Ο Ράιαν Μέρφι καταπιάνεται με μια ακόμα «καυτή περίπτωση», που είχε απασχολήσει την Αμερική, στη νέα σειρά του Netflix με τίτλο «Monster: The Jeffrey Dahmer Story» («Τέρας: Η ιστορία του Τζέφρι Ντάμερ»).
Αυτή τη φορά ο γνωστός σκηνοθέτης αναλαμβάνει τον ρόλο του παραγωγού και υπόσχεται μέσα σε δέκα επεισόδια να μεταφέρει με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια την ιστορία ενός διαβόητου serial killer, του Τζέφρι Νταμερ, που έμεινε γνωστός και ως ο «Κανίβαλος του Μιλγουόκι», ο οποίος από το 1978 μέχρι και το 1991 δολοφόνησε δεκαεπτά νεαρούς άνδρες. Μάλιστα, θεωρείται ένας από τους χειρότερους δολοφόνους στην ιστορία του εγκλήματος, μιας και εκτός από το γεγονός ότι κακοποιούσε σεξουαλικά τα θύματά του, συχνά τα έτρωγε κιόλας.
Ο πρωταγωνιστής του «American Horror Story», Έβαν Πίτερς, υποδύεται τον Ντάμερ, ενώ το καστ συμπληρώνουν η Νίσι Νας, που υποδύεται τη γειτόνισσά του, τη γυναίκα δηλαδή που επιχείρησε να ειδοποιήσει την αστυνομία, αλλά επειδή ήταν μαύρη την αγνόησαν, ο Ρίτσαρντ Τζένκινς στον ρόλο του πατέρα του και η Μόλι Ρίνγκγουολντ στον ρόλο της μητριάς του. Ο Ράιαν Μέρφι με τον επί σειρά ετών συνεργάτη του Ίαν Μπρέναν συνυπογράφουν το όλο πρότζεκτ, ενώ τη διεύθυνση παραγωγής έχει αναλάβει ο Τζο Μπέρλιντζερ.
Αν και η πρεμιέρα της σειράς έγινε χωρίς να έχει προηγηθεί δημοσιογραφική προβολή, βρίσκεται ήδη πολύ στις προτιμήσεις του κοινού, πράγμα που προκαλεί μεγάλη εντύπωση καθώς μιλάμε για μια φρικιαστική ιστορία ενός ανθρώπου χωρίς ίχνος συναισθήματος, ή ηθικών αναστολών, που εκτελούσε με απόλυτη ψυχρότητα τα θύματά του.
Και δυστυχώς, όπως αρκετές ακόμα ακραίες περιπτώσεις, έτσι και ο Ντάμερ με τη χαμηλή αισθαντική φωνή του και το όμορφο παρουσιαστικό, παρά τα ειδεχθή του εγκλήματα, απέκτησε μετά από τη φυλάκισή του αμέτρητους θαυμαστές και θαυμάστριες, που του έστελναν ακόμα και χρήματα στη φυλακή.
Αν και λευκός, είχε επιλέξει συνειδητά να μείνει σε μια υποβαθμισμένη περιοχή του Μιλγουόκι σε μια πολυκατοικία, όπου ζούσαν κυρίως μαύροι, προκειμένου να δρα ανενόχλητος, αφού γνώριζε καλά πως η αστυνομία δεν θα άκουγε τις κλήσεις των γειτόνων, αν φυσικά οι ίδιοι τολμούσαν ποτέ να φτάσουν στις Αρχές. Γιατί, ο Ντάμερ δεν ήταν μόνο ένας ψυχοπαθής, αλλά με έναν τρόπο δημιούργημα μιας κοινωνίας φυλετικών προκαταλήψεων, φτώχειας και εξαθλίωσης. Βάζοντας στόχο λοιπόν ως επί το πλείστον μαύρους ομοφυλόφιλους άνδρες, που δύσκολα κάποιος θα αναζητούσε, ικανοποιούσε τα κανιβαλικά του ένστικτα.
Ανάμεσα στα θύματά του υπήρχε και ένα δεκατετράχρονο παιδί από το Λάος. Το συγκεκριμένο επιχείρησε να αποδράσει από το διαμέρισμά του, οπότε τελικά οι γείτονες ειδοποίησαν την αστυνομία. Όταν όμως τα όργανα της τάξης έφτασαν στο σημείο, δεν έκαναν απολύτως τίποτα, αφήνοντας τον έφηβο έρμαιο στα χέρια ενός παρανοϊκού δολοφόνου, που τους έπεισε ότι το παιδί ήταν ενήλικας και φίλος του. Δυστυχώς, ούτε εκείνο, ούτε οι ούτε οι μαύροι ένοικοι που μιλούσαν για μια φριχτή μυρωδιά από τους αεραγωγούς και ουρλιαχτά που ακούγονταν μέσα στη νύχτα, δεν μπορούσαν τους λευκούς αστυνομικούς ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά κι επικίνδυνα.