Μια νέα σελίδα στην ιστορία της Αμερικής γράφτηκε την Τετάρτη 20 Ιανουαρίου.
Η ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν και της Καμάλα Χάρις σηματοδότησε μια νέα εποχή και τα όσα διαδραματίστηκαν σε αυτή έδωσαν την υπόσχεση και την ελπίδα για ένα μέλλον που θα επουλώσει τις πληγές του παρελθόντος.
Αυτός ήταν και ένας από τους νοηματικούς άξονες του ποιήματος που απήγγειλε η Αφροαμερικανίδα ποιήτρια Αμάντα Γκόρμαν κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας του 46ου προέδρου των ΗΠΑ και της πρώτης γυναίκας αντιπροέδρου.
H Αμάντα Γκόρμαν, στα 22 της χρόνια, είναι η νεαρότερη ποιήτρια που έχει συμμετάσχει μέχρι σήμερα σε προεδρική ορκωμοσία.
Κατάφερε με το καθάριο πνεύμα της και την διεισδυτική γραφή της να αποτυπώσει μέσα σε λίγες γραμμές το παρελθόν και το μέλλον της Αμερικής.
Όπως η ίδια δήλωσε, δεν της δόθηκαν αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές για την σύνταξη του ποιήματος. Έλαβε απλά την παρότρυνση να μιλήσει μέσα από αυτό για την ελπίδα και την ενότητα.
Πριν από δύο εβδομάδες, βρισκόταν στα μισά του ποιήματός της. Η εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου την ώθησαν να το ολοκληρώσει με μέσα σε ένα βράδυ.
Ο λόφος που σκαρφαλώνουμε:
Όταν ξημερώσει, αναρωτιόμαστε πού θα μπορέσουμε να βρούμε φως σ’ αυτή την ατέλειωτη σκιά;
Η απώλεια που κουβαλάμε μέσα μας. Η θάλασσα στην οποία πρέπει να προχωρήσουμε.Aψηφήσαμε την ουσία του προβλήματος. Μάθαμε ότι η σιωπή δεν συνεπάγεται πάντα ειρήνη. Kι ότι οι νόρμες κι οι αντιλήψεις του τι είναι «δίκαιο» δεν συνιστούν πάντα δικαιοσύνη.
Κι όμως, η αυγή ήταν δική μας προτού το εννοήσουμε. Με κάποιο τρόπο τα καταφέρνουμε. Με κάποιο τρόπο αντέξαμε και γίναμε μάρτυρες ενός έθνους που δεν λύγισε αλλά ακόμη δεν ολοκλήρωσε την πορεία του. Εμείς, οι συνεχιστές μιας χώρας και μιας εποχής που ένα αδύνατο μαύρο κορίτσι, με καταγωγή από σκλάβους και μεγαλωμένο από μία μοναχική μητέρα, μπορεί να ονειρεύεται ότι θα γίνει πρόεδρος για να βρεθεί στη θέση να απαγγείλει στίχους για έναν πρόεδρο.
Ναι, απέχουμε πολύ από τη λάμψη, απ’ το αψεγάδιαστο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μοχθούμε να σχηματίσουμε μια τέλεια Ένωση. Κοπιάζουμε να σφυρηλατήσουμε την Ένωσή μας δίνοντάς της νόημα. Να συνθέσουμε μια χώρα αφοσιωμένη σ’ όλες τις κουλτούρες, φυλές, χαρακτήρες και ανθρώπινες καταστάσεις. Κι έτσι σηκώνουμε το βλέμμα μας όχι σ’ αυτό που στέκεται ανάμεσά μας, αλλά σ’ αυτό που ορθώνεται μπροστά μας. Γεφυρώνουμε το χάσμα γιατί γνωρίζουμε ότι για να προτάξουμε το μέλλον μας, θα πρέπει πρώτα να παραμερίσουμε τις διαφορές μας. Καταθέτουμε τα όπλα μας για να μπορέσουμε να αγκαλιαστούμε.
Δεν θέλουμε να βλάψουμε κανένα, αρμονία για όλους. Ας πει ο κόσμος ότι είναι αλήθεια: Πως ακόμη κι όταν πενθούσαμε, ωριμάζαμε. Πως ακόμη κι όταν πονούσαμε, ελπίζαμε. Πως ακόμη κι όταν κουραζόμασταν, προσπαθούσαμε. Πώς θα είμαστε για πάντα ενωμένοι, νικητές. Όχι επειδή δεν θα ξαναγνωρίσουμε την ήττα, αλλά διότι δεν θα ξανασπείρουμε ποτέ τον διχασμό.