Ο Τέρενς Μακνάλι
Μια σπουδαία θεατρική μορφή/Φωτογραφία: AP Images
ΤΕΡΕΝΣ ΜΑΚΝΑΛΙ

Τέρενς Μακνάλι: Ο θεατρικός συγγραφέας του «Corpus Christi» και του «Master Class» όπου πρωταγωνιστεί η Μαρία Ναυπλιώτου


Σε ηλικία 81 ετών άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο της Φλόριντα, ο Τέρενς Μακνάλι, λόγω επιπλοκών από τον κορωνοϊό. Ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, ο οποίος πρόσφατα είχε αναρρώσει από μια εκτεταμένη θεραπεία για τον καρκίνο του πνεύμονα και έπασχε από χρόνια αναπνευστικά νοσήματα, είχε γράψει το θεατρικό έργο «Master Class», που παρουσιάστηκε στην Ελλάδα τα δύο τελευταία χρόνια σε ερμηνεία της Μαρίας Ναυπλιώτου.

Ο τολμηρός συγγραφέας του (off) Μπρόντγουεϊ, τιμήθηκε με το βραβείο Τony συνολικά τέσσερις φορές, ενώ η τελευταία ήταν το 2019 για τη συνολική του προσφορά στο θέατρο. Μάλιστα στην τελετή απονομής, όπου εμφανίστηκε με φορητό αναπνευστήρα λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπιζε, ανέφερε μεταξύ άλλων πως: «Το θέατρο αλλάζει την καρδιά, αυτόν τον μυστικό τόπο όπου όλοι ζούμε αληθινά», προκαλώντας το ένθερμο χειροκρότημα των παρευρισκομένων.

Ο ΜακΝάλι γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1938 στην Σεντ Πίτερσμπεργκ της Φλόριντα. Οι γονείς του είχαν ένα παραλιακό μπαρ που καταστράφηκε από τον τυφώνα, οπότε η οικογένειά του μετακόμισε στο Τέξας στην περιοχή Corpus Christ. Μια δασκάλα αγγλικών που είχε την οποία ο ίδιος αποκαλούσε δασκάλα της ζωής του, η Μoρίν ΜακΕλρόι άσκησε τεράστια επιρροή πάνω του, γι’ αυτό και της έχει αφιερώσει αρκετά έργα του. Εκείνη τον προέτρεψε να γραφτεί στο Columbia University, όπου είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μαθήματα από σημαντικούς διανοούμενους. Μετά από την αποφοίτησή του τον προσέλαβε ο Τζον Στάινμπεκ ως δάσκαλο των δυο παιδιών του και ο νεαρός ΜακΝάλι συνόδευσε τότε τον μεγάλο συγγραφέα και την οικογένειά του σε μια κρουαζιέρα, μια εμπειρία που έμελλε να του αλλάξει τη ζωή. Στη συνέχεια βρέθηκε στο Μεξικό και από εκεί στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε στο Actors Studio ως υπεύθυνος σκηνής. Τότε γνώρισε τον Έντουαρντ Άλμπι, που εκείνη την εποχή είχε τον τίτλο του «συναρπαστικού θεατρικού συγγραφέα της Αμερικής» και έγιναν ζευγάρι για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Φωτογραφία: AP Images

Η καριέρα του στο θεατρικό στερέωμα ξεκίνησε το 1964 με το «And Τhings Τhat Go Bump In The Night», το οποίο δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία. Το είχε μάλιστα σκηνοθετήσει ο Μιχάλης Κακογιάννης, όμως οι ομοφυλόφιλοι ήρωές του σόκαραν το συντηρητικό κοινό της εποχής, που το θεώρησε «ανήθικο». Μάλιστα πολλοί θεατές ήταν αρκετά επιθετικοί -ένας μάλιστα από την πρώτη σειρά τράβηξε το φόρεμα της πρωταγωνίστριας και της φώναξε ότι δεν θα έπρεπε να παίζει σε αυτό το έργο.

Η επιτυχία ήρθε τέσσερα χρόνια μετά με το «Next», όπου αφηγούμενος την ιστορία ενός μεσοαστού που επιστρατεύεται κατά λάθος για τον πόλεμο, κερδίζει τις εντυπώσεις για να ακολουθήσει το «Botticelli», το «Cuba Si!» στο οποίο πρωταγωνιστούσε η Μελίνα Μερκούρη και το «Sweet Eros». Τη δεκαετία του ‘70 πλέον θεωρείται από τις σημαντικές φωνές του αμερικανικού θεάτρου και δυο έργα του, το «Where Has Tommy Flowers Gone?» του 1971 και το «Let it Bleed» του 1972 κάνουν μεγάλη αίσθηση. Το 1974 έγραψε το «The Ritz» του 1974, το οποίο μεταφέρθηκε και στο σινεμά σε σκηνοθεσία του Ρίτσαρντ Λέστερ και σενάριο δικό του. Γνώρισε όμως και μια μεγάλη αποτυχία με το φιλόδοξο «Broadway» του 1978.

Με τον σύζυγό του Τομ Κρντάχι/Φωτογραφία: AP Images

Ταυτόχρονα εκείνη την εποχή η εξάπλωση του AIDS έχει αρχίσει να παίρνει τραγικές διαστάσεις και το 1986 ο πρώην σύντροφος του Ρόμπερτ Ντρίβας (ο οποίος είχε σκηνοθετήσει την πρώτη παράσταση του «The Ritz») πεθαίνει από την νόσο, γεγονός που σημάδεψε τον Μακ Νάλι.

Την ίδια χρονιά γράφει το διάσημο «Frankie and Johnny in the Clair de Lune» (που οι περισσότεροι γνωρίζουμε από την ταινία με τον Αλ Πατσίνο και τη Μισέλ Φάιφερ, αν και η θεατρική εκδοχή με τον Φ. Μάρει Εϊμπραχαμ και την Κάθι Μπέιτ ήταν περισσότερο πιστή στο πνεύμα του, όπως ο ίδιος έχει πει.

Το 1990 κερδίζει το βραβείο Emmy για το σενάριο της μίνι σειράς «Andre's Mother» (για μια μητέρα που προσπαθεί να επιβιώσει του θανάτου του γιου της από AIDS) και το 1991 θα έγραφε το «Lips Together, Teeth Apart». To 1992 έγραψε το λιμπρέτο για την εκδοχή μιούζικαλ του «Το Φιλί της Γυναίκας Αράχνης» (κερδίζοντας βραβείο Tony), ενώ το 1997 το λιμπρέτο για το «Ragtime» (κερδίζοντας ακόμη ένα βραβείο Tony).

To 1994 έγραψε το «Love! Valour! Compassion!» (με την ιστορία οκτώ γκέι αντρών) και το 1995 έγραψε το «Master Class» (μια φανταστική απεικόνιση των μαθημάτων που έκανε στο τέλος της καριέρας της η Μαρία Κάλας στο Τζούλιαρντ) και το 1989 το διάσημο «The Lisbon Traviata» για τις σχέσεις ομοφυλόφιλων ζευγαριών θαυμαστών της Μαρία Κάλας με τον μόνιμο ηθοποιό και φίλο του, Νέιθαν Λέιν. Για τα δύο τελευταία έργα κέρδισε βραβεία Tony.

Οι αντιδράσεις όταν το Corpus Christi ήρθε στην Ελλάδα/Φωτογραφία: AP Images

To 1997, προκαλεί ένα τεράστιο σκάνδαλο, άθελά του, με το «Corpus Christi», μια μοντέρνα εκδοχή του θείου δράματος, που παρουσίασε τον Ιησού ως ομοφυλόφιλο. Δεν έχει υπάρξει ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου ανά τον κόσμο που να μην έχει συνοδευτεί από κάποια αντίδραση, ενώ ο ίδιος δέχτηκε ακόμα και απειλές κατά της ζωής του.

Το 2000 έγραψε το λιμπρέτο για την εκδοχή μιούζικαλ του «The Full Monty». Στη δεκαετία του 2000 ασχολήθηκε με την αγαπημένη του όπερα, γράφοντας λιμπρέτο για το «Dead Man Walking», το «Three Chambers» και το «Great Scott».

Ανατρεπτικός και ασυμβίβαστος, ήθελε να αλλάξει το αμερικάνικο θέατρο και όντως το κατάφερε ασχολούμενος με θέματα που ως τότε θεωρούνταν ταμπού, όπως η ομοφυλοφιλία ή ο έρωτας, ιδίως σε μεγαλύτερες ηλικίες. Άλλωστε ο ίδιος ήταν ανοιχτά ομοφυλόφιλος και παντρεμένος από το 2003 με τον βραβευμένο θεατρικό παραγωγό Τομ Κίρνταχι.

«Κάθε φορά που πιστεύεις ότι γράφεις αυτό που οι άλλοι θέλουν να ακούσουν από σένα και ότι αυτό θα το κάνει εμπορικό, είσαι καταδικασμένος στην καταστροφή. Το γράψιμο πρέπει να είναι ειλικρινές και όσο το δυνατόν συγκεκριμένο. Το λεπτό που πιστεύουμε ότι φτάνουμε σε ένα μεγαλύτερο κοινό και προσπαθούμε να το ευχαριστήσουμε, γινόμαστε γενικοί. Και αυτό είναι κάτι που το κοινό αντιλαμβάνεται. Και μας γυρίζει την πλάτη», είχε πει χαρακτηριστικά, αφήνοντας τη δική του παρακαταθήκη στην Ιστορία του θεάτρου που από σήμερα είναι πιο φτωχό.





SHARE