Την ίδια περίοδο, ο Ελληνοαμερικανός Ελία Καζάν έψαχνε πρωταγωνιστή για την επόμενη ταινία του μετά το oσκαρικό «Λιμάνι της Αγωνίας». Ο Καζάν σκόπευε να υιοθετήσει το βιβλίο «Ανατολικά της Εδέμ» του νομπελίστα Τζον Στάινμπεκ, και αναζητούσε κάποιον νεαρό σταρ στο στιλ του Μάρλον Μπράντο, του οποίου την καριέρα είχε πυροδοτήσει ο Καζάν τρία χρόνια νωρίτερα με το «Λεωφορείον ο Πόθος». Ο σεναριογράφος Πολ Όσμπορν του πρότεινε τον σχετικά άγνωστο Τζέιμς Ντιν, και η αρχή είχε γίνει: Η ερμηνεία του Ντιν στο ρόλο του Καλ, ενός στωικού, μα γεμάτου ζωή νεαρού που αναζητά τη χαμένη μητέρα του, καθόρισε την περσόνα του Ντιν ως σύμβολο της παρεξηγημένης νεολαίας στη μεταπολεμική Αμερική.
Το «Ανατολικά της Εδέμ» κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1955 και επρόκειτο να είναι η μοναδική ταινία του Ντιν που ο ίδιος πρόλαβε να δει. Και μπορεί ο ρόλος του στην «Εδέμ» να τον έφερε στο προσκήνιο, ήταν ο ρόλος του στο «Επαναστάτης Χωρίς Αιτία» ωστόσο που τον εκτόξευσε στην κορυφή: Ο «Επαναστάτης» έκανε πάταγο στους εφήβους της δεκαετίας του '50, έγινε ύμνος της μπιτ κουλτούρας, καθόρισε τον Ντιν ως το απόλυτο κουλ σύμβολο, και σημάδεψε ανεξίτηλα τον δυτικό κινηματογράφο.