν εκεί και με στήριξε -και την ευχαριστώ γι΄αυτό.
Δύο ηθοποιοί μαζί; Ολα αυτά τα χρόνια νόμιζα ότι δεν ήταν δύσκολο. Κοιτάζοντας τώρα πίσω βλέπω ότι μπορεί κάποια πράγματα να επηρέασαν –όχι φανερά. Γενικά μιλώντας δεν θα ήθελα να είμαι ξανά με ηθοποιό στην ζωή μου. Έχω ανάγκη να έχω δίπλα μου πιο γήινα πράγματα, λίγο πιο κανονικά. Και θέλω μια νέα προσωπική ζωή, ειδικά τώρα μετά την αναγέννησή μου…»

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Μ΄αρέσει να παίζω ρόλους έξω από το κανονικό, που έχουν κάτι ιδιαίτερο. Λάτρευα τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν ή τον Αλ Πατσίνο. Με γοήτευε πολύ ο Χορν, μου άρεσε ο Αλεξανδράκης, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Θα πάω να δω τον Καταλειφό, τον Θανάση Παπαγεωργίου, ανθρώπους με μια θεατρική στόφα, κάτι που σπανίζει πια. Αλλά θαυμάζω και νεότερους, όπως τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, τον απολαμβάνω πάνω στην σκηνή, τον ευχαριστιέμαι.
Το σπηκάζ μπήκε στην ζωή μου τα τελευταία χρόνια. Πρέπει να σου κάτσει μια διαφήμιση που να κάνει αίσθηση και μετά θα έρθουν οι επόμενες. Προσέχω μόνον μην ταυτιστεί η φωνή μου με κάποιο προϊόν που δεν μου ταιριάζει.
Μετά την αναγέννησή μου θέλω να βρίσκομαι σε δουλειές, ρόλους και με ανθρώπους που να μου αρέσουν. Θέλω να μπορώ να μην δουλεύω ασταμάτητα και να απολαμβάνω αυτό που έρχεται κι αυτό που έφυγε. Ζητούμενο για μένα είναι η γαλήνη μέσα μας. Κι όταν το πετυχαίνουμε, όλα έρχονται πιο εύκολα».

Ο Πέτρος Λαγούτης παίζει στην τηλεοπτική σειρά «Ετερος εγώ» του Σωτήρη Τσαφούλια (Cosmote TV) και στο θεατρικό έργο «Η Μέθοδος Γκρόνχολμ» του Τζόρντι Γκαλθεράν (θέατρο Ανεσις)





SHARE