Η Ρίτα Αντωνοπούλου ξεκίνησε να τραγουδάει από παιδί και από τότε δεν έχει σταματήσει. Μένει στα Βριλήσσια μαζί με την κόρη της και προσπαθεί να εστιάζει στα πράγματα για να είναι παρούσα στην ζωή (της). Είναι Ζυγός.
«Μεγάλωσα στην Αθήνα. Ο μπαμπάς μου είναι συνταξιούχος του ΟΤΕ κι η μαμά μου της Εθνικής Τράπεζας. Δεν ήταν σαφές ότι θα ασχοληθώ με το τραγούδι, αλλά ήταν αυτό που μου άρεσε. Από παιδάκι βιώνω τη μουσική μέσα από την χαρά, το τραγούδι είναι η έκφρασή μου. Δεν είχα κάτι άλλο στο μυαλό μου.
Το περιβάλλον δεν με βοήθησε, δεν υπήρχε καμία μουσικότητα μέσα στο σπίτι ούτε προοπτική. Ο μπαμπάς ήταν πολύ αυστηρός. Δύο δημόσιοι υπάλληλοι που περίμεναν να σπουδάσω και να μπω κι εγώ στο δημόσιο. Το κλίμα όμως άλλαξε νωρίς, γιατί την πρώτη μου δουλειά την έπιασα στα δέκα οκτώ. Τυχαία.
Είχε ένας φίλος γενέθλια και ανέβηκα να πω ένα τραγούδι, μια που υπήρχε ζωντανή μουσική στο μαγαζί. Στο τέλος ήρθαν αυτοί που είχαν το μαγαζί, μου έδωσαν έναν φάκελο με χρήματα και μου είπαν ότι με θέλουν και αύριο… Σοκαρίστηκα. Η πρώτη μου σκέψη ήταν τι θα πω στον μπαμπά μου.
Νιώθω πως δεν κάνω την ίδια δουλειά με τους πιο πολλούς συναδέλφους μου
Είχα μόλις μπει στην σχολή, στην Γραφιστική. Μου άρεσε να ζωγραφίζω. Δεν ήθελα να σπουδάσω κάτι πρακτικό, αλλά καλλιτεχνικό. Οπότε πήγα στο σχέδιο. Κι εκεί αντέδρασαν οι γονείς μου. Περίμεναν από μένα να πάω στο Πανεπιστήμιο –η γραφιστική ήταν ΤΕΙ. Ημουν και καλή μαθήτρια. Αλλά εγώ δήλωσα μόνον γραφιστικά.
Την επομένη βέβαια πήγα να τραγουδήσω στο μαγαζί, αλλά μαζί με τον μπαμπά μου. Ηθελε να δει τον χώρο –ήταν στο Κουκάκι. Μετά ερχόταν μαζί μου κάθε φορά, για να με γυρίσει σπίτι. Κι όταν δεν άντεχε, γύριζε στο Μαρούσι, έβαζε ξυπνητήρι κι ερχόταν στις 3 το πρωί να με πάρει, για περίπου έναν χρόνο. Φοβόταν. Εγώ είχα άγνοια κινδύνου, οπότε δεν φοβήθηκα.