Η Πηνελόπη Τσιλίκα διαθέτει ευθύτητα, καθαρό βλέμμα, συγκρότηση. Έγινε ηθοποιός για να διερευνήσει τα ανθρώπινα –όπως θα μπορούσε να γίνει εγκληματολόγος ή δημοσιογράφος, ρόλο που ερμηνεύει τώρα στον τηλεοπτικό «Σιωπηλό δρόμο». Ξεκίνησε με την κινηματογραφική «Μικρά Αγγλία» και από τότε θέλει να κατακτά καινούρια πεδία. Και το καταφέρνει.
«Μεγάλωσα όμορφα μέσα στο οικογενειακό μου περιβάλλον. Αγαπώ τους δικούς μου και τους είμαι πολύ ευγνώμων. Γεννήθηκα στην Αθήνα –έχω έναν μεγαλύτερο αδελφό. Η καταγωγή μας είναι από τα Άγραφα.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την επιλογή μου να γίνω ηθοποιός, δεν νομίζω ότι ήταν επιθυμία των δικών μου να μπω σε έναν χώρο με μεγάλη ανασφάλεια, τα πράγματα ήταν δύσκολα στην αρχή.
Όταν ήμουν μικρή έκανα χορό και μου άρεσε πολύ. Με τους γονείς μου πηγαίναμε και σινεμά και θέατρο και κάθε φορά ήταν για μένα μια πολύ ιδιαίτερη εμπειρία. Ωστόσο, ούτε πίστεψα, ούτε σκέφτηκα τον εαυτό μου στην άλλη πλευρά από αυτή του θεατή, κι ας το απολάμβανα, κι ας με συγκινούσε βαθιά. Ίσως γιατί με πατέρα δικηγόρο και μητέρα χημικό, οι προσλαμβάνουσες με οδηγούσαν αλλού.
Δεν ήξερα τι ήθελα να γίνω. Και δεν γίνεται να ξέρεις στα 15 ή στα 16 σου. Ήξερα, όμως, ότι αυτό με το οποίο θα ασχοληθώ, θέλω να έχει σχέση με τους ανθρώπους. Η Νομική ήταν ένα ευρύ πεδίο και θα είχα τέσσερα χρόνια για να αποφασίσω τι θα κάνω μετά. Πολύ σύντομα έδωσα εξετάσεις στην Δραματική του Εθνικού. Ο τρόπος σκέψης και η δομή της Νομικής ένιωθα ότι μπορεί να με οδηγήσουν σε έναν δρόμο που στο μέλλον δεν θα μου έδινε χαρά. Ψαχνόμουν πολύ. Σκεφτόμουν να γίνω δημοσιογράφος, εγκληματολόγος. Η εγκληματολογία με ενδιέφερε πολύ. Αναρωτιόμουν πώς γίνεται ένας άνθρωπος να σπάσει τα πλαίσια που του έχουν τεθεί από την κοινωνία, και μου κινούσε το ενδιαφέρον να το ερευνήσω, ποιο είναι το προφίλ του, ποιο είναι το παρελθόν του και ποιοι παράγοντες μπορεί να τον οδήγησαν σε μία δράση "αντικοινωνική".
Θέλει θάρρος κάποιος γονιός να παραδεχτεί ότι το δικό του όνειρο δεν είναι και το όνειρο του παιδιού του
Οσο ήμουν στην Νομική έγραφα σε ένα φοιτητικό περιοδικό, το Καλειδοσκόπιο. Μου άρεσε η δουλειά που είδα να γίνεται εκεί, η ομάδα, το κλίμα μεταξύ μας. Και μέσα από εκεί βρέθηκα στον χώρο του σινεμά. Ενα παιδί ήταν βοηθός σε μία ταινία και πήγαμε να κάνουμε τους κομπάρσους. Είδα το γύρισμα, με γοήτευσε και την ίδια στιγμή ένιωσα μια οικειότητα. Πήρα αυτό το σήμα κι άρχισα να το σκέφτομαι. Κι έτσι πήγα στο Εθνικό -την Νομική δεν την τελείωσα».